Ενώ έχει χιούμορ, σχεδόν ποτέ δεν γελάει. Είναι απελπιστικά μοναχικός και η ζωή του, αν όχι μίζερη, σίγουρα μπορεί να χαρακτηριστεί μονότονη. Φοράει γυαλιά μυωπίας, ντύνεται εντελώς άχρωμα και μία από τις μεγάλες αγάπες του είναι η μαγειρική, την οποία απολαμβάνει μόνος. Δεν είναι παντρεμένος. Στη δουλειά του τον χλευάζουν και τον ταλαιπωρούν, όμως εκείνος τους αντιμετωπίζει με υπομονή, στωικότητα και κυνισμό, σαν να μην τους δίνει σημασία. Κάτι που τους εκνευρίζει ακόμα περισσότερο. Είναι όμως περισσότερο ικανός απ’ όσο θέλει να δείχνει. Λέγεται Χάρι Πάλμερ και είναι μυστικός πράκτορας της βρετανικής αντικατασκοπείας. Και είναι, επίσης, ο ήρωας, ή μάλλον ο αντιήρωας, που έβαλε τον σερ Μάικ Κέιν στον χάρτη των παγκόσμιων σταρ του σινεμά.
Αυτό έγινε όταν το 1965 βγήκε στους κινηματογράφους η ταινία του Σίντνεϊ Τζ. Φιούρι «Απόρρητος Φάκελος Ιπκρες» (The Ipcress File), η πρώτη – και ίσως η καλύτερη – μιας σειράς ταινιών με ήρωα τον Χάρι Πάλμερ που «γεννήθηκε» μέσα από την πένα του βρετανού συγγραφέα Λεν Ντέιτον με πρώτο το εν λόγω βιβλίο. Στην Ελλάδα αυτό το μυθιστόρημα κυκλοφόρησε για πρώτη φορά τη δεκαετία του 1970 από τις εκδόσεις ΒΙΠΕΡ. Ωστόσο, η πρόσφατη επανακυκλοφορία του από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος (σε νέα μετάφραση του Αντώνη Καλοκύρη) μάς δίνει την ευκαιρία να επισκεφθούμε ξανά για λίγο το παρελθόν και να θυμηθούμε την τρομερή απήχηση που τόσο η ταινία όσο και το μυθιστόρημα είχαν στην εποχή τους. Συν τοις άλλοις, το 2022 υπήρξε και η χρονιά «φρεσκαρίσµατος» του Χάρι Πάλµερ, καθώς την περασµένη άνοιξη ο «Απόρρητος Φάκελος Ιπκρες» προβλήθηκε ως µίνι σειρά στη βρετανική τηλεόραση, µε πρωταγωνιστή τον ανερχόµενο Τζο Κόουλ.
Ο ανώνυμος πράκτορας
Στα μυθιστορήματα του Λεν Ντέιτον – γραμμένα σε πρώτο πρόσωπο – ο πράκτορας που πρωταγωνιστεί δεν κατονομάζεται. Ωστόσο στον «Απόρρητο Φάκελο Ιπκρες», ο αφηγητής, παρότι ανώνυμος, σε ένα σημείο του μυθιστορήματος συναντά κάποιον που τον υποδέχεται λέγοντας: «Γεια σου, Χάρι». Ο αφηγητής στη συνέχεια σκέπτεται: «Τώρα δεν με λένε Χάρι, αλλά σε αυτή τη δουλειά είναι δύσκολο να θυμηθώ αν με έλεγαν και ποτέ έτσι».
Το ονοματεπώνυμο του πράκτορα πάντως αποφασίστηκε να είναι Χάρι Πάλμερ όταν η ταινία «Απόρρητος Φάκελος Ιπκρες» είχε πια δρομολογηθεί. Ηταν ο ίδιος ο Κέιν που ουσιαστικά βάφτισε αυτόν τον ήρωα Χάρι Πάλμερ. Προσπαθώντας να βρει ένα επώνυμο που κατά κάποιον τρόπο θα τόνιζε την… ανωνυμία του ήρωα, ο Κέιν θυμήθηκε έναν πολύ βαρετό συμμαθητή του στο σχολείο ονόματι Πάλμερ. Το πρότεινε και η πρότασή του έγινε δεκτή.
Βέβαια, σύμφωνα με κάποιες πηγές, η επιλογή του Κέιν έγινε αφότου ο Κρίστοφερ Πλάμερ, που βρισκόταν αρχικά στο μυαλό των παραγωγών για τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Πάλμερ αποχώρησε για να εμφανιστεί στη «Μελωδία της ευτυχίας» (1965). Ενας άλλος ηθοποιός που επίσης βρισκόταν στο μυαλό των παραγωγών αλλά επίσης αρνήθηκε να παίξει τον Πάλμερ ήταν ο Ρίτσαρντ Χάρις, ο οποίος, καθ’ ομολογίαν του, αργότερα το μετάνιωσε. Σε κάθε περίπτωση, ο Κέιν, που εκείνη την εποχή είχε μόλις παίξει στην ταινία «Ζουλού» και βρισκόταν στα πάνω του (η καριέρα του εξάλλου αρχίζει στα μέσα της δεκαετίας του 1950), τελικά επελέγη για τον ρόλο του Πάλμερ. Γεγονός στο οποίο μεγάλο ρόλο έπαιξε η απόφαση του ευφυούς παραγωγού Χάλι Σάλτσμαν, δηλαδή του ανθρώπου που συνέστησε και παρουσίασε τον κινηματογραφικό Τζέιμς Μποντ στον κόσμο. Ο Σάλτσμαν ήταν που πρώτος αναγνώρισε τις δυνατότητες του Κέιν για τον ρόλο ενός κατασκόπου ο οποίος στην ουσία βρισκόταν στον αντίποδα του Τζέιμς Μποντ.
Κατασκοπεία και μαγειρική
Εν τω μεταξύ, για να περάσουμε για λίγο στη σχέση του Χάρι Πάλμερ με τον Λεν Ντέιτον, τον δημιουργό του, φαίνεται ότι ο ήρωας είχε κάποια κοινά σημεία μαζί του. Ενα από αυτά ήταν η μαγειρική – o Ντέιτον ήταν εξίσου γνωστός και για τα βιβλία μαγειρικής του, ανθολογίες από προηγούμενες στήλες του που δημοσιεύονταν επί σειρά ετών στην εφημερίδα «The Observer». Με τον «Απόρρητο Φάκελο Ιπκρες», που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1962, ο Λεν Ντέιτον κέρδισε την αναγνώριση από κοινό και κριτικούς και μαζί με τον Ιαν Φλέμινγκ, πατέρα του Τζέιμς Μποντ και αργότερα, μετά την επιτυχία του «Κατασκόπου που γύρισε από το κρύο», τον Τζον Λε Καρέ, βρέθηκε ανάμεσα στους εκπροσώπους της ελίτ του λογοτεχνικού είδους του κατασκοπικού μυθιστορήματος.
Ο Ντέιτον, ωστόσο, δεν είχε συμφωνήσει με την αντίληψη που υπήρχε πίσω από την κινηματογραφική εικόνα του Πάλμερ. Ο κινηματογραφικός Πάλμερ είναι ένας «γυαλάκιας» με αδιάβροχο ο οποίος μοιάζει να προσλήφθηκε ως κατάσκοπος περισσότερο τυχαία παρά κατόπιν σχεδιασμού. Υπήρχε όμως σχεδιασμός από την Υπηρεσία και εκεί βρισκόταν η διαφωνία του συγγραφέα με την απεικόνιση του Χάρι Πάλμερ στη μεγάλη οθόνη. Ο Ντέιτον δεν μπορούσε να δεχθεί την «απίθανη υπόδειξη ότι ο Χάρι εκβιάστηκε για να εργαστεί για τη μυστική υπηρεσία πληροφοριών» όπως ο πρώτος είχε δηλώσει. «Είναι δυνατόν ο Πάλμερ να είχε πέσει θύμα εκβιασμού από το βρετανικό κράτος; Μιλάμε για ένα δίκτυο κατασκόπων της παλιάς σχολής, ατόμων με καλοραμμένα κοστούμια και δερμάτινα παπούτσια με κορδόνια». Παρά την όποια καχυποψία απέναντι στην ΜΙ5 που είχε δεχθεί πλήγματα στην αξιοπιστία της έχοντας φιλοξενήσει στους κόλπους της προδότες όπως ο Kιμ Φίλμπι, σημείωνε, «ως Υπηρεσία δεν σταμάτησε ποτέ να διατηρεί τις αρχές της και δεν έχασε ποτέ την αξιοπρέπειά της. Σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να εκβιάσει κάποιον για να εργαστεί για αυτήν».
Ο,τι δεν ήταν ο Μποντ
Ανεξάρτητα από τις αντιρρήσεις του Ντέιτον, ο σκηνοθέτης Σίντνεϊ Τζ. Φιούρι, έδωσε τελικά ζωή σε έναν πράκτορα που κινείται ανάμεσα στην υπερβολή του Τζέιμς Μποντ και στον «μαύρο» ρεαλισμό του Αλεκ Λίμας που περίπου εκείνη την εποχή υποδύθηκε ο Ρίτσαρντ Μπάρτον στον «Κατάσκοπο που γύρισε από το κρύο». Ο Κέιν στον ρόλο του Πάλμερ ήταν αξιαγάπητα ανθρώπινος και όλα έδειχναν ότι μια σειρά ταινιών θα μπορούσε να ακολουθήσει, όπως συνέβη με τον Τζέιμς Μποντ.
Και όντως αυτό έγινε την ίδια δεκαετία, με τον Χάρι Πάλμερ κεντρική φιγούρα σε δύο ακόμα περιπέτειες κατασκοπείας, τις «Αποστολή στο Βερολίνο» (Funeral in Berlin, 1966) του Γκάι Χάμιλτον (ο οποίος είχε σκηνοθετήσει και ταινίες Μποντ) και «Η μπαλάντα ενός κατασκόπου» (Billion Dollar Brain, 1967) του Κεν Ράσελ. «Ηταν μια γενναία ταινία» θα έλεγε αργότερα ο Μάικλ Κέιν για τον «Απόρρητο Φάκελο Ιπκρες», «γιατί γεννήθηκε μέσα στην περίοδο της «Bond mania» αλλά παρουσίαζε το ακριβώς αντίθετό του: έναν κατάσκοπο του σουπερμάρκετ με γυαλιά και φθηνά ρούχα, ο οποίος δεν κέρδιζε όλα τα κορίτσια στο τέλος». Πράγματι, δεν υπήρχαν Μαρτίνι, κουνημένα ή ανακατεμένα, για τον Πάλμερ, ούτε κατάξανθες κοπέλες με μπικίνι στο πλευρό του. Το μόνο ταλέντο του ήταν να σπάει αβγά επιτυχημένα με το ένα χέρι για να κάνει ομελέτα…
Εναν χρόνο μετά τον «Απόρρητο Φάκελο Ιπκρες» ο Μάικλ Κέιν είχε πλέον γίνει διεθνής σταρ και μετά την υποψηφιότητά του για το Οσκαρ Α’ ρόλου για την ταινία «Αλφι» (1966) οι πόρτες του Χόλιγουντ άνοιξαν διάπλατα μπροστά του. Η καριέρα που θα ακολουθούσε συνεχίζεται μέχρι σήμερα, λίγο πριν από τα 90ά του γενέθλια (είναι γεννημένος στις 14 Μαρτίου 1933) και οι ρόλοι που έχει υποδυθεί τόσο τον κινηματογράφο όσο και στην τηλεόραση ξεπερνούν τους 170!
Οσο για τον Χάρι Πάλμερ, μετά τις τρεις ταινίες στα sixties, οι δρόμοι του ήρωα θα ξανασυναντιούνταν με τον ίδιο ηθοποιό τη δεκαετία του 1990 για δύο ακόμα ταινίες, παραγωγές της τηλεόρασης, τις «Μια σφαίρα στο Πεκίνο» ή «Σφαίρες πάνω από το Πεκίνο» (Bullet to Beijing, 1995) και «Μεσάνυχτα στην Αγία Πετρούπολη» (Midnight in Saint Petersburg, 1996). Ο Χάρι Πάλμερ παρέμενε το ίδιο κυνικός, χιουμορίστας αλλά και αποφασιστικός, όμως η ηλικία του ήταν πλέον περασμένη για πολλά-πολλά και αυτό ήταν εμφανές. Ωστόσο ο Χάρι Πάλμερ έγινε μέρος της βρετανικής ποπ κουλτούρας, κάτι που φάνηκε αργότερα και με τις σατιρικές ταινίες «Austin Powers» με τον Μάικ Μάγερς που χρησιμοποιούσαν ψήγματα του ήρωα.