Ξεκινήσαµε χαρούµενοι για µια µονοήµερη εκδροµή, σε απόσταση το πολύ δύο ωρών από Αθήνα. Με το «καληµέρα» δώσαµε 50 ευρώ για βενζίνη. Λογικό, χωρίς «µαύρο χρυσό» δεν ξεκουνάει ο «γάιδαρος». Μπήκαµε στην Εθνική και τραγουδώντας «σαν ξηµερώνει Κυριακή / το σπίτι µου µε χάνει… κ.λπ.», αρχίσαµε να πληρώνουµε τα διόδια. Πολλά και ακριβά διόδια: 25 ευρώ µάς στοίχισε το πήγαινε-έλα. Οπότε, 50 συν 25, είχαµε δώσει ήδη 75 ευρώ χωρίς να έχουµε κάνει τίποτε, µόνο βλέποντας έξω από το παράθυρο. Σταµατήσαµε σε χωριά, περπατήσαµε σε δάση, επισκεφθήκαµε µοναστήρια, µικρά µουσεία (τα περισσότερα τα βρήκαµε κλειστά), αρχαιολογικούς χώρους.
Καταλήξαμε στην πόλη όπου, σύμφωνα με το Foursquare, το καλύτερο εστιατόριο ήταν το (ας το πούμε) «Τρελό μελιτζανάκι», με βαθμολογία 9,3 (σχεδόν άριστα): «Το καλύτερο φαΐ της περιοχής», «Δεν έξω ξαναφάει τόσο ωραία στραπατσάδα», «Εξαιρετικές τιμές»… Προλάβαμε το τελευταίο τραπέζι, το οποίο ήταν χαμηλό και στενόχωρο, στριμωγμένο ανάμεσα σε μεγάλες παρέες, με καρεκλίτσες που παρέπεμπαν περισσότερο σε σκαμπό. «Δύο είστε, θα βολευτείτε» μας είπε ο σερβιτόρος, αγέλαστος, ψυχρός, διεκπεραιωτικός. Δεν βολευτήκαμε, αλλά δεν είχαμε επιλογή – επιπλέον, θέλαμε να δοκιμάσουμε τα φοβερά και τρομερά φαγητά για τα οποία διαβάσαμε. Τα οποία ήταν αντίστοιχα της φιλοξενίας: Κάτω του μετρίου. Και αν υποθέσουμε πως η γεύση είναι υποκειμενικός παράγοντας και μπορεί αυτά που δεν άρεσαν σε εμάς να ξετρελάνουν κάποιους άλλους, το μικρό μέγεθος των μερίδων δεν νομίζω πως θα ενθουσίαζε κανέναν. Πήρα κοκκινιστούς κεφτέδες με πουρέ και ήρθε ένα πιάτο με τρεις κουταλιές της σούπας πουρέ και τέσσερις κεφτέδες. Τέσσερις! Στοίχιζε 10 ευρώ.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος