Χριστίνα Παπαδοπούλου : «Η Gagosian έχει μπει στην κοινωνική και την πολιτισμική ατζέντα της Αθήνας»

Η διευθύντρια του ελληνικού παραρτήματος της διεθνούς γκαλερί είναι υπεύθυνη για τα στέρεα πατήματά της στην πόλη.

Ανσελμ Κίφερ, Τζουζέπε Πενόνε, Μπράις και Ελεν Μάρντεν, Τζέιμς Τάρελ. Η αλήθεια είναι ότι έχουμε δει μεγάλα ονόματα στο ελληνικό παράρτημα του κολοσσού που είναι η γκαλερί Gagosian. Αυτή την περίοδο, για παράδειγμα, παρουσιάζει έργα της Αμερικανίδας Σάρα Κράουνερ σε μια έκθεση, με τίτλο «Night for Day», που μοιάζει – και είναι – κομμένη και ραμμένη στις διαστάσεις και τη φυσιογνωμία του κομψού art deco κτιρίου επί της οδού Αναπήρων Πολέμου στο Κολωνάκι.

Μια εγκατάσταση από κεραμικές «ψηφίδες» που σκεπάζει το πάτωμα του ισογείου και μια σειρά από τους κεντητούς πίνακές της. Αυτά τα πολύχρωμα μωσαϊκά από ζωγραφισμένους καμβάδες ραμμένους μεταξύ τους ώστε να σχηματίζουν καθαρές, ρέουσες γραμμές που απηχούν την αφαιρετική εκδοχή του έργου καλλιτεχνών του μοντερνισμού, όπως για παράδειγμα ο Ανρί Ματίς ή η Σόνια Ντελονέ. Μια εικαστική εμπειρία σχεδιασμένη ώστε να αντανακλά τις αλλαγές του φωτός μέσα στην ημέρα – από τον εκτυφλωτικό ήλιο στο ηλιοβασίλεμα και το σκοτάδι της νύχτας – αλλά και τον περιβάλλοντα χώρο, το επίσης κομψό πάρκο της οδού Δεινοκράτους.

Νιώθεις ότι βρίσκεσαι σε μια άλλη χώρα για λίγο με αυτό το αψεγάδιαστο σκηνικό εντός και εκτός της γκαλερί (αν εξαιρέσει κανείς την ξηλωμένη και αφημένη στη μοίρα της παιδική χαρά μέσα στο πάρκο που θα σου θυμίσει βεβαίως σε ποια πόλη βρίσκεσαι). Η Χριστίνα Παπαδοπούλου, στο τιµόνι της ελληνικής Gagosian τα τελευταία πέντε χρόνια, από όταν επέστρεψε από το Λονδίνο όπου διηύθυνε την Gagosian του Grosvenor Hill στο Μέιφερ, και συνεργάτιδα της γκαλερί στην Αθήνα από το 2009, είναι ο άνθρωπος που έχει βοηθήσει ώστε να βρει τα πατήµατά της και να εδραιωθεί η διάσηµη γκαλερί στο κλεινόν άστυ, ιδίως από όταν µεταφέρθηκε στην Αναπήρων Πολέµου από την οδό Μέρλιν. Και είναι κατανοητή η μακροβιότητά της σε αυτή τη θέση: Διαθέτει αέρα Νέας Υόρκης, της πόλης όπου περνάει ένα σημαντικό χρονικό διάστημα σε επαφή με την κεντρική διοίκηση και στους αμείλικτους εργασιακούς ρυθμούς της πόλης. Παράλληλα, όμως, βρίσκεται σε επαφή με την κλίμακα και το κλίμα της Ελλάδας που επιβάλλει ανάσες πιο ανθρώπινης συνύπαρξης και επαφής.

Πώς διαφοροποιείται η Ελλάδα από το πρόγραμμα της Gagosian ανά τον κόσμο;

«Είμαστε όλοι κάτω από την ίδια ομπρέλα. Η Gagosian είναι η μεγαλύτερη γκαλερί παγκοσμίως σε μέγεθος, παρ’ όλα αυτά υπάρχει ένα οικογενειακό στοιχείο στη διαχείρισή της, με την έννοια ότι ο Λάρι σχετίζεται πολύ στενά με τις δραστηριότητές της, ακόμα και με την καθημερινότητά της. Οι senior directors ανά τον κόσμο είμαστε στελέχη που βρίσκονται κοντά του πάρα πολλά χρόνια. Υπάρχει μια γενική κατεύθυνση στον εκθεσιακό προσανατολισμό, όμως το κάθε παράρτημα έχει την ελευθερία να αποκτήσει μια προσωπικότητα που ταιριάζει στον τόπο όπου βρίσκεται. Οπότε στο εκθεσιακό μας πρόγραμμα έχουμε και εκθέσεις που σχετίζονται με την Ελλάδα. Είτε επειδή οι καλλιτέχνες δουλεύουν έχοντας την Ελλάδα και τον πολιτισμό της στο μυαλό τους, είτε επειδή εμπνέονται από το αθηναϊκό κτίριο.

Η αρχιτεκτονική του διαφέρει από αυτή των άλλων Gagosian ή από το σύνηθες μοντέλο γκαλερί που είναι ένας λευκός κύβος ή ένας βιομηχανικού τύπου χώρος, κοινώς πιο ουδέτερα περιβάλλοντα. Για παράδειγμα, στην έκθεση του Χένρι Μουρ δουλέψαμε σε στενή συνεργασία με το Ιδρυμα Henry Moore ώστε να αναδείξουμε τη σχέση του καλλιτέχνη με την Ελλάδα. Η Σάρα Κράουνερ στην τωρινή της έκθεση δημιούργησε πίνακες σε έναν ξεκάθαρο διάλογο με τον χώρο, λαμβάνοντας υπόψη πώς θα αλληλεπιδρούσαν με το περιβάλλον, το φως και τη φύση έξω από την γκαλερί».

Τι καθορίζει όμως ποιοι καλλιτέχνες θα δείξουν δουλειά τους στην Αθήνα, ιδίως από τη στιγμή που δεν έχουν κάποια πρότερη σχέση με την Ελλάδα;

«Προκύπτει από συζητήσεις που κάνω με καλλιτέχνες ή με συναδέλφους που λειτουργούν ως σύνδεσμοι με εικαστικούς που εκπροσωπούμε. Μπορεί να είναι ένας καλλιτέχνης με τον οποίο δεν έχουμε ξανασυνεργαστεί και θα ήθελε να δείξει δουλειά του στην Gagosian της Αθήνας συγκεκριμένα. Σε κάθε περίπτωση, ο Λάρι Γκαγκόζιαν δίνει πάντα το τελικό ok».

Το έχουμε συζητήσει αλλά θα ρωτήσω ξανά: θα δούμε κάποιον έλληνα καλλιτέχνη να εκπροσωπείται από την γκαλερί;

«Το ψάχνουμε, εξετάζουμε διαρκώς επιλογές και ιδέες. Είναι θέμα timing. Πιστεύω ότι κάποια στιγμή θα προχωρήσουμε σε μια συνεργασία, είμαστε ανοιχτοί στο ενδεχόμενο και εξετάζουμε διάφορες προτάσεις».

Υπάρχει κάποια συγκεκριμένη στρατηγική για την ενσωμάτωση περισσότερων τοπικών φωνών στο πρόγραμμα της Gagosian;

«Δεν υπάρχει κάποια συγκεκριµένη στρατηγική, αλλά είµαστε ανοιχτοί και ενεργοί σε αναζητήσεις και συζητήσεις ιδεών
µε κατεύθυνση την ενσωµάτωση τοπικών φωνών».

Φαντάζομαι θα πρέπει να συνάδει το προφίλ τους με εκείνο των καλλιτεχνών που ανήκουν στο δυναμικό της γκαλερί. Πώς θα το περιγράφατε;

«Δεν υπάρχουν συγκεκριμένες προδιαγραφές. Σίγουρα ως επί το πλείστον η Gagosian εξειδικεύεται στην εκπροσώπηση καλλιτεχνών που είναι ήδη καθιερωμένοι σε έναν βαθμό, παρά σε καλλιτέχνες που είναι πολύ νέοι και κάνουν τα πρώτα τους βήματα. Aυτή τη στιγμή υπάρχει μια κατεύθυνση στο diversity και τη συμπερίληψη, προσπαθούμε να συμπεριλάβουμε όσες περισσότερες φωνές γίνεται. Οσον αφορά δε τα εικαστικά μέσα, δεν υπάρχει μια συγκεκριμένη κατεύθυνση. Υπάρχει ζωγραφική, γλυπτική, performance, φωτογραφία, εγκαταστάσεις».

Πώς πιστεύετε ότι συνδράμει η γκαλερί τον διάλογο που γίνεται στην εικαστική σκηνή της Αθήνας;

«Ο προγραμματισμός μας είναι πλούσιος και πυκνός, περίπου ανά ενάμιση μήνα αλλάζουμε έκθεση. Και μόνο η ευκαιρία που υπάρχει για να δει κανείς εκθέσεις μεγάλων καλλιτεχνών είναι κάτι πολύ σημαντικό. Ερχoνται πάρα πολλοί άνθρωποι να τις δουν, βλέπουμε φοιτητές που σκιτσάρουν κοιτάζοντας έργα, έρχονται και μαθητές, σχολεία. Με την ευκαιρία των εκθέσεων ταξιδεύει πολύς κόσμος στην Αθήνα, καλλιτέχνες, επιμελητές, και αναπτύσσεται ένας διάλογος με την τοπική σκηνή. Κάνουμε και συνεργασίες με μουσεία της Αθήνας, όπως έγινε με την έκθεση του Μπράις Μάρντεν και του Στέρλινγκ Ρούμπι στο Κυκλαδικής ή με τον Θιάστερ Γκέιτς και τον Ρικ Λόου στο Μπενάκη».

Πώς μεταφράζεται αυτή η κινητικότητα σε εμπορικούς όρους;

«Η γκαλερί έχει μια πολύ καλή και ανοδική πορεία. Ηταν μια πολύ θετική έκπληξη η ανταπόκριση των ελλήνων συλλεκτών. Hρθαν και καινούργιοι συλλέκτες με αφορμή τον νέο χώρο, o οποίος άλλαξε τις δραστηριότητές μας σε όλα τα επίπεδα: προσφέρει περισσότερες εκθεσιακές δυνατότητες, αρέσει πάρα πολύ σε καλλιτέχνες πολυάσχολους, με έντονο εκθεσιακό πρόγραμμα, όπως η Σάρα Ζι ή ο Ανσελμ Κίφερ που επέλεξε να κάνει καινούργια έργα για να δείξει στην Αθήνα. Ο χώρος μάς δίνει τη δυνατότητα να κάνουμε πιο μεγάλα εγκαίνια, με αποτέλεσμα να υπάρχει πολύ μεγάλη προσέλευση, σχεδόν όλο το τετράγωνο γεμίζει με κόσμο. Η Gagosian έχει μπει στην κοινωνική και την πολιτισμική ατζέντα της Αθήνας».

Σε τι φάση βρίσκεται η αγορά με την πανδημία να αποτελεί πλέον οριστικά παρελθόν;

«Η Ελλάδα είναι μια πολύ δυναμική αγορά, παρά το μέγεθος και την οικονομία της. Αλλωστε, η οικονομική επιφάνεια δεν είναι ο μόνος λόγος που θα οδηγήσει κάποιον να γίνει συλλέκτης. Παίζουν ρόλο και η καλλιέργεια, η περιέργεια, να έχεις εκτεθεί στον χώρο της τέχνης. Η παγκοσμιοποίηση και τα κοινωνικά δίκτυα έχουν βοηθήσει προς αυτή την κατεύθυνση. Μπορεί κάποιος να βρίσκεται σε μια χώρα που δεν έχει ένα ανεπτυγμένο δίκτυο μουσείων και γκαλερί, όμως μπορεί να εκτεθεί στη σύγχρονη τέχνη, να αποκτήσει ερεθίσματα. Στην Ελλάδα έχει αυξηθεί ο κόσμος που ταξιδεύει, καλλιτέχνες επιλέγουν να έχουν το εργαστήριό τους στη χώρα, έχει ανοίξει ένας πολύ μεγαλύτερος διάλογος. Οπότε το κοινό έχει καλύτερη πρόσβαση σε αυτή την πληροφορία. Το γεγονός ότι υπάρχει και μια πιο δομημένη αγορά αυξάνει τη θέληση κάποιων ανθρώπων να αγοράσουν έργα τέχνης».

Ποιο είναι το προφίλ των ελλήνων συλλεκτών µε τους οποίους έρχεστε σε επαφή;

«Δεν υπάρχει ένα συγκεκριμένο προφίλ. Η Gagosian εκπροσωπεί πάνω από εκατό καλλιτέχνες και είναι τέτοιο το εύρος της δουλειάς τους οπότε μπορεί να απευθύνεται σε πολύ διαφορετικά προφίλ συλλεκτών. Αυτό που μπορώ να πω επιπλέον είναι ότι το γεγονός πως η Gagosian είναι ένα brand με κύρος και αναγνωσιμότητα μπορεί να προσφέρει μια σιγουριά σε ορισμένους συλλέκτες. Ιδίως σε εκείνους που δεν έχουν τον χρόνο να εντρυφήσουν στον χώρο της τέχνης, που δεν έχουν εκτεθεί στον καλλιτεχνικό παγκόσμιο χάρτη, σίγουρα τους προσφέρει μια διαβεβαίωση».

Ποιοι είναι οι προσωπικοί σας επαγγελματικοί στόχοι;

«Στο άμεσο μέλλον αυτό που με ενδιαφέρει περισσότερο είναι να ασχοληθώ με τη συνολική στρατηγική της γκαλερί, γι’ αυτό και περνάω περισσότερο χρόνο στη Νέα Υόρκη. Θέλω να βλέπω πώς διαμορφώνεται σφαιρικά η πορεία της Gagosian πέρα από τη διεύθυνση της αθηναϊκής γκαλερί και τον προγραμματισμό των εκθέσεων αλλά και πέρα από τη δημιουργία συλλογών ως art dealer μέσα από την γκαλερί. Ούτως ή άλλως, όλοι οι senior directors της Gagosian ανά τον κόσμο έχουμε επαφή με τους συλλέκτες διεθνώς, δεν είμαστε περιορισμένοι τοπικά».

INFO

Sarah Crowner, «Night for Day»: Γκαλερί Gagosian (Αναπήρων Πολέμου 22, Κολωνάκι), έως τις
18 Ιανουαρίου 2025.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.