Πυροβόλησε πίνακες και έβαλε φαλλούς σε φέρετρα, γέμισε πάρκα με γλυπτά που θα κέρδιζαν την έγκριση του Αντόνι Γκαουντί, δόξασε τη γυναικεία φύση σε όλο της το μεγαλείο. Πρωτοπόρος και επαναστάτρια, μποέμ και δημοφιλής, η Νικί ντε Σαν Φαλ άφησε ένα πολύχρωμο αποτύπωμα στον κόσμο μας. Η «Niki de Saint Phalle: Structures for Life» στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης MoMA (από τις 11 Μαρτίου έως τις 6 Σεπτεμβρίου) είναι η πρώτη έκθεση αφιερωμένη στο έργο της που πραγματοποιείται σε μουσείο της Νέας Υόρκης. Σε αυτήν παρουσιάζονται περισσότερα από εκατό έργα με στόχο να αναδειχθούν όλες οι πτυχές της πολυπρισματικής καριέρας της Νικί ντε Σαν Φαλ (1930-2002), μιας καλλιτέχνιδας η οποία παραμένει μεν γνωστή για τα γιγαντιαία γλυπτά πληθωρικών γυναικών σε έντονα χρώματα, τα κινητικά γλυπτά στην «Κρήνη Στραβίνσκι» έξω από το Κέντρο Πομπιντού στο Παρίσι ή για το μεγάλο πάρκο γλυπτικής με τα έργα της στην Τοσκάνη, αλλά υπήρξε μια δημιουργός εξαιρετικά πολυδιάστατη. Φιλοτέχνησε όχι μόνο γλυπτά αλλά και έργα ζωγραφικής, γύρισε ταινίες, σχεδίασε σκηνικά έως και ρούχα, υπέγραψε ένα άρωμα με το όνομά της, ενώ έδειξε την έγνοια της για τα κοινωνικοπολιτικά ζητήματα της εποχής της με ποικίλους τρόπους. Οπως με ένα εικονογραφημένο βιβλίο για την ασθένεια-δαίμονα των 80s, το AIDS, με στόχο να συμβάλει στην καταπολέμηση της άγνοιας γύρω από την τρομακτική, εκείνη την εποχή, νόσο. Το τιτλοφορούμενο «AIDS: You Can’t Catch It Holding Hands» (1986) το είχε γράψει σε συνεργασία με τον ελβετό γιατρό Σίλβιο Μπαραντούν, το είχε εικονογραφήσει με τα χαρακτηριστικά σχέδιά της και είχε διανεμηθεί σε σχολεία και μονάδες ιατρικής φροντίδας, ενώ μεταφράστηκε και σε έξι γλώσσες.
Η τρικυμιώδης ζωή της τής είχε προσφέρει πολλά ερεθίσματα για να τα μεταβολίσει και να τα διοχετεύσει στις ποικίλες εκφάνσεις της καλλιτεχνικής φύσης της. Κόρη ενός γάλλου τραπεζίτη αριστοκρατικής καταγωγής και μιας Αμερικανίδας, είχε δείξει από νωρίς το ιδιαίτερο ταμπεραμέντο της. Από όταν ήταν μαθήτρια σε οικοτροφείο της Νέας Υόρκης και της έδειχναν την έξοδο του σχολείου επειδή είχε ζωγραφίσει ρεαλιστικότατα φύλλα συκής στα φανερά «απόκρυφα» των αγαλμάτων, μέχρι όταν, μεγάλη γυναίκα πια, φρόντιζε να δημιουργήσει δημόσιους χώρους αναψυχής με όλο το χρώμα και τη φαντασία που θα έκανε τα παιδιά τα οποία θα μπορούσαν να είναι εγγόνια της χαρούμενα.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος