Βρίσκεται στο νοτιοδυτικό τμήμα της Γερμανίας και συνορεύει με τη Γαλλία και το Λουξεμβούργο, γεγονός που το καθιστά πολιτισμικό σταυροδρόμι. Η ιστορία του Ζάαρλαντ είναι πολυδιάστατη και συναρπαστική, καθώς βρέθηκε πολλές φορές στο επίκεντρο ευρωπαϊκών συγκρούσεων και πολιτικών αλλαγών.
Γαλλικό έδαφος μετά την κατάληψή του το 1792, θα περάσει υπό γερμανική κατοχή το 1870 και θα αποτελέσει κομμάτι της Γερμανικής Αυτοκρατορίας. Μετά το τέλος, όμως, του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, το 1921, θα βρεθεί υπό αγγλικό και γαλλικό έλεγχο, σύμφωνα με τις διατάξεις της Συνθήκης των Βερσαλλιών, ενώ στην πράξη η περιοχή διοικούνταν από τη Γαλλία στο πλαίσιο της Κοινωνίας των Εθνών.
Το 1935 ωστόσο ένα δημοψήφισμα επέτρεψε στους κατοίκους της περιοχής να αποφασίσουν για την τύχη τους: το 90,8% των πολιτών τάχθηκε υπέρ της επανένταξης στη ναζιστική τότε Γερμανία.
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η πολύπαθη περιοχή βρέθηκε και πάλι υπό γαλλική κατοχή, αποτελώντας το επονομαζόμενο Προτεκτοράτο του Ζάαρ. Η Γαλλία, μάλιστα, δεν το προσάρτησε ούτε εκδίωξε τον τοπικό γερμανικό πληθυσμό, σε αντίθεση με την τύχη των εδαφών που προσαρτήθηκαν από την Πολωνία και την ΕΣΣΔ.
Τελικά, στις 27 Οκτωβρίου του 1956, η Συνθήκη του Zάαρ διακήρυξε ότι θα έπρεπε να ενταχθεί στη Δυτική Γερμανία, όπως και έγινε την 1η Ιανουαρίου του 1957. Αυτή ήταν και η τελευταία σημαντική αλλαγή διεθνών συνόρων στην Ευρώπη μέχρι την πτώση του κομμουνισμού πάνω από 30 χρόνια αργότερα.
Ζααρμπρίκεν: Μπαρόκ μεγαλείο
Η περιήγηση στο Ζάαρλαντ ξεκινά από την πρωτεύουσά του, το Ζααρμπρίκεν, το οποίο συνδυάζει το ιστορικό στοιχείο με το σύγχρονο. Ο επισκέπτης θα μαγευτεί από την παλιά πόλη με τα στενά της δρομάκια και τις γραφικές πλατείες της. Σε κάθε περίπτωση θα επισκεφθεί την αγορά St. Johanner, με τα πολυάριθμα καταστήματα, τις παμπ, τα εστιατόρια, τα μπαρ και τα μπιστρό, όπου χτυπά η καρδιά της πόλης.
Ανάμεσα στα highlights του Ζααρμπρίκεν βρίσκεται και το κάστρο. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα υπέροχο μπαρόκ κτίσμα, που οικοδομήθηκε στην αριστερή όχθη του ποταμού Ζάαρ, επάνω στα ερείπια ενός μεσαιωνικού κάστρου. Ας πάρουμε τα πράγματα όμως από την αρχή.
Η ύπαρξή του καταγράφηκε για πρώτη φορά το 999 με την ονομασία «Castellum Sarabrucca». Τον 17ο αιώνα ανοικοδομήθηκε σε αναγεννησιακό ρυθμό, αλλά αργότερα καταστράφηκε και σήμερα υπάρχουν μόνο κάποια απομεινάρια αυτών των κτισμάτων. Τον 18ο αιώνα ο πρίγκιπας Γουλιέλμος Ερρίκος του Νάσαου-Ζααρμπρίκεν δημιούργησε στην ίδια τοποθεσία μια μεγαλοπρεπή οικία σε μπαρόκ ρυθμό.
Εκτοτε το κτίσμα υπέστη διάφορες καταστροφές, κάηκε εν μέρει και ανοικοδομήθηκε πριν ανακαινιστεί εκ βάθρων και μεγαλοπρεπώς το 1989, όταν ο αρχιτέκτονας Gottfried Böhm σχεδίασε και πρόσθεσε ένα σύγχρονο κεντρικό κτίριο από χάλυβα και γυαλί. Το κάστρο αποτελεί σήμερα τόσο διοικητικό κέντρο όσο και χώρο για πολιτιστικές εκδηλώσεις, συνέδρια και εορτασμούς.
Και τα ιστορικά κτίρια δεν σταματούν εδώ. Αξίζει φυσικά κάποιος να επισκεφθεί την εκκλησία Ludwigskirche. Είναι το σύμβολο της πόλης και θεωρείται μία από τις σημαντικότερες προτεσταντικές εκκλησίες της Γερμανίας.
Ουσιαστικά αποτελεί ένα αριστούργημα της μπαρόκ αρχιτεκτονικής. Πίσω από την οικοδόμηση του ναού βρίσκεται και σε αυτή την περίπτωση ο πρίγκιπας Γουλιέλμος Ερρίκος του Νάσαου-Ζααρμπρίκεν. Η κατασκευή ξεκίνησε το 1762 και ολοκληρώθηκε το 1775. Μαζί με την πλατεία Ludwigsplatz και τα παρακείμενα κτίρια αποτελεί μέρος ενός μοναδικού μπαρόκ συνόλου. Αφού καταστράφηκε ολοσχερώς κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, στη συνέχεια αποκαταστάθηκε πλήρως.
Ακόμη αξίζει κάποιος να επισκεφθεί και το νεογοτθικού ρυθμού δημαρχείο – ανεγέρθηκε μεταξύ 1897 και 1900 –, όπου δεσπόζει ένας επιβλητικός πύργος ύψους 54 μέτρων. Πίσω από τη δημιουργία του βρίσκεται ο αρχιτέκτονας Georg J. von Hauberrisser, ο ίδιος άνθρωπος που σχεδίασε και τα δημαρχεία του Μονάχου και του Βισμπάντεν.
Η αυθεντικά διατηρημένη πρόσοψη του κτιρίου είναι διακοσμημένη με αγάλματα από ψαμμίτη, τα οποία αντιπροσωπεύουν επαγγέλματα περασμένων εποχών. Απεικονίζονται επίσης ο Αγιος Γεώργιος και ο δράκος, συμβολίζοντας πιθανώς την αιώνια μάχη μεταξύ του καλού και του κακού.
Αφήνοντας πίσω το Ζααρμπρίκεν, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η πόλη Φέλκλινγκεν, η οποία βρίσκεται περίπου 10 χλμ. δυτικά του, συνορεύοντας με τη Γαλλία. Πρόκειται για ένα μέρος με έντονα βιομηχανικό παρελθόν, εκεί άλλωστε εδρεύει και η Χαλυβουργία του Φέλκλινγκεν, ένα πρώην βιομηχανικό συγκρότημα, το οποίο έχει διατηρηθεί πλήρως, ανέπαφο στον χρόνο.
Ακριβώς για αυτόν τον λόγο, το 1994 ανακηρύχθηκε Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, αποτελώντας έναν αδιάψευστο μάρτυρα της Βιομηχανικής Επανάστασης στην Ευρώπη.
Ξεκίνησε την παραγωγή χυτοσιδήρου το 1882 και παρέμεινε ενεργό έως το 1986. Σήμερα, πέρα από το ταξίδι που προσφέρει στη βιομηχανική ιστορία της Ευρώπης, είναι και ένας μοναδικός χώρος όπου διοργανώνονται διεθνείς εκθέσεις, φεστιβάλ και συναυλίες.
Το σημαντικό βιομηχανικό παρελθόν του Ζάαρλαντ θυμίζει και το μνημείο Saar Polygon, στο Eνσντορφ, περίπου 20 χιλιόμετρα βορειοδυτικά του Ζααρμπρίκεν. Πώς δημιουργήθηκε; Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Τον Ιούνιο του 2012 και το τελευταίο ορυχείο άνθρακα έκλεισε στο κρατίδιο του Ζάαρλαντ. Παρ’ όλα αυτά, η ιστορία της βιομηχανίας εξόρυξης καθώς και οι σχετικές παραδόσεις αποτελούν μέρος της πολιτιστικής κληρονομιάς της περιοχής.
Το μνημείο Saar Polygon θεμελιώθηκε λοιπόν το 2016 ακριβώς ως μία διαρκής υπενθύμιση αυτής της ιστορίας. Ουσιαστικά αποτελεί μία μεταλλική, γλυπτική κατασκευή, στην οποία ο επισκέπτης μπορεί να περιηγηθεί.
Έτσι 132 σκαλοπάτια οδηγούν σε μία πλατφόρμα θέασης της περιοχής μήκους 40 μέτρων, με τη θέα από ύψος 25 μέτρων να κόβει την ανάσα. Χάρη στην εξέχουσα θέση της, η κατασκευή είναι ορατή από όλες τις κατευθύνσεις και, μάλιστα, ανάλογα με τη γωνία θέασης, αλλάζει σχήμα.
Φυσική ομορφιά
Το κρατίδιο του Ζάαρλαντ φημίζεται επίσης για τη φυσική του ομορφιά, με τα ατέλειωτα δάση οξιάς, βελανιδιάς και ελάτου. Ενα τοπίο εκπληκτικού κάλλους είναι το επονομαζόμενο Saarschleife, όπου ο ποταμός Ζάαρ δημιουργεί μια εντυπωσιακή καμπύλη μέσα στο πυκνό δάσος. Πρόκειται για ένα από τα πιο εμβληματικά φυσικά αξιοθέατα της Γερμανίας, προσελκύοντας χιλιάδες επισκέπτες κάθε χρόνο.
Η περιοχή Bliesgau, στα νοτιοανατολικά του Ζάαρλαντ, σε άμεση γειτονία με τη Γαλλία, αποτελεί ένα ειδυλλιακό μέρος με οπωρώνες από μηλιές και δαμασκηνιές, απέραντα δάση οξιάς και μαγευτικά λιβάδια, στα οποία βόσκουν κοπάδια προβάτων.
Διασχίζεται από τον ποταμό Blies, έναν παραπόταμο του Ζάαρ, από τον οποίο παίρνει και το όνομά της. Η περιοχή έχει ενταχθεί στο Παγκόσμιο Δίκτυο Αποθεμάτων Βιόσφαιρας της UNESCO. Μάλιστα, εκεί συναντά κανείς τα μισά απ’ όλα τα είδη ορχιδέας που απαντώνται στη Γερμανία.
Πόλο έλξης αποτελεί και η τεχνητή λίμνη Bostalsee στην περιοχή Nohfelden στο βόρειο Ζάαρλαντ. Ειδικά το καλοκαίρι προσελκύει επισκέπτες για να λιαστούν στις όχθες της και να επιδοθούν σε θαλάσσια σπορ.
Η λίμνη δημιουργήθηκε το 1979 και χρησιμοποιείται σχεδόν αποκλειστικά για αναψυχή. Κολύμπι στα νερά της λοιπόν, beach volley, σερφ, ιστιοπλοΐα, καγιάκ, καταδύσεις, ποδήλατο με πεντάλ και ψάρεμα είναι μόνο μερικές από τις δραστηριότητες που προσφέρει. Ισως σε μερικές δεκαετίες, εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, τέτοιες περιοχές να βάλουν σε κίνδυνο τα τουριστικά θέρετρα της Μεσογείου.
Τέλος, από τη λίστα δεν θα μπορούσε να λείπει το Εθνικό Πάρκο Hunsrück-Hochwald, το οποίο απλώνεται σε έκταση 100.000 στρεμμάτων. Υπάρχουν ειδικά σχεδιασμένες διαδρομές για τους πεζοπόρους, που μπορούν να περιπλανηθούν για ώρες στο παρθένο αυτό δάσος χωρίς να συναντήσουν ανθρώπινη παρουσία, αλλά μόνο σπάνια φυτά και ζώα.
Ο απομονωμένος βιότοπος, για παράδειγμα, που εκτείνεται στα υψίπεδα του Hunsrück μεταξύ του Ζάαρλαντ και του κρατιδίου της Ρηνανίας-Παλατινάτου, φιλοξενεί τον μαυροπελαργό και τον μαύρο δρυοκολάπτη. Ένα hotspot βιολογικής ποικιλομορφίας.