Το άστρο του μεσουράνησε τις δεκαετίες του ’70 και του ’80, όταν η διαφημιστική εταιρεία που ίδρυσε με τον αδελφό του Μορίς έγινε η μεγαλύτερη του κόσμου και σίγουρα η πιο γνωστή, με χιλιάδες υπαλλήλους και εκατοντάδες γραφεία σε δεκάδες χώρες ανά την υφήλιο. Βέβαια έγινε ευρύτερα γνωστός χάρη στην αγάπη του για την τέχνη και στην κομβική του στήριξη στους Young British Artists (YBA), τους Νέους Βρετανούς Καλλιτέχνες, όπως ο Ντέμιαν Χιρστ, που ήρθαν και αναστάτωσαν τη σύγχρονη τέχνη και την οικονομική αξία της. «Οπως ο Απολινέρ μίλησε για τον «κυβισμό» και ο Μπρετόν για τον σουρεαλισμό, έτσι και ο Σάατσι επινόησε τους YBAs» γραφόταν παλαιότερα στον βρετανικό Τύπο.
Εν τω μεταξύ, άνοιξε μια Πινακοθήκη για να δείχνει τα αποκτήματά του, τη Saatchi Gallery, η οποία πλέον βρίσκεται στο Τσέλσι του Λονδίνου και συνιστά δημόσιο αγαθό από το 2010, τη χρονιά που επέλεξε να τη δωρίσει μαζί με 200 έργα της συλλογής του (αξίας περίπου 30 εκατ. στερλινών την εποχή εκείνη). Ανάμεσά τους και το ακατάστατο κρεβάτι-μνημείο πεσόντων ερώτων της Τρέισι Εμιν («My Bed», 1998), το οποίο την κατέστησε υποψήφια για τα σημαντικά βρετανικά εικαστικά βραβεία Turner το 1999. Σημαντικά, σπουδαία επιτεύγματα για τον βρετανοϊρακινό επιχειρηματία εβραϊκής καταγωγής που τον κατέστησαν πολύ περισσότερο διάσημο από ό,τι η εντυπωσιακή καριέρα του στη διαφήμιση, αν και όλα επισκιάστηκαν σε έναν βαθμό ήταν ήρθε στο φως το 2013 η διαβόητη φωτογραφία με το χέρι του να σφίγγει τον λαιμό της διάσημης, αισθησιακής σεφ Ναϊτζέλα Λόσον, που υπήρξε η τρίτη σύζυγός του, τη δεκαετία 2003-2013.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.