«Το ποδόσφαιρο θα βάλει τα δυνατά του να σε πείσει ότι είσαι ξεχωριστός. Αλλά πάντα πρέπει να θυμάσαι ότι δεν διαφέρεις από έναν μπάρμαν ή έναν ηλεκτρολόγο, από αυτούς που θα είναι φίλοι σου για μια ζωή. Και αυτή ακριβώς η σκέψη θα σε τραβήξει μακριά από την κατάθλιψή σου. Οχι το να θυμάσαι ότι δεν είσαι κάτι το ιδιαίτερο, αλλά το να θυμάσαι ότι είσαι ίδιος με όλους τους υπόλοιπους. Δεν μπορείς να το αντιληφθείς τώρα, στα 17 σου, αλλά σου ορκίζομαι ότι το αληθινό κουράγιο είναι να δείχνεις τις αδυναμίες σου και να μην ντρέπεσαι. Σου αξίζει το δώρο της ζωής, Τζίτζι. Οπως και στον καθένα. Να το θυμάσαι. Τα πράγματα συνδέονται με τρόπους που είσαι πολύ νέος και αφελής για να τους δεις τώρα. Το μόνο που μετανιώνω είναι ότι δεν «άνοιξες» το μυαλό σου στον κόσμο νωρίτερα».

Τα παραπάνω λόγια ανήκουν στον ξεχωριστό Τζιανλουίτζι -«Τζίτζι»- Μπουφόν. Πρόκειται για το γράμμα-ποταμό που έγραψε το 2019 ο «Σούπερμαν» των Ιταλών απευθυνόμενος στον 17χρονο εαυτό του. Σε εκείνο το δυνατό αγόρι που τον Νοέμβριο του 1995 ο τότε προπονητής της Πάρμα, Νέβιο Σκάλα, πριν από ένα σημαντικό παιχνίδι με τη Μίλαν, σκεπτόμενος να το ρίξει στη μάχη για πρώτη φορά το ρώτησε: «Τζίτζι, τι θα γινόταν αν έπαιζες αύριο; Θα ήσουν έτοιμος;» και εκείνο απάντησε «Μίστερ, γιατί αγχώνεστε; Ποιο είναι πρόβλημα;» άφοβο να ντεμπουτάρει κόντρα στη Μίλαν του Μπάτζιο, του Μαλντίνι, του Γουεά.

Ο Τζίτζι φορώντας τη φανέλα της Πάρμα πανηγυρίζει για την κατάκτηση του Κυπέλλου UEFA κόντρα στη Μαρσέιγ τον Μάιο του 1999.

Και αυτό το αγόρι έμελλε να αποτελέσει τον καλύτερο ίσως γκολκίπερ όλων των εποχών, τον τερματοφύλακα που κράτησε στην αγκαλιά του με την Εθνική Ιταλίας το Παγκόσμιο Κύπελλο το 2006. Εμελλε να γίνει ο αθλητής που κέρδισε δεκάδες τρόπαια, τα περισσότερα από αυτά με τη φανέλα της Γιουβέντους, με το μόνο που λείπει από τη συλλογή του να είναι η κούπα του Τσάμπιονς Λιγκ. Ηταν ακόμη ο άνδρας που δεν εγκατέλειψε τη Γιουβέντους ούτε όταν εξαιτίας του σκανδάλου «Calciopoli» με τους στημένους αγώνες υποβιβάστηκε στη Serie B, την ίδια στιγμή που παίκτες όπως ο Ιμπραΐμοβιτς και ο Καναβάρο πηδούσαν από το πλοίο της «βέκια σινιόρα». Και πάνω απ’ όλα, ο άνθρωπος που δεν φοβήθηκε να μιλήσει ανοιχτά για τα τρωτά του σημεία, όπως για τη μάχη του με την κατάθλιψη στα 26 του μόλις χρόνια, ο άνθρωπος που παραδέχεται τα λάθη του, όπως αυτό όταν φόρεσε κάτω από τη φανέλα του τερματοφύλακα εκείνο T-shirt με τo απαράδεκτο σύνθημα «Boia chi molla» (θάνατος στους δειλούς), αγνοώντας – αφελώς όπως δήλωσε – τις νεοφασιστικές συνδηλώσεις του.

Σήμερα ο μεγάλος ο Τζίτζι Μπουφόν, στα 45 του χρόνια, βρήκε τη δύναμη να σταματήσει το ποδόσφαιρο, να κρεμάσει τα γάντια του, βάζοντας stop στη μεγαλειώδη καριέρα του από εκεί που όλα ξεκίνησαν, από την αγαπημένη του ομάδα, την Πάρμα, στην οποία επέστρεψε το 2021. Ενιωσε ότι ήρθε η στιγμή να πει το μεγάλο «ciaο» στην ενεργό δράση μολονότι το συμβόλαιό του έληγε το 2024, την ίδια στιγμή που οι Σαουδάραβες του πρόσφεραν γη και ύδωρ (και συγκεκριμένα 30 εκατ. ευρώ τον χρόνο) ώστε να συνεχίσει την καριέρα του στη Saudi Pro League. Για τον Μπουφόν όμως ποτέ το παν δεν ήταν τα χρήματα. Ο γκολκίπερ που λατρεύτηκε ακόμα και από τους αντιπάλους του έχει βρει ήδη το επόμενο βήμα του. Φυσικά δεν θα είναι μακριά από το αγαπημένο του ποδόσφαιρο, αφού θα βρίσκεται και πάλι στις επάλξεις της Εθνικής Ιταλίας, αυτή τη φορά βέβαια από τη θέση του επικεφαλής της αντιπροσωπείας της ιταλικής ομοσπονδίας ποδοσφαίρου, όντας συνεργάτης του προπονητή της Ρομπέρτο Μαντσίνι, αντικαθιστώντας τον Τζιανλούκα Βιάλι, ο οποίος «έφυγε» από τη ζωή πριν από λίγους μήνες νικημένος από τον καρκίνο. «Επιστρέφω στην εθνική ομάδα γιατί εκείνο το παιδί που πέρασε την πύλη του Coverciano για πρώτη φορά πριν από 30 χρόνια θέλει ακόμη να ονειρεύεται και να ζήσει αυτό το όνειρο μαζί με τους ιταλούς φιλάθλους» έγραψε επισημοποιώντας την επιστροφή του στην αγαπημένη του «σκουάντρα ατζούρα».

Η μεγαλειώδης πορεία

Είναι 1990. Είναι 12 ετών. Ηδη παίζει ποδόσφαιρο. Εκείνη την ημέρα κάνει πολλή ζέστη. Η γιαγιά του μαγειρεύει στην κουζίνα και εκείνος παρακολουθεί φανατικά το Μουντιάλ από την τηλεόραση. Μια μορφή τον εντυπωσιάζει. Είναι ο γκολκίπερ του Καμερούν, Τόμας Ενκονό, αυτός ο απίθανος τύπος που δεν διστάζει να τα βάλει με την Αργεντινή του Μαραντόνα. Ο Τζίτζι που μέχρι τότε έπαιζε μέσος σκέφτεται για πρώτη φορά ότι θα μπορούσε η θέση του να είναι κάτω από τα δοκάρια. Ο Ενκονό έγινε το ίνδαλμά του που δεν ξέχασε ποτέ: όταν γεννήθηκε ο πρωτότοκος γιος του το 2007 τού έδωσε το όνομα Τόμας, προς τιμή του.

Ο Τζιανλουίτζι Μπουφόν είδε πρώτη φορά το φως αυτού του κόσμου στις 28 Ιανουαρίου 1978, στην Καράρα της Τοσκάνης. Ο πατέρας του, Αντριάνο, ήταν αρσιβαρίστας και ασχολούνταν με τη σφαιροβολία, ενώ η μητέρα του, Μαρία Στέλλα, ήταν τρεις φορές πρωταθλήτρια Ιταλίας στη σφαιροβολία και στη δισκοβολία Τα αθλητικά γονίδια ήταν εκεί. Οι αδελφές του, Βερόνικα και Γκουενταλίνα, θα φτάσουν να παίξουν στην εθνική ομάδα βόλεϊ της Ιταλίας, ενώ ξάδελφος του παππού του είναι ο τερματοφύλακας Λορέντζο Μπουφόν, ο οποίος αγωνίστηκε τη δεκαετία του 1960 σε ομάδες όπως η Μίλαν και η Φιορεντίνα. Ο Τζίτζι βέβαια θα τους ξεπεράσει όλους, αποτελώντας έναν από τους καλύτερους τερματοφύλακες όλων των εποχών.

To αγόρι λοιπόν που λάτρευε να καταβροχθίζει τα σάντουιτς με μορταδέλα που του έφτιαχνε η γιαγιά του, ξεκίνησε ουσιαστικά την καριέρα του από τα τμήματα της Πάρμα, παίζοντας ως μέσος. Αρχικά δεν φαινόταν να είναι το τεράστιο ταλέντο, αλλά είχε όλα τα σωματικά προσόντα για να γίνει ένας καλός παίκτης. Ετσι λοιπόν ξαφνικά όταν οι δύο τερματοφύλακες της ομάδας των νέων της Πάρμα τραυματίστηκαν οι προπονητές σκέφτηκαν ότι το πιο ψηλό και δυνατό αγόρι από την ομάδα θα πρέπει να καθίσει κάτω από τα δοκάρια. Ηταν ο Τζίτζι. Προσαρμόστηκε γρήγορα σε αυτόν τον ρόλο και μέσα σε δύο εβδομάδες είχε προαχθεί σε πρώτο τερματοφύλακα της ομάδας νέων της Πάρμα. Υστερα από μια πρώτη κλήση για προπόνηση με την πρώτη ομάδα το καλοκαίρι του 1994, ο Μπουφόν προήχθη στην ομάδα των μεγάλων το 1995 και σε ηλικία 17 ετών και 295 ημερών έκανε το ντεμπούτο του στη Serie A υπό τον Νέβιο Σκάλα κρατώντας καθαρό φύλλο αγώνα στην εντός έδρας ισοπαλία 0-0 με την πανίσχυρη τότε Μίλαν. Το ημερολόγιο έγραφε 19 Νοεμβρίου 1995.

Τη σεζόν 1996-97, τη δεύτερη δηλαδή πλήρη σεζόν του με τον σύλλογο της Πάρμα, ο Μπουφόν έγινε πλέον ο βασικός της τερματοφύλακας, ενώ στην τρίτη του πλέον χρονιά, σε ηλικία μόλις 19 ετών, έπαιξε στο Τσάμπιονς Λιγκ. Eίναι η ίδια χρονιά που ο Μπουφόν «κατακτά» το παρατσούκλι «Σούπερμαν» όταν απέκρουσε ένα πέναλτι του επιθετικού της Ιντερ, του θρυλικού Ρονάλντο, και πετώντας τη φανέλα έδειξε στους οπαδούς της Πάρμα ότι φορούσε από κάτω ένα μπλουζάκι με τον Σούπερμαν.

Φωτ.: REUTERS/Alberto Lingria

Στην τέταρτη σεζόν του με τον σύλλογο (1998-1999) ο Τζίτζι κατέκτησε πλέον και το πρώτο του ευρωπαϊκό τρόπαιο, το Κύπελλο UEFA, κρατώντας απόρθητο το τέρμα στον τελικό με τη Μαρσέιγ, ο οποίος έληξε με νίκη της Πάρμα με 3-0. Την ίδια χρονιά κατέκτησε και το Coppa Italia, καθώς η Πάρμα νίκησε τη Φιορεντίνα εκτός έδρας. Οι επιδόσεις του εκείνη τη σεζόν τού χάρισαν το βραβείο τερματοφύλακα της χρονιάς στη Serie A, καθώς και το βραβείο Bravo, που απονέμεται στον καλύτερο παίκτη κάτω των 23 ετών στην Ευρώπη. Κατέλαβε επίσης την πέμπτη θέση στην κατάταξη των καλύτερων τερματοφυλάκων του κόσμου της Διεθνούς Ομοσπονδίας Ιστορίας και Στατιστικής του Ποδοσφαίρου και έλαβε την πρώτη του υποψηφιότητα για Χρυσή Μπάλα.

Στους Παρμέντζι λοιπόν ο Μπουφόν έγραψε τη δική του ιστορία. Στις 3 Ιουλίου όμως του 2001 ήρθε η στιγμή για το επόμενο μεγάλο του βήμα με τη μεταγραφή του στη Γιουβέντους. Η Γηραιά Κυρία τον απέκτησε σχεδόν έναντι 52 εκατ. δολαρίων, ενός ποσού ρεκόρ που τον κατέστησε – τότε – τον ακριβότερο τερματοφύλακα του πλανήτη. Και εκεί στο Τορίνο με τη Γιουβέντους κατέκτησε σχεδόν τα πάντα, εκτός από ένα Champion League, γεγονός που πάντα θα τον πονά, μολονότι το «άγγιξε» τρεις φορές, σε ισάριθμους τελικούς (2003, 2015, 2017).

Τον Ιούλιο του 2018 ήρθε για πρώτη φορά η στιγμή να φύγει εκτός Ιταλίας. Υπέγραψε με την Παρί Σεν Ζερμέν, μένοντας τελικά στο Παρίσι μόλις για έναν χρόνο και επιστρέφοντας στη Γιουβέντους και στο Τορίνο, το καλοκαίρι του 2019. Κατά την άφιξή του τού προσφέρθηκε η φανέλα με το νούμερο 1 από τον τερματοφύλακα Βόιτσεχ Στσένσνι και η αρχηγία από τον Τζόρτζιο Κιελίνι, αλλά απέρριψε και τις δύο προτάσεις λέγοντας: «Δεν επέστρεψα για να πάρω κάτι από κάποιον ή να πάρω πίσω κάτι. Θέλω απλώς να προσφέρω στην ομάδα μου». Αντ’ αυτού λοιπόν επέλεξε να φορέσει το νούμερο 77, το ίδιο νούμερο που είχε φορέσει κατά την τελευταία του σεζόν στην Πάρμα, πριν έρθει στη Γιουβέντους το 2001.

Φωτ.: REUTERS/Stefano Rellendini (ITALY – Tags: SPORT SOCCER)

Το τελευταίο του παιχνίδι για τη Γηραιά Κυρία το έδωσε στις 19 Μαΐου 2021. Ηταν η 685η εμφάνισή του με τον σύλλογο στον τελικό του Coppa Italia που έληξε με νίκη 2-1 υπέρ της Γιουβέντους ενάντια στην Αταλάντα, με τον ίδιο να ισοφαρίζει τον Ρομπέρτο Μαντσίνι ως ο παίκτης με τις περισσότερες κατακτήσεις τίτλων. Ηταν ο καλύτερος επίλογος, μέχρι το επόμενο βήμα του. Γιατί στις 17 Ιουνίου 2021 ανακοινώθηκε η επιστροφή του στο μέρος όπου όλα ξεκίνησαν, στην αγαπημένη του Πάρμα. Ο κύκλος εκεί άνοιξε και εκεί έπρεπε για τον ίδιο να κλείσει. Τι και εάν η Πάρμα έπαιζε στη Serie B; Εκείνος μάτωσε τα γόνατά του ακόμα μία φορά για εκείνη.

Βέβαια, η ιστορία θα γραφόταν πολύ διαφορετικά εάν το καλοκαίρι του 2021 η Πάρμα δεν τον είχε τελικά προσεγγίσει. Γιατί εάν ο ανυπέρβλητος Τζιανλουίτζι Μπουφόν δεν είχε κάνει τότε μια καθαρά συναισθηματική επιλογή διαλέγοντας να επιστρέψει στην ομάδα από όπου ξεκίνησε, οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ λένε ότι ανάμεσα στις πολλές και δελεαστικές προτάσεις που είχε δεχτεί τότε, εκείνος θα επέλεγε να φορέσει τη φανέλα του Ολυμπιακού, με όλους εμάς να έχουμε την τιμή να τον δούμε να αγωνίζεται στα ελληνικά γήπεδα. Εκείνη την εποχή μάλιστα ο μανάτζέρ του, Σιλβάνο Μαρτίνα, μιλώντας στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων δήλωσε χαρακτηριστικά ότι «θα άρεσε στον Μπουφόν να παίξει στον Ολυμπιακό. Είναι μια μεγάλη ομάδα, γνωστή, παίζει στο Champions League», επιβεβαιώνοντας έτσι το μεταγραφικό ρεπορτάζ των ιταλικών εφημερίδων. Οι άριστες σχέσεις που διατηρεί ο σπουδαίος γκολκίπερ με τους Ερυθρόλευκους ήταν και είναι άλλωστε δεδομένες. Μάλιστα το 2017, πριν από την έναρξη της αναμέτρησης του αγώνα Ολυμπιακός – Γιουβέντους για την τελευταία (6η) αγωνιστική φάση των ομίλων του Champions League, ο μεγάλος σύλλογος του Πειραιά τίμησε τον Μπουφόν παραδίδοντάς του τιμητική πλακέτα.

Φωτ.: Handout/Osservatore Romano via Reuters

Ενας γήινος ήρωας

Ο Μπουφόν δεν έκρυψε ποτέ τα τρωτά του σημεία, ίσως γι’ αυτό αγαπήθηκε και τόσο πολύ. Δεν δίστασε για παράδειγμα στην αυτοβιογραφία του με τίτλο «Numero 1» – κυκλοφόρησε το 2008 – να αποκαλύψει τη μάχη του με την κατάθλιψη. Συγκεκριμένα υπέφερε από κρίσεις κατάθλιψης κατά τη διάρκεια της σεζόν 2003-04, μετά την ήττα της Γιουβέντους στα πέναλτι στον τελικό του Champions League το 2003 και εξαιτίας της εν γένει αρνητικής απόδοσης της ομάδας του εκείνη τη σεζόν. Το 2013 μάλιστα αποκάλυψε ότι μεταξύ του Δεκεμβρίου του 2003 και του Ιουνίου του 2004 επισκεπτόταν τακτικά έναν ψυχολόγο, αλλά αρνήθηκε να πάρει φαρμακευτική αγωγή και ξεπέρασε τελικά την κατάθλιψή του πριν από το Euro 2004.

Οταν η ψυχική αυτή νόσος τού χτύπησε την πόρτα ήταν μόλις 26 ετών. Ηταν ο τερματοφύλακας της Γιουβέντους αλλά και της Εθνικής Ιταλίας. Είχε χρήματα και απολάμβανε τον σεβασμό. Οι άνθρωποι τον αποκαλούσαν «Superman». «Και όμως, η αλήθεια είναι ότι η πίεση αυτού του επαγγέλματος μπορεί να σε κάνει ένα ρομπότ» σημείωνε στο γράμμα προς τον 17χρονο εαυτό του. «Η ρουτίνα σου γίνεται φυλακή. Πηγαίνεις στην προπόνηση. Γυρνάς σπίτι και βλέπεις τηλεόραση. Κοιμάσαι. Κάνεις τον ίδιο την επόμενη ημέρα. Νικάς. Χάνεις. Και αυτό επαναλαμβάνεται. Eνα πρωί θα σηκωθείς από το κρεβάτι για να πας στην προπόνηση και τα πόδια σου θα τρέμουν ανεξέλεγκτα. Θα είσαι τόσο αδύναμος που δεν θα μπορείς ούτε το αυτοκίνητό σου να οδηγήσεις. Αρχικά θα σκεφτείς ότι πρόκειται για κούραση ή για κάποια ίωση. Αλλά στη συνέχεια θα χειροτερέψει. Το μόνο που θα θέλεις είναι να κοιμηθείς. Στην προπόνηση, κάθε απόκρουση θα μοιάζει με τιτάνια προσπάθεια». Οπως ακόμα έγραφε σε αυτό το πολύτιμο γράμμα, «τα χρήματα και η φήμη δεν πρέπει να είναι ο σκοπός. Αν δεν φροντίζεις την ψυχή σου, αν δεν αναζητάς έμπνευση σε πράγματα εκτός ποδοσφαίρου, θα φθαρείς. Αν θα μπορούσα να σου δώσω μια συμβουλή, αυτή είναι να είσαι πολύ πιο περίεργος για τον κόσμο γύρω σου όταν είσαι ακόμη νέος. Θα γλιτώσεις τον εαυτό σου, και κυρίως την οικογένειά σου, από πολλές στενοχώριες» σημείωνε.

Κάπως έτσι ο σκληρός Μπουφόν, που δεν γνωρίζει τίποτα από τέχνη, όπως περιγράφει, μια μέρα μπήκε σε ένα μουσείο και έμεινε έκθαμβος μπροστά στον πίνακα του Σαγκάλ «Walk». Επέστρεψε μάλιστα και την επόμενη ημέρα για να τον θαυμάσει ξανά βρίσκοντας στην τέχνη μια θεραπευτική οδό. Αυτός είναι ο Μπουφόν: εκρηκτικός και ευαίσθητος. Ποιος μπορεί να ξεχάσει την πράξη του όταν ο αρχηγός της Φιορεντίνα, Νταβίντε Αστόρι, έφυγε από τη ζωή εξαιτίας καρδιακού επεισοδίου που υπέστη στον ύπνο του το 2018; Μολονότι ο Τζίτζι βρισκόταν στο Λονδίνο για την αναμέτρηση  της Γιουβέντους με την Τότεναμ για την πρόκριση στα προημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ, μετά το τέλος του αγώνα ναύλωσε με προσωπικά του έξοδα αεροσκάφος για να παρευρεθεί στην κηδεία του Αστόρι μαζί με άλλους συμπαίκτες του και εκπροσώπους της Γιουβέντους. Δεδομένης μάλιστα της ιστορικής εχθρότητας μεταξύ της Γηραιάς Κυρίας και της Φιορεντίνα τού προτάθηκε αρχικά να εισέλθει με τους υπόλοιπους παίκτες της Γιουβέντους στον καθεδρικό ναό Santa Croce από μια εναλλακτική είσοδο. Το απέρριψε. Πέρασε από την κεντρική είσοδο, με τους οπαδούς των Βιόλα τελικά να τους χειροκροτούν.

Φωτ.: EPA/FACUNDO ARRIZABALAGA

Ισως η πιο δύσκολη στιγμή της καριέρας του ήρθε τον Μάιο του 2006 στη διάρκεια της κορύφωσης του περίφημου σκανδάλου Calciopoli με τους στημένους αγώνες. Ο ίδιος κατηγορήθηκε για παράνομο στοίχημα σε αγώνες της Serie A, γεγονός που αρχικά έθεσε σε κίνδυνο τη θέση του στην Εθνική Ιταλίας για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2006. Ο Μπουφόν ανακρίθηκε επίσημα και παραδέχθηκε ότι έβαζε στοιχήματα σε αθλητικούς αγώνες μέχρι να απαγορευθεί αυτό στους παίκτες τον Οκτώβριο του 2005, αλλά αρνήθηκε ότι έβαλε ποτέ στοιχήματα σε αγώνες ιταλικού ποδοσφαίρου. Απαλλάχθηκε από όλες τις κατηγορίες τον Δεκέμβριο του 2006 και ο ίδιος παρέμεινε πιστός στην αγαπημένη του Γιουβέντους παρά τον υποβιβασμό της στη Serie Β εξαιτίας αυτού του σκανδάλου, μολονότι τότε κορυφαίες ευρωπαϊκές ομάδες τού προσέφεραν εκατομμύρια για μια χρυσή μεταγραφή.

Φωτ.: Μάρκος Χουζούρης

Το σημαντικότερο είναι ότι ο Μπουφόν παραδέχεται τα λάθη του και ξέρει να ζητάει συγνώμη. Οπως για παράδειγμα για εκείνη την ατυχή στιγμή το 1999, όταν έγραψε τη φράση «Boia chi molla» («Θάνατος στους δειλούς») στην μπλούζα που φορούσε κάτω από τη φανέλα, αγνοώντας, όπως τουλάχιστον είπε, την ακροδεξιά προέλευσή της και τονίζοντας ότι το χρησιμοποίησε ως σύνθημα για να ενθαρρύνει τους συμπαίκτες του και τους οπαδούς της Πάρμα. «Ηταν ένα από τα λάθη που κόστισε στην οικογένειά μου πολύ πόνο. Αλλά αυτά τα λάθη είναι σημαντικά, γιατί σου υπενθυμίζουν ότι είσαι άνθρωπος. Και θα σου θυμίζουν ξανά και ξανά ότι δεν ξέρεις τίποτα, φίλε μου» έγραφε χαρακτηριστικά στο γράμμα προς τον 17χρονο εαυτό του, σημειώνοντας με νόημα πως για το μόνο που μετανιώνει είναι ότι «δεν άνοιξε το μυαλό του στον κόσμο νωρίτερα».

Kαι η στάση του πλέον το αποδεικνύει με πλούσιο φιλανθρωπικό έργο. Το 2012 εντάχθηκε στο πρόγραμμα «Respect Diversity» μέσω της UEFA, το οποίο αποσκοπούσε στην καταπολέμηση του ρατσισμού, των διακρίσεων και της μισαλλοδοξίας στο ποδόσφαιρο, ενώ από τον Οκτώβριο 2019 ορίστηκε Πρέσβης Καλής Θελήσεως του ΟΗΕ για το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα.

Πατέρας και σύζυγος

Αναμφισβήτητα αποτελεί έναν από τους ομορφότερους ιταλούς αθλητές. Εντυπωσιακός, με ύψος 1,92 μ. και διαπεραστικά μπλε μάτια. Η προσωπική του ζωή φυσικά υπήρξε πολυκύμαντη. Η πρώτη γνωστή του σχέση ήταν με την ιταλίδα σπρίντερ Βιτσέντζα Καλί. Το 2011 παντρεύτηκε το μοντέλο Αλένα Σερέντοβα από την Τσεχία, έπειτα από σχέση έξι ετών. Είχαν αποκτήσει ήδη δύο παιδιά, τον Λουί Τόμας, που γεννήθηκε το 2007, και τον Ντέιβιντ Λι, που γεννήθηκε το 2009 και πήρε το όνομά του από τον τραγουδιστή των «Van Halen» Ντέιβιντ Λι Ροθ. Τον Μάιο του 2014 ο Μπουφόν ανακοίνωσε το διαζύγιό του από την Αλένα και αργότερα έγινε γνωστή η σχέση του με την ιταλίδα αθλητικογράφο, δημοσιογράφο και τηλεπαρουσιάστρια Ιλάρια Ντ’Αμίκο, με το ζευγάρι να ανακοινώνει τη γέννηση του γιου τους, Λεοπόλδο Ματία, το 2016.

Ο σπουδαίος Μπουφόν στα 45 του μοιάζει να έχει ζήσει δεκάδες ζωές, αποχωρώντας χορτασμένος από την ενεργό δράση. Στα γάντια του μπορούσες να διακρίνεις ραμμένα τα αρχικά CUIT». Σήμαιναν «Commando Ultra Indian Trips» – είναι ο σύνδεσμος των οργανωμένων οπαδών της Καραρέζε, της ομάδας της Καράρα, της πόλης από την οποία κατάγεται. Mιας ομάδας που ποτέ δεν ξέχασε, έχοντας υπάρξει μάλιστα και τρία χρόνια πρόεδρός της. Γιατί αυτός είναι ο Μπουφόν. Ο,τι αγαπούσε το αποθέωνε και το αποθεώνει.