Τι θα μπορούσε να διακόψει αιφνίδια ένα ανέμελο πάρτι, μια γλυκιά καλοκαιρινή βραδιά, σε κάποιον μικρό αλλά δημοφιλή προορισμό του Ανατολικού Αιγαίου; Ενα ειδεχθές έγκλημα, ασφαλώς! Η αγγλίδα δημοσιογράφος Λούσι Ντέιβις, η οποία σκάλιζε πράγματα που δεν έπρεπε, συνδεόμενα με έναν ετερόκλητο διεθνή κύκλο παραθεριστών, εντοπίζεται νεκρή στην αποθήκη του σπιτιού της Μαριαμά Μιλάντι (το δε πτώμα το βάζουν προσωρινά, ελλείψει σάκου, σε μια μοδάτη θήκη ρούχων). Και ο Χριστόφορος Μάρκου, αστυνόμος του Τμήματος Ανθρωποκτονιών Αττικής, καλείται να διαλευκάνει την υπόθεση ενόσω κάνει βαρύθυμος τις διακοπές του. Χωρίς να το θέλει λοιπόν, εμπλέκεται σε μια κωμικοτραγική συνθήκη την οποία ορίζουν τα κουτσομπολιά, τα καλά κρυμμένα μυστικά και τα φαντάσματα του παρελθόντος. Βεβαίως, η σαγηνευτική Νήσος (αποκλεισμένη, κατά τα λοιπά, από τα μανιασμένα μποφόρ) δεν υπάρχει στον χάρτη. Την επινόησε ο Χρήστος Μαρκογιαννάκης, με τα πλέον οικεία και ατμοσφαιρικά χρώματα, προκειμένου να τοποθετήσει εκεί το «Μυθιστόρημα με κλειδί» (εκδ. Μίνωας), το τρίτο του βιβλίο που κυκλοφορεί στα ελληνικά, μέσω του οποίου συντελέστηκε η επαναφορά του στην εκδοτική σκηνή της χώρας μας. Πρόκειται για ένα κλασικότροπο (ρυθμικό και ωραία εκτελεσμένο) whodunit, εγγράφεται δηλαδή στο είδος εκείνο του αστυνομικού μυστηρίου όπου το βασικό ζητούμενο (της ιστορίας, της πλοκής, της όλης σύνθεσης) είναι να βρεθεί ο δολοφόνος.
Ο 41χρονος συγγραφέας, καταγόμενος από το Ηράκλειο της Κρήτης, καταρτισμένος νομικός και εγκληματολόγος, τα τελευταία χρόνια ζει και εργάζεται στο Παρίσι. Το BHMAgazino τον συνάντησε στην Αθήνα, στο πλαίσιο της πρόσφατης, παρατεταμένης διαμονής του στην πρωτεύουσα. Ο ίδιος αποπνέει οργάνωση, σύστημα και επαγγελματισμό μέσα και έξω από τις σελίδες. «Ημουν ανέκαθεν λάτρης της αστυνομικής λογοτεχνίας, της Αγκαθα Κρίστι και του Ζορζ Σιμενόν κατεξοχήν, από μικρός διάβαζα τα βιβλία τους. Αυτό που με γοήτευε και εξακολουθεί να με συναρπάζει είναι, πρωτίστως, ο τρόπος με τον οποίο αποτυπώνουν το διαχρονικό και απαράλλακτο φάσμα της ανθρώπινης ψυχολογίας, ό,τι πιο κρίσιμο κατά τη γνώμη μου, αυτό που με ενδιαφέρει και εμένα πάρα πολύ. Ωστόσο, διαβάζοντας άλλες σύγχρονες εκδοχές του αστυνομικού, όπως το σκανδιναβικό νουάρ, από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 και μετά, διαπίστωσα ότι είχε επέλθει ένα σχίσμα με το εύρος της ψυχολογίας ενώ, παράλληλα, αυξανόταν όλο και περισσότερο η υπερβολική προσήλωση στη βία και τη σκληρότητα», σε βάρος, επιπλέον, εκείνης της επεξεργασμένης διανοητικής διάστασης η οποία χαρακτηρίζει παραδοσιακά το συγκεκριμένο είδος. «Κάπως έτσι άρχισα να το σκέφτομαι, να γράψω ένα whodunit για μένα, σαν εκείνα που αγαπώ, της λεγόμενης χρυσής εποχής, που αναδεικνύουν τη δύναμη της λογικής, της αρραγούς κατασκευής η οποία δεν εξαπατά τον αναγνώστη, ένα βιβλίο που θα το διάβαζα κι εγώ ο ίδιος με ευχαρίστηση. Δεν είναι, προφανώς, ότι δεν υπήρχαν τέτοια, απλώς ήθελα να δώσω και τη δική μου οπτική, η οποία περιλαμβάνει και τα κοινωνικά και τα πολιτικά ζητήματα» δήλωσε ο Χρήστος Μαρκογιαννάκης, αναφερόμενος στην αρχή και την εξέλιξη της πορείας του.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος