«Οι πολιτικές του Τραμπ θα είναι επιβλαβείς, αλλά ανησυχώ βαθύτερα για τους δημοκρατικούς θεσμούς» λέει στο «Βήμα» ο Φράνσις Φουκουγιάμα, πολιτικός επιστήμονας που έγινε παγκοσμίως διάσημος με το βιβλίο του «Το τέλος της ιστορίας».

Σήμερα διδάσκει Διεθνείς Σχέσεις στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ και μας μίλησε τηλεφωνικά την Πέμπτη από την Καλιφόρνια.

Ποιες είναι οι κυριότερες ανησυχίες σας για τη δεύτερη θητεία Τραμπ;

«Εχω διάφορες ανησυχίες. Μερικές από αυτές αφορούν τις πολιτικές που θα ακολουθήσει στο εσωτερικό των ΗΠΑ, όπως ότι θα επιβάλει δασμούς, θα χρησιμοποιήσει το υπουργείο Δικαιοσύνης για να κυνηγήσει τους εχθρούς του και θα προχωρήσει σε μαζικές απελάσεις παράνομων μεταναστών.

Στην εξωτερική πολιτική ανησυχώ ότι θα προσπαθήσει να επιβάλει μια φιλορωσική λύση για να βάλει τέλος στον πόλεμο στην Ουκρανία. Οι πολιτικές αυτές είναι επιβλαβείς, αλλά έχω και μια βαθύτερη ανησυχία που σχετίζεται με τους αμερικανικούς δημοκρατικούς θεσμούς. Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει διαταράξει την έννομη τάξη, δεν αποδέχθηκε την ήττα του στις εκλογές του 2020, κατόρθωσε να πείσει πολλούς Ρεπουμπλικανούς ότι ο Τζο Μπάιντεν ήταν ένας παράνομος πρόεδρος και αυτό οδήγησε σε μεγάλη απώλεια εμπιστοσύνης προς τους θεσμούς. Εχει υποσχεθεί ότι θα δώσει χάρη στους βίαιους διαδηλωτές που εισέβαλαν στο Καπιτώλιο την 6η Ιανουαρίου. Συνεπώς πιστεύω ότι το πρόβλημα δεν αφορά τόσο τις πολιτικές του όσο τους θεσμούς. Αρνείται να περιοριστεί εντός των ορίων που θέτουν οι θεσμοί στην αμερικανική δημοκρατία και γι’ αυτόν τον λόγο τους αποδυναμώνει».

Ο Ιλον Μασκ είχε ασυνήθιστα παρεμβατικό ρόλο στο πλευρό του Τραμπ στην προεκλογική εκστρατεία.
Θα επηρεάζει και τις πολιτικές του;

«Δεν το γνωρίζουμε. Λέγεται ότι θα ηγηθεί μιας επιτροπής για την αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης, αλλά δεν είναι βέβαιο. Ο Μασκ, αν και πολύ καλός επιχειρηματίας, δεν γνωρίζει πραγματικά την αμερικανική διακυβέρνηση, δεν καταλαβαίνει τους περιορισμούς στους οποίους υπόκειται, από Δημοκρατικός και υποστηρικτής της Χίλαρι Κλίντον έγινε φανατικός υποστηρικτής του Τραμπ και αυτό δείχνει ότι το πολιτικό του κριτήριο είναι άστατο και, εν τέλει, όχι πολύ καλό. Γι’ αυτό το να ηγηθεί οποιουδήποτε είδους κυβερνητικής υπηρεσίας θα έχει αβέβαια και ενδεχομένως επικίνδυνα αποτελέσματα».

Πώς μπορεί να αναστραφεί η πόλωση που χαρακτηρίζει τις ΗΠΑ;

«Με διάφορους τρόπους. Πιστεύω ότι ο πιο αποτελεσματικός είναι μέσω των εκλογών – αν πολιτικοί που υποστηρίζουν λαϊκιστικούς διχασμούς δεν εκλεγούν. Για παράδειγμα, είδαμε πολλούς που αρνούνταν τη νομιμότητα των εκλογών του 2020 να διεκδικούν την εκλογή τους σε πολιτειακό επίπεδο και βεβαίως τον Τραμπ σε εθνικό.

Αν οι απόψεις αυτές ηττηθούν στην κάλπη από τους ψηφοφόρους, δεν θα συνεχίσουν να υπάρχουν. Το πρόβλημα είναι ότι ο μεγαλύτερος αρνητής σημείωσε μια εμφατική νίκη. Αν οι πολιτικές του Τραμπ έχουν επιπτώσεις, όπως παγκόσμια ύφεση ή ξέσπασμα βίας, ο κόσμος μπορεί να στραφεί εναντίον του και να απορρίψει τέτοιες πολιτικές. Είναι μια πιθανότητα, αλλά αυτή τη στιγμή δεν μπορούμε να πούμε πόσο ρεαλιστική».

Θεωρείτε ότι μόνο ο Τραμπ ευθύνεται για την πόλωση;

«Βεβαίως ευθύνεται. Η πόλωση ξεκίνησε στη δεκαετία του ’90 αλλά την εμβάθυνε σημαντικά ο Τραμπ. Ξεκίνησε αφότου οι Ρεπουμπλικανοί κατέκτησαν τη Βουλή των Αντιπροσώπων, την οποία ήλεγχαν επί αρκετές δεκαετίες οι Δημοκρατικοί. O Νιουτ Γκίνγκριτς, επικεφαλής των Ρεπουμπλικανών βουλευτών στη δεκαετία του 90, άρχισε να χρησιμοποιεί τακτικές διαφορετικές από την στάση «τζέντλεμαν» που ακολουθούσαν μέχρι τότε. Ετσι ξεκίνησε η πόλωση. Την ίδια περίοδο σημειώθηκε μια βαθύτερη πόλωση, κοινωνική, καθώς αυξανόταν το χάσμα ανάμεσα στους μορφωμένους Αμερικανούς των μεγάλων πόλεων και των λιγότερο μορφωμένων που ζούσαν στην επαρχία. Αυτό εντάθηκε στην τελευταία γενιά. Αν δείτε τον χάρτη των αποτελεσμάτων των εφετινών εκλογών, τα αστικά κέντρα ψήφισαν Κάμαλα Χάρις ενώ η υπόλοιπη χώρα είναι «κόκκινη». Αυτό εκπροσωπεί έναν αυτοδιαχωρισμό των Αμερικανών που όλο περισσότερο ζουν σε γειτονιές όπου ο κόσμος ψηφίζει όπως και οι ίδιοι. Υπάρχει λοιπόν ένας κοινωνικός και δημογραφικός παράγοντας στην πόλωση.

Τέλος, η εργατική τάξη, που ψήφιζε Δημοκρατικούς από το New Deal μέχρι τη δεκαετία του ’80, από τον Ρόναλντ Ρίγκαν και μετά άρχισε να αποστατεί όλο περισσότερο προς τους Ρεπουμπλικανούς. Αυτό επιταχύνθηκε τα τελευταία χρόνια και σήμερα στο Δημοκρατικό Κόμμα κυριαρχούν οι απόφοιτοι πανεπιστημίου και οι επαγγελματίες ενώ στο Ρεπουμπλικανικό η εργατική τάξη. Η ανατροπή αυτή συνέβαλε στην πόλωση δημιουργώντας ένα ταξικό χάσμα ανάμεσα στα δύο κόμματα».

Κινδυνεύει ο λεγόμενος «ελεύθερος κόσμος» να γίνει λιγότερο ελεύθερος εξαιτίας του Τραμπ;

«Προφανώς δεν θα εξαφανιστούν οι φιλελεύθερες δημοκρατίες εξαιτίας του Τραμπ, αλλά θα αποδυναμωθούν επειδή οι ΗΠΑ απομακρύνονται από τον ηγετικό τους ρόλο. Το αμερικανικό δημοκρατικό μοντέλο δεν είναι σήμερα τόσο σεβαστό παγκοσμίως όπως κάποτε – είμαστε τόσο πολωμένοι που δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε για τον προϋπολογισμό, αυξάνεται ο εξτρεμισμός, το Κογκρέσο έχει γίνει δυσλειτουργικό γιατί η πόλωση δεν του επιτρέπει να χειριστεί σωστά σοβαρά ζητήματα. Στην Ευρώπη, υπάρχουν πολλά λαϊκιστικά κόμματα που θα εμπνευστούν από τη νίκη του Τραμπ».

Τι θα σημάνει η δεύτερη θητεία Τραμπ για τον κόσμο;

«Ο Τραμπ είναι πολύ πιο θετικός προς τη Ρωσία, γι’ αυτό θα περιορίσει την υποστήριξη προς την Ουκρανία και το ΝΑΤΟ. Δεν πιστεύω ότι θα αποσύρει τις ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ, αλλά θα το αποδυναμώσει θέτοντας εν αμφιβόλω την αμερικανική δέσμευση. Ως προς την Κίνα, αν και την επικρίνει με τη ρητορική του, δεν είναι σαφές αν επιθυμεί τη χρήση βίας για να υπερασπιστεί τα συμφέροντα χωρών όπως η Ταϊβάν, η Ιαπωνία και η Κορέα. Συνεπώς οι δεσμεύσεις των ΗΠΑ προς συμμάχους τους σε αυτή την περιοχή θα αποδυναμωθούν. Στη Μέση Ανατολή θα είναι πολύ πιο υποστηρικτικός προς τον Μπενιαμίν Νετανιάχου».

Ποιοι παράγοντες συνέβαλαν στη νίκη του Τραμπ και στην ήττα της Χάρις;

«Πολλοί, όπως οι αυξανόμενες οικονομικές ανισότητες, οι μειωμένες ευκαιρίες, ο γεωγραφικός διαχωρισμός που ανέφερα παραπάνω, ότι η ενημέρωση μετατοπίστηκε από τα παραδοσιακά μέσα, όπως οι εφημερίδες και η τηλεόραση, στο Διαδίκτυο και στα σόσιαλ μίντια, που είναι ευκολότερο να χειραγωγηθούν και τα οποία ασκούν μεγάλη επιρροή στον τρόπο σκέψης του κόσμου, το ότι πολύς κόσμος αντέδρασε στις ταυτοτικές (woke) πολιτικές που ακολουθούν πολλοί στην Αριστερά. Το μεγαλύτερο μέρος του 20ού αιώνα η Αριστερά παραδοσιακά ήταν κατά των ανισοτήτων εις βάρος μεγάλων ομάδων, όπως η εργατική τάξη, αλλά με την άνοδο των ταυτοτικών πολιτικών αντιμετωπίζει τις ανισότητες σαν να στοχεύουν συγκεκριμένες ομάδες, όπως οι Αφροαμερικανοί, οι γυναίκες, οι ομοφυλόφιλοι κ.ά. Ενα από τα χαρακτηριστικά της ταυτοτικής πολιτικής είναι ότι θεωρεί θύματα τα μέλη αυτών των ομάδων και κατηγοριοποιεί τον κόσμο σύμφωνα με αυτές τις προκαθορισμένες κατηγορίες. Αυτό έχει επηρεάσει τον τρόπο με τον οποίο γίνονται οι προσλήψεις – πρέπει να προσληφθεί μια γυναίκα ή ένας μαύρος –, οι εισαγωγές στα πανεπιστήμια κ.ά. Ολα αυτά δημιούργησαν μια μεγάλη αντίδραση».