«Αγαπώ αυτό το πάντρεμα της εφήμερης πλευράς της με εκείνη που σε κάνει να ανακαλείς μνήμες από ολόκληρη τη ζωή σου» λέει ο Σεντρίκ Γκρολέ όταν αναφέρεται στη ζαχαροπλαστική.

Μεγαλωμένος στην πόλη Αντρεζιέ-Μπουτεόν στην κοιλάδα του Λίγηρα, ο διάσημος chef pâtissier μπήκε για πρώτη φορά σε επαγγελματική κουζίνα όταν ήταν μόλις 11 ετών, στο ξενοδοχείο που διατηρούσαν οι παππούδες του στην περιοχή.

Τρία χρόνια αργότερα βρέθηκε να σπουδάζει σε σχολή ζαχαροπλαστικής. Το ταλέντο του αναγνωρίστηκε πάρα πολύ γρήγορα και ήδη από νεαρή ηλικία ξεκίνησε την εντυπωσιακή συλλογή του από βραβεία και τίτλους, ανάμεσα στους οποίους περιλαμβάνονται και εκείνοι του καλύτερου ζαχαροπλάστη του κόσμου από το «Les Grandes Tables du Monde» το 2017 και από τα «Gault&Millau» και «The World’s 50 Best Restaurants» το 2018.

Μετά την αποφοίτησή του ξεκίνησε να εργάζεται στo Fauchon, το ιστορικό premium delicatessen-ζαχαροπλαστείο του Παρισιού, το οποίο αποτελεί φυτώριο για πολλούς σπουδαίους ζαχαροπλάστες που ξεκίνησαν την καριέρα τους εκεί, όπως ο πολύς Πιερ Ερμέ, o διάσημος chef pâtissier που μετέτρεψε τα μακαρόν από ένα παραδοσιακό γαλλικό κέρασμα σε παγκόσμια τάση, και ο Φλοριάν Μπελανζέ, στο βιογραφικό του οποίου περιλαμβάνεται και μια πενταετής θητεία στο τριάστερο Le Bernardin, ένα από τα πιο εμβληματικά εστιατόρια της Νέας Υόρκης.

Ο Γκρολέ είναι γνωστός για τα «φρούτα» του, αλλά προφανώς ασχολείται και με τη βιενουαζερί, ενώ δεν ξεχνά και τις παραδοσιακές γαλλικές συνταγές.

Στο Le Meurice, όπου εργάζεται ακόμη και σήμερα, ο Γκρολέ ξεκίνησε ως pastry sous chef και το 2013 έγινε executive pastry chef, δίπλα στον σεφ-θρύλο της Γαλλίας, Αλέν Ντικάς. Το πρώτο του επώνυμο ζαχαροπλαστείο το άνοιξε το 2018 μέσα στο Le Meurice και ακολούθησε ένα δεύτερο, το Cédric Grolet Opéra στο 2ο διαμέρισμα του Παρισιού το 2019.

Το 2022 άνοιξε η τρίτη τοποθεσία μέσα στο λονδρέζικο ξενοδοχείο The Berkeley στο Χάιντ Παρκ και έναν χρόνο αργότερα η τέταρτη στη Σιγκαπούρη – την πρώτη ημέρα λειτουργίας του νέου καταστήματος ο κόσμος ξεκίνησε να σχηματίζει απ’ έξω ουρά από τις 6 το πρωί και στις 8.30 που άνοιξαν οι πόρτες υπήρχαν ήδη 80 πελάτες που περίμεναν να εξυπηρετηθούν. Πλέον έχουν προστεθεί και η Κουρσεβέλ και το Σεν Τρόπε στον προσωπικό γαστρονομικό του χάρτη.

Γλυκά λεμόνια και βρώσιμοι κύβοι του Ρούμπικ

Παρά το εντυπωσιακό του βιογραφικό, καθοριστικής σημασίας στην τέχνη του Σεντρίκ Γκρολέ παραμένουν οι εμπειρίες της παιδικής του ηλικίας. Τότε που τα φρούτα ήταν για τον ίδιο το μοναδικό γλύκισμα της καθημερινότητάς του.

Ακόμη και σήμερα το ψυγείο του «μάγου» της ζάχαρης και της σοκολάτας είναι γεμάτο με φρούτα και λαχανικά. Φαίνεται ότι από εκεί εμπνεύστηκε αυτό που αργότερα έγινε σήμα κατατεθέν του, τα γλυκά που μοιάζουν με μικρά γλυπτά φρούτων.

Ανάγλυφα, σε ρεαλιστικές διαστάσεις, με υφή και όψη που αποτυπώνουν επακριβώς τον καρπό που αναπαριστούν, τα άρτια γλυκά του διάσημου chef pâtissier έχουν γίνει iconic για τους πλέον των 11 εκατομμυρίων ακολούθους του στο Instagram και όχι μόνο.

Από τη συγκεκριμένη πλατφόρμα μοιράζεται τα βιντεάκια του με τα εκατοντάδες χιλιάδες «likes» όπου παρουσιάζει την τεχνική που ακολουθεί. Τα φρέσκα σύκα και αχλάδια μετατρέπονται, φαινομενικά εύκολα, στα χέρια του σε πάστες, τα βερίκοκα γεμίζουν περίτεχνες τάρτες, τα φιστίκια Αιγίνης γίνονται παστέλι, πατέ και μαρτσιπάν, τα διάσημα γλυκά λεμόνια του, όταν δεν στολίζουν τις προθήκες του καταστήματος, γίνονται τέλειες lemon tarts, ενώ μικρά πολύχρωμα παραλληλόγραμμα γλυκάκια συναρμολογούν έναν κύβο-κέικ του Ρούμπικ.

Τα πολύχρωμα φρούτα είναι πάντοτε οι πρωταγωνιστές, ειδικά στις τάρτες που ο Γκρολέ αγαπά ιδιαιτέρως.

Ολα αυτά, μπροστά στα μάτια δεκάδων θαυμαστών του, οι οποίοι κάθε φορά που μαθαίνουν ότι ο αγαπημένος τους chef pâtissier θα βρίσκεται σε κάποιο κατάστημά του, συνωστίζονται μπροστά από τη βιτρίνα για να τον απολαύσουν εν δράσει. Για την υπομονή και την παρουσία τους, ο αεικίνητος, με τη γρήγορη ομιλία Γκρολέ τούς αποζημιώνει πάντοτε με κέρασμα.

Πολλοί κριτικοί έχουν γράψει για τις πανέμορφες αυτές γλυκές δημιουργίες ότι ακολουθούν τη λογική του «trompe-l’œil», την τεχνική της οφθαλμαπάτης που επιστρατεύεται στην υψηλή τέχνη και την αρχιτεκτονική για να χαρακτηρίσει ένα έργο ως ρεαλιστική και αληθοφανή αναπαράσταση ενός αντικειμένου, τόσο αληθοφανή που ξεγελά το μάτι.

Πράγματι, όταν βλέπεις τα διάσημα «fruits sculptés» (γλυπτά φρούτων) του Σεντρίκ Γκρολέ, προς στιγμήν νομίζεις ότι είναι αληθινά. Μόνο όταν τα τεμαχίσεις με μαχαίρι και δεις τις άψογες στρώσεις από κρέμα, παντεσπάνι, κουλί, γκανάς και σάλτσα που έχει κατορθώσει να χωρέσει ο σεφ μέσα στο πολύ λεπτό κέλυφος λευκής σοκολάτας, το οποίο με προσοχή έχει σμιλέψει ώστε να αποτυπώνει ρεαλιστικά την υφή του εκάστοτε φρούτου ή καρπού, πείθεσαι για το αντίθετο.

Και παρά το παιχνίδισμα με τις ψευδαισθήσεις, τα γλυκά και η φιλοσοφία του σεφ έχουν να κάνουν με την αυθεντικότητα των φυσικών γεύσεων και τις παραδοσιακές, καλά θεμελιωμένες τεχνικές και αρχές της γαλλικής ζαχαροπλαστικής, της οποίας είναι θιασώτης. Γι’ αυτό και ο ίδιος συνηθίζει να λέει για τους πελάτες-θαυμαστές-ακολούθους του: «Ερχονται για την εμφάνιση, ξαναέρχονται για τη γεύση».

Για διανοούμενους και καλλιτέχνες

Εκτός από τα ζαχαρένια γλυπτά του, ο Σεντρίκ Γκρολέ έχει συνδέσει το όνομά του και με το Le Meurice. Ενα από τα πιο ιστορικά και πολυτελή ξενοδοχεία όχι μόνο του Παρισιού, αλλά και παγκοσμίως, το οποίο ξεκίνησε τη λειτουργία του το 1815 από τον Σαρλ-Ωγκυστέν Μερίς και γρήγορα έγινε δημοφιλές στους ευρωπαϊκούς αριστοκρατικούς κύκλους. Από το 1835 βρίσκεται στην καρδιά της Πόλης του Φωτός, κατά μήκος της διάσημης Rue de Rivoli και απέναντι από τον πανέμορφο Κήπο του Κεραμεικού (Jardin des Tuileries), όπου κυριαρχεί το πράσινο – πράγμα ιδιαίτερο, μια και βρισκόμαστε στην καρδιά της γαλλικής πρωτεύουσας –, με φόντο τον Πύργο του Αϊφελ.

Εκτός από κοσμοπολίτικη πολυτέλεια και κομψότητα, που απορρέει από την κλασική γαλλική αρχιτεκτονική του 19ου αιώνα (ανακαινισμένο από τον Φίλιπ Σταρκ το 2007), το πεντάστερο ξενοδοχείο αποτελεί ταυτόχρονα και σημείο αναφοράς για την υψηλή γαστρονομία, αφού εκεί κάνει τα μαγικά του ο Αλέν Ντικάς, από το περίφημο εστιατόριο Le Meurice Alain Ducasse, βραβευμένο με δύο αστέρια Michelin.

Ο παγκοσμίου φήμης σεφ σερβίρει σύγχρονη γαλλική κουζίνα υψηλής γαστρονομίας, βασισμένη σε εκλεκτά και φρέσκα υλικά, ενώ στο ξενοδοχείο υπάρχει και το «Le Dalí», το εστιατόριο που φέρει το όνομα του Σαλβαντόρ Νταλί, ως φόρο τιμής στον διάσημο ισπανό σουρεαλιστή καλλιτέχνη που υπήρξε ένοικος του Meurice – σε κάθε του επίσκεψη φιλοξενούνταν στην προεδρική σουίτα για περισσότερο από έναν μήνα.

Το «ξενοδοχείο των διανοούμενων και των καλλιτεχνών», όπως έχει χαρακτηριστεί, προτιμούσαν επίσης ο Πάμπλο Πικάσο, η βασίλισσα Βικτώρια και η Κοκό Σανέλ, ενώ φημολογείται ότι ο γερμανός ζωγράφος Γκέοργκ Μπάζελιτς έχει καταλύσει μόνιμα σε μία από τις σουίτες του.

Ακριβώς δίπλα, στην ίδια διάσημη οδό, λειτουργεί και ένα ιστορικό ζαχαροπλαστείο – salon de thé, το Angelina, με έτος ιδρύσεως το 1903 από τον αυστριακό ζαχαροπλάστη Αντόν Ρουμπελμάγερ.

Το salon de thé, το Angelina, με έτος ιδρύσεως το 1903 από τον αυστριακό ζαχαροπλάστη Αντόν Ρουμπελμάγερ.

Επίσης τόπος συνάντησης της γαλλικής αριστοκρατίας, των διανοούμενων και των καλλιτεχνών, το τοπόσημο πλέον του Παρισιού, με διακόσμηση και αρχιτεκτονική της Belle Époque, είναι κυρίως γνωστό για δύο πράγματα του καταλόγου του: τη ζεστή σοκολάτα «L’Africain», ένα ρόφημα φτιαγμένο από τρεις ποικιλίες κακάο από την Αφρική, με πηχτή υφή, καθώς και το γλύκισμα Mont-Blanc, με την κρέμα κάστανου.

Το τελευταίο δημιουργήθηκε στις αρχές του 20ού αιώνα και παραμένει ένα από τα πιο δημοφιλή γλυκά του καταστήματος. Μια πρόταση πιο παραδοσιακή από τις σύγχρονες δημιουργίες του Σεντρίκ Γκρολέ, πολλές εκ των οποίων είναι φτιαγμένες χωρίς ζάχαρη, αλλά εξίσου νόστιμες και εντυπωσιακές.