Υπήρξε ένας δημιουργικός επαναστάτης, ένας ρομαντικός αναρχικός, που μέσα από την τέχνη του αποτύπωσε την ελευθερία, τη φαντασία και την αγάπη για τη ζωή. Το όνομα του Ζακ Πρεβέρ (1900-1977) φέρνει αμέσως στο μυαλό την ποίησή του, ιδιαίτερα δημοφιλή στη Γαλλία ακόμα και σήμερα.
Οπως αυτήν που περιλαμβάνεται στη συλλογή «Paroles» (1946) και είναι ένα μανιφέστο ενάντια στον πόλεμο, τον καπιταλισμό και την ανθρώπινη καταπίεση.
Παράλληλα, είναι γεμάτη ευαισθησία, χιούμορ και ανθρωπιά. Τα ποιήματά του, με τη χαρακτηριστική απλότητα και την ευθύτητα, απευθύνονταν στους απλούς ανθρώπους – γι’ αυτό και παραμένουν αγαπητά και διαχρονικά.
Ομως ο Ζακ Πρεβέρ δεν ήταν μόνο ποιητής. Ηταν και σεναριογράφος αλλά και εικαστικός και η έκθεση με τίτλο «Jacques Prévert, rêveur d’images» στην καρδιά του Παρισιού, στο Musée Montmartre, στη θρυλική Μονμάρτρη, τον αποκαλύπτει πέρα από τις γνωστές του ιδιότητες, εστιάζοντας στο λιγότερο γνωστό αλλά εξίσου γοητευτικό καλλιτεχνικό του έργο. Συγκεκριμένα, στην εικαστική δημιουργία του, ένα μέρος του έργου του που συχνά παραμένει στη σκιά της λογοτεχνικής και κινηματογραφικής του επιτυχίας. Ο Πρεβέρ δημιουργούσε κολλάζ, σχέδια με μαρκαδόρους και καλλιτεχνικά βιβλία.
Το δε timing της έκθεσης δεν είναι καθόλου τυχαίο: διοργανώνεται με αφορμή δύο σημαντικές επετείους: τον εορτασμό των 100 χρόνων από τη γέννηση του σουρεαλισμού και τα 70 χρόνια από την εγκατάσταση του Πρεβέρ στη διεύθυνση 6bis, Cité Véron, ακριβώς πάνω από το Moulin Rouge, στην καρδιά του 18ου διαμερίσματος του Παρισιού, το 1955.
Ο σουρεαλιστής του Ρεαλισμού
Γεννημένος το 1900, ο Ζακ Πρεβέρ μεγάλωσε σε μια εποχή γεμάτη αλλαγές, εξεγέρσεις και καλλιτεχνικές επαναστάσεις. Στα νεανικά του χρόνια συνδέθηκε με τους σουρεαλιστές, μια ομάδα που τον ενέπνευσε βαθιά, αλλά από την οποία απομακρύνθηκε σύντομα λόγω της έμφυτης ελευθερίας του και της άρνησής του να υπακούσει σε κανόνες.
Αν και δεν θεωρήθηκε ποτέ «ορθόδοξος» σουρεαλιστής, το έργο του διαπνέεται από το πνεύμα του κινήματος: την έντονη αντίθεση στο κατεστημένο, τον παιγνιώδη συνδυασμό λέξεων και εικόνων, την αγάπη για το παράδοξο. Ο Πρεβέρ ήταν και παραμένει ένας καλλιτέχνης που αγκάλιαζε την ατέλεια, την ανθρωπιά και το όνειρο. Δεν ακολούθησε κανόνες, αλλά δημιούργησε έναν κόσμο όπου η τέχνη είναι κομμάτι της καθημερινότητας και προσιτή σε όλους. Είτε μέσα από τα ποιήματά του, είτε μέσα από τα εικαστικά του έργα, μας καλεί να δούμε την ομορφιά στο απλό, να απορρίψουμε τις ταμπέλες και να ζήσουμε με ελευθερία.
Συγκεκριμένα μέσα από τα κολάζ του – έργα που συνδύαζαν ετερόκλητα στοιχεία, όπως φωτογραφίες, σχέδια και χειρόγραφες λέξεις – δημιουργούσε κόσμους γεμάτους φαντασία και συμβολισμό, σχόλια πάνω στην ανθρώπινη κατάσταση, την κοινωνική αδικία και την ομορφιά της καθημερινής ζωής, αποδεικνύοντας την ικανότητά του να ενώνει διαφορετικές μορφές τέχνης σε ένα ολοκληρωμένο, πολυδιάστατο έργο. Ο Πρεβέρ ξεκίνησε τη δημιουργία τους στα μέσα της δεκαετίας του ’40 μετά την παρότρυνση των φίλων του Χουάν Μιρό και Πάμπλο Πικάσο.
Τις εικόνες που χρησιμοποιούσε τις αναζητούσε στα παζάρια και τους βιβλιοπώλες που βρίσκονταν στις όχθες του Σηκουάνα. Αγαπούσε ιδιαίτερα τις χαλκογραφίες και τις λιθογραφίες, τους πίνακες με βοτανικά και ανατομικά θέματα, τις καρτ ποστάλ, τις θρησκευτικές εικόνες, τις αναπαραγωγές έργων ζωγραφικής των Old Masters αλλά και σελίδες από περιοδικά με φωτογραφίες φίλων του όπως ο Μπρασάι ή ο Ρομπέρ Ντουανό. Από αυτές τις «ψηφίδες» δημιουργούσε νέες εικόνες σε απροσδόκητες συνδέσεις που προκαλούσαν σύγχυση και αναστοχασμό στους αποδέκτες τους.
Είπαμε, ο Πρεβέρ άφησε ανεξίτηλο το στίγμα του και στον κινηματογράφο, δεδομένου ότι συνεργάστηκε με τον σκηνοθέτη Μαρσέλ Καρνέ σε ταινίες που έγιναν κάτι παραπάνω από κλασικές. Η «Les Εnfants du Paradis» (Τα παιδιά του παραδείσου, 1945), στην οποία έγραψε το σενάριο, θεωρείται μία από τις μεγαλύτερες ταινίες όλων των εποχών: «Θα εγκατέλειπα όλες τις ταινίες μου αν είχα σκηνοθετήσει τα «Παιδιά του παραδείσου»» είχε δηλώσει χαρακτηριστικά ο Φρανσουά Τριφό.
Το σενάριο του φιλμ, που ανατέμνει την ιστορία μιας γυναίκας ελευθερίων ηθών και τεσσάρων ανδρών που την πολιορκούν στο Παρίσι του 1830, είναι μια απόδειξη της ικανότητάς του να μετατρέπει το καθημερινό σε ποίηση. Σημειωτέον, η ταινία γυρίστηκε στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής και αντιμετώπισε σοβαρές δυσκολίες – έλλειψη υλικών, πολιτική καταστολή, αναγκαστικές αντικαταστάσεις ηθοποιών – που καθυστέρησαν την ολοκλήρωσή της.
Οταν έγραφε λοιπόν τα σενάριά του ο Πρεβέρ δεν περιοριζόταν στον γραπτό λόγο· συνόδευε τις ιδέες του με σχέδια, παιγνιώδεις σημειώσεις και γραμμές που ζωγράφιζε με χρωματιστά μολύβια. Κατά τη συγγραφή των σεναρίων του, όπως για την ταινία «Les Enfants du Paradis», δημιουργούσε σκίτσα με απλούς μαρκαδόρους, κυρίως λουλούδια σε έντονα χρώμα αλλά και σημειώσεις πάνω σε μεγάλα φύλλα χαρτιού, με προσωπικές πινελιές όπως τρύπες από τσιγάρα, που μερικές φορές μετέτρεπε σε εικόνες, όπως σε έναν ήλιο, συνοδευόμενο από τη φράση «Merde pour celui qui lira» («Καλή τύχη σε αυτόν που θα το διαβάσει», με μια δόση χιούμορ).
Η ζωή στη Cité Véron
Παρεμπιπτόντως, το σπίτι του στη Cité Véron, όπου πέρασε τα τελευταία 22 χρόνια της ζωής του έχοντας γείτονα τον επιστήθιο φίλο του και εξίσου πολυσχιδή Μπoρίς Βιάν, αντικατοπτρίζει την προσωπικότητά του: είναι ένα μέρος που ρέει, γεμάτο καμπύλες, σχεδιασμένο από τον εκκεντρικό αυτοδίδακτο αρχιτέκτονα Ζακ Κουέλ (1902-1996), φίλο του Πικάσο και του Σαλβαντόρ Νταλί, ο οποίος είχε δημιουργήσει ένα πολύ προσωπικό γλυπτικό-αρχιτεκτονικό ιδίωμα που παραπέμπει κάπως και στο ύφος του Αντόνι Γκαουντί.
Με θέα τον ανεμόμυλο του Moulin Rouge και την πολύβουη Μονμάρτρη, ο Πρεβέρ ζούσε σε ένα τοπίο που έμοιαζε να συνδυάζει τη ρουστίκ γαλλική παράδοση με τη μοντέρνα τέχνη ύστερα από χρόνια που είχε επιλέξει να είναι περιπλανώμενος και να έχει ως σπίτια του δωμάτια ξενοδοχείων και νοικιασμένα διαμερίσματα. Εκεί έγραφε ποιήματα αλλά φιλοτεχνούσε και τα έργα του. Το σπίτι του έχει διατηρηθεί ανέπαφο από την εγγονή του, Oζενί Μπασλό-Πρεβέρ – η οποία είναι και συνεπιμελήτρια της έκθεσης στο Musée de Montmartre –, ως ένα μνημείο της ελεύθερης σκέψης και της τέχνης του.
INFO
«Jacques Prévert, rêveur d’images»: Musée Montmartre, Παρίσι, έως τις 16 Φεβρουαρίου 2025.