Ως συνιδρύτρια του Women On Top, ενός µη κερδοσκοπικού οργανισµού µε στόχο την επαγγελµατική και οικονοµική ενδυνάµωση των γυναικών, η Στέλλα Κάσδαγλη σχεδιάζει και υλοποιεί δράσεις για την άρση των εµποδίων που ακόµα και σήµερα συναντούν οι γυναίκες στην αγορά εργασίας. Η δραστήρια συγγραφέας και µεταφράστρια γράφει επίσης για θέµατα που θα ήθελε να συζητιούνται πιο πολύ και συντονίζει εργαστήρια για εφήβους µε θέµα την εικόνα σώµατος, την κοινωνική ενεργοποίηση και τη δηµιουργική χρήση των ψηφιακών µέσων. Το
ΒΗΜΑgazino µίλησε µαζί της µε αφορµή την έρευνα µε τίτλο «Κλιµατική αλλαγή και έµφυλη ισότητα στη Μεσόγειο και στην Ελλάδα» που υλοποιήθηκε από το WOΤ σε συνεργασία µε τη SUSTAINABLEWE και µε τη συνδροµή ερευνητών και ερευνητριών του ΕΚεΠεΚ του Παντείου Πανεπιστηµίου.

Τι σας παρακίνησε να πραγµατοποιήσετε την έρευνα «Κλιµατική αλλαγή & έµφυλη ισότητα στη Μεσόγειο και στην Ελλάδα»;

«Παρακολουθούσαμε να ανοίγει διεθνώς η συζήτηση γύρω από το σημείο τομής αυτών των τόσο σημαντικών προκλήσεων, της έμφυλης ισότητας και της κλιματικής αλλαγής, και νιώθαμε παράλληλα έντονη περιέργεια και ενδιαφέρον για να καταλάβουμε τι μορφή παίρνει αυτή η αλληλεπίδραση στην Ελλάδα, αλλά ταυτόχρονα και απορία και θυμό για το ότι ένα τόσο κρίσιμο ζήτημα παραμένει σχεδόν αόρατο στη χώρα μας. Φυσικά αυτό δεν είναι το μόνο ζήτημα για το οποίο δεν υπάρχουν αρκετά δεδομένα στην Ελλάδα, ωστόσο είναι ένα από τα πιο πιεστικά, έστω σε επίπεδο επικαιρότητας. Θελήσαμε λοιπόν να αξιοποιήσουμε τα στοιχεία που υπάρχουν για άλλες χώρες του κόσμου, ανεπτυγμένες και αναπτυσσόμενες, να υλοποιήσουμε και μια δική μας ποσοτική και ποιοτική έρευνα εδώ και έτσι να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε αλλά και να εξηγήσουμε το πώς σχετίζεται το φύλο με την κλιματική κρίση και η έμφυλη ισότητα με την περιβαλλοντική βιωσιμότητα».

Ποια είναι τα πιο ενδιαφέροντα συµπεράσµατα που προέκυψαν από αυτή την κίνηση;

«Πρώτα απ’ όλα, μια πολύ κατανοητή και αναλυτική επεξήγηση του πώς μια κρίση, η οποία θεωρείται και είναι καθολική, εν τούτοις επηρεάζει διαφορετικά και σε κάποιες περιπτώσεις πιο έντονα ορισμένες ευάλωτες κοινωνικά ομάδες – μεταξύ αυτών και οι γυναίκες. Για τους περισσότερους και τις περισσότερες από εμάς αυτό φαντάζει, στην αρχή, ακατανόητο: γιατί, δηλαδή, να επηρεαζόμαστε διαφορετικά από την άνοδο της θερμοκρασίας, από τα ακραία καιρικά φαινόμενα και τις φυσικές καταστροφές, από την ατμοσφαιρική ρύπανση, από την ενεργειακή μετάβαση; Για να αρχίσουμε να σχηματίζουμε αυτή την εικόνα, θα πρέπει να θυμηθούμε ή να μάθουμε ότι οι γυναίκες, για παράδειγμα, έχουν περισσότερες πιθανότητες να ζουν σε συνθήκες φτώχειας. Εχει αυτό συνέπειες για την ικανότητά τους να επιβιώσουν σε περιόδους έντονης ξηρασίας ή φυσικών καταστροφών; Φυσικά και έχει. Χρειάζεται επίσης να καταλάβουμε ότι είναι μεγαλύτερος ο αριθμός των γυναικών έναντι των ανδρών που εργάζονται σε συνθήκες μαύρης εργασίας. Επηρεάζει αυτό την πρόσβασή τους σε χρηματοδοτήσεις ή σε μέτρα στήριξης που χορηγούνται για την κλιματική προσαρμοστικότητα; Εννοείται. Και πόσο διαφορετικά επηρεάζει η ατμοσφαιρική ρύπανση ή η άνοδος της θερμοκρασίας μια γυναίκα έγκυο; Σίγουρα όχι το ίδιο με έναν συνομήλικό της άνδρα. Ολα αυτά είναι πολύ απλά παραδείγματα, που όμως συχνά μας διαφεύγουν, για το πώς οι συνθήκες που πιστεύουμε ότι επηρεάζουν όλα τα άτομα με τον ίδιο τρόπο τελικά επιδρούν σε συγκεκριμένες ομάδες διαφορετικά, λόγω είτε βιολογικών είτε, συνηθέστερα, κοινωνικών παραγόντων».

Εξηγήστε µας την έννοια της οριζόντιας ενσωµάτωσης της διάστασης του φύλου στην κλιµατική πολιτική.

«Πολλές φορές, όταν ένα κράτος ή μια επιχείρηση ή ένας οργανισμός θέλει να προωθήσει την έμφυλη ισότητα, καταφεύγει σε αυτό που ονομάζουμε κάθετες ή θετικές δράσεις: σχεδιάζει, δηλαδή, και υλοποιεί πρωτοβουλίες οι οποίες στοχεύουν στο να αντισταθμίσουν ανισότητες ή μειονεκτήματα που έχουν να αντιμετωπίσουν οι γυναίκες σε συγκεκριμένες πτυχές της ιδιωτικής ή της δημόσιας ζωής τους. Χαρακτηριστικά παραδείγματα τέτοιων, πολύ χρήσιμων, δράσεων είναι η επιβολή ποσοστώσεων, μια καμπάνια για την καταπολέμηση της έμφυλης βίας, η εκπόνηση προγραμμάτων επιμόρφωσης για γυναίκες, η δημιουργία χρηματοδοτικών εργαλείων ειδικά για γυναίκες επιχειρηματίες. Οι δράσεις αυτές είναι απαραίτητες για να προχωρήσουν τα πράγματα προς τα μπρος, ωστόσο συνήθως ο αντίκτυπός τους είναι πεπερασμένος. Για να εδραιώσουμε την πρόοδο αυτή και να ενσωματώσουμε τις αρχές της ισότητας σε κάθε πτυχή της κοινωνίας και της οικονομίας μας, θα πρέπει σιγά-σιγά να κάνουμε κάτι λίγο πιο δύσκολο: να χρησιμοποιούμε το πρίσμα «φύλο» για να σχεδιάσουμε, να υλοποιήσουμε και να αξιολογήσουμε κάθε πολιτική, κάθε απόφαση, κάθε πρόγραμμα. Στην περίπτωση της κλιματικής πολιτικής, για παράδειγμα, αυτό μπορεί να σημαίνει να διαχωρίζουμε και να αναλύουμε κατά φύλο όλα τα δεδομένα που συλλέγουμε για τον αντίκτυπο της κλιματικής αλλαγής: πόσες γυναίκες και πόσοι άνδρες πλήττονται σε μια μεγάλη πυρκαγιά; Θα πρέπει, επίσης, όταν καταρτίζουμε ένα πλάνο ενεργειακής μετάβασης, να λάβουμε υπ’ όψιν τις ευκαιρίες ή τα εμπόδια που συναντούν άνδρες και γυναίκες όταν χρειάζεται να αναλάβουν νέα επαγγελματικά καθήκοντα που απαιτούν διαφορετικές τεχνικές ή ψηφιακές δεξιότητες. Οταν σχεδιάζουμε πολιτικές πράσινης μετακίνησης, να συνυπολογίσουμε τους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους γυναίκες και άνδρες χρησιμοποιούν το αυτοκίνητο ή τα μέσα μεταφοράς. Αν κάνουμε αυτή την άσκηση κομμάτι οποιασδήποτε δημόσιας απόφασης, τότε η έμφυλη ισότητα θα εδραιωθεί πραγματικά στην καθημερινότητά μας και δεν θα αποτελεί απλώς μια εκ των υστέρων σκέψη που πάντα θα έχει ένα τέλος. Αυτό, όμως, δεν μπορεί να γίνει αν οι γυναίκες δεν συμμετέχουν ισότιμα στα κέντρα λήψης αποφάσεων, έτσι ώστε να μπορούν να συνεισφέρουν δεδομένα, οπτικές και εμπειρίες. Επίσης, δεν μπορεί να γίνει αν η οριζόντια ενσωμάτωση δεν αφορά και την κατανομή των πόρων. Η ένταξη της διάστασης του φύλου σε κάθε προϋπολογισμό είναι η πιο ουσιαστική – και, ας μη γελιόμαστε, συχνά η μοναδική – απόδειξη ότι η έμφυλη ισότητα αποτελεί πραγματική προτεραιότητά μας».

Υπάρχουν στην έρευνα και κάποιες προβλέψεις για τις επιπτώσεις της κλιµατικής αλλαγής στην Ελλάδα. Ποιες είναι οι πιο ανησυχητικές από αυτές;

«Οι κύριοι τομείς όπου η κλιματική αλλαγή θα έχει αντίκτυπο τα επόμενα χρόνια στην Ελλάδα αλλά και στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου είναι οι υδάτινοι πόροι, η επισιτιστική ασφάλεια, τα οικοσυστήματα, οι παράκτιες ζώνες και η ανθρώπινη υγεία. Το κλίμα της Ελλάδας, για παράδειγμα, θα γίνει ξηρότερο λόγω της μείωσης των βροχοπτώσεων κατά 20%-30% το καλοκαίρι και κατά 10% τον χειμώνα. Στις περιοχές που θα πληγούν περισσότερο οι γυναίκες θα είναι οι πιο ευάλωτες στη φτώχεια και στην επισιτιστική επισφάλεια. Γιατί; Γιατί στην πλειονότητά τους είναι «αόρατες», δηλαδή αδήλωτες και ανασφάλιστες αγρότισσες, ή κατέχουν πολύ μικρές εκτάσεις γης και συνήθως, λόγω των ευθυνών φροντίδας που αναλαμβάνουν δυσκολεύονται να μετακινηθούν για να αναζητήσουν σε άλλη περιοχή εργασία. Αντίστοιχες εργασιακές συνθήκες ισχύουν για τις γυναίκες και στον τομέα του τουρισμού, που επίσης απειλείται από τις φυσικές καταστροφές λόγω κλιματικής αλλαγής αλλά και από την απότομη άνοδο της θερμοκρασίας. Εκτός από τις οικονομικές και τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, η κλιματική αλλαγή θα έχει αναπόφευκτες συνέπειες και στη δημόσια υγεία και ιδιαίτερα στις ευπαθείς ομάδες. Οσοι και όσες κατοικούν σε αστικές περιοχές θα αντιμετωπίσουν έντονη αύξηση της θερμοκρασίας, κάτι το οποίο θα οδηγήσει σε αυξημένη κατανάλωση ενέργειας για ψύξη και σε προβλήματα ενεργειακής φτώχειας για έναν σημαντικό αριθμό ευάλωτων γυναικών και σε προβλήματα υγείας κυρίως εγκύων, αλλά και γυναικών με περιορισμένους πόρους που δεν έχουν πρόσβαση σε κλιματιζόμενους χώρους».

Βλέπουµε, ωστόσο, τα τελευταία χρόνια πως όσον αφορά τον περιβαλλοντικό ακτιβισµό υπάρχει µεγάλη εµπλοκή νεαρών γυναικών. Σας φαίνεται ελπιδοφόρο αυτό;

«Ναι, φυσικά. Είναι σημαντικό να βλέπουμε να δραστηριοποιούνται πολλές και διαφορετικές ομάδες πολιτών για τα θέματα της βιωσιμότητας, γιατί έτσι οι λύσεις που προτείνονται και προωθούνται συνδιαμορφώνονται μέσα από τις οπτικές όλων. Το πρόβλημα είναι ότι ο ακτιβισμός και ο εθελοντισμός, οι τομείς δηλαδή στους οποίους έχουν ευκολότερη πρόσβαση οι γυναίκες, έχουν συχνά περιορισμένο αντίκτυπο στη λήψη πραγματικών αποφάσεων και στην υλοποίηση μέτρων. Μπορεί να καθησυχαζόμαστε βλέποντας περιβαλλοντικές ομάδες με υπερεκπροσώπηση γυναικών, όμως χρειάζεται να δούμε πόσες από τις γυναίκες αυτές φθάνουν τελικά σε θέσεις ευθύνης, πόσες έχουν τις δεξιότητες και την κατάρτιση για να απασχοληθούν σε «πράσινες» δουλειές, πόσες έχουν πρόσβαση σε χρηματοδότηση για να δημιουργήσουν περιβαλλοντικά βιώσιμες επιχειρήσεις και πόσες μπορούν να συμμετάσχουν ουσιαστικά στη διαμόρφωση πολιτικών. Και, επίσης, αν οι άνδρες υποεκπροσωπούνται στις grassroots πρωτοβουλίες και οργανώσεις, τελικά ποια είναι η ατζέντα και η κουλτούρα εκείνων που λαμβάνουν τις αποφάσεις στα υψηλότερα ιεραρχικά επίπεδα;».

Σε διάφορες χώρες πολλά κορίτσια έχουν ακολουθήσει το παράδειγµα της Γκρέτα Τούνµπεργκ. Πού θα αποδίδατε το γεγονός ότι δεν υπάρχει αντίστοιχη Ελληνίδα;

«Νομίζω στο ότι στην Ελλάδα πάσχουμε επιπλέον από την έλλειψη και από την ελλιπή επικοινωνία σύγχρονων δεδομένων και πληροφοριών. Τα νέα κορίτσια και γενικά τα παιδιά δεν έχουν εύκολη και συχνή πρόσβαση σε ενδιαφέρουσες, έγκυρες και σύγχρονες πληροφορίες σχετικά με το τι σημαίνει κλιματική κρίση, κλιματικές πολιτικές, κλιματική προσαρμοστικότητα, τι γίνεται στο εξωτερικό, ποιες τεχνολογικές λύσεις χρειαζόμαστε, τι είναι οι ΑΕΠ, τι είναι το ESG (σ.σ.: Environmental, Social and Governance criteria), τι μπορούμε να κάνουμε για να ασκήσουμε πίεση στα κέντρα λήψης αποφάσεων. Στην καλύτερη περίπτωση μαθαίνουν για την ανακύκλωση, την αξία του πρασίνου και το ότι πρέπει να σβήνουμε τα φώτα όταν βγαίνουμε από το δωμάτιο – τα ίδια πράγματα που μαθαίναμε και εμείς 20 και 30 χρόνια πριν, τη στιγμή που πλέον βρισκόμαστε πολύ πέρα από το σημείο που κάτι από αυτά μόνο του μπορούσε να κάνει τη διαφορά. Ομως για να μεγαλώσουμε παιδιά που θα γίνουν φορείς θετικής αλλαγής, πρέπει να μεγαλώσουμε παιδιά που έχουν εικόνα της πραγματικότητας, που έχουν ερεθίσματα και που έχουν την ενθάρρυνσή μας να σηκώσουν τα μανίκια και να δοκιμάσουν, με τον δικό τους τρόπο, να δημιουργήσουν κάτι διαφορετικό. Δεν ξέρω αν αυτό λέγεται καινοτομία στην εκπαίδευση, αποφυγή της υπερπροστασίας ή και τα δύο, ξέρω όμως ότι χρειαζόμαστε πιο ενημερωμένα, τολμηρά και φιλοπερίεργα παιδιά για να επιβιώσουμε ως είδος».