Παλαιότερα, η εικόνα των φαν που συγκεντρώνονται µπροστά από τις αίθουσες όπου πραγµατοποιούνται οι επίσηµες πρεµιέρες των ταινιών στα µεγάλα κινηµατογραφικά φεστιβάλ, µου προκαλούσε – τουλάχιστον – µειδίαµα. Σήµερα όχι. Διακρίνω πια κάτι το απολύτως αγνό στη θέα όλων αυτών των κυριολεκτικά παθιασµένων ανθρώπων, ποικίλων ηλικιών, οι οποίοι σπρώχνονται, φωνάζουν και γενικώς θέτουν τον εαυτό τους σε µια αφάνταστη ταλαιπωρία µε την ελπίδα ότι ο/η σταρ που αγαπούν θα γυρίσει να τους κοιτάξει, θα τους χαµογελάσει και αν είναι αρκετά τυχεροί θα υπογράψει τη φωτογραφία που κρατούν στο προτεταµένο, µε αγωνία, χέρι τους.
Εφέτος στην 75η Μόστρα της Βενετίας, όσο το πρόγραμμά μου το επέτρεπε, τους παρατηρούσα με προσοχή, πραγματικά τους χάζευα. Κατ’ αρχάς μου έκανε τρομερή εντύπωση που πολλοί από αυτούς, νέα παιδιά, όχι πάνω από τα 20-25 χρόνια, στην κυριολεξία κατασκήνωναν έξω από τη Sala Grande από πολύ νωρίς, και όταν λέω πολύ νωρίς εννοώ πολύ νωρίς. Η κοπελίτσα με το μπλε-κόκκινο μαλλί και τα κοκάλινα α λα Γούντι Αλεν γυαλιά ήταν κάθε μέρα πρώτη στην ουρά για να πάρει το πρώτο βαπορέτο από τον σταθμό San Zaccaria στο San Μarco και να φτάσει πολύ πρωί στο νησί Λίντο προκειμένου να βρει το πόστο που την περίμενε εκεί καθημερινά (την ακολούθησα δύο φορές και το είδα με τα μάτια μου, ώσπου τη ρώτησα και μου απάντησε ότι για αυτήν είναι κάτι απολύτως φυσιολογικό). Παρεμπιπτόντως, το πρώτο βαπορέτο αναχωρεί στις 06.45, ενώ η πρώτη πρεμιέρα στη Sala Grande γίνεται συνήθως μετά το μεσημέρι.
Εχω πια την αίσθηση ότι την ώρα που οι δημοσιογράφοι, οι ρεπόρτερ και οι κριτικοί κινηματογράφου ξημεροβραδιάζονται μέσα στις σκοτεινές αίθουσες καταπίνοντας εικόνες, οι θαυμαστές που ξοδεύουν ατελείωτες ώρες όρθιοι με χειμάρρους ιδρώτα να προκαλούνται από τον δυνατό βενετσιάνικο ήλιο ή την απίστευτη υγρασία, ζουν το Φεστιβάλ πολύ πιο έντονα, το νιώθουν στο πετσί τους.
Είναι δύσκολο, για παράδειγμα, να περιγραφεί με λόγια η δημοτικότητα του Ράιαν Γκόσλινγκ στην Ιταλία. Οταν εμφανίστηκε στη Βενετία για την επίσημη πρώτη του «First man» όπου υποδύεται τον αστροναύτη Νιλ Αρμστρονγκ, τον πρώτο άνθρωπο που πάτησε το πόδι του στη Σελήνη, δεν τον υποδέχθηκαν με φωνές αλλά με εκκωφαντικά ουρλιαχτά – κάποια στιγμή μάλιστα ο θηλυκός στρατός που ήταν συγκεντρωμένος στην είσοδο της αίθουσας προβολής άρχισε να φωνάζει το όνομά συγχρονισμένα, σαν σύνθημα στο γήπεδο: «Ρά-ι-αν! Ρά-ι-αν!». Και ο αμερικανός ηθοποιός προσπάθησε να μην αφήσει κανέναν φαν ανικανοποίητο, υπογράφοντας αφειδώς αυτόγραφα κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες.
Θα το έκανα ποτέ; Οχι, ούτε το έκανα όταν ήμουν νεότερος. Σήμερα όμως το σέβομαι και παρότι συχνά μπορεί να γίνει ενοχλητικό, ενίοτε μπορεί ακόμη και να με συγκινήσει. Γιατί φανερώνει γνήσιο πάθος.