Ιδανικό σάουντρακ για ανοιξιάτικες και καλοκαιρινές διαδροµές αποτελεί το πολύ ωραίο ορχηστρικό άλµπουµ του Μίµη Νικολόπουλου µε τίτλο «The Way Back Home», στο οποίο ο χαρισµατικός καλλιτέχνης υπογράφει τις συνθέσεις και τις ενορχηστρώσεις και παίζει κλασική κιθάρα, πλήκτρα και µελόντικα (κυκλοφορεί από την Ankh Productions). Αξίζει ειδική µνεία στους µουσικούς της µπάντας του, τους Κώστα Μπατσίλα (τροµπέτα, φλικόρνο), Ηλία Δέλλιο (τροµπόνι), Ανδρέα Λεοντάκη (ακουστική κιθάρα), Στέφανο Ιωαννίδη (τύµπανα, κρουστά), Θοδωρή Χριστοφορίδη (ηλεκτρικό µπάσο), Χρήστο Δανά (βιολί), ενώ στον δίσκο συµµετέχουν και οι Στέφανος Σεκέρογλου (βιολί, βιόλα), Δηµήτρης Χατζηζήσης (βιολί) και Σάκης Αζάς (ηλεκτρική κιθάρα). Ο γεννηµένος στη Βέροια συνθέτης µάς συστήθηκε δισκογραφικά το 2017 µε το άλµπουµ «Deviation» (από όπου ξεχώρισε το κοµµάτι «Mοοnlight Rumba»), ενώ έγραψε τις ωραίες µελωδίες στο άλµπουµ «Βλέµµα στο Βυθό» του Δηµήτρη Βουτσά. Προσωπικά, θα σας πρότεινα διαβάζοντας τη συνέντευξή του να βάλετε να παίζει το «Nomad’s Heart» ή το «Infinity».
Τι σας ώθησε στον κόσµο της µουσικής;
«Νοµίζω πως ποτέ δεν θα βρω την ακριβή απάντηση σε αυτή τη – φαινοµενικά – απλή ερώτηση. Oλα έπαιξαν ρόλο: λίγο το περιβάλλον της δουλειάς των γονιών µου – που είχαν café bar και κέντρο διασκέδασης -, λίγο οι κασέτες και τα CDs των συµµαθητών µου, λίγο τα ευαίσθητα αφτιά µου και η καλπάζουσα φαντασία µου».
Ποιο τραγούδι θυµάστε πιο έντονα από τα παιδικά σας χρόνια;
«Θυµάµαι ακόµη την πρώτη φορά που άκουσα το «Εderlezi», στην εκτέλεση του Γκόραν Μπρέγκοβιτς για τον «Καιρό των Τσιγγάνων». Ηµουν στη ΣΤ΄ Δηµοτικού όταν πήγαµε µε τους συµµαθητές µου και κάποιους δασκάλους στο συλλαλητήριο για τους βοµβαρδισµούς της τότε Γιουγκοσλαβίας. Είχα τέτοιον φόβο για τον πόλεµο σε εκείνη τη µικρή ηλικία που απλά ευχόµουν να µη φτάσει ποτέ σε εµάς κάτι τέτοιο. Εκεί, ανάµεσα σε άλλα κοµµάτια, ακούστηκε και αυτό. Ενιωσα αµέσως πως άκουσα κάτι σπουδαίο, κάτι µεγάλο, µια µουσική που ήταν λες και υπάρχει στο Σύµπαν από πάντα. Και η αλήθεια είναι πως παραµένει µέχρι και σήµερα ένα από τα αγαπηµένα µου κοµµάτια».
Ποιοι καλλιτέχνες έχουν αποδειχθεί πιο επιδραστικοί στην πορεία σας µέχρι σήµερα;
«Είναι πάρα πολλοί οι καλλιτέχνες που παρακολουθώ και θαυµάζω, αλλά νοµίζω ότι λίγοι αποδεικνύονται πραγµατικά επιδραστικοί στο υλικό που φτιάχνω και παρουσιάζω µέχρι σήµερα. Νοµίζω πως ο τροµπετίστας Ιµπραΐµ Μααλούφ µε έχει επηρεάσει στις ενορχηστρώσεις, αλλά και στον τρόπο µε τον οποίο «χτίζεται» ένα µουσικό θέµα. Επίσης, ο Μάνος Χατζιδάκις στον τρόπο που χειρίζεται τις αρµονίες, αλλά και στη γενική ονειρική αίσθηση που αφήνει στα κοµµάτια του. Υπάρχουν και άλλοι, όπως ο Παύλος Παυλίδης και ο Γιαν Τίρσεν, που έχουν παίξει σηµαντικό ρόλο στο πώς αντιµετωπίζω τη διαδικασία της ηχογράφησης, καθώς πάντοτε µε συγκινούσε ο ήχος τους. Πέρα όµως από µουσικούς, νοµίζω πως µε έχουν επηρεάσει και άλλων ειδών καλλιτέχνες, όπως ο σκηνοθέτης Εµίρ Κουστουρίτσα, ο οποίος µε το έργο του µπορεί και δικαιολογεί στα µάτια µου πολλά παράξενα που σκέπτοµαι και αποτυπώνω σε νότες».
Τι αποτέλεσε πηγή έµπνευσης για το άλµπουµ «The Way Back Home»;
«Σίγουρα το έναυσµα και η βασική πηγή έµπνευσης για το άλµπουµ είναι τα ταξίδια. Ταξίδια σε µέρη που θέλουµε να επισκεφθούµε ή που επιθυµούµε να επιστρέψουµε σε αυτά. Επίσης, τα ταξίδια και τα παιξίµατα µε την µπάντα ήταν η διαδροµή για να ολοκληρωθούν και να πάρουν τη βασική τους µορφή όλα τα κοµµάτια. Ο τίτλος του άλµπουµ προέκυψε από την ιδέα, αλλά και την προσωπική διαπίστωση, πως η ουσία κάθε ταξιδιού κρύβεται στη γεύση που θα έχεις µέσα σου κατά την επιστροφή».
Πώς αποφασίζει, αλήθεια, κανείς να δώσει τίτλους σε ορχηστρικά κοµµάτια;
«Αν ξεκινήσεις να γράφεις κάτι για ένα συγκεκριµένο θέµα, λίγο-πολύ έχεις προκαθορίσει τον τίτλο του. Σε πολλά αφήνεσαι και σε πηγαίνουν αυτά. Αλλα δεν σε βγάζουν πουθενά και ψάχνεις όνοµα να τα βαφτίσεις. Είναι µια διαδικασία που έχει πλάκα. Και έχει πλάκα γιατί, ορισµένες φορές, δίνεις ένα προσωρινό όνοµα σε κάποια ιδέα, έτσι βιαστικά για να θυµάσαι πού να ανατρέξεις και, τελικά, καταλήγει να βγαίνει έτσι και στον δίσκο. Μου αρέσει να δίνω τίτλους σε διαφορετικές γλώσσες και µου αρέσει να «παίζω» µε αυτό. Στην ορχηστρική µουσική, µάλιστα, δεν χρειάζεται να δικαιολογήσεις τα πάντα – όχι ότι γενικά χρειάζεται -, ενώ έχεις και µεγαλύτερο περιθώριο να πειραµατιστείς µε τις λέξεις».
Στον ορχηστρικό δίσκο υπάρχει και ένα τραγούδι, µια διασκευή του βουλγάρικου «Sino Moi». Ηταν δική σας ιδέα; Πείτε µας λίγα λόγια για την ερµηνεύτριά του Sandra Sangiao.
«Oταν άκουσα για πρώτη φορά αυτό το κοµµάτι, συγκινήθηκα αµέσως από τη µελωδία του και γρήγορα µου ήρθε η σκέψη να το αναπτύξω σε δύο επίπεδα. Ξεκίνησα λοιπόν να ξαναχτίζω τη βασική µελωδία για τροµπέτα και τροµπόνι και το δοκιµάσαµε µε την µπάντα στις πρόβες. Το αποτέλεσµα µας άρεσε πάρα πολύ και ταίριαξε στον ήχο µας. Παίζαµε αυτό το κοµµάτι στις συναυλίες για τουλάχιστον δύο χρόνια προτού το ηχογραφήσουµε. Το διάστηµα εκείνο το ερµήνευε η Χαρίκλεια Ουρσουζίδου, η οποία ήταν από τα πρώτα µέλη της µπάντας, αλλά πλέον ζει και εργάζεται στην Αγγλία. Η επαφή µας µε τη Sandra Sangiao προέκυψε µέσω ενός κοινού µας φίλου που αγαπούσε πολύ τη µουσική και των δυο µας ξεχωριστά, ο οποίος ουσιαστικά οραµατίστηκε τη συνεργασία αυτή. Γεννήθηκε έτσι η ιδέα να συµπεριλάβουµε το «Sino Moi» – ως τη µία και µοναδική διασκευή του άλµπουµ -, καθώς η ίδια αγάπησε το κοµµάτι και ήταν πολύ κοντά στο ύφος και στο ρεπερτόριο που τραγουδούσε µε τους Barcelona Gipsy balKan Orchestra. Πέρα από σπουδαία ερµηνεύτρια, η Sandra είναι ένας δηµιουργικός, ευγενικός και εξωστρεφής άνθρωπος. Είναι ξεκάθαρο ότι φέρνει έναν «αέρα» που προέρχεται από τα ταξίδια και τις καλλιτεχνικές εµπειρίες της, αλλά και από τον ίδιο της τον χαρακτήρα. Η συνεργασία µας έγινε σε πολύ καλό κλίµα και µαζί πραγµατοποιήσαµε τρεις πολύ επιτυχηµένες συναυλίες. Είµαστε σε επαφή και ίσως σύντοµα επιστρέψουµε µαζί επί σκηνής µε κάτι καινούργιο».
Η µουσική σας µπορεί εύκολα να ταξιδέψει στο εξωτερικό – και θα της άξιζε κιόλας να ακουστεί εκτός ελληνικών συνόρων. Τι βήµατα ακολουθείτε προς αυτή την κατεύθυνση;
«Παρατηρούµε, είναι η αλήθεια, πως η µουσική αυτή πολλές φορές έχει ίση ή και µεγαλύτερη επίδραση στο κοινό του εξωτερικού. Οι δύο περιοδείες που πραγµατοποιήσαµε στη Γερµανία µας το επιβεβαίωσαν αυτό. Ζήσαµε µοναδικές εµπειρίες που δεν φανταζόµασταν. Τελειώσαµε τη συναυλία στην κωµόπολη του Βόλκενσταϊν στη Σαξονία και όλο το ακροατήριο τραγουδούσε δυνατά τις µελωδίες που είχαµε παίξει, επί δέκα λεπτά, για να µας καλέσουν ξανά στη σκηνή… Προσπαθούµε συνεχώς να ανοίγουµε τον ορίζοντά µας και να παίζουµε σε σκηνές του εξωτερικού. Επίσης, επιδιώκουµε να συνεργαζόµαστε και µε διάφορους ξένους µουσικούς κινούµενοι προς την κατεύθυνση αυτή. Να µοιραστώ µαζί σας και ένα fun fact: Για την ώρα, το «The Way Back Home» παίζει περισσότερο στη γειτονική Τουρκία από ό,τι στην Ελλάδα».
Αν σας ζητούσα να µου µιλήσετε ως εκπρόσωπος της γενιάς σας, ποιους προβληµατισµούς σας θα ξεχωρίζατε ως µείζονες;
«Νοµίζω πως το οικονοµικό ζήτηµα είναι ξεκάθαρο και έχει πια έντονο αντίκτυπο σε όλους τους τοµείς, αλλά κυρίως στην ψυχολογία της κοινωνίας. Οι µισοί άνθρωποι της γενιάς µου έχουν φύγει στο εξωτερικό και δυστυχώς οι περισσότεροι εξ αυτών, στην πραγµατικότητα, αναγκάστηκαν να το κάνουν. Και είναι δύσκολο να παλέψεις για να αλλάξεις τα πράγµατα χωρίς όλους αυτούς. Με θλίβει το γεγονός ότι πράγµατα που στο Βέλγιο ή στη Γερµανία είναι αυτονόητα, όπως π.χ. το να έχεις ένα αυτοκίνητο και ένα σπίτι, εδώ αποτελούν άθλο. Σε κάθε περίπτωση, οι δυσκολίες που ζούµε δεν πρέπει να αποτελούν λόγο ώστε να συµβιβαστούµε µε την ιδέα ότι είµαστε καταδικασµένοι. Πρέπει να παίξουµε τα χαρτιά µας και ας είναι χειρότερα από αυτά που κρατούν οι άλλοι».
Ποια είναι τα άµεσα επαγγελµατικά σχέδιά σας;
«Σε πρώτο πλάνο, έχουµε µε την µπάντα µια σειρά από εµφανίσεις σε καλοκαιρινά φεστιβάλ και σε άλλους επιλεγµένους χώρους, όπου θα έχουµε την ευκαιρία να παίξουµε ζωντανά αυτό το νέο υλικό. Επιπλέον, ετοιµάζουµε ένα EP µε τον DJ Panko των θρυλικών Ojos de Brujo, µε remixes πάνω σε κοµµάτια του «The Way Back Home», αλλά και του «Deviation». Παράλληλα, θα ήθελα να ξεκινήσω κάποιες νέες συνεργασίες µε καλλιτέχνες που εκτιµώ και θεωρώ πως θα µε βοηθήσουν να βελτιωθώ ως µουσικός αλλά και ως άνθρωπος».
Ποπ µουσική ακούτε; Εχετε αγαπηµένα ονόµατα από αυτό το είδος;
«Ναι. Ενώ σπάνια θα την επιλέξω, καταλήγω να ακούω αρκετή ποπ από τα ραδιόφωνα που µε περιτριγυρίζουν κατά τη διάρκεια της ηµέρας. Το κάνω βέβαια χωρίς την προσοχή που της αξίζει. Αγαπώ και ξεχωρίζω τη µουσική του Stromae. Με εντυπωσιάζει και µε ιντριγκάρει ως µουσικός και ως περσόνα, χωρίς να έχω ασχοληθεί πολύ µε το τι σκέπτεται και ποιες είναι οι πηγές της έµπνευσής του. Τον παρακολουθώ καιρό και δεν µπορώ να µην του βγάλω το καπέλο. Ευχάριστος, ευφυής, καλλίφωνος και πολυδιάστατος, µοιράζει στο κοινό εκπλήξεις κάθε φορά που κυκλοφορεί µια νέα του δουλειά».
Πλησιάζει η ηµεροµηνία διεξαγωγής των εθνικών εκλογών. Τι σκέψεις σάς προκαλεί αυτή η διαδικασία;
«Αρχικά, να πω πως είµαι από αυτούς που πάντα συµµετέχουν στην εκλογική διαδικασία. Χωρίς βέβαια να πιστεύω πως η διακυβέρνηση µιας χώρας κρίνεται από εκείνη και µόνο την ηµέρα, όπως είναι ένας διαδεδοµένος µύθος. Νιώθω πως υπάρχει πραγµατικά έντονη ανάγκη για αλλαγές και για συνεχή αξιολόγηση. Οπως εµείς στις δουλειές µας καλούµαστε να δίνουµε «εξετάσεις» καθηµερινά, θεωρώ πως πρέπει να συµβαίνει το ίδιο και µε τους κυβερνώντες».