«Λέγεται ότι οι επαναστάσεις καταβροχθίζουν τα παιδιά τους, αλλά στο Ιράν τα εγγόνια καταβροχθίζουν την επανάσταση. Οι κληρικοί του Ιράν έχουν απαντήσει σε αυτή την υπαρξιακή πρόκληση με βία, αλλά η βία και η καταστολή δεν θα καταπνίξουν τη βούληση ενός έθνους που είναι τόσο εξεγερμένο εναντίον της κυβέρνησης».
Τίποτα από όσα έγραφε στο περιοδικό «Foreign Affairs» η ιρανοαμερικανίδα δημοσιογράφος και ακτιβίστρια Μασίχ Αλινετζάντ τον περασμένο Οκτώβριο για το οργισμένο κύμα αιματηρών διαδηλώσεων που είχε ξεσπάσει λίγες εβδομάδες νωρίτερα στο Ιράν δεν παύει να ισχύει. Αφορμή ήταν τότε ο θάνατος της νεαρής Κούρδισσας Μάχσα Αμίνι που συνελήφθη και ξυλοκοπήθηκε άγρια από την Αστυνομία των Ηθών γιατί δεν φορούσε σωστά τη χιτζάμπ (μαντίλα) της.
Πέντε μήνες μετά, μπορεί η κούραση να έχει καταβάλει τους εξεγερμένους, μπορεί οι διαμαρτυρίες τους να μην είναι μαζικές ή να μην έχουν την αρχική δυναμική, όμως δεν υπάρχει καμία ημέρα στο Ιράν χωρίς έστω μια ολιγάριθμη πορεία, χωρίς μια διαδήλωση διαμαρτυρίας ενάντια στην καταπίεση που εδώ και τέσσερις δεκαετίες βιώνουν από ένα σκοταδιστικό, ανελεύθερο και αυταρχικό θεοκρατικό καθεστώς. Ο φόρος αίματος που πληρώνουν είναι βαρύς.
Στους 500 και πλέον ανέρχονται οι νεκροί, μεταξύ των οποίων περισσότερα από 70 παιδιά – σύμφωνα με το πρακτορείο Human Rights Activists – από τον περασμένο Σεπτέμβριο που ξεκίνησαν οι διαδηλώσεις, ενώ δεκάδες εκατοντάδες συλληφθέντες έχουν υποφέρει τα πάνδεινα: Ξύλο, ακραία βασανιστήρια, μαστίγωμα, ηλεκτροσόκ, σεξουαλικές επιθέσεις, βιασμούς στη φυλακή, εξευτελιστικές ανακρίσεις, απειλές για τους ίδιους ή τις οικογένειές τους. Συνολικά περισσότεροι από 19.600 διαδηλωτές βρίσκονται υπό κράτηση, τουλάχιστον 100 υπολογίζεται ότι είναι αντιμέτωποι με θανατική ποινή, ενώ τέσσερις εκτελέστηκαν τον περασμένο Ιανουάριο.
Επί το πλείστον είναι νέοι άνθρωποι που διψούν για κοινωνική αλλαγή. Αξιώνουν ελευθερία. Ζητούν προσωπική αυτονομία σε θέματα όπως το τι θα φορέσουν. Θέλουν να ταξιδεύουν άνετα στο εξωτερικό. Να ταξιδεύουν, αν πρόκειται για κορίτσια, χωρίς την άδεια του άρρενα συγγενή τους. Να ανήκουν στον υπόλοιπο κόσμο. Να ζουν με αξιοπρέπεια και όχι στο περιθώριο. Με καλύτερες συνθήκες που οι δεκαετίες οικονομικής απομόνωσης και κυρώσεων, τις οποίες έχει επιβάλει η Δύση για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης, τους έχουν στερήσει, ενώ στο μεταξύ οι κυβερνώντες βγάζουν από τις κυρώσεις μαύρο χρήμα και ζουν σαν ολιγάρχες.
Ανάμεσά στους εκατοντάδες συλληφθέντες, ανήλικα παιδιά 14 και 15 ετών που – σύμφωνα με αποκαλύψεις δικηγόρων και ακτιβιστών για τα ανθρώπινα δικαιώματα στον διεθνή Τύπο – αναγκάστηκαν να υποβληθούν σε «συμπεριφορικές θεραπείες» στη φυλακή, υπό την επίβλεψη κληρικών και ψυχολόγων. Τους είπαν ότι έχουν διαπράξει αμαρτίες και πως πρέπει να αποδεχθούν τις πράξεις τους. Σε αρκετές περιπτώσεις, όταν εκείνα αντιστάθηκαν, τους συνταγογράφησαν ψυχοφάρμακα, αναφέρει το σχετικό ρεπορτάζ των έγκριτων «New York Times».
Στο μεταξύ, το θεοκρατικό καθεστώς «κάνει ό,τι μπορεί για να φιμώσει οποιονδήποτε και κυρίως δημοσιογράφους, τις οικογένειές τους, συναδέλφους τους, δημοσιογραφικά γραφεία» σημειώνει στη Voice of America η Γιεγκανέχ Ρεζαϊάν, μια ιρανή δημοσιογράφος και ερευνήτρια που ζει εξόριστη στις ΗΠΑ. Κάνει επιδρομές στα σπίτια τους μετά τα μεσάνυχτα, προχωρά σε κατάσχεση προσωπικών αντικειμένων όπως φορητών υπολογιστών και σημειώσεων, χωρίς να επιδεικνύει κανένα ένταλμα. Με έναν λόγο, δημιουργεί ένα περιβάλλον τρομοκράτησης για να τους λυγίσει.
Διώξεις και λογοκρισία
Από την έναρξη των διαδηλώσεων οι ιρανικές αρχές έχουν συλλάβει και φυλακίσει τουλάχιστον 92 δημοσιογράφους, με τη χώρα να έχει καταστεί, όπως εύστοχα αναφέρει η Επιτροπή για την Προστασία των Δημοσιογράφων (CPJ), μια ΜΚΟ με έδρα τη Νέα Υόρκη, «ο κορυφαίος δεσμοφύλακας δημοσιογράφων σε όλον τον κόσμο». Οσοι από αυτούς έχουν παραπεμφθεί σε δίκη, δεν έχουν το δικαίωμα να επιλέξουν τους δικηγόρους τους και πολλές φορές δεν έχουν καν πρόσβαση σε νομική εκπροσώπηση. Στην πλειονότητά τους οι δίκες πραγματοποιούνται κεκλεισμένων των θυρών, διαρκούν μόνο πέντε έως επτά λεπτά, ενώ σε αρκετούς επιβάλλονται εξαιρετικά βαριές ποινές.
Η Γιάλντα Μοαϊερί, η πρώτη γυναίκα δημοσιογράφος που συνελήφθη τον περασμένο Σεπτέμβριο στην Τεχεράνη, καταδικάστηκε σε έξι χρόνια κάθειρξης, ακολουθούμενη από διετή απαγόρευση εξόδου από τη χώρα, απαγόρευση χρήσης μέσων κοινωνικής δικτύωσης και smartphone αλλά και τριετή απαγόρευση εργασίας ως δημοσιογράφος. Το αδίκημά της; Τραβούσε φωτογραφίες στη διάρκεια των διαδηλώσεων.
Οσο για τη διαβόητη Αστυνομία των Ηθών που καταργήθηκε; Τη θέση της – λένε πληροφορίες – πήραν νέα μέσα επιβολής του νόμου. Το υπουργείο που εποπτεύει το εν λόγω Σώμα δεν έχει προχωρήσει στο παραμικρό σχόλιο μέχρι σήμερα, όμως σε αρκετές ιρανικές πόλεις υπάρχουν μαρτυρίες για συνεχιζόμενη δράση της.
Η χρήση της μαντίλας εξακολουθεί να είναι υποχρεωτική, αποτελεί άλλωστε ένα διαχρονικό σύμβολο επιβολής ισχύος και σε όσες δεν τη φορούν «επιβάλλεται» με άλλα μέσα, όπως αποβολή από το Πανεπιστήμιο ή το σχολείο, αναφέρει στο Twitter η γνωστή ιρανή δικηγόρος για τα ανθρώπινα δικαιώματα Σάντι Σαντρ με έδρα το Λονδίνο. Αλλά εκατομμύρια Ιρανές έχουν πάψει να ζουν με φόβο. Ή απλά τον αγνοούν. Επιλέγουν την ελευθερία τους, καίνε και πετούν τις χιτζάμπ, κάτι που πριν από λίγους μήνες τιμωρείτο με μαστίγωμα και φυλάκιση. Κυκλοφορούν στον δρόμο, στις δημόσιες υπηρεσίες, στις τράπεζες, στα καταστήματα με τα μαλλιά τους ακάλυπτα. Οργανώνονται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και δίνουν θάρρος η μία στην άλλη.
Και παρά το γεγονός ότι το καθεστώς έχει απαγορεύσει πολλές σελίδες στο Διαδίκτυο ή έχει «κατεβάσει» πλατφόρμες μέσων κοινωνικής δικτύωσης, οι Ιρανοί έχουν βρει τρόπους να ξεγλιστρούν από τη λογοκρισία με ειδικά λογισμικά και το VPN, ένα εικονικό ιδιωτικό δίκτυο που συνδέει απομακρυσμένες συσκευές μέσω Internet με ασφάλεια.
Από τον Κύρο Β΄ στον Σάχη και στους Φρουρούς της Επανάστασης
Πώς όμως αυτή η χώρα που κατά την αρχαιότητα κατείχε μυθικό πλούτο και ισχύ, ήταν λίκνο ενός απαράμιλλου πολιτισμού που ανάγεται στην 1η χιλιετία π.Χ. και παρουσίασε επιτεύγματα που επηρέασαν βαθιά τους λαούς της Ασίας, από την Ανατολική Μεσόγειο ως τη Βεγγάλη, περιήλθε στο απόλυτο σκοτάδι; Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα η Περσία (το όνομα σε Ιράν άλλαξε επισήμως τη δεκαετία του 1930) βρίσκεται στο περιθώριο στην τάξη πραγμάτων που έχουν οικοδομήσει οι Ευρωπαίοι. Το χρονικό ορόσημο που θα τη φέρει στη σφαίρα επιρροής της Βρετανίας αρχικά και μετέπειτα των ΗΠΑ είναι η ανακάλυψη τεράστιων κοιτασμάτων από τη Δύση στην ευρύτερη περιοχή.
Το 1950 εκλέγεται ένας δημοκράτης και κοσμικός πρωθυπουργός, ο Μοχάμεντ Μοσαντέκ, ο οποίος εθνικοποιεί τα πετρέλαια που ήλεγχαν οι Αγγλοι και οι Αμερικανοί και τα παραδίδει πίσω στον λαό του. Τρία χρόνια αργότερα, ωστόσο, ΗΠΑ και Βρετανία ενορχηστρώνουν πραξικόπημα ανατρέποντας τον Μοσαντέκ, ενώ τοποθετούν στο τιμόνι τον Ρεζά Παχλαβί. Ο Σάχης (βασιλιάς) εφαρμόζει ένα πρόγραμμα που προωθεί την αναδιανομή γης, την εκβιομηχάνιση και την υιοθέτηση δυτικών προτύπων στην καθημερινότητα. Σύντομα όμως δημιουργεί κοινωνικές ανισότητες και αμφισβητείται έντονα.
Τη δεκαετία του ’60, ωστόσο, για τον Παχλαβί γίνεται στόχος ζωής η αναβίωση του ένδοξου παρελθόντος. Η ιδέα του κορυφώνεται το 1971 με τους εορτασμούς για τα 2.500 χρόνια από την ίδρυση της Περσικής Αυτοκρατορίας από τον Κύρο Β΄ της Περσίας που έμεινε γνωστός ως Κύρος ο Μέγας. Ο Σάχης οργανώνει ένα τριήμερο πάρτι ασύλληπτης χλιδής κοντά στην αρχαία Περσέπολη – παγκόσμιο σύμβολο της πάλαι ποτέ Περσικής Αυτοκρατορίας που μετέπειτα αφάνισε ο Μέγας Αλέξανδρος.
Προσκαλεί πάνω από 60 αρχηγούς κρατών, προέδρους, βασιλείς, εμίρηδες, πρίγκιπες και δούκες από όλον τον κόσμο, ενώ τηλεοπτικά συνεργεία κινηματογραφούν το πομπώδες τελετουργικό με τις παρελάσεις ιρανών στρατιωτών ενδεδυμένων με στολές των αρχαίων προγόνων τους. Το μενού επιμελείται το παριζιάνικο εστιατόριο Maxim’s που έχει ετοιμάσει ασύλληπτα πιάτα, όπως αβγά ορτυκιού με χαβιάρι, mousse από ουρά καραβίδας, αρνί με τρούφα, παγώνι γεμιστό με foie gras. Είναι το πιο ακριβό πάρτι που έχει γίνει ποτέ στα χρονικά και για την οργάνωσή του επιστρατεύονται υλικά που μεταφέρονται με 100 αεροπλάνα από τη Γαλλία!
Η αποκατάσταση του μεγαλείου όμως δεν τονώνει το εθνικό φρόνημα των Ιρανών. Αντίθετα καθιστά τη δυναστεία Παχλαβί ένα σύμβολο παραλογισμού και ακραίας υπερβολής. Την ώρα που ο ίδιος τρέφεται με γεύματα που έρχονται κατευθείαν από την Πόλη του Φωτός και η πανέμορφη σύζυγός του Φαράχ Ντιμπά Παχλαβί (πριν μερικές εβδομάδες επισκέφθηκε την Αθήνα με αφορμή την κηδεία του τέως βασιλιά Κωνσταντίνου) συμπεριφέρεται ως μια σύγχρονη Μαρία Αντουανέτα που, σύμφωνα με τον μύθο, κάνει το μπάνιο της μέσα σε γάλα και ντύνεται από τους πιο ακριβούς οίκους μόδας της Ευρώπης, ο λαός λιμοκτονεί. Οι Ιρανοί δεν έχουν χρήματα ούτε να ταΐσουν τα παιδιά τους και να τα στείλουν στο σχολείο.
Στο μεταξύ, οι εξωφρενικοί εορτασμοί έχουν αποστραγγίσει τα ταμεία, η δυναστεία διατηρείται εν πολλοίς χάρη στη διαβόητη αστυνομία Σαβάκ και η φιλοδοξία του Σάχη να δυτικοποιήσει ακόμη περισσότερο τη χώρα εξοργίζει τους Σιίτες που υποστηρίζουν τις θρησκευτικές παραδόσεις. Είναι φανερό ότι δεν μπορεί να διατηρήσει για πολύ τον έλεγχο και το 1979 ο λαός τον ανατρέπει αναγκάζοντάς τον σε ατιμωτική εξορία. Ο εξόριστος Αγιατολάχ Ρουχολάχ Χομεϊνί επιστρέφει από το Παρίσι όπου έχει εκδιωχθεί από τον Σάχη μέσω επευφημιών και αναγνωρίζεται ως ο μοναδικά αποδεκτός και αδιαφιλονίκητος ηγέτης. Το θρησκευτικό κατεστημένο καταλαμβάνει την εξουσία, σχηματίζει ένα Συμβούλιο της Επανάστασης και ο στρατός σπεύδει στο πλευρό του. Ο Αγιατολάχ επιβάλλει την Ισλαμική Δημοκρατία, τερματίζει το καθεστώς υποτέλειας με τη Δύση, την οποία κατονομάζει νούμερο ένα εξωτερικό εχθρό της χώρας.
Πολύ σύντομα γίνεται δημοψήφισμα για τη μορφή του πολιτεύματος και σχεδόν το 100% των Ιρανών τάσσεται υπέρ της εγκαθίδρυσης της Ισλαμικής Δημοκρατίας. Συντάσσεται νέο Σύνταγμα και τον Ιανουάριο του 1980 εκλέγεται η νέα κυβέρνηση που φέρνει σαρωτικές αλλαγές, με πιο χαρακτηριστική την επιβολή της χιτζάμπ στις γυναίκες. Η υιοθέτηση σκληρών σιιτικών παραδόσεων γίνεται οργανικό κομμάτι σε κάθε πτυχή του δημόσιου και κοινωνικού βίου. Το Κοράνι αποτελεί το σημείο αναφοράς και μετατρέπεται σε μια ιδεολογία που ελέγχει τους πάντες. Πρωτίστως σηματοδοτεί μια νέα εποχή που φέρνει το σκοτάδι και καταδικάζει τις επόμενες γενιές στο περιθώριο του κόσμου και των ραγδαίων εξελίξεων που συντελούνται.