Τα Αγια Πάθη, όλα όσα υπέστη ο Ιησούς Χριστός για τη σωτηρία του ανθρώπινου γένους, με αποκορύφωμα τη σύλληψη, τα μαρτύρια και τη Σταύρωση, αποτελούν κάθε χρόνο αφορμή για περισυλλογή και προσωπική συμμετοχή στην κατανυκτική ατμόσφαιρα των ημερών. Οι μεγαλύτεροι και σπουδαιότεροι των ζωγράφων από όλον τον κόσμο έχουν απεικονίσει κατά καιρούς με συγκλονιστικό τρόπο σκηνές από τα Πάθη του Σωτήρος διατρανώνοντας οικουμενικά μηνύματα σε κυριολεκτικό, μεταφορικό και αλληγορικό επίπεδο.

«Η αγωνία στον κήπο της Γεθσημανής» («The Αgony in the Garden», π. 1504) του Ραφαήλ, που βρίσκεται στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης, ήταν αρχικά κομμάτι ενός τριπτύχου με σκηνές επικεντρωμένες στις τελευταίες ημέρες του Ιησού. Στη συγκεκριμένη σκηνή ο Χριστός προσεύχεται πριν από τη σύλληψή του, ενώ οι μαθητές κοιμούνται γύρω του. Ο μικρός άγγελος τού προσφέρει ένα δισκοπότηρο ή ένα κύπελλο που είναι κατά μία ερμηνεία η απεικόνιση της προσευχής του Χριστού – «πάτερ μου, εἰ δυνατόν ἐστι, παρελθέτω ἀπ᾿ ἐμοῦ τὸ ποτήριον τοῦτο· πλὴν οὐχ ὡς ἐγὼ θέλω, ἀλλ᾿ ὡς σύ» -, καθώς σταδιακά αποδέχεται την αναπόδραστη μοίρα του.

«Η σύλληψη του Χριστού», με την αποκαρδιωτική σκηνή της προδοσίας από τον Ιούδα, μολονότι δεν διακατέχεται από (εμφανή) βία, είναι συγκλονιστική. Είτε μιλάμε για την πρώιμη εκδοχή της από τον Τζιότο, είτε βεβαίως για εκείνη που φιλοτεχνήθηκε από τον Καραβάτζιο γύρω στο 1602 και βρίσκεται στην Εθνική Πινακοθήκη της Ιρλανδίας στο Δουβλίνο. Χαρακτηρίζεται από τις δραματικές φωτοσκιάσεις, το εμβληματικό κιαροσκούρο του μεγάλου ζωγράφου της εποχής του μπαρόκ, ο οποίος έχει καταφέρει να μεταφέρει τον συναισθηματικό κόσμο των πρωταγωνιστών της σκηνής αποδίδοντας και τη μοχθηρία στο πρόσωπο του Ιούδα αλλά και τη θλιμμένη παραίτηση σε εκείνο του Ιησού. Τη σύνθεση συμπληρώνουν τρεις στρατιώτες όπως και ένας άνδρας που κρατάει ένα φανάρι και φωτίζει τη σκηνή – πιστεύεται ότι μάλλον πρόκειται για τον ίδιο τον Καραβάτζιο. Ο δε Ιωάννης στα αριστερά μοιάζει να φεύγει έντρομος από το κάδρο, με τους μελετητές του έργου του ζωγράφου να ισχυρίζονται ότι με τη συγκεκριμένη απεικόνιση ο Καραβάτζιο, ο μεγάλος αμαρτωλός στην Ιστορία της τέχνης, ήθελε να υπαινιχθεί ότι ο αναμάρτητος δεν είναι πάντα εκείνος που μένει πιστός στον δάσκαλο ή στον φίλο του όταν τα πράγματα παίρνουν δραματική τροπή.

Ecce Homo

«Ιδε ο άνθρωπος» («Ecce Homo» λατινιστί): Η φράση είχε καταλυτική σημασία στο μαρτύριο του Χριστού, καθώς βγήκε από το στόμα του Πόντιου Πιλάτου όταν ο Ιησούς εκτέθηκε απογυμνωμένος, με ακάνθινο στεφάνι και πορφυρό στρατιωτικό χιτώνα ενώπιον του ιουδαϊκού λαού από τους Ρωμαίους στην Ιερουσαλήμ. Η ευαγγελική σκηνή αποδόθηκε από πολλούς ζωγράφους είτε σε πολυπληθείς συνθέσεις είτε μέσα από την απεικόνιση του Ιησού με τον Πόντιο Πιλάτο. Ο ολλανδός ζωγράφος Ιερώνυμος Μπος έζησε στη μεταβατική περίοδο από τον Μεσαίωνα στην Αναγέννηση και ήταν από τους πρώτους καλλιτέχνες της εποχής που καταπιάστηκαν με τη συγκεκριμένη σκηνή, μάλιστα φιλοτέχνησε μια ολόκληρη σειρά έργων με το Θείο Δράμα. Στη δική του εκδοχή τού «Ιδε ο άνθρωπος» (1475-1485), ένα έργο που βρίσκεται στο Μουσείο Städel στη Φρανκφούρτη, ο διάλογος μεταξύ Πιλάτου και πλήθους υποδηλώνεται μέσα από τρεις γοτθικές επιγραφές τοποθετημένες κοντά στα στόματα των πρωταγωνιστών. Ο δε Ιησούς παρουσιάζεται όχι ως Μεσσίας αλλά ως άνθρωπος ταπεινωμένος, μια απεικόνιση εντελώς διαφορετική από εκείνη που θα ακολουθήσει στην ύστερη Αναγέννηση, όταν και αποδίδεται ως μαρτυρικός ήρωας ο οποίος περιμένει αγέρωχος τον θάνατο.

Ενας άλλος, μεταγενέστερος πίνακας του Ιερώνυμου Μπος δείχνει τον Χριστό με τον Ακάνθινο Στέφανο («Ο χλευασμός του Ιησού», π. 1510) και βρίσκεται στην Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου. Πρόκειται για ελαιογραφία σε ξύλο και ξεχωρίζει για την κραυγαλέα αντίθεση ανάμεσα στην κεντρική, γαλήνια μορφή του Ιησού, ο οποίος αντικρίζει με ηρεμία τους θεατές, και τη βαρβαρότητα των βασανιστών του. Συνιστά μια απόκλιση από το ύφος αποτύπωσης της συγκεκριμένης σκηνής, όπως και των Παθών γενικότερα εκείνη την εποχή, κοινώς με αίμα και βία.

«Η πορεία προς τον Γολγοθά» (1564), μια ελαιογραφία σε ξύλο από τον εκπρόσωπο της ολλανδικής αναγεννησιακής ζωγραφικής, Πίτερ Μπρίγκελ τον Πρεσβύτερο, είναι ένα αξιοσημείωτο έργο που βρίσκεται στο Kunsthistorisches Museum στη Βιέννη. Mέσα σε ένα αχανές τοπίο, ο Χριστός κουβαλάει τον σταυρό σε μια πολυάνθρωπη πομπή που τον οδηγεί στο ύστατο μαρτύριό του. Φέρει χαρακτηριστικά μανιεριστικής ζωγραφικής, από την άποψη ότι ο πρωταγωνιστής της σκηνής χάνεται μέσα στο πλήθος, μαζί με το γεγονός ότι η Θεοτόκος τοποθετείται σε βραχώδες προσκήνιο που την καθιστά απομακρυσμένη από τα τεκταινόμενα. Είναι μια σύνθεση ασυνήθιστα παραδοσιακή για τα δεδομένα του συγκεκριμένου ζωγράφου, ο οποίος εν προκειμένω ακολούθησε το παράδειγμα ενός σύγχρονού του καλλιτέχνη στην Αμβέρσα, του Πίτερ Αρτσεν.

«Η μαστίγωση του Χριστού» («Flagellation of Christ», π. 1617) από τον φλαμανδό ζωγράφο του μπαρόκ Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς, μας φέρνει στην καρδιά των γεγονότων. Βρίσκεται στον Ναό του Αγίου Παύλου στην Αμβέρσα και χαρακτηρίζεται από τις ανήσυχες πινελιές και τη γλυπτική δύναμη στην απόδοση των χαρακτήρων, όπως και από την ισορροπημένη σύνθεση γύρω από τη μορφή που βρίσκεται στο κέντρο. Ο Ρούμπενς συχνά βασίζει τις στάσεις των σωμάτων σε πρώιμα παραδείγματα που είχε αντιγράψει κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Ιταλία.

Μεγάλη δύναμη διαθέτει και ο πίνακας του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου «Ο Χριστός αίρων τον Σταυρόν» (1577-1587) που βρίσκεται στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης. Ο Ιησούς κουβαλά τον σταυρό του μαρτυρίου μόνος, δίχως να περιστοιχίζεται από πλήθος, μια θεματική στην οποία ο Ελ Γκρέκο επιδόθηκε όσο ήταν στην Ισπανία. Ο συγκεκριμένος καμβάς είναι αναμφισβήτητα η παλαιότερη εκδοχή επάνω στο θέμα, ξεχωρίζει γιατί επικεντρώνεται στο πρόσωπο και στο σώμα του Θεανθρώπου και είναι επί της ουσίας μια λατρευτική εικόνα μεγάλης αμεσότητας. Η προθυμία για την επερχόμενη θυσία εκφράζεται μέσα από τον ευγενή εναγκαλισμό του σταυρού και το γαλήνιο βλέμμα προς τον ουρανό.

Σταύρωσον αυτόν

Το ύστατο μαρτύριο, η Σταύρωση, έχει αποτυπωθεί με πολλούς τρόπους μέσα στους αιώνες και ένας από αυτούς είναι η εκδοχή του Ντιέγο Βελάθκεθ, ενός από τους σημαντικότερους ισπανούς ζωγράφους της περιόδου του μπαρόκ. Η ελαιογραφία με τίτλο «Ο σταυρωμένος Χριστός» («Christ Crucified», 1632) βρίσκεται στο Μουσείο του Πράδο στη Μαδρίτη και μολονότι εντάσσεται στην εποχή του μπαρόκ δεν φέρει τα δραματικά χαρακτηριστικά του. Πρόκειται για ένα μετωπιαίο πορτρέτο σε φυσικό μέγεθος, με τον Ιησού να αποδίδεται βάσει της εικονογραφίας της εποχής: Με τα πόδια καρφωμένα πάνω σε ένα μικρό ξύλινο στήριγμα και τα χέρια να σχηματίζουν μια ελαφριά καμπύλη αντί για ένα αυστηρό τρίγωνο. Η δε γυμνότητα του σώματος αναδεικνύεται στον μέγιστο βαθμό με το μικρό κομμάτι υφάσματος που έχει αφεθεί πάνω στο σώμα του. Στον αντίποδα, ο «Κίτρινος Χριστός» (1889) του Πολ Γκογκέν, που κοσμεί και το εξώφυλλο του σημερινού τεύχους, είναι βουτηγμένος στο χρώμα και μολονότι υποφέρει το μαρτύριό του μοιάζει να μετριάζεται από το γεγονός ότι τον συντροφεύουν αφοσιωμένες γυναίκες από τη Βρετάνη που προσεύχονται. Το έργο φιλοτεχνήθηκε στην Πορτ-Αβέν, στη βόρεια Γαλλία και ανήκει στη συλλογή του Buffalo AKG Art Museum στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης.

Η «Αποκαθήλωση» («The Descent from the Cross», 1612-1614) είναι το κεντρικό έργο στο τρίπτυχο του Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς το οποίο βρίσκεται στον Καθεδρικό Ναό της Παναγίας στην Αμβέρσα. Τα πρόσωπα της σκηνής περιλαμβάνουν εργάτες που κατεβάζουν το σώμα του Εσταυρωμένου με τη βοήθεια ενός σάβανου που ο ένας κρατά στα δόντια και ο άλλος στο αριστερό χέρι, ο Αγιος Ιωάννης φορώντας έναν κόκκινο χιτώνα Τον στηρίζει ακουμπώντας σε σκάλα, το ένα από τα πόδια του Ιησού είναι πάνω στον ώμο της Μαγδαληνής, η Παναγία ντυμένη στα μπλε τείνει τα χέρια της προς τον Υιό του Θεού. Αν και ανήκει στην εποχή του μπαρόκ, ο συγκεκριμένος πίνακας έχει τις ρίζες του στη βενετσιάνικη τεχνοτροπία, ενώ στη σύνθεση και στη χρήση φωτός θυμίζει τη «ρωμαϊκή περίοδο» του Καραβάτζιο.

Το έργο «Σκηνές από τα Πάθη του Χριστού» (1470-71) του Χανς Μέμλινγκ, του γερμανού ζωγράφου που έζησε και δημιούργησε στη Φλάνδρα, συνδυάζει όλα τα επεισόδια των Παθών, μαζί με την Ανάσταση και τρεις εμφανίσεις του αναστάντος Ιησού, δημιουργώντας συνολικά 23 σκηνές σε μια μικρή σχετικά επιφάνεια (56,7 Χ 92,2 εκ., Galleria Sabauda στο Τουρίνο). Η ιστορία των τελευταίων ωρών του Ιησού ξεκινά αριστερά με την είσοδό του στον κήπο της Γεθσημανής, για να συνεχίσει στη μέση, όπου ο Χριστός οδηγείται μπροστά στον Πόντιο Πιλάτο, στη Μαστίγωση και στη Σταύρωση.

Η έκθεση «Κωνσταντίνος Παρθένης (1878-1967), Η ιδανική Ελλάδα της ζωγραφικής του» στην Εθνική Πινακοθήκη έκλεισε μόλις τον κύκλο της και προεξάρχουσα θέση στα έργα που θαυμάσαμε είχε βέβαια «Ο Χριστός» (π. 1900, Λάδι σε μουσαμά, 200 Χ 200 εκ.). Ενα πρώιμο έργο του ζωγράφου, μνημειακών διαστάσεων, με τον Ιησού ως ώριμο γενειοφόρο άνδρα να κοιτάζει με οδύνη προς τον ουρανό, καλωσόριζε, τρόπον τινά, τους επισκέπτες στην έκθεση. Θυμίζει λίγο τον προαναφερθέντα Χριστό του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου, αν και η συγκεκριμένη εκδοχή μάλλον αντλεί έμπνευση από μια αντίστοιχη κυκλική σύνθεση του Γκουίντο Ρένι, ενώ δείχνει την επίδραση της Βιεννέζικης Απόσχισης. Ο Παρθένης καταπιάστηκε με το Θείο Πάθος και μάλιστα αργότερα θα ενστερνιζόταν βυζαντινούς τύπους για να αποτυπώσει τα ευρωπαϊκά ρεύματα του συμβολισμού και του φωβισμού, όπως στο έργο «Ο Θρήνος (Αποκαθήλωση)» (1917).

Και φθάνουμε στη χαρμόσυνη «Ανάσταση», μια νωπογραφία φιλοτεχνημένη πιθανότατα τη δεκαετία του 1460 από τον ζωγράφο της ιταλικής Αναγέννησης Πιέρο Ντέλα Φραντσέσκα στο Palazzo della Residenza στην πόλη του Σανσεπόλκρο στην Τοσκάνη της Ιταλίας. Η συγκεκριμένη απεικόνιση στην κοινοτική αίθουσα συνεδριάσεων του Παλάτσο κάνει μια νύξη στο όνομα της πόλης που σημαίνει «Αγιος Τάφος», ενώ η συγκεκριμένη απεικόνιση του Χριστού ως μιας αυστηρής φιγούρας που βγαίνει από τον τάφο καθώς τέσσερις στρατιώτες κοιμούνται στα πόδια του – μια έξοχη αντίστιξη ανάμεσα στο ανθρώπινο και το Θείο – είναι παρούσα και στο οικόσημο της πόλης, στην πιο απλουστευμένη εκδοχή της. Παρεμπιπτόντως, αυτή είναι «η πιο ωραία εικόνα στον κόσμο» σύμφωνα με τον βρετανό συγγραφέα Αλντους Χάξλεϊ, όπως έγραφε σε δοκίμιό του το 1925.