Τα ρούχα της Σήλιας Δραγούνη είναι σαν την ίδια: μποέμ, αλλά με ροκ και ρομαντικά στοιχεία, αέρινα και λιτά, ώστε να αισθάνεσαι άνεση και ελευθερία όταν τα φοράς. Δεν μπαίνουν δηλαδή εύκολα σε κατηγορίες και καλούπια και δεν ακολουθούν τυφλά τις τάσεις. Γι’ αυτό και συνηθίζει να κάνει εκείνη το μοντέλο στις φωτογραφίσεις για το eshop της, αφού θεωρεί ότι είναι η καταλληλότερη για να αναδείξει τον ξεχωριστό χαρακτήρα τους. Κάτι που τη φέρνει πιο κοντά στις πελάτισσές της, πολλές από τις οποίες την ακολουθούν πιστά από την πρώτη ημέρα δημιουργίας του brand της, Celia Dragouni, μέχρι σήμερα και μαθαίνουν από το προσωπικό της στυλ. Γι’ αυτό και κατά τη διάρκεια της φωτογράφισής μας στο ξενοδοχείο Semiramis στην Κηφισιά, με τις υπέροχες pop γωνιές του Karim Rashid, τα χαρούμενα χρώματα στους τοίχους και τα εκπληκτικά έργα τέχνης παντού, στεκόταν σαν επαγγελματίας απέναντι στον φωτογραφικό φακό. Μόλις όμως τελείωσε και φόρεσε το τζιν της με ένα απλό, λευκό μπλουζάκι και τα αθλητικά της ήταν έτοιμη να μας μιλήσει για τις σπουδές της, τις ανησυχίες και τα σχέδιά της.
Κυρία Δραγούνη, μιλήστε μας λίγο για την επαγγελματική σας διαδρομή.
«Σπούδασα Καλές Τέχνες στο Chelsea College of Arts στο Λονδίνο. Στο Πανεπιστήμιό μου υπήρχαν και παιδιά που έκαναν μόδα. Τους παρακολουθούσα και μου άρεσε πολύ και αυτό. Παράλληλα, πολύ σύντομα διαπίστωσα ότι ο τρόπος που δίδασκαν την τέχνη ήταν, στα δικά μου μάτια, μιας 17χρονης που για πρώτη φορά ζούσε μακριά από το σπίτι της, λίγο ακραίος. Αρχισα να νιώθω παράταιρη. Είχα έλλειψη ταυτότητας. Πήρα όμως το πτυχίο μου και στη συνέχεια αποφάσισα να κάνω το μεταπτυχιακό μου στη μόδα. Πήγα στο Παρίσι, στο παράρτημα του νεοϋορκέζικου Parsons School of Design. Μετά ήθελα να συνεχίσω σπουδές στη Νέα Υόρκη, αλλά μου προέκυψε πρόταση για δουλειά στον οίκο της Sonia Rykiel στο Παρίσι και θεώρησα ότι θα ήταν πιο ωφέλιμη η πρακτική άσκηση. Μπήκα στην ομάδα των νέων σχεδιαστών και έφτιαχνα σκίτσα. Επειδή είχα σπουδάσει ζωγραφική, δημιουργούσα λουλούδια και σχέδια για prints σε υφάσματα. Εκανα την τέχνη μου πάνω στα ρούχα. Μετά ήρθα στην Ελλάδα».
Πώς και πήρατε αυτή την απόφαση;
«Ημουν τυχερή γιατί γύρισα στην Ελλάδα την ίδια εποχή που είχε ξεκινήσει η ετήσια διοργάνωση Athens Xclusive Designers Week στο Ζάππειο Μέγαρο. Ηταν πολύ καλά οργανωμένη και γίνονταν πράγματα τότε στη μόδα. Εκανα το δικό μου brand και πήρα μέρος στις επιδείξεις που πραγματοποιούνταν στο Ζάππειο. Ξεκίνησα με νυφικά κυρίως. Το πρώτο νυφικό το έφτιαξα για μια καλή μου φίλη. Μου άρεσε. Τότε δεν έκανα prêt-à-porter, μόνο νυφικά και custom made βραδινά. Με προσέγγισε ένα showroom στο Μιλάνο και τότε αποφάσισα κάνω δύο φορές τον χρόνο prêt-à-porter. Εστελνα τα ρούχα στο Μιλάνο. Από εκεί με έμαθε πολύς κόσμος από διάφορες χώρες, όπως η Ιαπωνία, η Κίνα, η Αμερική. Μετά μπήκα και στο eshop net-a-porter. Αυτό ήταν το εισιτήριό μου. Το συγκεκριμένο ηλεκτρονικό κατάστημα έχει τρία sites, ένα για Ασία, ένα για Αμερική και ένα για Ευρώπη, οπότε η έκθεσή μου ήταν ευρεία. Ημουν η μόνη Ελληνίδα που έδινα ρούχα εκεί. Η άλλη Ελληνίδα, η Ιλεάνα Μακρή, κάνει κοσμήματα. Πήγε πολύ καλά όλο αυτό και μετά ήρθε η COVID-19 και άλλαξαν όλα».
Πώς ακριβώς σας επηρέασε;
«Αλλαξε ο τρόπος που γίνεται η μόδα. Οι προμηθευτές δεν ταξίδευαν, τα έκαναν όλα διαδικτυακά, αλλά έτσι δεν μπορούσαν να πιάσουν το ρούχο, να δουν το ύφασμα. Οι παραγγελίες μίκρυναν πάρα πολύ και, λόγω ανασφάλειας, γίνονταν την τελευταία στιγμή. Τότε αποφάσισα να ασχοληθώ και πάλι πιο πολύ με τα νυφικά που τα είχα κάνει λίγο στην άκρη για να ανταποκριθώ στις ανάγκες της χονδρικής. Πάω το brand λίγο προς το custom made. Είναι πιο σίγουρο, άμεσο και πιο ταιριαστό τώρα που το μέλλον παραμένει αβέβαιο εξαιτίας του πολέμου, της ακρίβειας και της ενεργειακής κρίσης. Ολα είναι ρευστά. Μου αρέσουν και οι αλλαγές. Δεν μπορώ να κάνω συνέχεια τα ίδια πράγματα. Και τώρα είμαι πολύ δημιουργική γύρω από το νυφικό».
Μιλήστε μας γι’ αυτό. Τι στυλ έχουν οι δημιουργίες σας;
«Εχω κάνει μια καινούργια συλλογή και μου αρέσει πάρα πολύ. Τα σχέδιά μου είναι απλά και ελαφριά. Σου δίνουν το περιθώριο να νιώθεις άνετα. Δεν μπορώ να βάλω ταμπέλες στο τι κάνω, γιατί έχω boho και λίγο ροκ και λίγο ρομαντικό. Το πιο σημαντικό είναι η γυναίκα να μην είναι ανασφαλής. Αν είναι άνετη, με αυτοπεποίθηση και χαλαρή, θα της πηγαίνουν και τα ρούχα μου. Αναδεικνύουν το σώμα, είναι εύκολα, όχι υπερβολικά. Απλώς θέλουν λίγο να τα εμπιστευθείς».
Και τελικά τα εμπιστεύονται; Εχετε πιστές πελάτισσες;
«Ναι, υπάρχει κοινό. Είμαι ένα slow fashion brand και έχω κάποιες που έρχονται σε εμένα από τότε που ξεκίνησα. Τις αποκαλώ χαϊδευτικά “ταγμένες”. Mιλάμε πιο άμεσα. Μου λένε να τους στέλνω όταν έχω κάτι καινούργιο. Εχω καλές πελάτισσες στην Αυστραλία, τον Καναδά, την Αγγλία. Τα ρούχα τα πήγαν επίσης πολύ καλά και στην Ασία. Μετά την COVID-19 όμως ο κόσμος πάλι χωρίστηκε στα δύο. Οι παραγωγές είναι πιο πολύ εγχώριες».
Αυτό βέβαια κάνει καλό στο περιβάλλον. Αλήθεια, ποια είναι η σχέση σας με τη βιωσιμότητα;
«Κατ’ αρχάς να ξεκαθαρίσω ότι, κατά τη γνώμη μου, βιώσιμος δεν είναι κανείς. Το έχουν βρει και λίγο ως slogan και το “πουλάνε”. Για να είσαι βιώσιμος, θα πρέπει να είσαι γυμνός, να μην ταξιδεύεις, να μην παίρνεις το αεροπλάνο, το αυτοκίνητο. Είναι όλα μάρκετινγκ γιατί πραγματικά sustainable brand δεν είναι κανένα. Κάποιες βέβαια αρχές του sustainability τις ακολουθώ. Δεν πετάω τίποτα από παλιά υφάσματα, τα ξαναχρησιμοποιώ και πολλές φορές κάνω μπαλώματα με αυτά. Υπάρχουν ρούχα παντού, πολύ οικονομικά και όλοι πηγαίνουν και αγοράζουν από τα fast fashion brands. Εγώ λέω, αντί για 30 άχρηστα πράγματα στην ντουλάπα σου, να έχεις πολύ λιγότερα, αλλά να είναι ποιοτικά».
Η δική σας παραγωγή πού γίνεται;
«Ολα τα φτιάχνω στην Ελλάδα. Εχω μια εσωτερική μοδίστρα και τρεις εξωτερικές, με τις οποίες συνεργαζόμαστε ανάλογα με τα πρότζεκτ. Επίσης, έχω μια βιοτεχνία για τις παραγωγές τις πιο μεγάλες, για το net-a-porter. Δεν κρατάω στοκ και κάνω συνεχώς upcycling, δηλαδή παίρνω και παλαιότερης συλλογής υφάσματα και τα ξαναχρησιμοποιώ. Εχω και vintage ρούχα. Τα αγοράζω και βάζω διάφορα πράγματα επάνω. Αυτό είναι sustainable, re-used, recycled και upscaled».
Πώς εμπνέεστε και ποια είναι η τακτική σας όταν σχεδιάζετε;
«Η έμπνευση υπάρχει μέσα μου. Σίγουρα μου αρέσει και πολύ να ταξιδεύω, να αλλάζω παραστάσεις και να γνωρίζω καινούργια πράγματα. Επίσης εμπνέομαι από το ύφασμα και δουλεύω πολύ με την τεχνική του μουλάζ, οπότε φτιάχνω το σχέδιο χρησιμοποιώντας το υλικό πάνω στην κούκλα ή σε εμένα».
Ξέρουμε ότι κατά καιρούς έχουν απευθυνθεί σε εσάς και αρκετές διεθνείς διασημότητες. Ποιες ξεχωρίζετε;
«Ρούχα μου έχουν φορέσει οι Ντρι Λουίζ Χέμινγκγουεϊ, Τζέσικα Χαρτ, Λίντσεϊ Λόχαν, Ανα Μπεατρίς Μπάρος, Ρίτα Γουίλσον, Αριέλ Τσάρνας, Βαλεντίνα Μικέτι και πολλές ακόμη. Εγώ όμως χαίρομαι με όλες τις πελάτισσές μου. Και ιδιαιτέρως με τα μικρά κορίτσια. Πρόσφατα έραψα ρούχα για δύο 14χρονες. Πέρασα πολύ καλά μαζί τους και συνεννοηθήκαμε άψογα. Γενικά, όποιοι έχουν νεανική διάθεση, ανεξαρτήτως ηλικίας, “μου κάνουν” πολύ».
H φωτογράφιση πραγματοποιήθηκε στο Semiramis Hotel, Χαρ. Τρικούπη 48, Κεφαλάρι, Κηφισιά.