Ο Αντέλμο Φορνατσιάρι γεννήθηκε στα μέσα της δεκαετίας του ’50 στο Ρονκοτσέσι, ένα μικρό χωριό κοντά στην πόλη Ρέτζο-Εμίλια της Εμίλια-Ρομάνια. Στην Ιταλία φυσικά. Ο πατέρας του Τζουζέπε και η μητέρα του Ρίνα προέρχονταν από αγροτικές οικογένειες. Ο ίδιος είχε παίξει ως τερματοφύλακας στην AC Reggiana 1919 και σε ηλικία 12-13 ετών ανακάλυψε την αμερικανική soul και τα blues χάρη σε έναν αφροαμερικανό φίλο του– το πρώτο τραγούδι που έπαιξε ήταν το «(Sittin’ On) The Dock of the Bay» του Οτις Ρέντινγκ.
Σύντομα άρχισε να γράφει τα δικά του τραγούδια και αφού έμαθε τα βασικά μουσικά όργανα, από τα 16 του πέρασε στο τενόρο σαξόφωνο. Το καλλιτεχνικό του όνομα Zucchero, με το οποίο έγινε αργότερα παγκοσμίως γνωστός, σημαίνει στα ιταλικά «ζάχαρη».
Κάπου εκεί πήραν τα πράγματα τον δρόμο τους για τον «πατέρα των ιταλικών blues». Η μουσική του είναι σε μεγάλο βαθμό εμπνευσμένη από gospel, soul, blues και rock ήχους, ενώ εναλλάσσεται ανάμεσα σε ιταλικές μπαλάντες και πιο ρυθμικά κομμάτια που μοιάζουν με r&b/boogie. Στην καριέρα του ο Zucchero έχει πουλήσει πάνω από 60 εκατομμύρια δίσκους σε όλον τον κόσμο, με γνωστά και μη εξαιρετέα τα singles «Diamante», «Il Volo/My Love», «Baila (Sexy Thing)/Baila Μorena» και το ντουέτο «Senza una Donna (Without a Woman)» με τον Πολ Γιανγκ, ενώ μεταξύ άλλων έχει εμφανιστεί ή συνεργαστεί με τους Ερικ Κλάπτον, Τζεφ Μπεκ, Στίβι Ρέι Βον, Μπράιαν Μέι, Μάιλς Ντέιβις, Ρέι Τσαρλς, Μπίλι Πρέστον, Τζον Λι Χούκερ, Τζο Κόκερ, BB King, Sting, Bono, Μπράιαν Ανταμς, Μαρκ Νόπφλερ, Ιγκι Ποπ, Coldplay, Πίτερ Γκάμπριελ, Λουτσιάνο Παβαρότι, Αντρέα Μποτσέλι.
Προσφάτως (μέσα στον Νοέμβριο) παρουσίασε τη νέα του δισκογραφική δουλειά με τίτλο «Discover IΙ» – συνέχεια του «Discover», που είχε επίσης κυκλοφορήσει μήνα Νοέμβριο, το 2021. Στο καινούργιο αυτό άλμπουμ, το οποίο περιλαμβάνει στο σύνολο 13 τραγούδια στην ψηφιακή του μορφή, ενώ υπάρχουν και εμπλουτισμένες εκδόσεις που περιέχουν και κάποια bonus tracks, ο Zucchero προσεγγίζει αγαπημένα του ιταλικά και αγγλόφωνα κομμάτια με τον δικό του τρόπο.
Το πρώτο single και πρόδρομος του άλμπουμ ήταν το «Amor Che Muovi Il Sole», μια ιταλική διασκευή του τραγουδιού «My Own Soul’s Warning» των Killers. Oπως σημειώνει στη συνέντευξή του στο BHMAgazino, το έπραξε «γιατί στην αρχική του εκδοχή εντυπωσιάστηκα αμέσως από την ενέργειά του. Ωστόσο, όταν μετέφρασα τους στίχους στα ιταλικά, ένιωσα ότι η μουσική μού έδινε ένα μήνυμα, μια ενέργεια, έναν ρυθμό που δεν ταίριαζε με τις λέξεις, επομένως το ξαναέγραψα δημιουργώντας νέους στίχους. Ο τίτλος αντανακλά – στα ιταλικά μεταφράζεται ως «Αγάπη που κινεί τον ήλιο» – μια βαθύτερη ιδέα, με την πιο αυθεντική και καθολική έννοια. Αυτή θα έπρεπε να είναι η δύναμη που κινεί τη φύση. Δυστυχώς, σήμερα στη φράση «σε αγαπώ» έχει γίνει υπερβολική χρήση, συχνά προφέρεται χωρίς το αληθινό της νόημα, είναι αναλώσιμη όπως τα χαρτομάντιλα… Η αληθινή αγάπη φαίνεται να είναι εκπληκτικά σπάνια».
Νοσταλγική βουτιά
Ο Zucchero επέλεξε τα συγκριμένα τραγούδια επιστρέφοντας κατά κάποιον τρόπο στην εφηβεία. «Γύρισα τον χρόνο πίσω. Ξεκίνησα να ασχολούμαι με τη μουσική από μικρή ηλικία. Στα 13 έπαιζα ήδη σε κλαμπ. Eτσι, υπάρχουν πολλά τραγούδια που μου έμειναν για όλη μου τη ζωή. Θυμήθηκα λοιπόν αυτά με τα οποία «κόλλησα» περισσότερο όταν ήμουν μικρός, όταν έπαιζα ακόμα σαξόφωνο. Το «Sailing» του Κρίστοφερ Κρος ή το «Moonlight Shadow» του Μάικ Ολντφιλντ – περιλαμβάνεται στα bonus tracks του limited edition box set – που γέμισαν τα καλοκαιρινά μου βράδια και τα πάρτι στα πάρκα».
Στην Τοσκάνη των 70s δημιούργησε τα πρώτα του συγκροτήματα rhythm & blues: I Duca, Le Nuove Luci, I Decals, Sugar & Daniel, Sugar & Candies. Από τότε μέχρι σήμερα τα χρόνια δεν είναι λίγα, και όμως συνεχίζει ακάθεκτος: «Αυτό που μου δίνει δύναμη να συνεχίσω είναι η περιέργεια, το πάθος, η ευχαρίστηση να διασκεδάσω ξανά.
Το τελετουργικό της προσυναυλίας και της συναυλίας, τα ταξίδια, η επιθυμία να συναντώ πάντα νέο και διαφορετικό κοινό. Αυτή είναι μια πραγματική παρόρμηση που με συνοδεύει ακόμα και σήμερα και μου δίνει τη δύναμη να συνεχίσω να κάνω αυτό που κάνω. Η μουσική είναι η ζωή μου».
Αυτή η σχέση ζωής με τη μουσική ξεκίνησε όταν έπαιζε στο εκκλησιαστικό όργανο στον ναό στο Ρονκοτσέσι όταν ήταν 9 ετών: «Είχα μια συμφωνία με τον ιερέα: είχα γίνει παπαδάκι για να παίζω για μισή ώρα στο εκκλησιαστικό όργανο κάθε πρωί πριν από το σχολείο. Δεν έπαιξα θρησκευτικά τραγούδια αλλά τραγούδια όπως το «Whiter Shade of Pale» των Procοl Harum. Στη συνέχεια, όταν ήμουν 13, άρχισα να παίζω σαξόφωνο σε κλαμπ». Ο δάσκαλός του στο δημοτικό ευθύνεται για τη μετονομασία του: «Με βάφτισε Zucchero επειδή ήμουν γλυκό και εσωστρεφές παιδί. Πάντα καθόμουν στα τελευταία καθίσματα. Δεν κουβέντιαζα καθόλου. Ημουν πολύ ευγενικός: προερχόμουν από μια αγροτική οικογένεια».
Το αγροτόπαιδο κατάφερε λοιπόν να συνεργαστεί με τους διασημότερους solo καλλιτέχνες και συγκροτήματα του κόσμου. Από όλες αυτές τις συνεργασίες δεν ξεχνά τον Bono των U2. «Η πιο αξιομνημόνευτη συνεργασία για εμένα είναι αυτή με τον Bono. Γνωριζόμαστε από το «Miserere».
Η δισκογραφική ήθελε μια αγγλική εκδοχή αυτού του τραγουδιού. Για την αγγλική έκδοση προέκυψε το όνομά του. Εμεινα έκπληκτος. Λίγες ημέρες αργότερα έλαβα φαξ – το έχω ακόμα – στο οποίο ο Bono μού έγραφε ότι το «Miserere» τον τρέλανε και ότι η φωνή μου γέμιζε όλες τις συχνότητες σαν μια συνεδρία ξύλινων πνευστών και ότι θα προσπαθούσε να γράψει την αγγλική διασκευή. Σε εκείνο το φαξ υπήρχε και ο αριθμός τηλεφώνου του με μια όμορφη φράση: «Πάντα παρκάρω το αυτοκίνητό μου στο ίδιο μέρος». Σαν να έλεγε ότι ήταν πάντα προσβάσιμος. Μετά ξεκίνησε η συνεργασία μας».
Επιτυχία για τον ιταλό τροβαδούρο «είναι να έχω την ελευθερία να μπορώ να παίζω σε κάθε γωνιά του κόσμου, γνωρίζοντας ότι υπάρχει κοινό που ενδιαφέρεται να ακούσει και να τραγουδήσει τα τραγούδια μου. Παρεμπιπτόντως, τώρα αποφάσισα να τραγουδήσω και στα ιταλικά στο εξωτερικό και πιστεύω ότι αυτή είναι η πιο γνήσια, πρωτότυπη και ειλικρινής προσέγγιση».
Τη μουσική την παρομοιάζει με «ένα είδος έμπιστου φίλου που σε κάποιες στιγμές της ζωής μου ήταν επίσης ένα είδος σαδιστή βασανιστή που με ώθησε να ξεπεράσω τα όριά μου. Τραγουδάω, αλλά κυρίως γράφω τραγούδια γιατί νιώθω μια ανάγκη. Κάτι που δεν εξηγείται. Τραγουδάω για όποιον θέλει να με ακούσει και για εμένα, γιατί δεν μπορούσα να κάνω κάτι άλλο. Μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις, μπροστά σε ένα ιδιαίτερα όμορφο φυσικό τοπίο ή σε κάποια ιδιαίτερα χαρούμενη στιγμή της ζωής μου, έχω βιώσει την ίδια ικανοποίηση και χαρά που μπορεί να μου προσφέρει η μουσική».
Ο Zucchero έχει επισκεφθεί την Ελλάδα πολλές φορές για διακοπές, έχει ακούσει όλη τη δισκογραφία του Ζωρζ Μουστακί, των Aphrodite’s Child, του Ντέμη Ρούσσου και της Νάνας Μούσχουρη και ελπίζει να βρεθεί και πάλι στη χώρα μας για συναυλίες.