«Η προσπάθεια του προέδρου Μακρόν ήταν να οικοδομήσει ένα κεντρώο μπλοκ, στα ερείπια του Σοσιαλιστικού Κόμματος και των Ρεπουμπλικανών. Πέτυχε, προς στιγμήν, να αφανίσει τα δύο μεγάλα παραδοσιακά κόμματα. Ο Μακρόν όμως δεν ελέγχει πλέον πραγματικά την κατάσταση, ενώ τόσο η Αριστερά όσο και η Δεξιά δεν έχουν εξαφανιστεί. Εχουν ριζοσπαστικοποιηθεί» λέει στη συνέντευξή του στο «Βήμα» ο Μπερτράν Ματιέ, ομότιμος καθηγητής στη Νομική Σχολή της Σορβόννης Paris 1- Panthéon.
Θα δημιουργηθεί σήμερα ένα ισχυρό «δημοκρατικό μέτωπο» ικανό να ανακόψει την Ακροδεξιά;
«Είναι πολύ δύσκολες οι προβλέψεις. Το δημοκρατικό μέτωπο περιόρισε τις τριγωνικές αναμετρήσεις και πλέον πλεονεκτεί έναντι της Εθνικής Συσπείρωσης (RN). Ωστόσο, παρουσιάζει ορισμένους περιορισμούς στις περιπτώσεις που στον β’ γύρο συμμετέχει υποψήφιος της Ανυπότακτης Γαλλίας (LFI), με αποτέλεσμα το δημοκρατικό μέτωπο να διχάζεται ως προς την υποστήριξη του υποψηφίου αυτού.
Το ερώτημα είναι σε ποιον βαθμό οι ψηφοφόροι θα συνταχθούν με τη στρατηγική του δημοκρατικού μετώπου, καθώς η αντίληψη για την RN έχει αλλάξει αφού η «νομιμοποίησή» της έχει, κατά κάποιον τρόπο, επιτευχθεί. Το πιο πιθανό, ωστόσο, είναι ότι η RN δεν θα εξασφαλίσει απόλυτη πλειοψηφία. Είτε ο Μπαρντελά πλησιάσει την απόλυτη πλειοψηφία (289 έδρες) και πείσει περί τους δέκα βουλευτές να συμμετάσχουν σε αυτήν και στη συνέχεια απαιτηθεί συγκατοίκηση, είτε δεν επιτύχει τέτοιο αποτέλεσμα και οι υποθέσεις είναι πολύ πιο αβέβαιες, ο πρόεδρος της Δημοκρατίας έχει συγκεκριμένες επιλογές. Είτε μια κυβέρνηση συνασπισμού η οποία θα κλίνει προς τα αριστερά (εξαιρουμένης της Ανυπότακτης Γαλλίας), είτε μια κυβέρνηση τεχνοκρατών. Και οι δύο καταστάσεις δεν ανήκουν στην πολιτική κουλτούρα της Ε’ Γαλλικής Δημοκρατίας και ο πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν μπορεί να διαλύσει την Εθνοσυνέλευση για έναν χρόνο».
Στον α’ γύρο σημειώθηκε ρεκόρ συμμετοχής. Θα επαναληφθεί σήμερα;
«Το ποσοστό συμμετοχής οφείλεται πιθανώς στο γεγονός ότι οι εκλογές ήταν εξαιρετικά κρίσιμες, έχοντας αναδείξει ένα πραγματικό πολιτικό ζήτημα. Πράγματι, η αποχή συχνά συνδέεται με το γεγονός ότι οι ψηφοφόροι έχουν την αίσθηση ότι τα αποτελέσματα των εκλογών δεν θα αλλάξουν τις συνθήκες διαβίωσής τους, ιδίως επειδή οι πολιτικοί υπόκεινται σε εξωτερικούς περιορισμούς (δικαστές, Ευρώπη, οικονομία, κ.ά.). Για τον β’ γύρο το ερώτημα είναι εάν τα ίδια κριτήρια θα παίξουν εξίσου ισχυρό ρόλο, ιδιαίτερα όταν οι υποψήφιοι που επέλεξε ένας ψηφοφόρος έχουν αποκλειστεί ή αποσυρθεί».
Το σενάριο της συγκατοίκησης παραμένει ενεργό;
«Αν υπάρξει συγκατοίκηση, κινδυνεύει να είναι δύσκολη. Το καθεστώς γίνεται και πάλι κοινοβουλευτικό. Ο πρόεδρος της Δημοκρατίας έχει την εξουσία να το αποτρέψει, λόγω του ότι ορισμένες αποφάσεις απαιτούν κοινή αποδοχή. Το Σύνταγμα είναι αρκετά διφορούμενο ως προς τον ακριβή διαχωρισμό των αρμοδιοτήτων μεταξύ προέδρου και πρωθυπουργού. Στο σενάριο της συγκατοίκησης, ο πρόεδρος διορίζει πρωθυπουργό από το κόμμα της πλειοψηφίας και ο τελευταίος σχηματίζει την κυβέρνησή του.
Ο πρόεδρος μπορεί, αν χρειαστεί, να αντιταχθεί σε ορισμένους διορισμούς υπουργών και η κυβέρνηση παρουσιάζεται ενώπιον της Εθνοσυνέλευσης με το πρόγραμμά της και είτε λαμβάνει είτε όχι ψήφο εμπιστοσύνης. Μεταξύ των εκλογών και του διορισμού νέας κυβέρνησης, ο σημερινός πρωθυπουργός τελεί μεν υπό παραίτηση, ωστόσο η κυβέρνησή του συνεχίζει να διαχειρίζεται τα τρέχοντα πολιτικά ζητήματα».