Εκεί που περπατάς βυθισμένος στις σκέψεις σου, μια μυρωδιά έρχεται να σε ξυπνήσει. Ή για να σε αναστατώσει, επαναφέροντας αναμνήσεις. Το αρρενωπό after shave που φορούσε ο περαστικός κύριος σου θύμισε τον πατέρα σου. Η λουλουδένια ευωδιά η οποία βγήκε μέσα από την τσάντα που άνοιξε η διπλανή σου κυρία στο λεωφορείο σού θύμισε τη Madame Rochas της μητέρας σου. Ακόμα και η μυρωδιά φαγητού που ήρθε από ένα ανοιχτό παράθυρο σε γύρισε στο νησί, τα καλοκαίρια που έπαιζες με τους φίλους σου και που οι γιαγιάδες έβγαιναν στα παράθυρα για να σας καλέσουν να φάτε τις πατάτες που είχαν φρεσκοτηγανίσει «γρήγορα, προτού κρυώσουν, γιατί μετά δεν θα τρώγονται!». Πάντα μύριζα επίμονα τα αντικείμενα και τους ανθρώπους, με γοήτευαν οι όμορφες μυρωδιές. Πάντα φορούσα και εγώ κολόνια, την ίδια εδώ και περίπου είκοσι χρόνια. Δεν σκόπευα να την αλλάξω, όχι μόνο επειδή μου άρεσε, αλλά επειδή άρεσε και στους άλλους. Με είχαν σταματήσει ακόμα και άγνωστοι στον δρόμο για να ρωτήσουν «τι κολόνια φοράτε;». Ηταν αρκετά ακριβή. Κάθε μπουκάλι της διαρκούσε για ενάμιση μήνα. Οταν μείωσα τις καθημερινές εξόδους για επαγγελματικά ραντεβού και συναντήσεις με συνεργάτες και φίλους, δηλαδή στα πρώτα lockdowns, σταμάτησα για πρώτη φορά στη ζωή μου να τη χρησιμοποιώ. Το είδα και ως ευκαιρία να κάνω οικονομία. Εξάλλου, πού όρεξη να περιποιηθείς τον εαυτό σου, να ντυθείς καλά, να αγοράσεις νέα ρούχα και να αρωματιστείς; Τελευταίως, με τη χαλάρωση των μέτρων, άρχισα να κινούμαι περισσότερο, οπότε ξανάρχισα και τα ψεκάσματα. Το μισογεμάτο μπουκάλι έφτασε στο τέλος του. Πήγα για να αγοράσω ένα καινούργιο. Η πωλήτρια με ενημέρωσε πως η κολόνια μου έχει καταργηθεί. Δεν μπορεί! Μπήκα στο Internet και το επιβεβαίωσα. Ηταν μια πιθανότητα που δεν την είχα σκεφτεί ποτέ. Θυμήθηκα μια ταινία – ο τίτλος της μου διαφεύγει – όπου ένας ψυχοπαθής είχε στοκάρει στην αποθήκη του εκατοντάδες κονσέρβες με φαγητό που είχε παρασκευάσει πριν από δεκαετίες η μαγείρισσα μαμά του. Επρεπε, όπως εκείνος, να είχα προνοήσει να κάνω στοκ. Και να λούζομαι με την αγαπημένη μου κολόνια χωρίς να φοβάμαι πως θα τελειώσει, ως τη στιγμή που θα έμπαιναν στο σπίτι κάτι κύριοι με λευκές ποδιές και θα με έπαιρναν μαζί τους. Προσπαθώ να το διασκεδάσω, αλλά η κολόνια εκείνη ήταν το σήμα κατατεθέν μου, το αποτύπωμά μου, βασικό συστατικό της εικόνας μου. Την ίδια στιγμή, καταλαβαίνω πως με όλα τα απερίγραπτα και φρικαλέα που συμβαίνουν γύρω μου, είναι άκαιρο, είναι προκλητικό, είναι ντροπή εγώ να στενοχωριέμαι για μερικές σταγόνες λεβάντας με κεχριμπάρι. Οπως και να έχει, αναζητώ νέα κολόνια. Για την ψευδαίσθηση που χαρίζει η ευωδιαστή μυρωδιά, πως δήθεν ο κόσμος είναι τρυφερός και όμορφος. Πρέπει να βρω μια κολόνια τόσο δυνατή που να σκεπάζει την πνιγηρή μυρωδιά του φόβου που τελευταίως επικρατεί.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος