Καμιά φορά είναι δύσκολο να πιστέψεις στην τύχη σου. Να συνειδητοποιήσεις δηλαδή ότι η γυναίκα που κάθεται απέναντί σου, επιδεικνύοντας χαμογελαστή το σήμα κατατεθέν κενό στα μπροστινά της δόντια και χαϊδεύοντας ένα ασθμαίνον μπουλντόγκ με το όνομα Ντόλι, έχει υπάρξει διάσημη εδώ και 50 χρόνια ως καλλιτέχνις αλλά και ως σύντροφος και μούσα ενός από τους σημαντικότερους ευρωπαίους καλλιτέχνες του 20ού αιώνα. Η Τζέιν Μπίρκιν ωστόσο, παρ’ όλο που καθορίστηκε από τη σχέση της με τον Σερζ Γκενσμπούρ, μπορεί να υπερηφανεύεται για πολύ περισσότερα: έχει παίξει στο «Blow Up» (1966) του Μικελάντζελο Αντονιόνι, έχει εμφανιστεί στη μεγάλη οθόνη, στην «Πισίνα» (1969), δίπλα στον Αλέν Ντελόν και στη Ρόμι Σνάιντερ – και φαινόταν εξίσου όμορφη με αυτά τα δύο σύμβολα του κάλλους (αυτό κι αν είναι κατόρθωμα) -, έχει συμπράξει με φημισμένους σκηνοθέτες όπως ο Πατρίς Σερό, ο Ζακ Ριβέτ και ο Τζέιμς Αϊβορι, δύναται να επιδείξει σημαντικό φιλανθρωπικό έργο και έχει κυκλοφορήσει ακόμη και την τελευταία δεκαπενταετία ορισμένα εξόχως ενδιαφέροντα άλμπουμ, για τα οποία συνεργάστηκε με μερικούς συναρπαστικούς καλλιτέχνες της νεότερης από εκείνη γενιάς, όπως ο Μανού Τσάο, η Μπεθ Γκίμπονς, ο Ρούφους Γουέινραϊτ και ο Μπράιαν Μόλκο. Το ότι μια πανάκριβη τσάντα του οίκου Hermès έχει ονομαστεί «Birkin» προς τιμήν της αποτελεί απλώς το κερασάκι στην τούρτα.
Εχουμε συναντηθεί στο δωμάτιο ενός ρετρό ξενοδοχείου μία ημέρα πριν από την εμφάνισή της στο μουσικό φεστιβάλ Paléo που πραγματοποιείται κάθε χρόνο στην ελβετική πόλη Νιόν. Η Μπίρκιν παρουσίασε εκεί την παράσταση «Birkin/Gainsbourg: Le Symphonique» στο πλαίσιο μιας διεθνούς περιοδείας που θα κάνει μία στάση και στην Αθήνα. Η 72χρονη ηθοποιός, τραγουδίστρια και ακτιβίστρια θα ερμηνεύσει το Σάββατο 21 Σεπτεμβρίου ορισμένα τραγούδια του θρύλου Γκενσμπούρ κάτω από την Ακρόπολη, στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού, συνοδευόμενη από την Ορχήστρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, υπό τη διεύθυνση του σημαντικού μαέστρου Αλέξανδρου Μυράτ. Κρίνοντας από τις αντιδράσεις του μαγεμένου γαλλόφωνου κοινού, η συνθήκη λειτουργεί. Η Μπίρκιν έχει πειράξει ξανά, δημιουργικώ τω τρόπω, τα τραγούδια του μέντορά της – οι έθνικ επιρροές στο «Arabesque» του 2002 δημιούργησαν, για παράδειγμα, ένα αριστουργηματικό αποτέλεσμα -, όμως και τώρα οι ενορχηστρώσεις του ιάπωνα συνθέτη και πιανίστα Νομπουγιούκι Νακαζίμα φέρνουν στο φως ξεχωριστές ποιότητες του έργου του Γκενσμπούρ. Οι χαμηλόφωνες, συναισθηματικές ερμηνείες, σε συνδυασμό με τον σοφά μελετημένο συμφωνικό ήχο, δίνουν νέα πνοή ακόμη και σε πολυακουσμένα κομμάτια όπως το «L’Anamour» ή φορτίζουν με ακόμη πιο έντονη συγκινησιακή δύναμη σπαραξικάρδιους ύμνους σαν το «La Chanson de Prévert».
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.