Ισως να θυμάστε τον Τιμ Γκρόβερ από τη συμμετοχή του στο «The Last Dance» (2020), την εξόχως επιτυχημένη σειρά ντοκιμαντέρ του Netflix με θέμα την ασύγκριτη καριέρα του Μάικλ Τζόρνταν στα παρκέ και τη θρυλική τελευταία σεζόν του στους Chicago Bulls (1997-98).
Ο ινδικής καταγωγής 60χρονος Αμερικανός είχε υπάρξει προσωπικός trainer του «MJ», αλλά και πολλών ακόμη διάσημων αθλητών, όπως ο αδικοχαμένος Κόμπι Μπράιαντ και ο επίσης μπασκετμπολίστας Ντουέιν Γουέιντ.
Η εμπειρία του στο πλευρό τέτοιων προσωπικοτήτων τον οδήγησε στη συγγραφή βιβλίων αυτοβελτίωσης, δύο από τα οποία («Relentless: From Good to Great to Unstoppable» και «Winning: The Unforgiving Race to Greatness») μπήκαν στη λίστα μπεστ σέλερ των «New York Times».
Ο Γκρόβερ με τους 800.000 ακολούθους στο Instagram θεωρείται ωστόσο και περιζήτητος ομιλητής και στις 19 Οκτωβρίου θα βρεθεί στην Ελλάδα για να μοιραστεί τις γνώσεις και τη σοφία του με το κοινό στο Θέατρο Αλσος.
Λίγες ημέρες πριν από την άφιξή του στην Αθήνα, το BHMAgazino μίλησε μαζί του για τον Τζόρνταν και τον Μπράιαντ και του ζήτησε την άποψή του για τον Γιάννη Αντετοκούνμπο, καθώς και κάποιες συμβουλές για την κατάκτηση της κορυφής.
Εχετε συνεργαστεί στενά με τεράστια αστέρια του μπάσκετ, όπως ο Μάικλ Τζόρνταν και ο Κόμπι Μπράιαντ. Ποια χαρακτηριστικά τους ήταν αυτά που τους οδήγησαν στην κορυφή;
Τα χαρακτηριστικά χάρη στα οποία ξεχώρισαν υπάρχουν σε όλους μας, δεν είχαν δηλαδή κάποιες υπερδυνάμεις. Διέθεταν ωστόσο τη νοητική πειθαρχία και συγκέντρωση που απαιτείται ώστε να φτάσει κανείς σε εντυπωσιακά επιτεύγματα.
Είχαν την ικανότητα να αγνοούν τελείως τους περισπασμούς και να κάνουν τη μέγιστη δυνατή προσπάθεια. Είχαν μια απίστευτη ανθεκτικότητα που τους επέτρεπε να συνεχίζουν όσο αντίξοες ή σύνθετες κι αν ήταν οι συνθήκες. Ηξεραν πως ό,τι κι αν συνέβαινε θα το ξεπερνούσαν και θα πετύχαιναν τους στόχους τους. Οι κορυφαίοι αθλητές δεν διαφέρουν από τους κορυφαίους σε οποιονδήποτε τομέα. Το να φτάνεις στην κορυφή απαιτεί ψυχική ένταση. Ολοι έχουμε πρόσβαση σε αυτή, αλλά μας λείπει η πειθαρχία.
Ποιες ήταν οι διαφορές τους; Εχετε πει ότι ο Μπράιαντ δούλευε πιο σκληρά, αλλά ο Τζόρνταν πιο έξυπνα…
Προφανώς και οι δύο ήταν εξαιρετικά ευφυείς και ταλαντούχοι. Αμφότεροι δούλευαν εξαιρετικά σκληρά. Και οι δύο είχαν γνώση τού πώς λειτουργούσε το σώμα τους και του τι έπρεπε να κάνουν για να παραμείνουν δυνατοί και υγιείς και να έχουν μια μακροχρόνια καριέρα. Η δουλειά που έκανα με τον καθένα τους ήταν διαφορετική, γιατί είχαν διαφορετικές ανάγκες όταν αρχίσαμε να συνεργαζόμαστε.
Ο Κόμπι μπήκε στο πρωτάθλημα όταν ήταν 17 ετών και την περίοδο που αρχίσαμε να δουλεύουμε μαζί το σώμα του είχε ήδη υποστεί αρκετή φθορά και ήταν επιβαρυμένο από τις επιπτώσεις μιας μακράς πορείας στον πρωταθλητισμό. Το πρόγραμμα του Mάικλ Τζόρνταν είχε σχεδιαστεί ειδικά για το στάδιο στο οποίο βρισκόταν τότε στην καριέρα του, εκείνο του νεότερου αθλητή που ήθελε να προσθέσει μυϊκή μάζα και να γίνει πιο δυνατός. Ο Μάικλ πίστευε πως ό,τι κι αν του πρότεινα ήταν το σωστό. Ο Κόμπι μού έδειξε κι εκείνος εμπιστοσύνη, αλλά σίγουρα είχε περισσότερες απορίες. Του άρεσε να μαθαίνει και ήθελε να ξέρει γιατί κάναμε το καθετί, πώς λειτουργούσε, ποιος ήταν ο λόγος πίσω από κάθε απόφαση.
Πώς σας έχει επηρεάσει ο τόσο ξαφνικός και πρόωρος θάνατός του;
Με επηρεάζει ακόμη και σήμερα και νομίζω ότι θα με επηρεάζει για πάντα. Ο Κόμπι ήταν ένα άτομο που πρόσφερε πολλά στο άθλημα του μπάσκετ και στην οικογένειά του, είχε τόσα σχέδια που ήθελε να εκπληρώσει.
Νιώθω ότι όσοι από εμάς τον γνωρίσαμε και είχαμε την ευλογία να βρισκόμαστε κοντά του, είμαστε επιφορτισμένοι με την ευθύνη και την τιμή να μεταδώσουμε το μήνυμά του, να διδάξουμε τη σοφία του για την αδιάκοπη επιδίωξη της αριστείας και της νίκης και να μοιραστούμε την ιστορία του με τους άλλους. Ξέρετε, είχα την τύχη να περάσω πολλά, πολλά χρόνια μαζί του και να ακούσω και να δω πράγματα που ελάχιστοι άνθρωποι είχαν την ευκαιρία να δουν.
Είχα τη δυνατότητα να δω το μυστήριο του Κόμπι Μπράιαντ, την εξέλιξη του Κόμπι Μπράιαντ, το φως και το σκοτάδι του Κόμπι Μπράιαντ. Και κουβαλάω αυτή τη γνώση και αυτά τα συναισθήματα μέσα μου. Κάναμε ατελείωτες συζητήσεις για τα πάντα. Και όσο τρελό κι αν ακούγεται, κάνουμε ακόμη αυτές τις συζητήσεις.
Πώς σας φαίνεται ο Γιάννης Αντετοκούνμπο;
Ο Γιάννης έχει πίσω του μια απίστευτη ιστορία όσον αφορά το από πού ξεκίνησε και το πού βρίσκεται τώρα. Μπορείτε να δείτε πώς έχει εξελιχθεί ο τρόπος με τον οποίο παίζει, πόσο έχουν αλλάξει το σώμα του, η γνώση και η αντίληψή του. Ανέβηκε στην κορυφή και τώρα βλέπει πόσο δύσκολο είναι να επιστρέψει εκεί. Γιατί, όπως λέω πάντα, το να φτάσεις στην κορυφή δεν είναι το πιο δύσκολο κομμάτι.
Η πρόκληση είναι να παραμείνεις στην κορυφή. Ο Αντετοκούνμπο κατανοεί τώρα τι προσαρμογές πρέπει να κάνει, όχι μόνο στον τρόπο με τον οποίο παίζει αλλά και στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει τους συμπαίκτες του ή τις προσδοκίες που έχει από τους συμπαίκτες του. Μαθαίνει τι πρέπει να συμβεί για να ξαναγίνει πρωταθλητής. Γιατί ο μόνος τρόπος να ζήσεις πάλι ένα ξεχωριστό συναίσθημα που είχες κάποτε είναι να περάσεις ξανά τη διαδικασία που σου το δημιούργησε.
Συνεργάζεστε και με τον ζωντανό θρύλο του αμερικανικού χιπ χοπ, τον LL Cool J. Υπάρχει διαφορά ανάμεσα στην ψυχοσύνθεση ενός σουπερστάρ του αθλητισμού και αυτή ενός διάσημου καλλιτέχνη;
Δεν υπάρχει καμία απολύτως διαφορά. Η νοοτροπία ενός αθλητή, η νοοτροπία ενός καλλιτέχνη, η νοοτροπία ενός επιχειρηματία, η νοοτροπία ενός πωλητή, η νοοτροπία ενός δασκάλου, η νοοτροπία ενός ρεπόρτερ… όλα είναι ίδια για τους ανθρώπους που θέλουν να διακριθούν.
Η νίκη είναι μια νοοτροπία που μεταφράζεται σε οποιοδήποτε άθλημα, σε κάθε επιχείρηση, σε κάθε τρόπο ζωής. Μπορείτε να αγωνίζεστε κάθε μέρα, να αγωνίζεστε κάθε ώρα προκειμένου να κάνετε τη διαφορά, να γίνετε καλύτεροι, να ακονίσετε και να επιδείξετε τα ταλέντα και τα χαρίσματα που έχετε. Ο τρόπος σκέψης των νικητών τούς επιτρέπει να ξετυλίξουν προσεκτικά το δώρο που τους έχει δοθεί και να μη φοβηθούν να το μοιραστούν με τον κόσμο.
Στο βιβλίο σας «Winning: The Unforgiving Race to Greatness» αναφέρεστε στο «mental toughness» που διακρίνει τους νικητές. Πώς το εννοείτε πρακτικά;
Ως διανοητική σκληρότητα ορίζω τη διαδικασία τού να παίρνει κανείς τον έλεγχο της ζωής του, να εφαρμόζει συνειδητές αποφάσεις και να μην αναλώνεται στις εναλλακτικές προτάσεις. Λέω στους ανθρώπους:
Λάβετε μέτρα για τα πράγματα που είναι υπό την ευθύνη σας. Σταματήστε να περιμένετε να σας πουν οι άλλοι τι να κάνετε. Διαχειριστείτε τις υποχρεώσεις σας. Αποκλείστε τον θόρυβο και τους haters και όλα αυτά που επιζητούν την προσοχή σας στη σημερινή κοινωνία. Γίνετε ο μάνατζερ της ζωής σας. Ιδού η απλή συνταγή: Ελέγξτε τις σκέψεις σας και θα ελέγξετε τα συναισθήματά σας. Ελέγξτε τα συναισθήματά σας και θα ελέγξετε τις πράξεις σας. Ελέγξτε τις ενέργειές σας και θα καταλήξετε στο επιθυμητό αποτέλεσμα.
Μιλάτε για τη νίκη ως «εσωτερικό κίνητρο» και όχι ως επιδίωξη της επικύρωσης από εξωτερικούς παράγοντες. Πώς βοηθάτε τους πελάτες σας να παραμείνουν συγκεντρωμένοι στο προσωπικό τους όραμα για τη νίκη εν μέσω εξωτερικών πιέσεων;
Για όλους τους ανταγωνιστικούς ανθρώπους, σε οτιδήποτε – είτε μιλάμε για τον αθλητισμό είτε για κάποιο άλλο επάγγελμα είτε για τη ζωή την ίδια – δεν υπάρχει μεγαλύτερη πίεση από εκείνη που ασκούν στον εαυτό τους.
Η εξωτερική πίεση δεν μπορεί καν να συγκριθεί με την πίεση που αισθάνονται αυτά τα άτομα εσωτερικά. Οι νικητές δεν προσπαθούν να αποδείξουν ότι οι άλλοι άνθρωποι κάνουν λάθος, αποδεικνύουν ότι έχουν δίκιο οι ίδιοι. Ετσι χτίζεται η αυτοπεποίθηση. Εάν αναλώνεσαι στο να ευχαριστείς τους άλλους, εστιάζεις σε λάθος πράγμα. Η επιτυχία είναι να ανταποκρίνεσαι στην πίεση που ασκείς στον εαυτό σου, όχι το να επιβεβαιώνεις τις προσδοκίες των άλλων.
Η έννοια του να είναι κανείς αμείλικτος με τον εαυτό του αποτελεί επαναλαμβανόμενο θέμα στη φιλοσοφία σας. Δεν είναι υπερβολικό να ζητάτε από τους ανθρώπους να προσπερνούν την εξάντληση ή τις στιγμές αμφιβολίας προκειμένου να παραμένουν στοχοπροσηλωμένοι;
Δεν καταρρέεις προσπαθώντας για κάτι που θέλεις πολύ να κάνεις. Η εξουθένωση προέρχεται από την ανάγκη να κάνεις πράγματα που δεν θέλεις να κάνεις, από όλα αυτά στα οποία οι άλλοι ζητούν να δώσεις προτεραιότητα. Αυτά είναι τα πράγματα που κλέβουν χρόνο και προσοχή από όσα απολαμβάνεις και επιθυμείς, από τους στόχους σου και εκείνα στα οποία θέλεις να διαπρέψεις.
Η πρόκληση είναι να ελαχιστοποιήσεις ή να διαγράψεις εντελώς τις ευθύνες και τα άτομα που εξαντλούν τον χρόνο και την ενέργειά σου και σε εμποδίζουν να επιτύχεις τους στόχους σου. Δεν λέω να γίνουν αυτοί που μας διαβάζουν ανεύθυνοι ή ευθυνόφοβοι, αλλά μερικές φορές είναι απαραίτητο να δώσουμε προτεραιότητα στον εαυτό μας και στις ανάγκες του προκειμένου να μπορέσουμε να βοηθήσουμε όλους τους άλλους που βασίζονται σε εμάς.
Είναι επίσης εξαιρετικά σημαντικό να επιτρέπουμε στον εαυτό μας να κάνει τα πράγματα που μας φέρνουν χαρά, ηρεμία και ευτυχία. Ο καθένας μας πρέπει να έχει κάτι στη ζωή του που τον αναζωογονεί, που είναι ξεχωριστό και μοναδικό για εκείνον. Για τον Μάικλ, αυτό ήταν το γκολφ. Για τον Κόμπι, ήταν το να περνάει χρόνο με τα παιδιά του. Βρείτε αυτό που χαρίζει στο μυαλό σας ένα ευχάριστο διάλειμμα και χρησιμοποιήστε τον διακόπτη του μυαλού σας για να μειώσετε την ένταση για λίγο. Δεν μπορείτε ποτέ να την απενεργοποιήσετε εντελώς, αλλά μπορείτε να μειώνετε την ένταση και μετά να την αυξήσετε όταν αισθάνεστε πάλι έτοιμοι.
Δεδομένων των περιβαλλόντων υψηλού ρίσκου και πίεσης στα οποία έχετε εργαστεί, πώς βοηθάτε τους αθλητές ή τους πελάτες σας να ανακάμψουν από ήττες ή αποτυχίες χωρίς να χάσουν τον στόχο τους;
Η ήττα είναι μέρος της νίκης. Δεν μπορείς να επιτρέπεις στον εαυτό σου να την πάρει πολύ στα σοβαρά και να τη δει με συναισθηματισμό – είναι απλώς κάτι που συμβαίνει. Στον ανταγωνισμό, στις επιχειρήσεις, το μυαλό σου πρέπει να είναι πιο δυνατό από τα συναισθήματά σου.
Δεν ρίχνεις το φταίξιμο στους άλλους, καταλαβαίνεις γιατί έχασες και αναλαμβάνεις την ευθύνη, όχι μόνο για τις πράξεις σου και τα δικά σου αποτελέσματα αλλά και για τους συμπαίκτες σου. Γιατί μπορεί να μη φταις εσύ, αλλά και πάλι είναι δική σου ευθύνη. Και εδώ είναι το θέμα με τους πρωταθλητές: προτού προλάβετε να τους πείτε τι έκαναν λάθος, το ξέρουν ήδη. Δεν χρειάζονται τον προπονητή ή το αφεντικό τους για να τους πει τι πήγε στραβά. Ξέρουν. Και ήδη ψάχνουν τρόπους για να το διορθώσουν.
Στην εποχή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και της άμεσης ικανοποίησης, πώς διδάσκετε στους πελάτες σας την αξία της υπομονής και της συνεχούς προσπάθειας στην πορεία προς τη νίκη;
Ο Μάικλ ήταν στο πρωτάθλημα για επτά χρόνια προτού κερδίσει το πρώτο του «δαχτυλίδι». Μεσολάβησαν επίσης επτά χρόνια μεταξύ του τρίτου και του τέταρτου πρωταθλήματος του Κόμπε. Επτά χρόνια είναι πολύς χρόνος για να περιμένει κανείς την επιτυχία. Ωστόσο, οι περισσότεροι άνθρωποι σήμερα δεν μπορούν να επιμείνουν σε κάτι για επτά ημέρες ή επτά ώρες ή επτά λεπτά χωρίς να βαρεθούν και να τα παρατήσουν.
Η υπομονή είναι δεξιότητα. Η εστίαση είναι δεξιότητα. Η νίκη είναι ικανότητα. Πρέπει να δουλέψεις σε αυτά και να πιστέψεις ότι η σκληρή δουλειά θα αποδώσει. Είναι εύκολο; Οχι. Αλλά δεν χρειάζεται να αγαπήσετε την περίοδο του κόπου και του μόχθου, απλώς θα πρέπει να λαχταράτε το τελικό αποτέλεσμα τόσο έντονα που η προσπάθεια που θα χρειαστεί να μην έχει τελικά σημασία.