Η εποχή του ατμού δεν τελείωσε ποτέ. Μπορεί σήμερα να μην ταξιδεύουμε πια με ατμομηχανές και ατμόπλοια, μία όμως από τις πιο σύγχρονες και επίφοβες τεχνολογίες μας στηρίζεται εν μέρει στην καίρια παρεμβολή του. Στους πυρηνικούς σταθμούς η ελεγχόμενη σχάση του ουρανίου δημιουργεί θερμότητα η οποία μετατρέπεται σε ατμό και αυτός, διοχετευόμενος κατάλληλα σε τουρμπίνες, παράγει τελικά τον ηλεκτρισμό. Ατμός, ηλεκτρισμός, άτομο, τρεις διαδοχικές ενεργειακές εποχές του κόσμου σε μία, συνιστούν θαυμαστή σύνοψη της ανθρώπινης επινοητικότητας, υποδεικνύουν όμως παράλληλα και τα όριά της. Αν ο ατμός και ο ηλεκτρισμός έχουν τιθασευθεί, ο έλεγχός μας επί της πυρηνικής ενέργειας παραμένει ατελής. Σχεδόν εβδομήντα χρόνια εμπορικής χρήσης, για παράδειγμα, δεν μας έχουν κάνει σοφότερους ως προς τον αποτελεσματικό τρόπο απαλλαγής από τα σκουπίδια της: τα εξαντλημένα πυρηνικά καύσιμα ακτινοβολούν θανάσιμες δόσεις ραδιενέργειας επί χιλιάδες χρόνια. Καθώς η πυρηνική ενέργεια, η οποία μετά το ατύχημα της Φουκουσίμα το 2011 είχε υποχωρήσει ως προτεραιότητα, επανέρχεται στο προσκήνιο ως δυνητικά σημαντικός αρωγός στην προσπάθεια αποτροπής της κλιματικής υπερθέρμανσης και γεγονότα όπως η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία στρέφουν την προσοχή στους κινδύνους εγκαταλελειμμένων εγκαταστάσεων σαν το Τσερνόμπιλ, πλήθος κυβερνήσεων ανά τον κόσμο εξαναγκάζεται τα τελευταία χρόνια στη διαμόρφωση μιας διακριτής πολιτικής για την τύχη των πυρηνικών αποβλήτων.
Το χαμένο στοίχημα της Νεβάδα
Υπολογίζεται ότι παγκοσμίως υπάρχουν σήμερα 250.000 τόνοι τέτοιων υλικών και ο ρυθμός αύξησής τους αγγίζει τους 12.000 τόνους τον χρόνο. Στην πλειονότητά τους πρόκειται για σφαιρίδια καύσιμου ουρανίου διαμέτρου ενός εκατοστού εγκιβωτισμένα σε ράβδους από κράμα ζιρκονίου: ένα μόνο από αυτά τα σφαιρίδια απελευθερώνει ενέργεια ίση με έναν τόνο άνθρακα. Η τοξικότητά τους, ωστόσο, είναι τόσο υψηλή όσο εκείνη ενός πυρηνικού όπλου: σύμφωνα με τη Ρυθμιστική Επιτροπή Πυρηνικής Ενέργειας των Ηνωμένων Πολιτειών, δέκα χρόνια μετά την αφαίρεσή του από τον αντιδραστήρα, ένα τυπικό στοιχείο καυσίμου εκλύει ακτινοβολία 10.000 rem την ώρα, 20 φορές παραπάνω από τη θανατηφόρα για τον άνθρωπο άμεση δόση των 500 rem. Επειτα από την απόσυρσή τους φυλάσσονται είτε σε δεξαμενές νερού ώστε να «κρυώσουν» είτε σε μεταλλικούς κάδους ξηρής αποθήκευσης σε υπόγεια φρεάτια. Ωστόσο, καθώς το ουράνιο-238, που αποτελεί περίπου το 96% των καταλοίπων, είναι αιώνιο (η ημιζωή του, το διάστημα κατά το οποίο η ραδιενέργειά του μειώνεται στο μισό, φτάνει τα 4,46 δισεκατομμύρια χρόνια), όλα τα παραπάνω φθαρτά υλικά δεν αρκούν για να το δαμάσουν. Μεταβατικές εγκαταστάσεις σε απομακρυσμένες περιοχές χρησιμοποιούνται από διάφορα κράτη, όμως η μόνιμη διέξοδος που προκρίνει η επιστήμη είναι η ταφή τους σε βάθος 500 μέτρων – και αυτή η μονιμότητα είναι προσωρινή: η σημερινή τεχνολογία θεωρείται πως διασφαλίζει την ακεραιότητα των χώρων αυτών για μια περίοδο 100.000 ετών. Εστω και έτσι, τα λεγόμενα «γεωλογικά αποθετήρια» είναι η λύση. Το πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχουν.
Θα περίμενε κανείς ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρωτοπορούσαν στο ζήτημα. Τα 55 πυρηνικά εργοστάσια της χώρας παράγουν περισσότερους από 2.000 τόνους αποβλήτων κάθε χρόνο και υπολογίζεται ότι στο έδαφός της βρίσκονται σήμερα αποθηκευμένοι περίπου 90.000 τόνοι. Η πρώτη εμπεριστατωμένη έκθεση για το πρόβλημα ανάγεται στο 1957, όταν η Εθνική Ακαδημία Επιστημών πρότεινε την ταφή των ραδιενεργών καταλοίπων, κατά προτίμηση σε ορυχεία άλατος, ενώ η πρώτη νομοθετική πρωτοβουλία στο 1982, με τον Νόμο Περί Πολιτικής Πυρηνικών Αποβλήτων (NWPA). Το υπουργείο Ενέργειας όρισε το 1987 το όρος Γιούκα στη Νεβάδα, 140 χιλιόμετρα βορειοδυτικά του Λας Βέγκας, ως γεωλογικό αποθετήριο. Εκτοτε, το σύνολο των επικίνδυνων ραδιενεργών υλικών εξακολουθεί να στοιβάζεται εκεί όπου παράγονται – κάπου 80 σημεία σε 35 Πολιτείες. Μόνο σε μία από αυτές, στο Σαν Ονόφρε της Λαγκούνα Μπιτς στην Καλιφόρνια, ακριβώς δίπλα στην ακτή όπου πολλοί κάτοικοι προσέρχονται για κολύμπι και σερφ στον Ειρηνικό, έγραφε τον περασμένο Απρίλιο στο «Washington Post Magazine» η Ρεμπέκα Τούχους-Ντούμπροου, υπάρχουν αποθηκευμένοι σε 123 μεταλλικά βαρέλια μέσα σε ειδικά φρεάτια οι 1.600 τόνοι που συσσωρεύθηκαν στα 50 χρόνια της λειτουργίας του. Μένουν εκεί ως μνημείο δεκαετιών πολιτικών αντιπαραθέσεων. Στη Νεβάδα η επιλογή του Γιούκα είχε εγείρει ανησυχίες ως προς τη σεισμική ασφάλεια λόγω της εγγύτητάς του στα ρήγματα Σάντανς και Γκοστ Ντανς. Πολιτικά, η επιλογή της Πολιτείας δεν έγινε ποτέ πραγματικά αποδεκτή και ο καταγόμενος από αυτήν Χάρι Ράιντ, επικεφαλής των Δημοκρατικών στη Γερουσία από το 2005 έως το 2017, ανέλαβε ως προσωπική αποστολή την ανάκληση της σχετικής απόφασης, κάτι που πέτυχε το 2010 επί προεδρίας Μπαράκ Ομπάμα. Ωστόσο, η διακηρυγμένη τωρινή πολιτική της κυβέρνησης Μπάιντεν για μηδενικές εκπομπές άνθρακα ως το 2050 σημαίνει περισσότερη πυρηνική ενέργεια: «Οι ΗΠΑ βλέπουν την πυρηνική ενέργεια ως κομβικής σημασίας τεχνολογία στην παγκόσμια προσπάθεια να περιοριστούν οι εκπομπές, να αυξηθούν οι οικονομικές ευκαιρίες και να καταπολεμηθεί τελικά η κλιματική αλλαγή», σύμφωνα με όσα δήλωνε πρόσφατα η αμερικανίδα υπουργός Ενέργειας Τζένιφερ Γκράνχολμ.
Πού θα βρεθεί όμως χώρος για τα νυν και τα μελλοντικά ραδιενεργά κατάλοιπα; Η διακομματική επιτροπή που συγκρότησε ο Ομπάμα μετά την εγκατάλειψη του σχεδίου του όρους Γιούκα πρότεινε τον Ιανουάριο του 2012 τη διττή κατεύθυνση της αναζήτησης ενός κατάλληλου μόνιμου γεωλογικού αποθετηρίου και παράλληλα τη χωροθέτηση μεταβατικών πυρηνικών χωματερών με τη συναίνεση των τοπικών κοινοτήτων. Τέτοια συγκροτήματα θα έμοιαζαν με το «Πιλοτικό Εργοστάσιο Απομόνωσης Αποβλήτων» (Waste Isolation Pilot Plant, WIPP), ένα πρόγραμμα κόστους 19 δισεκατομμυρίων δολαρίων που λειτουργεί από το 1999 στο Νέο Μεξικό προκειμένου να υποδέχεται αποκλειστικά τα απόβλητα των αμερικανικών πυρηνικών όπλων. Τα υλικά θάβονται σε σχηματισμούς άλατος σε βάθος 660 μέτρων και υπολογίζεται ότι εκεί θα παραμείνουν άθικτα για τα επόμενα 10.000 χρόνια. Ωστόσο, κάτι ανάλογο δεν φαντάζει εφικτό σύντομα, εξ ου και το υπουργείο Ενέργειας προέκρινε τα δύο τελευταία χρόνια ένα πρόγραμμα ύψους 40 εκατομμυρίων δολαρίων για τη δημιουργία πιο βραχυχρόνιων εγκαταστάσεων από την ιδιωτική πρωτοβουλία, συγκεκριμένα από τις εταιρείες κατασκευής των δοχείων φύλαξης εξαντλημένου ουρανίου. Σύμφωνα με την Τούχους-Ντούμπροου, η εταιρεία Holtec βρίσκεται ήδη σε συζητήσεις με την κοινότητα Χομπς του Νέου Μεξικού για την ανοικοδόμηση ενός τέτοιου κέντρου σε απόσταση 70 χιλιομέτρων από οποιαδήποτε κατοικημένη περιοχή.
Από τη Φουκουσίμα στην «κοιλιά του Ονκαλο»
Παρότι αναποτελεσματική, η πολιτική των ΗΠΑ στο συγκεκριμένο ζήτημα είναι τουλάχιστον σαφώς διακηρυγμένη και ενιαία. Αλλού, προθέσεις και πράξεις είναι πιο ασαφείς. Η Κίνα, όπου η οικονομική έκρηξη τροφοδοτείται από ασύλληπτες ποσότητες άνθρακα και μόλις 2% του ηλεκτρισμού προέρχεται από πυρηνικά εργοστάσια, προβλέπει την ανάγκη δημιουργίας γεωλογικών αποθετηρίων το μακρινό 2050. Τον Απρίλιο του 2021, η Ιαπωνία προξένησε διεθνή κατακραυγή έπειτα από την ανακοίνωση της πρόθεσης της εταιρείας Tepco, διαχειριστή των αντιδραστήρων της Φουκουσίμα, να απελευθερώσει το 2023 στον Ειρηνικό Ωκεανό, έπειτα από επεξεργασία, περίπου 1,25 εκατομμύρια τόνους ραδιενεργού νερού από το ατύχημα του 2011.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση από την πλευρά της καλεί μεν τα κράτη-μέλη να καταθέσουν εθνικά σχέδια διαχείρισης καταλοίπων που να συμμορφώνονται με γενικούς κανόνες, αφήνει όμως την πρωτοβουλία στη διακριτική τους ευχέρεια. Σε 13 από τις 27 χώρες-μέλη της λειτουργούν σήμερα 103 πυρηνικοί αντιδραστήρες (άλλοι 56 υπάρχουν στη Ρωσία, στην Ουκρανία και στην Ελβετία), οι προβλέψεις για τους 60.000 τόνους πυρηνικών αποβλήτων των οποίων διαφέρουν.
Η Γαλλία, για παράδειγμα, υπεύθυνη για άνω του 50% της πυρηνικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ, ακολουθεί εδώ και χρόνια την πρακτική της επανεπεξεργασίας των καυσίμων επεκτείνοντας τον κύκλο ζωής τους (αν και το τελικό στάδιο παραμένει εξίσου επικίνδυνα ραδιενεργό).
Μετά το ατύχημα της Φουκουσίμα, η Γερμανία έχει εξαγγείλει επισήμως, διά της τότε καγκελαρίου Ανγκελα Μέρκελ, τη σταδιακή απαγκίστρωσή της από την ατομική ενέργεια. Ως το 1998, όμως, διέθετε έναν από τους λίγους τόπους ταφής πανευρωπαϊκά, στα αλατωρυχεία του Μορσλέμπεν στη Σαξονία-Ανχαλτ της πρώην Ανατολικής Γερμανίας, όπου από το 1971 είχαν εναποτεθεί 36.753 κυβικά μέτρα χαμηλής και μέσης περιεκτικότητας πυρηνικών αποβλήτων. Η Σουηδία ενέκρινε την κατασκευή ενός γεωλογικού χώρου απόθεσης στο Οσκαρσχαμ τον Ιανουάριο του 2022. Στην Ισπανία, μια μεταβατική εγκατάσταση ήταν έτοιμη να θεμελιωθεί στην Κουέντσα το 2015, όταν το σχέδιο πάγωσε εν μέσω τεχνικών δυσχερειών, πολιτικών διαφωνιών και οικολογικών ανησυχιών. Το 2020 η κυβέρνηση παραδέχθηκε ότι το σχέδιο δύσκολα θα αναβίωνε.
Παραδόξως, η χώρα που δείχνει το μέλλον στον συγκεκριμένο τομέα είναι η Φινλανδία. Για τα τέσσερα πυρηνικά εργοστάσιά της ολοκλήρωσε το 2017 την κατασκευή του γεωλογικού αποθετηρίου του Ονκαλο στον κόλπο της Βοθνίας. Εκεί, σε βάθος 450 μέτρων, όπως γράφει ο βρετανός συγγραφέας και περιηγητής Ρόμπερτ Μακφάρλαν στο βιβλίο του «Υπογαία» (εκδ. Μεταίχμιο) έχουν σκαφτεί 200 στοές αποθήκευσης, όπου προορίζονται να ταφούν 6.500 τόνοι εξαντλημένου ουρανίου. Ο Μακφάρλαν, ο οποίος επισκέφθηκε τον χώρο στη διάρκεια της κατασκευής του, περιγράφει έναν τόπο εμβληματικό του Κάτω Κόσμου. Τεράστια βαρέλια από χαλκό, μήκους δυόμισι μέτρων και διαμέτρου 50 εκατοστών, που πλήρη θα ζυγίζουν 25 τόνους, τον υποδέχονται. Σκαπτικά μηχανήματα εργάζονται ακόμη, φρεάτια, στοές, κοιλότητες, αίθουσες, λάκκοι αναμένουν το ραδιενεργό υλικό που θα αρχίσει να εναποτίθεται από το 2023 προκειμένου να επιχωθούν στη συνέχεια. «Η κοιλιά του Ονκαλο», γράφει, «δεν είναι το βαθύτερο μέρος όπου έχω βρεθεί στα χρόνια των ταξιδιών μου στην υπογαία, αλλά μου φαίνεται ότι είναι το πιο σκοτεινό. Εχω έντονη αίσθηση του βάρους του χρόνου από πάνω μας και γύρω μας, να σφυροκοπεί φλέβες και ιστούς». Τα πετρώματα έχουν ηλικία 1,9 δισεκατομμυρίων ετών, γράφει ο Μακφάρλαν. Ο χρόνος ημιζωής του ουρανίου-238 είναι 4,46 δισεκατομμύρια χρόνια. Τέτοιες κλίμακες από μόνες τους γεννούν βαθύτερα ερωτήματα για την ανθρώπινη φύση: «Το να σκεφτόμαστε με τον χρόνο ζωής των ραδιενεργών στοιχείων συνεπάγεται επίσης, κατ’ ανάγκην, το να αναρωτιόμαστε όχι τι θα πούμε εμείς για το μέλλον αλλά τι θα πει το μέλλον για εμάς». Μετά την κλιματική καταστροφή του Ανθρωπόκαινου, ποια κληρονομιά σηματοδοτεί για την ανθρωπότητα η ταφή αιώνια θανατηφόρων υλικών κάτω από την επιφάνεια της Γης;
Ο φιλοσοφικός προβληματισμός του Ρόμπερτ Μακφάρλαν, εύλογος υπό το δέος που προξενεί η εγγύτητα σε ένα τέτοιο κυκλώπειο έργο, δεν απασχολεί τις κυβερνήσεις, έχει όμως απήχηση στο κοινό εδώ και δεκαετίες. Ο χαμογελαστός ήλιος και το σύνθημα «Πυρηνική ενέργεια; Οχι, ευχαριστώ» του παγκόσμιου κινήματος κατά της ατομικής ενέργειας αποτελούν ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα λογότυπα παγκοσμίως. Τέκνο της απειλητικής ατμόσφαιρας του Ψυχρού Πολέμου, το κίνημα συνιστά σημαντική κληρονομιά της Αριστεράς, υπήρξε όμως ταυτόχρονα πόλος αυθόρμητης συλλογικής οργάνωσης και ένας από τους γονιμότερους χώρους πολιτικών ζυμώσεων συνολικά, κοιτίδα των Πρασίνων και της οικολογικής συνείδησης. Οχι τυχαία. Η στρατιωτική χρήση της ενέργειας του ατόμου προϋπήρξε της ειρηνικής και επισκίασε εξαρχής την πρόσληψή της. Μείζονα ατυχήματα σε διάφορες περιοχές του πλανήτη, με ευρεία διασπορά ραδιενεργών ουσιών (Κιστίμ, ΕΣΣΔ, 1957· Γουίντσκεϊλ, Ηνωμένο Βασίλειο, 1957· Θρι Μάιλ Αϊλαντ, ΗΠΑ, 1979· Τσερνόμπιλ, ΕΣΣΔ, 1986· Φουκουσίμα, Ιαπωνία, 2011) θεμελίωσαν μια διαρκή αίσθηση ανασφάλειας. Το γεγονός της γειτνίασης με ραδιενεργά υλικά, ακόμη και 500 μέτρα κάτω από το έδαφος και τυλιγμένα σε τόνους μετάλλου και στρώματα τσιμέντου, προξενεί κύματα ανησυχίας όπως έδειξαν οι πρόσφατες ανεπιτυχείς απόπειρες της βρετανικής και της γαλλικής κυβέρνησης να ορίσουν χώρους γεωλογικής απόθεσης: παρά τις χορηγίες 3 και 15 εκατομμυρίων ευρώ αντίστοιχα που προσφέρθηκαν στις κοινότητες του Κόουπλαντ στη Βορειοδυτική Αγγλία και της Μπιρ στη Βορειοανατολική Γαλλία, τα σχέδια παραμένουν στα χαρτιά. Μεταξύ οικονομικού κόστους, πολιτικών δισταγμών, απροθυμίας του πληθυσμού και τεχνικών δυσκολιών, το ζήτημα των πυρηνικών αποβλήτων μοιάζει να ισοδυναμεί με τετραγωνισμό του κύκλου.