Παρατηρούσα τους ανθρώπους στις παλιές ελληνικές ταινίες που, ελλείψει νέου προγράµµατος, πρόβαλλαν τα κανάλια τις ηµέρες των εορτών. Εκείνες τις κυρίες α λα Μάρω Κοντού, Λίλη Παπαγιάννη και Καίτη Λαµπροπούλου και τους κυρίους α λα Αλέκος Αλεξανδράκης και Λάµπρος Κωνσταντάρας, µε το υπέρκοµψο ντύσιµο και τους καλούς αστικούς τρόπους. Πόσο διαφορετικός ήταν ο κόσµος τους από τον δικό µας! Ενας κόσµος µε λιγότερες ανέσεις από αυτές που µπορούµε να απολαύσουµε σήµερα, αλλά και µε ποιοτικά χαρακτηριστικά που έχουµε απολέσει. Αναφέροµαι και σε µικρά, ασήµαντα για πολλούς πράγµατα, που όµως κάνουν τη διαφορά. Προσδίδουν έξτρα δόση πολιτισµού στη ζωή µας. Φέρνουν στον καθηµερινό µας Μπύθουλα εσάνς Παρισίων – της εξιδανικευµένης, λαµπερής πόλης, όχι εκείνης των «κίτρινων γιλέκων» και των βανδαλισµών.
Πρόσεχα, για να γυρίσω στον ελληνικό κινηματογράφο, τα πακέτα που κρατούσαν στα χέρια τους οι κυρίες και οι κύριοι που επέστρεφαν από τα μαγαζιά. Ηταν όλα εξαιρετικά αμπαλαρισμένα, με ακριβά χαρτιά, υφασμάτινες κορδέλες και μεγάλους φιόγκους. Οπως πρέπει να είναι τα δώρα. Στην Ελλάδα πάντα δίναμε σημασία στο αμπαλάζ, είτε επρόκειτο για ακριβό δώρο είτε για κουλουράκια από το ζαχαροπλαστείο της γειτονιάς μας. «Σταθείτε να σας τα τυλίξω» μου έλεγε η πωλήτρια ακόμα και όταν τη διαβεβαίωνα πως δεν υπήρχε λόγος γιατί τα πήγαινα στο σπίτι, για να συμπληρώσει: «Γλυκά αγοράσατε, όχι ψάρια!». Ισως επειδή είχα μάθει έτσι, και επειδή θεωρώ πως ένα καλό αμπαλάζ μπορεί να αναβαθμίσει και το πιο φθηνό και ταπεινό δώρο, νιώθω πάντα δυσαρέσκεια όταν ρίχνουν κακήν κακώς τις αγορές μου μέσα σε μια σακούλα, χωρίς φροντίδα.
Βρέθηκα προ ημερών σε πολυκατάστημα της Θεσσαλονίκης. Ψώνισα, στήθηκα σε μια τεράστια ουρά στο τμήμα του αμπαλάζ, και όταν ήρθε η σειρά μου διαπίστωσα πως το τύλιγμα δεν το έκαναν υπάλληλοι που γνώριζαν πώς γίνεται, αλλά νέα παιδιά που εργάζονταν αφιλοκερδώς για να ενισχύσουν μια μη κερδοσκοπική οργάνωση (αν ήθελες, έριχνες χρήματα σε έναν κουμπαρά που είχαν μπροστά τους). Μπράβο τους για τη διάθεσή τους να προσφέρουν, η αλήθεια όμως είναι πως τα δώρα μού τα τύλιξαν πράγματι σαν να επρόκειτο για κουτσομούρες από το Καπάνι. Τόσο πρόχειρα που ντρεπόσουν να τα προσφέρεις. Δεν είναι η πρώτη φορά που διαπιστώνω πως το θέμα «συσκευασία» έχουμε αρχίσει να το χάνουμε. Την εποχή της βιασύνης, του δεν βαριέσαι, του «να ξεμπερδεύουμε γρήγορα και ό,τι θέλει ας γίνει», ακόμα και το δώρο αντιμετωπίζεται σαν μια υποχρέωση με την οποία πρέπει να τελειώνουμε άμεσα και εμείς που το κάνουμε και εκείνοι που μας το ετοιμάζουν. Ακόμα και ο παραλήπτης, που συχνά, ενώ του το προσφέρεις με χαρά, δεν του δίνει σημασία. Αυτό όμως δεν είναι δώρο, είναι ξεπέτα, σχεδόν επιβάρυνση. Και βλέπεις έπειτα τα ασπρόμαυρα πλάνα με την Κοντού και τη Βουγιουκλάκη να κρατάνε τα πακέτα με τους φιόγκους και ζηλεύεις αυτή την ανούσια αλλά τόσο ουσιαστική στην πραγματικότητα πολυτέλεια.