«Η δημιουργικότητα απαιτεί θάρρος» είχε πει. «Υπάρχουν πάντοτε λουλούδια για αυτούς που θέλουν να τα βλέπουν» είναι μία ακόμη φράση που του αποδίδεται. Ο Ανρί Ματίς (1869-1954), ο ζωγράφος, ο γλύπτης, ο χαράκτης.
Ο «γίγαντας» της μοντέρνας τέχνης, εκείνος που έμεινε στην ιστορία για την καλλιτεχνική πρωτοπορία του. Ο ιδρυτής του Φωβισμού, αυτός που απελευθέρωσε το χρώμα από το μοτίβο, απλοποιώντας τις μορφές, αυτός που επαναπροσδιόρισε τη ζωγραφική και προσέδωσε στην τέχνη μία πρωτόγνωρη διάσταση.
Ο Ματίς υπήρξε καινοτόμος και στον τομέα της γλυπτικής, ενώ στα τελευταία χρόνια της ζωής του βούτηξε στη χαρτοκοπτική και ανέπτυξε μια τεχνική (cut-out) με το κομμένο χαρτί ως βασικό μέσο και το ψαλίδι ως κύριο εργαλείο του.
Eκοβε ζωγραφισμένα φύλλα σε μορφές ποικίλων σχημάτων και μεγεθών και δημιουργούσε συνθέσεις αρχικά μετρίου μεγέθους, αλλά, με την πάροδο του χρόνου, η κλίμακά τους μεγάλωσε, επεκτεινόμενη σε τοιχογραφίες ή σε έργα που «έντυναν» ολόκληρα δωμάτια.
Και να σκεφτεί κανείς ότι ο Ανρί-Εμίλ-Μπενουά Ματίς, όπως ήταν το πλήρες όνομά του, δεν είχε δείξει κανένα ενδιαφέρον για την τέχνη, μέχρι που έκλεισε τα 20 του χρόνια. Αυτός ο γιος του εύπορου εμπόρου σιτηρών, που σπούδασε νομικά, ουσιαστικά ανακάλυψε τη ζωγραφική όταν η μητέρα του τού χάρισε ένα κουτί λαδομπογιές, ενώ εκείνος ανάρρωνε στο κρεβάτι έπειτα από μια κρίση σκωληκοειδίτιδας.
Και βρήκε στην τέχνη, όπως είπε αργότερα, «ένα είδος παραδείσου», αποφασίζοντας τελικά να γίνει ζωγράφος και απογοητεύοντας βαθιά τον πατέρα του. Ολα τα υπόλοιπα ανήκουν στην ιστορία της παγκόσμιας τέχνης.
Μια σπουδαία έκθεση
Σε αυτόν τον καλλιτέχνη, ο οποίος κυριάρχησε στο πρώτο μισό του προηγούμενου αιώνα μαζί με τον Πάμπλο Πικάσο, είναι αφιερωμένη η έκθεση που εγκαινιάζεται στις 22 Σεπτεμβρίου (και θα διαρκέσει έως τις 26 Ιανουαρίου 2025) στο Ιδρυμα Beyeler, λίγο έξω από τη Βασιλεία της Ελβετίας.
Φέρει τον τίτλο «Invitation au voyage» (Πρόσκληση στο ταξίδι), με έμπνευση από το ομώνυμο ποίημα του Σαρλ Μποντλέρ από τη συλλογή του «Τα άνθη του κακού» (1857). «Luxe, Calme et Volupté» (πολυτέλεια, ηρεμία και απόλαυση) γράφει ο καταραμένος ποιητής και ακριβώς με αυτές τις τρεις λέξεις επιλέγει ο Ματίς να τιτλοφορήσει τον πίνακα που δημιουργεί το 1904, έπειτα από ένα καλοκαίρι που πέρασε δουλεύοντας στο Σεν Τροπέ της Γαλλικής Ριβιέρας μαζί με τους νεοϊμπρεσιονιστές ζωγράφους Πολ Σινιάκ και Ανρί-Εντμόν Κρος. Πρόκειται για ένα έργο-σταθμό στην ιστορία της τέχνης, καθώς θεωρείται η αφετηρία του Φωβισμού, με τους επισκέπτες της έκθεσης να έχουν τη δυνατότητα να το θαυμάσουν από κοντά.
Αλλωστε, το ταξίδι εν γένει ήταν στη φύση του Ματίς. Για παράδειγμα, ταξίδεψε σε χώρες όπως η Αλγερία, το Μαρόκο, η Ιταλία, η Ισπανία, η Ταϊτή και ο ίδιος έβρισκε διαρκώς ανανεωμένη έμπνευση στη φύση και την τέχνη άλλων πολιτισμών.
Η έκθεση στο Ιδρυμα Beyeler, τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό του οποίου υπογράφει ο Ρέντσο Πιάνο, αποτελεί την πρώτη αναδρομική του Ανρί Ματίς στην Ελβετία και τον γερμανόφωνο κόσμο ύστερα από σχεδόν 20 χρόνια.
Με περισσότερα από 70 έργα (πίνακες, γλυπτά και cut-outs) από σημαντικά μουσεία και ιδιωτικές συλλογές της Ευρώπης και των ΗΠΑ, όπως το Κέντρο Πομπιντού στο Παρίσι, η Εθνική Πινακοθήκη της Ουάσιγκτον, το MoMA στη Νέα Υόρκη, το K20 του Kunstsammlung Nordrhein-Westfalen στο Ντίσελντορφ αλλά και το Μουσείο Τέχνης της Βαλτιμόρης, η έκθεση έχει σκοπό να αναδείξει την εξέλιξη και την ποικιλία του πρωτοποριακού έργου αυτού του καλλιτέχνη.
Μάλιστα καλύπτει πλήρως το εύρος της καλλιτεχνικής του πορείας, ξεκινώντας από τα πρώιμα έργα του, γύρω στο 1900, προχωρώντας στα επαναστατικά έργα του Φωβισμού και τα πειραματικά έργα της δεκαετίας του 1910, στους πίνακες της περιόδου της Νίκαιας και της δεκαετίας του 1930, για να καταλήξει στα θρυλικά cut-outs των δεκαετιών του 1940 και του 1950.
Μια πολυκύμαντη ζωή
Γεννημένος στις 31 Δεκεμβρίου του 1869 στη Βόρεια Γαλλία, ο καλλιτέχνης που προοριζόταν να γίνει νομικός, σπούδασε τέχνη στην Académie Julian και στην École Nationale des Beaux-Arts. Αρχικά ζωγράφιζε νεκρές φύσεις και τοπία σε παραδοσιακό στυλ, επηρεασμένος από τα έργα παλαιότερων δημιουργών, όπως ο Ζαν Σιμεόν Σαρντέν (1699-1779), ο Νικολά Πουσέν (1594-1665), o Ζαν-Αντουάν Βατό (1684-1721), αλλά και πιο σύγχρονων, όπως ο Εντουάρ Μανέ (1832-1883). Μάλιστα το 1896 ο ίδιος εξέθεσε τα έργα του στο συντηρητικό Salon de la Société Nationale des Beaux-Arts και το κράτος αγόρασε δύο πίνακές του.
Παράλληλα, η προσωπική του ζωή προχωρούσε. Με το μοντέλο Καρολίν Ζομπλό απέκτησε μία κόρη εκτός γάμου, τη Μαργκερίτ, η οποία γεννήθηκε το 1894. Τέσσερα χρόνια αργότερα παντρεύτηκε την Αμελί Παρέρ, και οι δυο τους μεγάλωσαν μαζί τη Μαργκερίτ, ενώ έγιναν γονείς δύο ακόμη παιδιών, του Ζαν (γεννήθηκε το 1899) και του Πιερ (γεννήθηκε το 1900).
Η πρώτη μεγάλη αλλαγή στην τέχνη του ήρθε όταν εμπνεύστηκε από το μανιφέστο με τίτλο «Από τον Ευγένιο Ντελακρουά στον νεο-ιμπρεσιονισμό» διά χειρός του ζωγράφου και θεωρητικού Πολ Σινιάκ. Η ιδέα του πουαντιγισμού (να επιτυγχάνει κανείς ένα χρωματικό μείγμα τοποθετώντας μικρές κουκκίδες καθαρού χρώματος τη μία δίπλα στην άλλη) τον κερδίζει και πολλοί από τους πίνακές του μεταξύ 1898 και 1901 χαρακτηρίζονται από αυτή την τεχνική.
Ο Ματίς παράλληλα ασχολείται και με τη γλυπτική. Τα επόμενα όμως χρόνια αποφάσισε να «απαλλάξει» τη ζωγραφική του από αυτό που είχε πλέον αρχίσει να αποκαλεί «η τυραννία του πουαντιγισμού».
Ετσι οι μικρές κουκίδες αντικαταστάθηκαν με ζωηρές πινελιές, μια συναισθηματική επίδειξη συμπληρωματικών χρωμάτων: κόκκινα και πράσινα, πορτοκαλί και μπλε, κίτρινα και μοβ. Το φθινόπωρο του 1905, μαζί με άλλους ζωγράφους που πειραματίζονταν με το έντονο χρώμα, ο Ματίς εξέθεσε έργα του στο ξακουστό πια Salon d’Automne. Ο παριζιάνος κριτικός τέχνης Λουί Βοσέλ είδε την έκθεση και αποκάλεσε τους καλλιτέχνες «fauves», δηλαδή «άγρια θηρία».
Ετσι γεννήθηκε ο Φωβισμός. Η έκθεση ωστόσο παίρνει κακές κριτικές: «Eνα δοχείο με μπογιές πετάχτηκε στο πρόσωπο του κοινού» έγραψε ο κριτικός Καμίλ Μοκλέρ, ωστόσο η αγορά του έργου «Γυναίκα με καπέλο» από τη Γερτρούδη και τον Λίο Στάιν αναπτέρωσε το ηθικό του Ματίς. Πολύ σύντομα η οικονομική κατάσταση του άλλαξε. Η οικογένεια Στάιν αρχίζει να συλλέγει έργα του. Το 1908 ο Ματίς κάνει εκθέσεις σε Νέα Υόρκη, Μόσχα και Βερολίνο.
Ο Φωβισμός, με ηγέτες τον Ματίς και τον Αντρέ Ντερέν, βέβαια, «διέθετε» λίγη πειθαρχία ως κίνημα για να διαρκέσει πολύ.
Η παρακμή του όμως μετά το 1906 δεν επηρέασε την καριέρα του Ματίς – πολλά από τα ωραιότερα έργα του δημιουργήθηκαν μεταξύ 1906 και 1917, όταν συμμετείχε ενεργά στη μεγάλη καλλιτεχνική σκηνή του Μονπαρνάς, παρόλο που δεν ταίριαζε απόλυτα με τη συντηρητική του εμφάνιση και τις αυστηρές αστικές εργασιακές του συνήθειες.
Ο ίδιος επίσης συνέχισε να απορροφά νέες επιρροές (αφρικανική, μαυριτανική και ισλαμική τέχνη, πριμιτιβισμός κ.ά.) μέσα από τα ταξίδια του. Το αποτέλεσμα στην τέχνη του Ματίς ήταν μια νέα τόλμη στη χρήση έντονου, «αδιαμόρφωτου» χρώματος, όπως στο περίφημο έργο του «L’Atelier Rouge» (1911).
Το 1917 ο Ματίς μετακόμισε στη Γαλλική Ριβιέρα και συγκεκριμένα στο Σιμιέ, ένα ακριβό προάστιο της Νίκαιας. Τα έργα του κατά τη δεκαετία που ακολούθησε της μετακόμισης δείχνουν μια χαλάρωση της προσέγγισής του. Αυτή η «επιστροφή στην τάξη» είναι χαρακτηριστική της καλλιτεχνικής παραγωγής μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι «οριενταλιστικοί» πίνακές του με οδαλίσκες είναι χαρακτηριστικοί αυτής της περιόδου. Αν και αυτά τα έργα ήταν δημοφιλή, κάποιοι σύγχρονοι κριτικοί τα βρήκαν ρηχά και διακοσμητικά.
Μετά το 1930, το έργο του εμφορείται από νέα ζωντάνια και τόλμη. Ο αμερικανός συλλέκτης τέχνης Αλμπερτ Μπαρνς έπεισε τον Ματίς να δημιουργήσει μια μεγάλη τοιχογραφία για το Ιδρυμα Μπαρνς, η οποία ολοκληρώθηκε το 1932 και έφερε τον τίτλο «The Dance II». Αυτή η τάση προς την απλοποίηση είναι ο προάγγελος της τεχνικής των cut-outs.
Η ζωή του Ανρί Ματίς κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930 και του 1940 σημαδεύτηκε από σημαντικά προσωπικά και ιστορικά γεγονότα. Ο γάμος του με την Αμελί έληξε το 1939 έπειτα από 41 χρόνια, κυρίως λόγω των υποψιών της για τη σχέση του με τη νεαρή ρωσίδα βοηθό του Λίντια Ντελεκτόρσκαγια.
Η Ντελεκτόρσκαγια – μάλιστα αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει πυροβολώντας τον εαυτό της στο στήθος και τελικώς επέζησε χωρίς σοβαρές συνέπειες – επέστρεψε στον Ματίς και εργάστηκε μαζί του για το υπόλοιπο της ζωής του, διευθύνοντας το νοικοκυριό του, πληρώνοντας τους λογαριασμούς, δακτυλογραφώντας την αλληλογραφία του, κρατώντας σχολαστικά αρχεία, βοηθώντας στο ατελιέ του και συντονίζοντας τις επιχειρηματικές του υποθέσεις.
Ο Ματίς βρισκόταν σε επίσκεψη στο Παρίσι όταν οι Ναζί μπήκαν στη γαλλική πρωτεύουσα, κατάφερε όμως να επιστρέψει στη Νίκαια. Ηταν έτοιμος να αναχωρήσει για τη Βραζιλία προκειμένου να ξεφύγει από την κατοχή της Γαλλίας, αλλά άλλαξε γνώμη και παρέμεινε στα νότια παράλια. «Μου φάνηκε σαν να λιποτακτούσα», έγραψε στον γιο του τον Σεπτέμβριο του 1940. «Αν όλοι όσοι έχουν κάποια αξία φεύγουν από τη Γαλλία, τι μένει;» υπογράμμιζε.
Σημειώνεται ότι μέλη της οικογένειάς του είχαν ενεργή συμμετοχή στην αντίσταση, με την πρώην σύζυγό του να φυλακίζεται για έξι μήνες από τους Γερμανούς και την κόρη του να βασανίζεται σχεδόν μέχρι θανάτου από την Γκεστάπο, ενώ ο γιος του, Πιερ, εγκατεστημένος στη Νέα Υόρκη, βοηθούσε εικαστικούς της εβραϊκής κοινότητας και του αντιναζιστικού κινήματος να διαφύγουν στις ΗΠΑ και παράλληλα διοργάνωνε εκθέσεις εκπατρισμένων καλλιτεχνών, όπως η θρυλική «Artists in Exile».
Το 1941 ο Ματίς διαγνώστηκε με καρκίνο του δωδεκαδακτύλου.
Η εγχείρηση, αν και ήταν επιτυχής, είχε σοβαρές επιπλοκές και ένα μέρος των τελευταίων χρόνων της ζωής του αναγκάστηκε να το περάσει σε αναπηρική καρέκλα ή κλινήρης. Παρά το γεγονός αυτό, δεν εγκατέλειψε το έργο του, αντιθέτως ασχολήθηκε ενεργά με την τεχνική του cut-out και το ψαλίδι μετατράπηκε πλέον σε δεύτερο χρωστήρα του. Αφησε την τελευταία του πνοή το 1954 σε ηλικία 84 ετών από καρδιακή προσβολή.
Στην επικείμενη έκθεση του Ιδρύματος Beyeler ο επισκέπτης θα έχει τη δυνατότητα να θαυμάσει διάσημα έργα του καλλιτέχνη, όπως ο περίφημος πίνακας «Open Window, Collioure» του 1905, ενδεικτικός του κινήματος του Φωβισμού, απεικονίζοντας τη θέα από το παράθυρο του διαμερίσματός του στο Κολιούρ, στη Νότια Γαλλία, ή ακόμη τον πίνακα «Bathers with a Turtle», ένα από τα πιο συναισθηματικά φορτισμένα και εξπρεσιονιστικά έργα του, όπου μια τριάδα γυμνών, μελαγχολικών γυναικών συγκεντρώνονται γύρω από μια χελώνα. Το ταξίδι στον κόσμο του Ματίς προβλέπεται συναρπαστικό.