«Αν τύχει σε κακοκαιρία να συννεφιάσουν τα ουράνια της ψυχής σας, µην απογοητευτείτε, έχετε το αντίδοτο στο χέρι σας. Ανοίξτε µια οποιαδήποτε συλλογή του Βαγγέλη Χρόνη σε οποιαδήποτε σελίδα. Μια πνοή απλότητας, µια αύρα τρυφερότητας, θα σας κάνουν να ξεχάσετε το γιατί η απονιά και το σκοτάδι. Κάθε στιγµή της καθηµερινότητάς µας που βρίσκει καταφυγή στα ολιγόστιχα ποιήµατα του Βαγγέλη παίρνει κάτι από το χρώµα της διάρκειας και µας θυµίζει ότι η ζωή, σε όποια της φάση, είναι ένα όνειρο που κάποτε θα εκπληρωθεί».
Η ρήση της Ελένης Γλύκατζη-Αρβελέρ για την πάντα ευαίσθητη αλλά και συνάµα ευθύβολη ποίηση του Βαγγέλη Χρόνη «ενσαρκώνεται» πλήρως και στο 11ο ποιητικό βιβλίο του µε τίτλο
«Η έφιππη ψυχή», το οποίο µόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Καστανιώτη – η παρουσίασή του θα λάβει χώρα την Πέµπτη 24 Οκτωβρίου στις 7 µ.µ. στο Μουσείο Ακρόπολης.
Από το 1999, όταν και εκδόθηκε η πρώτη του ποιητική συλλογή
«Ο σύµµαχος χρόνος», ο Βαγγέλης Χρόνης συνεχίζει να ανατέµνει την αναπόδραστη συγγένεια του χρόνου µε τη θνητότητα, αποθεώνοντας όµως το θαύµα της ίδιας της ζωής. Πολυβραβευµένος σε Ελλάδα και εξωτερικό – το 2007 του απενεµήθη το βραβείο ποίησης της Ακαδηµίας Αθηνών για το βιβλίο του «Νέοι στον Αδη» (2005), το 2016 τιµήθηκε µε το Α’ βραβείο Οdysseus Award σε διεθνή λογοτεχνικό διαγωνισµό και το 2021 το ποιητικό του βιβλίο «Το φως της σκιάς» (2019) απέσπασε στην Ιταλία το βραβείο του XIV Διαγωνισµού Alberoandronico – και στη νέα του ποιητική συλλογή, µέσα από 44 ποιήµατα µε µια έντονη φιλοσοφική διάθεση ατενίζει τον κόσµο, αναγνωρίζοντας τον λυρισµό των σκέψεών του και τις µετουσιώνει σε καθαρή ποίηση.
«Τα περισσότερα ποιήµατα της συλλογής έχουν γραφεί την τελευταία τετραετία, αν εξαιρέσουµε ελάχιστα, που αν και γραµµένα σε παλαιότερες περιόδους, δεν έχουν καταχωρηθεί σε καµία από τις προηγούµενες συλλογές µου. Πάντως το «θέµα» των ποιηµάτων της «Εφιππης ψυχής», αν µπορεί να εννοηθεί «θέµα» στην ποίηση, υπήρχε πάντα µέσα µου ως προβληµατισµός τουλάχιστον, χρειαζόταν όµως να υπάρξει η κατάλληλη στιγµή ώστε να διατυπωθεί ποιητικά» θα µου πει όταν τον συναντώ.
Το κλέος της αρχαιότητας πάντα λοιπόν του γνέφει, και εκείνος απλώνει το χέρι στην καθηµερινή στιγµή και συµπυκνώνει σε στίχους την ευτυχία και την τραγωδία τού να γεννιέσαι, καθώς το ρολόι της ζωής κινείται στο ανεξιχνίαστο από γραφής αίνιγµα της αρχής και του τέλους.
Ετσι αυτός «ο άνθρωπος που κάτω από το κοστούµι και τις σηµαντικές συµφωνίες κρύβει έναν ποιητή», όπως έχει πει για εκείνον ο φίλος του Σταύρος Ξαρχάκος – ο Βαγγέλης Χρόνης είναι υψηλόβαθµο στέλεχος του Οµίλου Λάτση από το 1971 –, έχει διαλέξει να πορεύεται στη ζωή τροφοδοτώντας τη γραφή του µε την παρατήρηση και τον στοχασµό που αναδύεται µέσα από τις πολύτιµες καµωµένες µε βάλσαµο λέξεις του που απορούν και κατανοούν τα ανθρώπινα.
Κύριε Χρόνη, «Η έφιππη ψυχή» είναι το 11ο ποιητικό βιβλίο σας. Πόσο εύκολο ήταν αλήθεια να επιλέξετε αυτά τα 44 ποιήµατα που απαρτίζουν τη συλλογή;
Αν και σχετικά µικρός ο αριθµός των σαράντα τεσσάρων ποιηµάτων, όσο κρίνεται αναγκαίος, άλλο τόσο µε προβληµατίζει ως προς την ορθότητα της επιλογής µου. Βεβαίως δεν µπορεί να παραθεωρηθεί ο συναισθηµατικός παράγοντας και είναι ίσως ο λόγος που µε κάνει να λογαριάζω ποιήµατα που µένουν εκτός µιας συλλογής ως αδικηµένα.
Είναι εύκολο να πείτε για µια ποιητική συλλογή «τυπωθήτω»;
Δεν είναι καθόλου εύκολο, γιατί ως την τελευταία στιγµή κυριαρχεί πάντα το ερώτηµα γιατί άραγε επιχειρείς µια ακόµα «έκθεσή» σου, έστω και ποιητική. Ωστόσο, µετά την απόφαση του «τυπωθήτω» υπάρχει πάντα µια ανακούφιση, καθώς συνειδητοποιείς πως ο κύβος πλέον ερρίφθη, µε αποτέλεσµα οι προσωπικοί ενδοιασµοί να ελαχιστοποιούνται όπως το ποιητικό πόνηµα έχει αυτονοµηθεί πλέον µε το να έχει γίνει δηµόσιο κτήµα.
Θα ήθελα να σταθούµε στο ποίηµά σας «Η έφιππη ψυχή», που είναι και εκείνο το οποίο δίνει τον τίτλο στη συλλογή αυτή: «Η έφιππη ψυχή/ οδηγείται στο πεπρωµένο της/ µε ένα καλικαντζαράκι/ να δείχνει τη διαδροµή/ ή ακόµη και να την εµποδίζει./ Ετσι την απεικόνισε ο αρχαίος ζωγράφος/ τον έβδοµο προ Χριστού αιώνα/ σε αγγείο του Κεραµεικού./ Υστερα από είκοσι επτά αιώνες/ τις ίδιες αγωνίες εκφράζουµε/ µε έναν άλλον τρόπο./ Μια ολόκληρη ζωή η ψυχή µας». Θα ήθελα να µας µιλήσετε για τη στιγµή της σύλληψης αυτού του ποιήµατος και γιατί επιλέξατε να «βαπτίσει» τη συλλογή;
Η έννοια της ψυχής µε κατατρύχει εδώ και πολλά χρόνια. Ο τίτλος µάλιστα ενός ποιητικού µου βιβλίου είναι «Τα αγάλµατα και οι ψυχές». Το Μουσείο του Κεραµεικού και µαζί ο περιβάλλων αρχαιολογικός του χώρος, µε βοήθησαν να διεισδύσω όσο εντελέστερα γινόταν – έτσι τουλάχιστον πιστεύω – στην έννοια της ψυχής. Στα αρχαία αγάλµατα και ιδιαίτερα στις επιτύµβιες στήλες, παρατηρούµε τον αγαλµατοποιό να εκφράζει µε τη γλυπτική του, είτε πρόκειται για τους νεκρούς είτε για τους συγγενείς τους, που τους ξεπροβοδίζουν στο τελευταίο τους ταξίδι, τα συναισθήµατά τους.
Ενώ περιηγούµουν πριν από λίγους µήνες στην εξαιρετική έκθεση «ΝοΗΜΑΤΑ» στο Μουσείο Ακρόπολης και πιο συγκεκριµένα στο τµήµα της που αναφερόταν στην «ψυχή», το µάτι µου έπεσε σε ένα αγγείο του 7ου προ Χριστού αιώνα που προερχόταν από το Μουσείο του Κεραµεικού.
Απεικονίζει έναν καβαλάρη να οδηγείται από ένα µικροσκοπικό παραµορφωµένο ανθρωπάκι, κάτι σαν καλικαντζαράκι, µε ταυτόχρονη, πολύ δυνατή ωστόσο την εντύπωση ότι δεν αποκλείεται το καλικαντζαράκι να δυσχεραίνει τον καβαλάρη στον τελικό του προορισµό. Επιστρέφοντας αργά το βράδυ στο σπίτι έγραψα το ποίηµα αυτό που ο τίτλος του «στεγάζει» ολόκληρο το βιβλίο. Αν το επέλεξα είναι γιατί κλείνει µέσα του µια ολόκληρη ιστορία που ξεκινηµένη από τους αρχαίους χρόνους δεν έπαψε να στοιχειώνει διαχρονικά τη σκέψη των ανθρώπων.
Κύριε Χρόνη, και σε αυτή την ποιητική συλλογή, η αρχαιότητα διαφαίνεται καθαρά ότι αποτελεί πηγή έµπνευσης και αναστοχασµού. Τι είναι για εσάς τελικά ο αρχαίος ελληνικός πολιτισµός; Γιατί αποτελεί τόσο µεγάλο σηµείο αναφοράς;
Πράγµατι, µε την αρχαιότητα διατηρώ µία ιδιαίτερη σχέση, όχι τόσο για λόγους φυλετικής υπερηφάνειας, όσο για λόγους που σχετίζονται µε το πρακτικό, θα έλεγα, αντίκρισµα της ζωής. Τρέφω µεγάλη εκτίµηση για την αρχαία σκέψη και προσπαθώ να παρακολουθώ µε κάθε ευκαιρία ή να µαθαίνω ποια ήταν η καθηµερινότητα των προγόνων µας όπως αυτή περιγράφεται και εξελίσσεται µέσα από τις παραστάσεις των αγγείων, τις τοιχογραφίες, τα γλυπτά, τις περιγραφές των µύθων, το θέατρο και την Ιστορία.
Ο αρχαίος ελληνικός πολιτισµός είναι ο σηµαντικότερος πολιτισµός που ανέπτυξε ποτέ η ανθρωπότητα και δεν µπορεί παρά να τον θαυµάζει κανείς τόσο περισσότερο, καθώς παραµένει απαροµοίαστος ο ανθρωποκεντρικός του χαρακτήρας. Ο άνθρωπος παραµένει πάντα το κέντρο, ενώ το περιβάλλον µέσα στο οποίο υπάρχει, διατηρεί, όσο απαραίτητο και αν είναι, έναν δευτερεύοντα και επικουρικό ρόλο.
Υπάρχουν βεβαίως και τα αρνητικά και οι αδυναµίες αλλά και τα δεινά και οι συµφορές που µας κληροδότησαν και που µας ταλαιπωρούν και καθώς φαίνεται θα συνεχίσουν να µας ταλαιπωρούν. Ποια περίοδος άλλωστε της Ιστορίας µας υπήρξε αψεγάδιαστη και δίχως προβλήµατα; Αν αποτελεί σηµείο αναφοράς ο αρχαίος µας πολιτισµός είναι γιατί εµείς, οι σύγχρονοι Ελληνες, αποτελούµε µία συνέχειά του µε όλα τα καλά και τα κακά που έχουµε κληρονοµήσει. Αλλά πρέπει να αισθανόµαστε ευτυχείς που ζούµε µέσα σε µία ευλογηµένη ως φύση και υψίστου κάλλους χώρα.
Την ίδια στιγµή, κυρίαρχο θέµα είναι το δίπολο «χρόνος – θάνατος», µία θεµατική η οποία διαχρονικά διατρέχει την ποίησή σας. Διαβάζουµε, για παράδειγµα, στο εξαιρετικό ποίηµα της συλλογής «Κοµπάρσοι»: «Κοµπάρσοι είµαστε/ στη σκηνή της ζωής/ µε πρωταγωνιστή τον χρόνο./ Ενα θέατρο το πέρασµά µας/ µε αµέτρητες στιγµές/ νουάρ κινηµατογράφου/ ή και έγχρωµου ακόµη». Γράφοντας για το πέρας το ξορκίζετε ή θρηνείτε για την τραγωδία του πεπερασµένου της ύπαρξής µας;
Το δίπολο «χρόνος-θάνατος» δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ίδια η ζωή. Για τη ζωή µιλώ και τη ζωή περιγράφω, αλλά και ό,τι µπορεί να συντελείται µέσα σε αυτή, σύµφωνα βέβαια µε τη δική µου οπτική. Αυτή τη ζωή που στη διάρκειά της δεν την προσδιορίζουµε εµείς, τα ανθρώπινα όντα, αλλά η ίδια η φύση, ο δηµιουργός. Το «πεπερασµένο» υφίσταται έτσι και αλλιώς, αλλά την κοιλάδα των θρήνων θα τη διέλθουµε όλοι, µόνιµα ή κατά διαστήµατα, στα διάφορα στάδια της µικρής αλλά σηµαντικής µας ύπαρξης.
Η αντίδραση του κάθε ανθρώπου είναι καθαρά προσωπική του υπόθεση και εκφράζεται µε διαφορετικούς τρόπους. Αν προσέξουµε την εικονογράφηση µιας λάρνακας, θα παρατηρήσουµε την ένταση που µε αυτήν αποδίδει ο αρχαίος ζωγράφος µια δραµατική απώλεια η οποία δεν διαφέρει επιπλέον από τις σηµερινές σκηνές, όταν αποχωριζόµαστε για πάντα προσφιλή µας πρόσωπα. Τα αισθήµατα του πόνου δεν άλλαξαν ποτέ, παραµένουν πάντα ίδια.
Εσείς, έχετε συµβιβαστεί µε την ιδέα του τέλους;
Εχω «συµβιβαστεί» µε τον δικό µου τρόπο ή, καλύτερα, έχω αποδεχθεί αυτή την ιδέα, και δεν αγωνιώ. Αν υπάρχει κάποια ανησυχία ή αγωνία, αυτή δεν αφορά τα γεράµατα, αλλά τα κακά γεράµατα. Είναι και αυτό θέµα τύχης. Το «µηδένα προ του τέλους µακάριζε» κρύβει µία σοφία και µία αλήθεια.
Κάτι που παρατήρησα διαβάζοντας τα ποιήµατα της συλλογής είναι και ένας έντονος αντιπολεµικός χαρακτήρας. «Οι πόλεµοι ποτέ δεν δίδαξαν» γράφετε στο ποίηµα «Ανθη λευκά». «Τα πουλιά για τον έρωτα ζουν/ ενώ οι πόλεµοι/ καταστρέφουν κάθε τι ανθρώπινο./ Ερωτες και πόλεµοι σε διαρκή επανάληψη» γράφετε στο ποίηµα «Ερωτικό κάλεσµα». Φαντάζοµαι είστε επηρεασµένος από όλα όσα συµβαίνουν γύρω µας στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή…
Βεβαίως και είµαι επηρεασµένος από όλα όσα συµβαίνουν γύρω µας και δεν είναι µόνον η Ουκρανία και η Μέση Ανατολή. Η Ιστορία, δυστυχώς, αποδεικνύει πως σε ολόκληρη τη διάρκειά της οι πόλεµοι δεν σταµάτησαν ποτέ. Κάτι απερίγραπτα λυπηρό, γιατί ενώ αναγνωρίζουµε τα δεινά και τις καταστροφές που φέρνουν, η τροφοδότησή τους παραµένει διαρκής. Κάθε µέρα θρηνούµε θύµατα και ενώ γνωρίζουµε τα οδυνηρά και εγκληµατικά αποτελέσµατα των πολέµων, η ίδια η ειρήνη υπάρχει µόνον σαν έννοια.
Βέβαια πολύ λίγα πράγµατα έχουν αλλάξει από αρχαιοτάτων χρόνων, ο άνθρωπος ήταν και παραµένει πολεµοχαρής διεκδικώντας το δίκιο του µε τη χρήση όπλων. Ας πάρουµε, για παράδειγµα, τη δική µας χώρα, όπου η µία πόλη πολεµούσε την άλλη και αν υπήρξαν κατά διαστήµατα συµµαχίες δεν ήταν για κανέναν άλλον λόγο παρά για να γίνουν ισχυρότεροι και να υποτάξουν περισσότερους. Καλά και τα Νοµπέλ Ειρήνης και οι ιερεµιάδες, αλλά και αυτά, στο τέλος, δεν είναι τίποτε άλλο παρά φωνή βοώντος εν τη ερήµω.
Ενα ακόµη ποίηµά σας που ξεχώρισα είναι «Οι Ραψωδοί». «Ανεπάγγελτοι πλέον οι ραψωδοί/ ελλείψει ηρώων./ Οι ήρωες δεν κατασκευάζονται./ Οι συνθήκες τούς δηµιουργούν/ πιθανόν για παραδειγµατισµό». Κύριε Χρόνη, πιστεύετε ότι ζούµε σε αντιηρωικούς καιρούς;
Σαφώς και το πιστεύω πως ζούµε σε αντιηρωικούς καιρούς. Φαίνεται πως ακόµη και τα κριτήρια για τους ηρωισµούς έχουν αλλάξει και µπερδεύουµε, κατά κάποιον τρόπο, τις καλές πράξεις µε τον ηρωισµό. Γιατί δεν έχουµε αναδείξει νέους ήρωες µετά τους ήρωες της Ελληνικής Επανάστασης του ’21; Ηρωες δεν είναι απαραίτητα όσοι µε την προσωπική τους θυσία αναχαιτίζουν τον εχθρό. Θα έλεγα πως οι ήρωες δεν πρέπει να ταυτίζονται µε τους πολέµους και µε τις αγριότητες.
Οταν δηµιουργήσουµε ήρωες στο επίπεδο των ηθικών, των πνευµατικών και των κοινωνικών αξιών, τότε ίσως ο κόσµος να αρχίσει να βελτιώνεται. Οπως και να έχουν τα πράγµατα, πρέπει να µη λησµονούµε και να τιµούµε και τους αφανείς ήρωες που αναµφισβήτητα υπάρχουν ανάµεσά µας. Αν αυτούς τους αφανείς ήρωες τους γράψει ή δεν τους γράψει η Ιστορία, δεν έχει και µεγάλη σηµασία. Αρκεί να υπάρχουν.
Και σε αυτή την ποιητική συλλογή έχετε «συνοδοιπόρο» τον Αλέκο Φασιανό, καθώς τέσσερα σχέδιά του κοσµούν το βιβλίο. Γνωρίζω ότι διατηρούσατε µία δυνατή φιλία. Πώς είναι να βλέπετε αυτά τα σχέδια σήµερα, που πλέον δεν είναι ανάµεσά µας;
Η απουσία του Αλέκου Φασιανού είναι µεγάλη, όπως µεγάλο είναι και το κενό που έχει αφήσει φεύγοντας. Είναι αλήθεια πως δυσκολεύτηκα όσον αφορά την επιλογή των σχεδίων, που προέρχονται, ωστόσο, από το προσωπικό µου αρχείο, ενώ παλαιότερα η παρέµβασή του έκανε κατά κάποιον τρόπο τα πράγµατα πιο εύκολα και πιο µαγικά. Τον ευγνωµονώ.
Αλήθεια, η φιλία έχει παίξει σηµαντικό ρόλο στη ζωή σας;
Η φιλία έχει παίξει και παίζει σηµαντικό ρόλο στη ζωή µου, όπως πιστεύω ότι παίζει και στις ζωές όλων των ανθρώπων. Δεν έχει καµία σηµασία αν πιστώνεται σε µια ελευθερία επιλογής ή σε άλλους λόγους. Η φιλία έχει ένα κοινό στοιχείο µε τη θρησκεία, είναι και αυτή ιερή.
Κύριε Χρόνη, υπάρχουν θέµατα που σας ενδιαφέρουν, αλλά δεν έχετε τολµήσει να τα αγγίξετε µε την ποίησή σας;
Θα ήθελα να µεταστοιχειώσω σε ποίηση πάρα πολλά θέµατα, φοβάµαι όµως πως η έλλειψη γνώσεων δεν µου επιτρέπει να τα διαπραγµατευτώ και ούτε καν να ασχοληθώ µαζί τους. Θα επιθυµούσα, πάντως, να περιγράψω, για παράδειγµα, έναν περίπατο στο φεγγάρι, και ίσως και λίγο παραπέρα.
Σας στενοχωρεί που η ποίηση δεν διαβάζεται σήµερα; Τις πταίει;
Με στενοχωρεί πολύ, αν και δεν µπορώ να πω µε βεβαιότητα ποιος φταίει. Φταίνε µήπως οι καιροί µε τις αξίες που έχουν καθιερώσει; Φταίει η παιδεία ή µήπως φταίνε και οι ίδιοι οι ποιητές µε την αδυναµία τους να επιδράσουν ώστε να κάνουν τον κόσµο στοιχειωδώς καλύτερο;
Θέλω να περάσουµε στη ζωή σας. Είστε επιτελικό στέλεχος ενός µεγάλου οµίλου. Πρακτικά, στη δύσκολη καθηµερινότητά σας, πώς αντλείτε χρόνο για τη γραφή; Πότε και πού γράφετε;
Γράφω οπουδήποτε και οιαδήποτε ώρα. Φτάνει να έχει ωριµάσει η σκέψη µου και να έχει υπάρξει η «πρόκληση» που χρειάζεται προκειµένου να αισθανθεί κανείς την ανάγκη να εκφραστεί. Μπορεί να µην έχω πολύ ελεύθερο χρόνο, αλλά έχω εκπαιδευτεί να πειθαρχώ ώστε να µην αφήνω ανεκµετάλλευτη καµία στιγµή του εικοσιτετραώρου.
Η ποίησή σας παρηγορεί τους αναγνώστες σας εδώ και πολλά χρόνια. Εσάς τι σας παρηγορεί;
Εξίσου, αν όχι και περισσότερο, αισθάνοµαι να παρηγορεί και να ενδυναµώνει και εµένα τον ίδιο.