Στον ιταλικό Νότο, στην πλευρά της Τυρρηνικής Θάλασσας, λίγο έξω από τη Νάπολι, στις ακτές της Καμπανίας και πολύ κοντά στους πρόποδες του ηφαίστειου του Βεζούβιου, χτίστηκε τον 8ο αιώνα π.Χ. από τους Οσκους η πόλη της Πομπηίας.

Εκτεινόταν σε πάνω από 60 εκτάρια και σταδιακά απέκτησε τείχη και τουλάχιστον επτά βασικές πύλες και δώδεκα πύργους. Η τοποθεσία και το ήπιο κλίμα της τη μετέτρεψαν στο ιδανικό θέρετρο για τους εύπορους Ρωμαίους της εποχής.

Αρκετοί από αυτούς έχτισαν επάνω στους σκεπασμένους με αμπέλια λόφους καλαίσθητες επαύλεις, τις οποίες κοσμούσαν με κομψά έργα τέχνης, ενώ στα πολυτελή ρωμαϊκά λουτρά περνούσαν τον χρόνο τους.

Η Πομπηία υπήρξε πόλη ακμάζουσα και ο πληθυσμός της έφτανε έως και τις 30.000 κατοίκους (υπολογίζεται ότι το μοιραίο 79 μ.Χ. είχε 20.000). Θεωρούνταν μία από τις πιο όμορφες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, όμως έμελλε να δεχτεί απανωτά χτυπήματα από τη μανία της φύσης.

Η τελευταία ημέρα της Πομπηίας

Το 62 μ.Χ., ένας σφοδρότατος σεισμός, μεγέθους μεταξύ 5 και 6 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, συντάραξε συθέμελα την Πομπηία. Παρ’ όλα αυτά οι κάτοικοι και οι τοπικές αρχές κατάφεραν σε μεγάλο βαθμό να αποκαταστήσουν τις ζημιές. Στην πορεία οικοδομήθηκαν και νέα, πιο σύγχρονα κτίρια, όπως για παράδειγμα τα νέα δημόσια λουτρά. Επί δεκαεπτά χρόνια η πόλη άκμαζε και οι ντόπιοι είχαν βρει και πάλι τους ρυθμούς τους. Τότε όμως δέχτηκαν το τελειωτικό πλήγμα.

Τον Οκτώβριο (κατ’ άλλους τον Αύγουστο ή τον Νοέμβριο) του 79 μ.Χ., ο Βεζούβιος εκρήγνυται. Της φονικής έκρηξης είχαν προηγηθεί μικροσεισμοί και ακολούθησε βροχή καυτής τέφρας και κίσσηρης, ωθώντας μέρος του πληθυσμού να εγκαταλείψει την πόλη – ωστόσο κανείς δεν ήταν προετοιμασμένος για αυτό που θα συνέβαινε ώρες αργότερα, στην κλίμακα που συνέβη. Ακολούθησε ένα τεράστιο καυτό κύμα από στάχτη, λάβα, αέρια και άλλα πυροκλαστικά υλικά που κατάπιε τη γεμάτη ζωή, πλούσια και πανέμορφη παραλιακή πόλη της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.

Σύμφωνα με τους επιστήμονες και τους ιστορικούς, τα ηφαιστειακά αυτά αναβλήματα σκέπασαν σε στρώσεις την Πομπηία σε ύψος που τελικά έφτασε τα 6-7 μέτρα (αν συνυπολογιστούν και οι μετέπειτα εκρήξεις, τον 5ο και 6ο μ.Χ. αιώνα).

Ο ιταλός συντηρητής Εμιλιάνο Αφρικάνο.

Ολα θάφτηκαν, μαζί και οι εναπομείναντες κάτοικοι της πάλαι ποτέ κραταιάς πολιτείας, οι οποίοι, σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, πιθανότατα υπέκυψαν από το αβάσταχτο θερμικό κύμα που ίσως ξεπερνούσε τους 500°C. Ο ακριβής αριθμός των ανθρώπων που έχασαν τη ζωή τους εκείνη την ημέρα τίθεται υπό αμφισβήτηση. Μέχρι στιγμής έχουν βρεθεί από τις ανασκαφές στην Πομπηία 1.150 σοροί, κάτι που σύμφωνα με τους αρχαιολόγους σημαίνει ότι πιθανώς στην πόλη βρήκαν τον θάνατο συνολικά έως και 3.000-16.000 άνθρωποι.

Στο πέρασμα των ετών η πόλη ξεχάστηκε και παρέμεινε αφανής για αιώνες. Κάτω από τα ηφαιστειακά στρώματα διατηρήθηκαν με συγκλονιστική λεπτομέρεια κτίρια, ψηφιδωτά, τοιχογραφίες, αντικείμενα της καθημερινότητας, ανθρώπινες σοροί κ.ά., που αποκαλύφθηκαν έπειτα από συστηματικές, χρονοβόρες ανασκαφές. Η αρχαία πόλη της Πομπηίας «ανακαλύπτεται» ξανά μόλις τον 16ο και 17ο αιώνα, με τμήματα της πόλης να έρχονται τυχαία στο φως στη διάρκεια διενέργειας έργων στην επιφάνεια, ωστόσο δεν δόθηκε μεγάλη βαρύτητα. Οι πιο συστηματικές ανασκαφές ξεκίνησαν γύρω στο 1750. Νέες ανακαλύψεις έρχονται στο φως συνεχώς τα τελευταία χρόνια, καθώς οι αρχαιολόγοι πραγματοποιούν εντατικές εργασίες συντήρησης για να σταματήσουν τη φθορά.

Η Civita Giuliana αποκαλύπτεται

Τα προάστια της αρχαίας πόλης της Πομπηίας φιλοξενούσαν πολυάριθμα οικήματα, διάσπαρτα σε μια περιοχή με αμπέλια και ελιές. Οι αρχαιολόγοι κατάφεραν να σκιαγραφήσουν το προφίλ του χώρου, με τον εντοπισμό διαφόρων κτισμάτων που βρίσκονταν στη συγκεκριμένη περιοχή. Μέσα σε αυτό το σκηνικό αναδύεται η Βίλα της Civita Giuliana, μια επιβλητική ρωμαϊκή έπαυλη περί τα 700 μέτρα βορειοδυτικά των τειχών της πόλης. Ενας τόπος γεμάτος μυστικά και θαυμαστά ευρήματα, όπως αποκαλύπτονται και σε πρόσφατο ντοκιμαντέρ του δικτύου PBS με τίτλο «Pompeii: Buried Secrets of the Villa Giuliana» (2023). Στα θαυμαστά ευρήματα της βίλας εστιάζει και το βραβευμένο γαλλικό ντοκιμαντέρ «Pompeii, the Secret of the Villa of Civita Guiliana» (2022).

Ας πάρουμε όμως την ιστορία από την αρχή. Στις αρχές του 20ού αιώνα (1907-1908) ο μαρκήσιος Τζοβάνι Ιμπεριάλι πραγματοποίησε ανασκαφές στην περιοχή βορείως της έπαυλης. Η ιστορική ανασκαφή έφερε στο φως 15 δωμάτια που αφορούσαν δύο τομείς της έπαυλης, έναν οικιστικό και έναν αγροτικό. Ο οικιστικός τομέας ήταν διατεταγμένος γύρω από ένα περιστύλιο με ορθογώνιο σχήμα.

Πολλά αντικείμενα, όπως τα εικονοζόμενα ντουλάπια, βρέθηκαν σχεδόνα ανέπαφα κάτω από τους τόνους των ηφαιστειακών υλικών.

Στην ανατολική πλευρά του περιστυλίου ανακαλύφθηκαν πέντε δωμάτια με πλούσιο ζωγραφικό διάκοσμο. Οσον αφορά τον παραγωγικό τομέα, ο οποίος πιθανότατα χωροθετούνταν στη βορειοανατολική πλευρά του κτιρίου (δεν έχει εντοπιστεί με βεβαιότητα), αναμφίβολα αποτελούνταν από ένα πατητήρι, ένα κελάρι για κρασιά και άλλους χώρους για την αποθήκευση τροφίμων που παράγονταν στην έκταση γύρω από το κτίσμα. Το 1955 η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως τους διαχωριστικούς τοίχους – ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η παρουσία δύο τοίχων που ενώνονται με έναν συνδετικό τοίχο κατασκευασμένο με την τεχνοτροπία opus craticium.

Το συγκρότημα έχει «τραυματιστεί» από λαθρανασκαφές τις τελευταίες δεκαετίες, οι οποίες εντοπίστηκαν χάρη στην ανακάλυψη υπόγειων σηράγγων που εξερευνήθηκαν από τους καραμπινιέρους, με την υλικοτεχνική υποστήριξη της Πυροσβεστικής.

Οι σήραγγες των τυμβωρύχων σκάφτηκαν κατά μήκος των περιμετρικών τοίχων των δωματίων της έπαυλης και προκάλεσαν ζημιές στο οίκημα, κατέστρεψαν μέρος της τοιχοποιίας, ενώ σημειώθηκαν κλοπές και καταστροφές αντικειμένων. Η ανάγκη οριστικής διακοπής τέτοιων εγκληματικών πράξεων λεηλασίας αρχαιοτήτων καθιέρωσε την εφαρμογή ενός νέου ανασκαφικού σχεδίου, μέσω μιας σύμπραξης μεταξύ του Αρχαιολογικού Πάρκου της Πομπηίας και της Εισαγγελίας της γειτονικής Τόρε Ανουντσιάτα από το 2017.

Η «στρωματογραφική» ανασκαφή αποκάλυψε την παρουσία ενός ορθογώνιου διώροφου οικοδομήματος, με τοίχους με το μοτίβο opus reticulatum εξαιρετικής κατασκευής, οι οποίοι διατηρούνται σε ύψος 5 μέτρων. Περιλαμβάνει τουλάχιστον πέντε δωμάτια (διαστάσεων 4×3,5 μ.), όλα επηρεασμένα από την κατάρρευση των κεραμιδιών της οροφής και του δαπέδου του επάνω ορόφου, από τα οποία σώζονται μόνο ίχνη των δοκών. Το ανώτερο τμήμα του δυτικού ακραίου τοίχου του κτιρίου κατέρρευσε κατά τις εκρήξεις του 79 μ.Χ.

Στη δυτική πλευρά του πρώτου δωματίου υπάρχει η πόρτα και ένα μικρό παράθυρο, του οποίου σώζεται ακόμη η ξύλινη καμάρα – στην ανατολική πλευρά του δωματίου υπάρχει μόνο ένα παράθυρο, ένα άνοιγμα από το οποίο χύθηκε η λάβα στον χώρο.

Οι τοίχοι, με εξαίρεση τον δυτικό, ήταν διακοσμημένοι με ένα λεπτό στρώμα λευκού σοβά, με ίχνη κόκκινων λωρίδων. Ο νότιος τοίχος φιλοξενεί μια τετράγωνη κόγχη – ένα μικρό lararium (μικρός λατρευτικός χώρος για τις οικιακές θεότητες), που οριοθετείται από γύψινο πλαίσιο, μέσα στο οποίο ανακαλύφθηκε μια τετράγωνη μαρμάρινη βάση. Από κάτω υπήρχαν, μεταξύ άλλων, ένα θυμιατό και δύο αγγεία.

Λεπτομέρεια του τετράτροχου τελετουργικού άρματος που βρέθηκε στη βίλα.

Στον χώρο βρέθηκαν υπολείμματα από κρεβάτια, ενώ οι αρχαιολόγοι έχουν ανακτήσει και ίχνη ενός χαλιού ή ενός κομματιού υφάσματος τοποθετημένου πάνω από τη βάση του κρεβατιού. Από το δάπεδο, που σχηματίζεται από ένα απλό στρώμα συμπιεσμένου χώματος, ανασύρθηκαν διάφορα ευρήματα, μεταξύ των οποίων τρεις αμφορείς (ο ένας κατεστραμμένος από τους λαθρανασκαφείς) που περιείχαν κρασί και λάδι, ένα αγγείο, ένα μακρύ σιδερένιο πριόνι και θραύσματα οστών ζώων.

Το άλλο δωμάτιο αποδείχθηκε ότι ήταν ένας στάβλος. Πάντως και σε αυτό το δωμάτιο της βίλας της Civita Giuliana η παρουσία πυροκλαστικής ροής επέτρεψε στους αρχαιολόγους να κατασκευάσουν γύψινα εκμαγεία. Πρόκειται για μια μακρόστενη ξύλινη γούρνα, τοποθετημένη κατά μήκος του νότιου τοίχου, και τρία ιπποειδή, που βρέθηκαν μπροστά από τη γούρνα και κατέρρευσαν στο έδαφος κατά τη διάρκεια της έκρηξης.

Το ένα από τα ζώα, ανέγγιχτο από τις ενέργειες της λαθρανασκαφής, ανασύρθηκε άθικτο, με την πλήρη σκελετική του δομή. Μεταξύ των αφτιών βρέθηκαν χάλκινα διακοσμητικά στοιχεία που πιθανώς είχαν εφαρμοστεί σε δερμάτινο πλαίσιο (το οποίο έχει πλέον εξαφανιστεί). Η ανακάλυψη στο ανατολικό τμήμα της περιοχής ενός διαχωριστικού τοίχου που συνορεύει με έναν χωματόδρομο καθόρισε, από αυτή την πλευρά, το όριο της ιδιοκτησίας της βίλας.

Οι δύο άνδρες, το πολυτελές άρμα και το δωμάτιο των σκλάβων

Ακολούθησαν ακόμη πιο σημαντικά ευρήματα. To 2020, σε έναν υπόγειο χώρο της έπαυλης, βρέθηκαν οι σοροί δύο ανδρών και δημιουργήθηκαν εκμαγεία – ο νεαρότερος εξ αυτών ήταν πιθανότατα σκλάβος. Ακολούθως, στις αρχές του 2021, ιταλοί αρχαιολόγοι ανακάλυψαν κοντά στους στάβλους της βίλας ένα εξαιρετικά διατηρημένο ρωμαϊκό τελετουργικό άρμα, μια «Lamborghini της εποχής», που παραμένει μέχρι σήμερα το πρώτο στο είδος του που έρχεται στο φως.

Εκτός όμως από το άρμα, τα ψηφιδωτά και τις τοιχογραφίες που έχουν αποκαλυφθεί, οι αρχαιολόγοι προχώρησαν σε ακόμη μια σημαντική ανακάλυψη, η οποία έκανε τον γύρο του κόσμου. Πρόκειται για το «δωμάτιο των σκλάβων».

Εναν χώρο επιφάνειας 16 τετραγωνικών μέτρων που έχει διατηρηθεί σε εξαιρετική κατάσταση και περιλαμβάνει τρία ξύλινα κρεβάτια (δύο από τα οποία ήταν μήκους 1,7 μέτρων, ενώ το τρίτο 1,4 μέτρων, πιθανώς παιδικό). Η ανακάλυψη έγινε κοντά στο σημείο που εντοπίστηκε το τελετουργικό άρμα και σχετικά κοντά στον στάβλο, που ανασκάφηκε το 2018. Το δωμάτιο αυτό χρησίμευε ως κατάλυμα του προσωπικού που εκτελούσε τις καθημερινές εργασίες στην έπαυλη, συμπεριλαμβανομένης της συντήρησης και της προετοιμασίας του άρματος.

Το εξαιρετικά διατηρημένο ρωμαϊκό τελετουργικό άρμα που ήρθε στο φως το 2001.

Οι βάσεις των κρεβατιών ήταν κατασκευασμένες από σκοινιά, τα αποτυπώματα των οποίων διακρίνονται εν μέρει στον κινερίτη, και πάνω από τα οποία τοποθετούνταν υφασμάτινες κουβέρτες, που έχουν επίσης διατηρηθεί ως κοιλότητες στο έδαφος και έχουν αναπαρασταθεί με τη μέθοδο του γύψινου εκμαγείου. Κάτω από τα κρεβάτια βρέθηκαν διάφορα προσωπικά αντικείµενα, µεταξύ των οποίων αποθηκευτικοί αµφορείς, κεραµικές κανάτες και ένα δοχείο νυκτός.

Το δωµάτιο φωτιζόταν από ένα µικρό παράθυρο στο επάνω µέρος του και δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι είχε διακοσµήσεις στους τοίχους. Εκτός του ότι χρησίμευε ως κοιτώνας για μια ομάδα δούλων – πιθανώς μια μικρή οικογένεια, όπως υποδηλώνει η παρουσία του παιδικού κρεβατιού – το δωμάτιο χρησιμοποιήθηκε επίσης ως αποθηκευτικός χώρος, όπως αποδεικνύεται από τους οκτώ αμφορείς και τις κεραμικές κανάτες που στριμώχτηκαν στις γωνίες του. Μόλις τον περασμένο Ιούνιο η αρχαιολογική σκαπάνη στη Civita Giuliana έφερε στο φως μια σειρά από ξυλουργικά εργαλεία σε ένα από τα δωμάτια της βίλας. Και οι εργασίες στη σκιά του Βεζούβιου συνεχίζονται με αμείωτο ρυθμό.

Η Πομπηία, με την πλούσια ιστορία της και τα καλά διατηρημένα μνημεία της, συνεχίζει να μαγεύει επιστήμονες και επισκέπτες από όλον τον κόσμο. Η Civita Giuliana με τα θαυμαστά ευρήματά της αποτελεί ένα ξεχωριστό κομμάτι αυτής της ιστορικής κληρονομιάς, το οποίο αξίζει να επισκεφθεί κανείς. Και δεν έχει πει καν την τελευταία της λέξη…