Τα διάφορα προβλήματα που έχω κατά καιρούς στη δουλειά (απειλές, μηνύματα ενοχλητικά, ακόμα και ενορχηστρωμένες επιθέσεις από διάφορους που δεν τους αρέσουν όσα γράφω κ.τ.λ.) με είχαν υποχρεώσει, ειδικά παλαιότερα, μερικές φορές να απευθυνθώ στη Διεύθυνση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος. Ετσι έχω αποκτήσει κάποιες καλές γνωριμίες με ανθρώπους που την υπηρετούν. Εντυπωσιασμένος από διάφορες επιτυχίες που έχουν τελευταία οι διωκτικές αρχές (και που όλες βασίζονται στη δυνατότητα ανοίγματος αρχείων – συνήθως διαδικτυακών), ρώτησα έναν από τους φίλους μου αν τελευταία η υπηρεσία έχει αναβαθμιστεί. «Τυπικά όχι, ουσιαστικά πολύ» μου είπε, γνωρίζοντας πως θα σεβαστώ την ανωνυμία του. «Θα σου εξηγήσω τι συμβαίνει γιατί είναι απλό. Τα παιδιά που έχουν προσληφθεί τα πέντε τελευταία χρόνια είναι καταπληκτικά στην έρευνα. Εμείς παλαιότερα έπρεπε να ζητάμε τη βοήθεια του Πανεπιστημίου για να ψάξουμε υπολογιστές και να τρέχουμε κάθε τόσο στους εισαγγελείς για εντάλματα. Σήμερα μπορώ να σου πω ότι έχουμε μερικούς καταπληκτικούς χάκερ στις τάξεις μας» μου είπε. «Ωστόσο», πρόσθεσε, «όλο αυτό που συμβαίνει σήμερα οφείλεται και σε κάτι άλλο: στο ότι κανείς δεν περίμενε ότι ο έλεγχος, κυρίως της διαδικτυακής δραστηριότητας, θα προχωρήσει σε τέτοια επίπεδα. Οποιος ήταν εθισμένος στο να ικανοποιεί διάφορα βίτσια χάρη στο Ιnternet, το έκανε εδώ και χρόνια και είχε φτάσει να πιστεύει πως κανείς ποτέ δεν θα ασχοληθεί μαζί του γιατί δεν μπορεί. Σήμερα, όμως, έχουμε τρεις διαφορετικούς τρόπους να ψάξουμε ό,τι έχει να κάνει με την παιδοφιλία π.χ. Μπορούμε να παρακολουθούμε αρχεία και να καταλήγουμε σε ανθρώπους. Είναι επίσης πανεύκολο να εντοπιστούν κυκλώματα πορνείας διότι υπάρχει από τη μεριά όσων ψάχνουν τέτοιου είδους υπηρεσίες τεράστια άγνοια κινδύνου λόγω παρατεταμένου σέρφινγκ σε σχετικές ηλεκτρονικές σελίδες. Δεν θέλω να σου πω λεπτομέρειες, γιατί είμαστε ακόμα στην αρχή της υπόθεσης. Οταν όμως αποκαλυφθούν οι λεπτομέρειες της ιστορίας, θα μείνετε άφωνοικαι με την κουταμάρα και με το θράσος των εμπλεκομένων. Ολοι νόμιζαν πως τα όσα έκαναν δεν θα τα ανακαλύψει κανείς ποτέ. Πιθανότατα γιατί τα έκαναν καιρό τώρα».
Σκεπτόμουν την παραδοξότητα του πράγματος. Πρώτα εμφανίστηκε το Ιnternet. Επρεπε να είναι μια αξιόπιστη τράπεζα πληροφοριών και ο μεγαλύτερος διακινητής γνώσης στην ιστορία της ανθρωπότητας. Αλλαξε τον τρόπο επικοινωνίας, έδωσε φωνή στους χρήστες του, έκανε την είδηση προσβάσιμη σε όλους. Αλλά επειδή ουδέν καλόν κ.τ.λ. κ.τ.λ., είδαμε γρήγορα και την άλλη του πλευρά. Τα fake news διακινούνται το ίδιο εύκολα με τις αληθινές ιστορίες. Η σαχλαμάρα που κυκλοφορεί εντός του είναι μεγαλύτερη από τη γνώση. Υπάρχουν οι άνθρωποι που απέκτησαν φωνή αλλά υπάρχουν και αυτοί που απέκτησαν δυνατότητες να ικανοποιούν τα άρρωστα γούστα τους. Το Διαδίκτυο έγινε το μέσο όπου κάθε ψυχάκιας περίμενε και ονειρευόταν. Μπορούσε σε αυτό να έχει όποια εικόνα ήθελε. Να χτίζει ψεύτικες προσωπικότητες. Να στοχεύει ό,τι τον ενδιαφέρει. Να φέρνει σε πέρας αληθινά ελεεινά σχέδια. Οσο πιο μεγάλη είναι η διαστροφή τόσο πιο χρήσιμο είναι το μέσο – και δεν χρειάζεται στην προκειμένη περίπτωση ούτε καν να έχεις λεφτά. Μόνο θράσος.
Πάντα υπήρχαν και αρρωστημένοι παιδόφιλοι και ό,τι άλλο αθλιότερο μπορεί κανείς να φανταστεί. Αλλά πριν από τον ερχομό του Διαδικτύου η ικανοποίηση του βίτσιου ήταν δύσκολη υπόθεση. Δεν θυμάμαι να υπήρχε ποτέ λέσχη παιδόφιλων όπου μπορούσαν οι συγκεκριμένοι να βρίσκονται και να ανταλλάσσουν εμπειρίες. Το Διαδίκτυο τους ένωσε. Μπορούν να μοιράζονται πληροφορίες, να κάνουν συστάσεις, να εξηγήσουν στο καθέναν που έχει το βίτσιο πού θα πρέπει να απευθυνθεί. Ολες αυτές οι δυνατότητες απλά μεγαλώνουν το θράσος – το θράσος να πιστεύεις πως ζεις υπερπροστατευμένος στον δικό σου ηλεκτρονικό κόσμο, στον οποίο έχεις θέση εσύ και τα βίτσια σου. Οπου μπορείς να κινείσαι και να κάνεις ό,τι θέλεις. Στα τυφλά.
Ανήκω στη γενιά αυτών που μεγάλωσαν με το «1984» του Τζορτζ Οργουελ και τις ιστορίες τρόμου για ένα μέλλον όπου όλοι θα είμαστε αντικείμενα παρακολούθησης. Είμαστε η γενιά που μάθαμε να φοβόμαστε την παρακολούθηση και ας μη μεγαλώσαμε ούτε με τον χαφιέ που μας ακολουθούσε ούτε με τον θυρωρό που τα ‘λεγε χαρτί και καλαμάρι στους ασφαλίτες. Είχαμε μια αντίδραση για την παρακολούθηση στο όνομα του ιερού δικαιώματος της ελευθερίας των ιδεών μας και της έκφρασής τους. Δεν θέλαμε ούτε καν κάμερες στις εθνικές οδούς ή στα φανάρια. Διαδηλώναμε εναντίον του οποιουδήποτε ελέγχου: οι υποχρεώσεις, οι καταγραφές των ενεργειών μας, οι κάμερες προκαλούσαν σχεδόν πάντα τις αντιδράσεις μας. Η ανοχή και η δημοκρατία ήταν ταυτόσημες έννοιες. Το Διαδίκτυο το είδαμε ως το νησί της απόλυτης ελευθερίας, ίσως και της ελευθεριότητας αν κρίνω από τη γλώσσα που χρησιμοποιείται στα social media. Μόνο που δεν μπορεί την ελευθερία να την απολαμβάνει και ο παιδεραστής. Και δεν γίνεται να υπάρχει έλλειψη ελέγχου όταν οι διαστροφές πληθαίνουν. Δυστυχώς παραμένει αδύνατο να θεραπευτεί κάθε επικίνδυνος: τουλάχιστον να μειωθεί η πιθανότητα αυτός να κάνει κακό σε παιδιά.
Εχει κοινωνιολογικά ενδιαφέρον αυτό που συμβαίνει. Αρχικά το Διαδίκτυο μεγάλωσε το θράσος των διεστραμμένων. Ολοι τους σχεδόν άρχισαν να κινούνται εντός του χωρίς προφυλάξεις νομίζοντας ότι βρήκαν έναν κόσμο όπου η διαστροφή τους μπορεί να ικανοποιείται χωρίς πρόβλημα. Και αφού άρχισαν να συναθροίζονται σαν αγέλη, το ίδιο το μέσο δίνει τώρα τη δυνατότητα στις διωκτικές αρχές να επέμβουν και να τους μαζέψουν. Αυτό το μάζεμα το έχει προκαλέσει το ίδιο το Διαδίκτυο το οποίο λάτρευαν.
Πιστεύω πως ο επόμενος κόσμος θα βασίζεται σε έναν φόβο: στον φόβο πως ό,τι και να κάνεις, αν ξεπεράσεις τα όρια θα το πληρώσεις. Κάποτε ο κόσμος αυτός του Μεγάλου Αδελφού με φόβιζε. Και τώρα με φοβίζει. Αλλά σαφώς και τρομάζει πιο πολύ διάφορα επικίνδυνα καθάρματα. Χαλάλι ο φόβος μου…