Η Μαριάνα Λέκι δεν κοιμάται μόνη στην κρεβατοκάμαρά της. Κι αυτό γιατί συνήθως οι τοίχοι γύρω της είναι γεμάτοι με μικρά χαρτιά όπου έχει γράψει τις σκέψεις και τις ιδέες της για το βιβλίο με το οποίο ασχολείται εντατικά. «Μου αρέσει να με περιβάλλουν οι θεματικές που με απασχολούν και να γλιστράω μέσα τους, είναι σαν να κοιμάμαι δίπλα στους χαρακτήρες μου» θα πει στη διάρκεια της συζήτησής μας. Δεν είναι ν’ απορεί κανείς που τα νυχτερινά της ξεστρατίσματα στις φανταστικές παραστάσεις του μυαλού της έχουν ως αποτέλεσμα βιβλία όπως «Το όνειρο της Ζέλμα» (εκδ. Gutenberg, μτφ. Μαρία Αγγελίδου), το μεγάλο best-seller στη γενέτειρά της Γερμανία όταν πρωτοεκδόθηκε το 2017, το οποίο μεταφράστηκε σε περισσότερες από είκοσι γλώσσες και αγαπήθηκε ιδιαίτερα και στη χώρα μας. Είναι η ιστορία μιας νεαρής γυναίκας, της Λουίζε, η οποία μεγαλώνει σε ένα μικρό χωριό κάπου στην περιοχή των λόφων του Βέστερβαλντ και προσπαθεί να πορευτεί στη ζωή αντιμετωπίζοντας τις διαχρονικά μεγάλες προκλήσεις της, αρχής γενομένης από τον έρωτα και τον θάνατο. Η Ζέλμα του τίτλου είναι η γιαγιά της, η οποία προσδίδει έναν υπερφυσικό τόνο στην ιστορία δεδομένου ότι όποτε βλέπει στον ύπνο της ένα οκάπι, ένα σπάνιο ζώο από το Κονγκό, κάποιος ή κάποια από το χωριό αναμένεται να πεθάνει. Η γλυκύτατη Λέκι, η οποία μοιάζει η ίδια να έχει βγει από ένα παραμύθι όπου το δίχως άλλο θα είχε τον ρόλο της καλής νεράιδας, γνώριζε από την αρχή ότι η παρουσία των μεγάλων υπαρξιακών θεμάτων της ζωής θα κυριαρχούσε στο βιβλίο της. Ηξερε επίσης ότι θα είχε ως κεντρική ηρωίδα την προαναφερθείσα Λουίζε: «Ενα κορίτσι που γίνεται γυναίκα και φοβάται τόσο τον έρωτα όσο και τον θάνατο, τα οποία συγχέει στο μυαλό της εξαιτίας τραυματικών γεγονότων που συνέβησαν στην παιδική της ηλικία». Πρώτα απ’ όλα, όμως, προτού φτάσει στην ανάπτυξη των χαρακτήρων της, η Λέκι γνώριζε με ποια φράση θα ξεκινούσε το βιβλίο της. Εν προκειμένω: «Οταν είπε η Ζέλμα πως τη νύχτα είχε δει οκάπι στον ύπνο της, αμέσως σκεφτήκαμε ότι κάποιος απ’ όλους μας θα πέθαινε, και μάλιστα μέσα στις επόμενες είκοσι τέσσερις ώρες».
Η συγγραφική της προσέγγιση είναι τουλάχιστον πρωτότυπη, αν δεν σας είχαν ήδη προϊδεάσει τα χαρτάκια στο δωμάτιό της. Γιατί από την πρώτη φράση που τριβέλιζε το μυαλό της ως την αρχή της συγγραφής του βιβλίου μεσολάβησαν πέντε ολόκληρα χρόνια, μια σταθερή τακτική της 49χρονης Λέκι στα πέντε μέχρι τώρα βιβλία της αλλά και στο έκτο, το οποίο βρίσκεται στα σκαριά. «Είναι μια διαδικασία που δεν συμβαίνει στο τραπέζι ή στον υπολογιστή μου αλλά όταν περπατάω. Εχω έναν σκύλο ο οποίος είναι πανευτυχής όταν αρχίζω να σκέπτομαι το κάθε βιβλίο μου γιατί περπατάμε για ώρες και ώρες. Πλέον έχω και το κινητό μου μαζί και όταν μου έρχεται μια ιδέα την υπαγορεύω στο τηλέφωνό μου. Είναι μια διαδικασία που παίρνει χρόνια αλλά πρέπει οπωσδήποτε να γνωρίζω την καθοριστική πρώτη φράση. Δεν μπορώ απλώς να καθίσω στο γραφείο μου και να αρχίσω να γράφω, πρέπει να έχει προηγηθεί αυτή η διαδικασία ώστε να έχω την απαραίτητη αυτοπεποίθηση για να ξεκινήσω. Ο υπολογιστής με φοβίζει πολύ. Πρέπει να του δείξω κάτι προτού καθίσω και αναμετρηθώ μαζί του. Οταν καταφέρω να βρεθώ απέναντί του γίνομαι κι εγώ μια ακαταπόνητη μηχανή. Μετά ακολουθεί περίπου ένας χρόνος για την ολοκλήρωση του βιβλίου, ένα σχετικά σύντομο διάστημα συγγραφής».
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος