Στον αστερισμό του «Buzzheart»: Ηλιάδης, Παπούλια και Μεσσήνη μιλούν στο ΒΗΜΑgazino

Ο διεθνής έλληνας σκηνοθέτης Ντένης Ηλιάδης με την ξεχωριστή πορεία στο Χόλιγουντ και οι ηθοποιοί Εβελίνα Παπούλια και Κωνσταντίνα Μεσσήνη μιλούν για το πολυαναμενόμενο ψυχολογικό θρίλερ των διεθνών αξιώσεων που είναι αποκλειστικά «made in Greece».

Η συνάντησή μας πραγματοποιείται στην Αίγλη Ζαππείου. Ο σκηνοθέτης Ντένης Ηλιάδης είναι ακριβής στο ραντεβού του. Για την ακρίβεια, έχει φτάσει και μερικά λεπτά νωρίτερα.

Μιλώντας την προηγούμενη ημέρα στο τηλέφωνο μαζί του, οργανώνοντας τη συνέντευξη και τη φωτογράφισή του με τις ηθοποιούς της νέας του ταινίας «Buzzheart» – κάνει πρεμιέρα στους κινηματογράφους στις 19 Σεπτεμβρίου – Εβελίνα Παπούλια και Κωνσταντίνα Μεσσήνη, είχα ήδη «διαγνώσει» έναν επαγγελματικό περφεξιονισμό μακριά από το κλισέ του μονίμως αφηρημένου καλλιτέχνη. Αναρωτιέμαι αν αυτή η στάση είναι ένα από τα μαθήματα που του έδωσε η Αμερική, η εμπειρία του Χόλιγουντ.

Ολα ξεκινήσαν πριν από 20 χρόνια. Το 2004 το όνομά του έπεσε μάλλον σαν κομήτης στο ελληνικό σινεφίλ κοινό. Προερχόμενος από τον χώρο της διαφήμισης, με μια εικονοκλαστική ματιά, τάραξε τα λιμνάζοντα νερά της μάλλον κινηματογραφικά βαρετής Αθήνας που περίμενε τους Ολυμπιακούς Αγώνες με το αντισυμβατικό του «Hardcore».

Και οι δύο ηρωίδες της ταινίας του, αυτές οι ανήλικες πόρνες που κινούνταν σε μια σκληρή παραισθησιογόνα πόλη, του άνοιξαν την πόρτα για τις ΗΠΑ, ώστε όταν ο Γουές Κρέιβεν είδε το φιλμ του τού ζήτησε να σκηνοθετήσει το remake του θρίλερ «Το τελευταίο σπίτι αριστερά» («Τhe Last House on the Left», 2009), που εκείνος είχε σκηνοθετήσει πρώτα το 1972.

Εκτοτε ο Ντένης Ηλιάδης βάδισε τον δικό του δρόμο στις ΗΠΑ μετρώντας ταινίες όπως το «Ενας ακόμα» («+1», 2013) με τον ίδιο, ξεκινώντας από την «καφρίλα» του αμερικανικού κολεγιακού πάρτι, με ένα plot twist να δημιουργεί τελικά ένα φιλμ με στοιχεία τρόμου σε sci-fi δόσεις αλλά και υπαρξιακά ερωτήματα – το «Variety» είχε χαρακτηρίσει την ταινία «ένα δελεαστικό οπτικό παζλ».

Είναι ακόμη ο σκηνοθέτης της ταινίας «Delirium» (2018) με συμπαραγωγό τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο. «Οφείλω να ομολογήσω πως την παραγωγή έκανε η εταιρεία του Ντι Κάπριο, Appian Way, αλλά κύρια παραγωγός ήταν η Τζένιφερ Ντέιβισον, που είναι και η βασική του συνεργάτιδα» σπεύδει να ξεκαθαρίσει όταν τον ρωτάω σχετικά. «Οπότε τον Ντι Κάπριο τον είδα μόνο μία φορά – μου έκανε πολύ καλή εντύπωση και οι συνεργάτες του τον αγαπάνε πολύ».

Η συνάντησή μας, βέβαια, με τον Ντένη Ηλιάδη δεν έχει γίνει για να μου διηγηθεί ιστορίες από το Χόλιγουντ, ούτε για ένα ping pong με name dropping, το οποίο μάλλον δεν βρίσκει ενδιαφέρον.

Η συνάντησή μας έγινε με αφορμή την επιστροφή του στα πάτρια εδάφη, με ένα ψυχολογικό θρίλερ «made in Greece» και με πρωταγωνιστές έλληνες ηθοποιούς: την Εβελίνα Παπούλια, τον Γιώργο Λιάντο, την Κωνσταντίνα Μεσσήνη και τον Κλαούντιο Κάγια.

Το πολυαναμενόμενο «Buzzheart» λοιπόν που υπογράφει αφηγείται την ιστορία του Αργύρη (Κλαούντιο Κάγια), ενός ντροπαλού 19χρονου που γνωρίζει τη Μαίρη (Κωνσταντίνα Μεσσήνη), μια κοπέλα τελείως έξω από τα κυβικά του.

Οταν της ζητεί να βγουν, εκείνη τον προσκαλεί για ένα τριήμερο στο εξοχικό των γονιών της. Οι γονείς της (Εβελίνα Παπούλια – Γιώργος Λιάντος), όμως, σύντομα του εκμυστηρεύονται πως η Μαίρη αντιμετωπίζει ψυχολογικά προβλήματα και προκειμένου να βεβαιωθούν πως εκείνος είναι ο κατάλληλος, θα πρέπει να τον υποβάλουν σε κάποια τεστ συμπεριφοράς. Τα τεστ ξεκινούν, σταδιακά γίνονται όλο και πιο επικίνδυνα, ενώ αρχίζει να αποκαλύπτεται μια οικογενειακή δομή με εντελώς αντίθετες ισορροπίες.

Μια ταινία αξιώσεων

«Εχοντας διαγράψει μια πολύ σημαντική πορεία στις ΗΠΑ, πώς προέκυψε η ανάγκη να γυρίσετε ξανά μια ταινία στην Ελλάδα με έλληνες ηθοποιούς;» είναι μία από τις πρώτες ερωτήσεις που του απευθύνω.

«Είχα κάνει τέσσερις ταινίες στην Αμερική και είχα αρχίσει να περιορίζομαι αρκετά στο κομμάτι του horror» απαντά. «Με την πανδημία «ξεκουρδίστηκαν» τα πάντα, δύο πρότζεκτ εκεί πάγωσαν τελείως.

Οπότε ήταν ευκαιρία – ή μάλλον ανάγκη – να κάνω μια πιο προσωπική ταινία εδώ, μαζί με την πολύ παλιά φίλη μου και βραβευμένη παραγωγό Αμάντα Λιβανού. Εξάλλου, ποτέ δεν είχα χάσει την επαφή μου με την Ελλάδα» αναφέρει.

Οπως εξηγεί, το σενάριο του «Buzzheart» το έγραψε το 2005: «Ηταν να το γυρίσω εδώ μετά το «Hardcore», είχαμε πάρει και έγκριση από το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου (που είναι και τώρα συμπαραγωγός).

Αλλά μου προέκυψαν τα «χολιγουντιανά» και το «Τελευταίο σπίτι αριστερά» και έτσι μπήκε στο συρτάρι. Συνέχεια όμως το «Buzzheart» τριγύριζε στο μυαλό μου, καθώς το σενάριο αυτό αγγίζει θέματα που με απασχολούν πολύ».

Οπως μαρτυρά το trailer, που θυμίζει παραγωγή διεθνών αξιώσεων, πρόκειται για ένα βαθύ ψυχολογικό θρίλερ. «Και μια παράδοξη ιστορία αγάπης» αναφέρει ο Ντένης Ηλιάδης. «Είναι μια ταινία με καλλιτεχνικά και σεναριακά ρίσκα. Δεν είναι «cookie cutter» θρίλερ, ούτε αμιγώς φεστιβαλικό φιλμ. Θέλω το κοινό να δει μια mainstream ταινία, πρωτότυπη και διαφορετική. Αυτό με ενδιαφέρει περισσότερο».

Ενδιαφέρον προκαλεί το γεγονός ότι ο ίδιος δηλώνει πως η ταινία κρύβει και αυτοβιογραφικά στοιχεία. «Δυστυχώς ή ευτυχώς, η αυτοβιογραφία κάποιου μπορεί να είναι θρίλερ» λέει γελώντας.

«Πολλά κομμάτια της ταινίας είναι πολύ κοντά μου: το πώς το parenting μπορεί να κινδυνεύσει σοβαρά από τον συμπεριφορισμό, η προσπάθεια ελέγχου στην αθωότητα και στην ομορφιά, το μέχρι πού μπορείς να δοκιμάσεις κάποιον για να δεις αν μπορεί να αγαπήσει πραγματικά και σε πόσο σκοτεινά μονοπάτια μπορεί αυτό να σε βγάλει».

Η επιλογή των ηθοποιών

Η συζήτηση περνά στο πεδίο των ηθοποιών οι οποίοι ενσάρκωσαν τους παράξενους αυτούς ήρωες που έπλασε η φαντασία του. «Την Εβελίνα την είχαμε σκεφτεί όλοι από την αρχή» αναφέρει.

«Νομίζω είναι ένας ρόλος που της ταιριάζει φυσιογνωμικά, αλλά και την οδηγεί σε δύσκολες και σκοτεινές περιοχές που δεν έχει αγγίξει ξανά. Θα την απολαύσετε σε μια πραγματικά εξαιρετική και ριψοκίνδυνη ερμηνεία, όπως δεν την έχετε, επαναλαμβάνω, ξαναδεί ΠΟΤΕ. Είναι απίστευτη σε αυτή την ταινία!» λέει εμφατικά.

Οσο για τον Γιώργο Λιάντο, όπως αναφέρει, γνωρίζονταν από παλιά. «Είχαμε δουλέψει μαζί και σε διαφημιστικά που έχω σκηνοθετήσει – είναι και από τους πιο πετυχημένους εκφωνητές. Πρόκειται για σπουδαίο ηθοποιό, απέχει για κάποιον καιρό, αλλά εγώ τον σκέφτηκα αμέσως γιατί ταιριάζει πολύ και ιδιοσυγκρασιακά στον ήρωα που υποδύεται.

Και φυσικά ήταν τεράστιο ατού που έχουν υπάρξει παντρεμένοι με την Εβελίνα, όπως παντρεμένο ζευγάρι είναι και οι χαρακτήρες τους στην ταινία. Αυτό το στοιχείο έφερνε κάποιες αποχρώσεις σιωπηλής συνενοχής και αυτοματισμού που ήθελα πολύ να υπάρχουν στο φιλμ.

Του δίνει μεγαλύτερο βάθος και βάρος. Επίσης, επειδή είναι και οι δύο πολύ ταλαντούχοι, είπα να «εκμεταλλευτώ» και την κόρη τους Αφροδίτη Λιάντου, που είναι υπερταλαντούχο πλάσμα. Eχουμε στην ταινία δύο τραγούδια της, το ένα είναι μια διασκευή του τραγουδιού του Ρόμπερτ Πάλμερ «Johnny and Mary», που ερμηνεύει μαζί με τον The Man from Managra».

Οσο για τους ρόλους του νεαρού ζευγαριού, επιζητούσε δύο άφθαρτα πρόσωπα. «Οπως αντίστοιχα είχαμε κάνει στο «Hardcore» βγάζοντας τότε τέσσερις σπουδαίους νέους πρωταγωνιστές: τη Δανάη Σκιάδη, την Κατερίνα Τσάβαλου, τον Ιωάννη Παπαζήση και τον Ομηρο Πουλάκη» εξηγεί.

Οπως αναφέρει, με την Κωνσταντίνα Μεσσήνη στάθηκε τυχερός: «Τη βρήκα γρήγορα, έκανε οντισιόν σε μια πολύ δύσκολη σκηνή και μας συγκλόνισε, δεν μπορούσα μετά να σκεφτώ κάποια άλλη.

Είναι μια καταπληκτική ηθοποιός που δεν φοβάται και επειδή είναι και χορεύτρια, μπορεί και προσεγγίζει και πολύ σωματικά τον ρόλο, κάτι που χρειαζόταν πολύ στο «Buzzheart». Ο Κλαούντιο Κάγια, τώρα, είναι ένα παιδί που ήρθε εδώ από την Αλβανία όταν ήταν τεσσάρων ετών.

Πάλεψε πολύ για το όνειρό του και έχει έναν τέλειο συνδυασμό αποφασιστικότητας και ευαισθησίας, σαν τον χαρακτήρα που υποδύεται στην ταινία, ο οποίος περνάει τα πάνδεινα στην προσπάθειά του να αποδείξει ότι μπορεί να αγαπήσει πραγματικά. Δόθηκε ολόψυχα στον ρόλο και μας εξέπληξε όλους. Βλέπω πολύ λαμπρό μέλλον και για τους δυο τους!».

Βοx Office

Στην Ελλάδα, πάντως – ας το παραδεχτούμε –, σπάνια γυρίζονται θρίλερ. Τον ανησυχεί λοιπόν εάν η ταινία του θα έχει επιτυχία στα σινεμά; «Είναι μια πολύ καίρια ερώτηση αυτή. Πιστεύω πως είναι πολύ σημαντικό να υπάρχουν ελληνικά θρίλερ που να κατανοούν το είδος και να είναι αντάξια αντίστοιχων ταινιών του εξωτερικού. Νομίζω ότι το «Buzzheart», και από την εμπειρία μου έξω, είναι μια τέτοια περίπτωση και ότι το ελληνικό κοινό θα θέλει και θα αναζητήσει να δει ένα τέτοιο θρίλερ στη δική του γλώσσα.

Πρόκειται για μια ταινία που θα μπορούσε άνετα να είναι ξένη παραγωγή και με γνωστούς ξένους ηθοποιούς και είναι ωραίο οι έλληνες θεατές να δουν ότι έλληνες ηθοποιοί μπορούν να είναι ισάξιοι με ξένους συναδέλφους τους σε πολύ απαιτητικές ερμηνείες. Νομίζω και από τα τρέιλερ φαίνεται αυτό. Επίσης, το ελληνικό κοινό είχε αγαπήσει το «Hardcore», την πρώτη μου ελληνική ταινία, η οποία είχε πολύ πιο «δύσβατο» θέμα, ελπίζω πολύ να αγαπήσει και αυτή».

Ελλάδα και Χόλιγουντ

Κάνοντας λοιπόν γυρίσματα στην Ελλάδα 20 χρόνια μετά το «Ηardcore», τι βλέπει να έχει αλλάξει; «Βλέπω ότι υπάρχουν πολύ περισσότεροι νέοι ηθοποιοί με εκπαίδευση στην κάμερα, καλύτερη επικοινωνία και συνεργασία με το εξωτερικό, νέοι κινηματογραφιστές που κάνουν πιο γρήγορα ωραία βήματα, σταθερά πολύ καλοί τεχνικοί, αλλά και μερικοί απίστευτοι τύποι που παριστάνουν τους παραγωγούς. Κάποιες ευρύτερες παθογένειες δεν έχουν αλλάξει, αλλά ο κινηματογραφικός κόσμος δουλεύει περισσότερο, πράγμα που είναι καλό».

Παρ’ όλα αυτά, γιατί η Ελλάδα πέρα από τα φεστιβάλ δεν μπορεί να εξαγάγει σινεμά στο εξωτερικό; «Στην Ελλάδα εξακολουθεί να μη συναντιέται το arthouse σινεμά με το mainstream» απαντά.

«Είναι σαν το ελληνικό mainstream να μη θέλει πραγματικά να κάνει κάτι πρωτότυπο και ριψοκίνδυνο, το οποίο θα είχε απήχηση έξω. Ετσι, οι καλλιτεχνικές ταινίες και οι δημιουργοί τους κινδυνεύουν να περιθωριοποιούνται αντί να ενσωματώνονται υγιώς και να εξελίσσονται και σε κάτι πιο εμπορικό. Στην Αμερική, ένας ενδιαφέρων, ανεξάρτητος σκηνοθέτης μπορεί γρήγορα να βρεθεί να κάνει μια mainstream ταινία μεγάλου προϋπολογισμού».

Κλείνοντας την κουβέντα, δεν μπορώ να μην τον ρωτήσω για την εμπειρία του στο Χόλιγουντ. Χαμογελά. «Μια καλή ταινία μπορεί να σε φέρει στο Χόλιγουντ, το πιο δύσκολο όμως νομίζω είναι να επιλέγεις τα σωστά πρότζεκτ και να μακροημερεύεις.

Για να καταλάβεις, εγώ εκεί έκλεισα συμφωνίες να σκηνοθετήσω περίπου είκοσι ταινίες, από τις οποίες έγιναν οι τέσσερις. Θέλει πολλή προσοχή η έννοια του development, ότι δηλαδή γίνεσαι attached σε μια ταινία και ασχολείσαι με αυτή σε απροσδιόριστο βάθος χρόνου.

Ολοι στο LA έχουν από μια ταινία που πιστεύουν ότι θα γίνει. Πρέπει να επιλέγεις σωστά, να διαβλέπεις το σωστό timing και να μην παρασύρεσαι τόσο από τα μεγέθη, αλλά από το ποιο σενάριο σε «καψουρεύει» περισσότερο. Επίσης, πρέπει να σκέφτεσαι πλέον πολύ διεθνώς, οι περισσότερες ταινίες και σειρές δεν γυρίζονται στο Χόλιγουντ».

Υπήρξαν λοιπόν στιγμές που στάθηκε άτυχος; Για παράδειγμα, είχε διαρρεύσει στον Τύπο ότι θα σκηνοθετούσε μια νέα εκδοχή του «Dr Jekyll and Mr Hyde» με τον Κιάνου Ριβς, αλλά και το ριμέικ των «Πουλιών» του Χίτσκοκ, ταινίες που τελικά δεν πήραν ποτέ σάρκα και οστά. Ο Ντένης Ηλιάδης φαίνεται να έχει τον δικό του ορισμό για την ατυχία. «Αυτή η δουλειά είναι πολύ απρόβλεπτη» απαντά.

«Μετά το «Τελευταίο σπίτι αριστερά» βρέθηκα να έχω υπογράψει για δύο μεγάλες στούντιο ταινίες με μπάτζετ 60 εκατ. δολάρια η καθεμία. Ενώ προχωρούσαν κανονικά, δεν έγιναν τελικά λόγω της τότε κρίσης που άλλαξε το αμερικανικό κινηματογραφικό τοπίο, αλλά και άλλων κωμικών συγκυριών που δεν μπορούσες να προβλέψεις. Συναντάς πολύ απρόβλεπτες καταστάσεις, είναι σαν να πρέπει να στηθεί μια τεράστια εταιρεία κάθε φορά. Θέλει τύχη, προσήλωση αλλά και να δημιουργείς για τον εαυτό σου και επιλογές εκτός του συστήματος αυτού».

Eβελίνα Παπούλια: «Η αγάπη έχει ένα συναισθηματικό μεγαλείο που εκμηδενίζει τον θάνατο»

Σκηνή πρωινού, γαλλικός αχνιστός καφές στο τραπέζι, µια µητέρα που γνωρίζει το αγόρι της κόρης της. Δίπλα της καθισµένος ο σύζυγός της. Η Αγία Οικογένεια – ή µήπως όχι; «Δεν ξέρω εάν σου έχει µιλήσει η Μαίρη, αλλά έχει περάσει δύσκολα.

Είναι πολύ σηµαντικό για εµάς που ήθελε να σε γνωρίσουµε»… Παρακολουθώντας την Εβελίνα Παπούλια στο τρέιλερ να ενσαρκώνει τη Σάντρα, μία γυναίκα που υπήρξε λαμπρή επιστήμων της πειραματικής συμπεριφορικής ψυχολογίας στις ΗΠΑ μέχρι τα τέλη ’70 και ετοιµάζεται να υποβάλει το αγόρι της κόρης της σε διάφορα «τεστ» αντιλαµβάνεσαι γιατί ο Ντένης Ηλιάδης µιλάει για µια «εξαιρετική και ριψοκίνδυνη ερµηνεία».

Φωτογραφία: Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος (D-TALES Creative Agency)

Γιατί µπορεί τα πορσελάνινα χαρακτηριστικά της ηθοποιού να «κουµπώνουν» γάντι στην αινιγµατική ηρωίδα της, όµως την ίδια στιγµή δεν παύεις να σκέφτεσαι το πώς η ίδια, φύσει φωτεινό πλάσµα, βρήκε τόσα σκοτάδια να «τυλιχθεί» για να ερµηνεύσει τη Σάντρα.

«Ολους µου τους ρόλους τούς αντιµετωπίζω σαν κανονικούς ανθρώπους» αναφέρει. «Η ηρωίδα µου έχει κάνει τα χειρότερα, όµως µέσα µου έπρεπε να τη δικαιολογήσω για όλες της τις πράξεις και να την αγαπήσω. Οποτε µε αγάπη την προσέγγισα και την αντιµετώπισα ως ένα βαθιά πληγωµένο άτοµο που δεν έχει επίγνωση του κακού που κάνει».

Η ίδια δεν αρνείται να αποκαλύψει και κάποια στοιχεία για το background του ρόλου της: «Ο πατέρας της Σάντρας ήταν αρχικά ψυχολόγος που έκανε πειράµατα σε ζώα για να δει τις συµπεριφορές τους και εκείνη δούλευε από µικρή µαζί του στα εργαστήρια.

Η επιστήµη της ήταν όλη της η ζωή. Οµως λειτουργούσε µε τον ίδιο τρόπο ακόµη και στην οικογένειά της. Δεν είχε κανέναν ηθικό φραγµό. Πίστευε πως αυτό ήταν το σωστό, µε αποτέλεσµα να πειραµατίζεται ακόµη και πάνω στην κόρη της. Παρ’ όλα αυτά, οι συνθήκες δεν ήταν ευνοϊκές για εκείνη. Οπότε όλη η συναισθηµατική της κατάσταση βρίσκεται σε ένα επικίνδυνο µπέρδεµα καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας. Κάνει ακόµη ένα πείραµα για να γευτεί ξανά πράγµατα που της έλειψαν και εκεί παίρνει την τελική της απόφαση».

Τη ρωτώ για τη συνεργασία της µε τον Ντένη Ηλιάδη. Δεν γνωρίζονταν από το παρελθόν, όµως ο ίδιος έχει δηλώσει ότι δεν θα µπορούσε να φανταστεί κάποια άλλη πέρα από εκείνη για αυτόν τον ρόλο: «Με κάλεσαν σε κάστινγκ και εκεί γνωριστήκαµε µε τον Ντένη.

Κάναµε ανάγνωση κάποιες σκηνές και τις έπαιξα µε τον βοηθό του καθώς βιντεοσκοπούσαν. Παίξαµε και κάποιες σκηνές µε την Κωνσταντίνα και ένιωσα πως είχα απέναντί µου µια πολύ ενδιαφέρουσα, καλή και όµορφη, νέα ηθοποιό. Αυτό µε έκανε να αισθανθώ πως κάτι ωραίο πάει να γίνει στην ταινία. Τώρα εγώ δεν το γνώριζα ότι ο Ντένης ήθελε εµένα για τον ρόλο. Το ένστικτό µου, όµως, σε συνδυασµό µε τα «θέλω» µας πραγµατοποιήθηκε και έτσι συνεργαστήκαµε. Eχω χαρεί πολύ που έκανα αυτή την ταινία µαζί του, γιατί είναι ένας πολύ σηµαντικός σκηνοθέτης αλλά και ένας πολύ καλός και σηµαντικός άνθρωπος».

Δεν µπορώ όµως να µην τη ρωτήσω και για αυτή την επανένωσή της µε τον Γιώργο Λιάντο, 23 χρόνια µετά το διαζύγιό τους. Πώς ένιωσε όταν έµαθε ότι θα παίξουν µαζί; «Είχε ενδιαφέρον, γιατί τον Γιώργο δεν τον ήξερα ως ηθοποιό» αναφέρει.

«Ηταν σαν µου συµπληρώθηκε το παζλ και να καλύφθηκαν τα κενά σε σχέση µε την καλλιτεχνική του υπόσταση. Συνεργαστήκαµε άψογα. Ηταν µια ωραία και δηµιουργική στιγµή και για τους δυο µας. Οταν µου είπε ο Ντένης τη σκέψη αυτή, το χάρηκα, γιατί µε τον Γιώργο έχουµε πολύ καλές, φιλικές σχέσεις, οπότε ήµασταν και οι δύο θετικά διακείµενοι απέναντι σε αυτή την ιδέα».

Ποια είναι όµως τα σηµεία που θέλει να φωτίσει η ταινία; Γιατί πιστεύει ότι θα αγγίξει το κοινό; «Η επιτυχία στην τέχνη είναι όταν ο θεατής βλέπει το έργο να τον αγγίζει ποικιλοτρόπως. Οταν αγγίζει τον καθένα σε διαφορετικά σηµεία και για διαφορετικούς λόγους. Οταν λοιπόν µού γίνεται αυτή η ερώτηση, δεν ξέρω να απαντήσω µε τη λογική της εµπορικής µατιάς» αναφέρει.

Πιστεύει όµως ότι ένα θρίλερ «made in Greece» µπορεί να συγκινήσει το ελληνικό κοινό που γενικά τα τελευταία χρόνια δεν προσέρχεται εύκολα στο σινεµά; «Θέλω να πιστεύω πως θα αρέσει η ταινία και το κοινό θα πάει να τη δει.

Και εύχοµαι να αρέσει και να αγαπηθεί όσο την αγαπήσαµε εµείς» απαντά. «Παρ’ όλα αυτά, το σινεµά περνάει κρίση γιατί όλοι µπορούµε να δούµε τα πάντα στις πλατφόρµες. Αρα µια ταινία δεν κρίνεται απόλυτα από την προσέλευση του κόσµου στις αίθουσες, αλλά στο σύνολο της απήχησής της».

Λίγο πριν κλείσουµε την κουβέντα µας, της απευθύνω ακριβώς την ερώτηση που θέτει το trailer του «Buzzheart». «Μέχρι πού θα έφτανες για την αγάπη;». «Δεν ξέρω να απαντήσω. Είναι µια πολυδιάστατη και λίγο «άρρωστη» ερώτηση. Πού θα έφτανα για να καταφέρω να αγαπηθώ, να µε αγαπήσουν ή να αγαπήσω; Για εµένα η αγάπη είναι γενική. Δεν χωράει µόνο µέσα σε ένα πρόσωπο. Ούτε έχει το συναίσθηµα της κτητικότητας. Η αγάπη έχει ένα συναισθηµατικό µεγαλείο που εκµηδενίζει τον θάνατο».

Κωνσταντίνα Μεσσήνη: «Το «Buzzheart», εκτός από ψυχολογικό θρίλερ, είναι και μια ιστορία αγάπης»

Ακριβώς την ίδια ερώτηση που έκανα στην Εβελίνα Παπούλια έθεσα και στη νεαρή Κωνσταντίνα Μεσσήνη, τη Μαίρη της ταινίας. «Μέχρι πού θα έφτανε εκείνη για την αγάπη;». «Η αγάπη είναι από τα πιο ουσιαστικά συναισθήματα για εμένα, με καθοδηγεί και με κινητοποιεί στη ζωή μου. Θα έφτανα μακριά για αυτή» απαντά.

Πολυπράγμων η Κωνσταντίνα Μεσσήνη, απόφοιτη του τμήματος Τεχνών Ηχου & Εικόνας του Ιονίου Πανεπιστημίου, έχει ασχοληθεί κυρίως με τη σκηνοθεσία και τα πολυμέσα, έχοντας μάλιστα γυρίσει την πρώτη ολοκληρωμένη μικρού μήκους ταινία της, το ντοκιμαντέρ «St Viniri – Το Ιερό Δάσος», ενώ αυτή την περίοδο βρίσκεται στη διαδικασία υλοποίησης ενός προσωπικού φωτογραφικού πρότζεκτ. Πριν από λίγο καιρό ολοκλήρωσε και ένα σεμινάριο πάνω στην τεχνική υποκριτικής του Ταντάσι Σουζούκι στην Τόγκα της Ιαπωνίας, πάνω στην οποία θέλει να συνεχίσει την εκπαίδευσή της.

Πώς ήταν λοιπόν αυτό το πέρασμα μπροστά από την κάμερα στην ταινία του Ντένη Ηλιάδη; «Αυτοί οι δύο κόσμοι για εμένα δεν είναι τελείως διαφορετικοί» απαντά. «Ο ένας συμπληρώνει τον άλλον.

Φωτογραφία: Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος (D-TALES Creative Agency)

Είναι σαν δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Το ότι γνώρισα πρώτα τεχνικά τη διαδικασία των γυρισμάτων με έκανε να αισθάνομαι ασφαλής μπροστά στην κάμερα, να νιώθω οικεία την παρουσία της. Αγαπάω πολύ τον κινηματογράφο, θέλω πολύ να συνεχίσω να κάνω ταινίες ως ηθοποιός και να συνεργάζομαι με ανθρώπους που δίπλα τους μπορώ να μάθω και να εξελιχθώ. Εν γένει επιθυμώ πολύ να συνεχίσω να αφηγούμαι ιστορίες μπροστά και πίσω από την κάμερα».

Σημειώνεται ότι η ίδια συνεργάστηκε πριν από πέντε χρόνια και με τον οίκο Christian Louboutin στην καμπάνια των sneakers του, κερδίζοντας τη δουλειά μέσω κάστινγκ. «Ηταν η πρώτη μου επαγγελματική δουλειά μπροστά από την κάμερα και όλα ήταν πολύ καινούργια και μαγικά» θυμάται όταν τη ρωτώ σχετικά. «Πριν από μερικά χρόνια κάναμε άλλη μια καμπάνια για αυτόν τον οίκο με την ίδια ομάδα. Είναι πάντα μεγάλη μου χαρά να συναντώ και να συνεργάζομαι με αυτούς τους ανθρώπους. Εχουν παίξει καθοριστικό ρόλο στη ζωή μου».

Οπως καθοριστικό ρόλο φαίνεται να έχει παίξει και ο Ντένης Ηλιάδης. Αλήθεια, πώς ήταν εκείνη η πρώτη οντισιόν μαζί του; O ίδιος μάλιστα έχει δηλώσει ότι ήταν η πρώτη ηθοποιός που είδε για τον ρόλο και κατέληξε αμέσως σε εκείνη.

«Θυμάμαι πολύ έντονα το πώς ένιωθα προτού χτυπήσω το κουδούνι της πόρτας» αναφέρει. «Θυμάμαι την πρώτη γνωριμία με τον Ντένη και τον Μάκη, τον βοηθό σκηνοθέτη της ταινίας μας, και την εμπιστοσύνη που με έκανε να νιώσω ο Ντένης από την αρχή. Επίσης θυμάμαι τη βιντεοκλήση μέσω της οποίας γνώρισα τον Κλαούντιο. Κάναμε έναν αυτοσχεδιασμό όπου ο Ντένης υποδυόταν έναν αμερικανό πρόξενο. Ηταν πολύ αστείο! Τώρα αυτά τα λόγια του Ντένη, ότι κατέληξε αμέσως σε εμένα, με κάνουν να νιώθω πολύ τυχερή. Για εμένα ο ρόλος της Μαίρης είναι ένα σπουδαίο δώρο».

Ποιο είναι λοιπόν αυτό το μυστηριώδες κορίτσι; «Η Μαίρη είναι μια πολύ ιδιαίτερη κοπέλα» απαντά. «Οι καταστάσεις που έχει βιώσει στη ζωή της την έχουν κάνει να μεγαλώσει πολύ γρήγορα. Από μικρή ηλικία βασίζεται μόνο στις δικές της δυνάμεις και ό,τι έχει καταφέρει το έχει καταφέρει μόνη της. Δεν ζει μια ζωή με ευκολίες, καθημερινά προσπαθεί για την επιβίωσή της και της είναι πολύ δύσκολο να ανοιχτεί και να εμπιστευτεί τους ανθρώπους γύρω της.

Μέχρι το τέλος της ταινίας πολλά πράγματα μετακινούνται και αλλάζουν μέσα της. Κάποια είναι εμφανή, ενώ κάποια άλλα παραμένουν κρυφά. Δούλεψα πολύ με τα μη φανερά κομμάτια του χαρακτήρα και αυτό ήταν μια πρόκληση. Είναι μια ηρωίδα που μπορεί να διχάσει, αλλά εύχομαι το κοινό να προσπαθήσει να την καταλάβει και να την αγαπήσει όσο και εγώ».

Η συζήτηση περνάει στα γυρίσματα. Υπάρχει κάποιο στιγμιότυπο που δεν θα μπορέσει να λησμονήσει ποτέ; «Τα περισσότερα πράγματα που συνέβησαν σε αυτή την ταινία δεν θα τα ξεχάσω ποτέ» λέει.

«Σε όλα τα γυρίσματα ο Ντένης είχε μαζί του ένα ηχείο και κάθε φορά που σταματούσε να γράφει η κάμερα έβαζε δυνατά μουσική και όλοι χορεύαμε. Επίσης δεν θα ξεχάσω ποτέ το πώς αισθάνθηκα την πρώτη φορά που μπήκα στο υπόγειο της οικογένειας. Η Δάφνη Καλογιάννη, η σκηνογράφος της ταινίας μας, με την ομάδα της δημιούργησαν ένα ολόκληρο λούνα παρκ μέσα σε αυτό το υπόγειο. Η συνεργασία μου, τώρα, με την Εβελίνα, τον Κλαούντιο και τον Γιώργο ήταν υπέροχη. Είναι τρεις πολύ ξεχωριστοί και γενναιόδωροι άνθρωποι και νιώθω πολύ τυχερή που μοιράζομαι μαζί τους αυτό το ταξίδι».

Την ανησυχεί όμως η απήχηση που μπορεί να έχει η ταινία; Πιστεύει ότι ένα ελληνικό θρίλερ θα φέρει το εγχώριο κοινό στις αίθουσες; «Ναι, το πιστεύω! Εκτός από ένα ψυχολογικό θρίλερ, είναι και μια ιστορία αγάπης. Ο Ντένης έχει καταφέρει να συνδυάσει πολλά διαφορετικά στοιχεία με έναν μοναδικό τρόπο. Εγώ, προσωπικά, δεν έχω ξαναδεί κάτι παρόμοιο στον ελληνικό κινηματογράφο».

ΙΝFO

Το «Buzzheart» κάνει πρεμιέρα στους κινηματογράφους στις 19 Σεπτεμβρίου.

Η φωτογράφιση πραγµατοποιήθηκε στον θερινό κινηµατογράφο Aίγλη, στον κήπο του Zαππείου.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.