Τελικά η γεννημένη στις 30 Απριλίου του 1978 στη Ζουλ της Κεντρικής Γερμανίας ηθοποιός Σάντρα Χίλερ δεν κέρδισε τη Χρυσή Σφαίρα καλύτερης γυναικείας ερμηνείας σε δραματική ταινία για την «Ανατομία μιας πτώσης», μία από τις αρκετές υποψηφιότητες σε αυτά τα βραβεία για το φιλμ της Ζιστίν Τριέ που υπήρξε ο μεγάλος θρίαμβος στο Φεστιβάλ Καννών του 2023 κερδίζοντας τον Χρυσό Φοίνικα. Στον σημαντικότερο ρόλο της μέχρι σήμερα κινηματογραφικής καριέρας της, η Χίλερ (ηθοποιός του κινηματογράφου και της τηλεόρασης, με παραπάνω από 40 ρόλους, όπως και του θεάτρου, στο οποίο έχει διαπρέψει στην πατρίδα της) υποδύεται τη Σάντρα Βόιτερ, μια γυναίκα κατηγορούμενη χωρίς επαρκή στοιχεία για τον φόνο του συζύγου της.
Ξεφεύγοντας από τα στεγανά του θρίλερ, η «Ανατομία μιας πτώσης» δεν δείχνει να ενδιαφέρεται για το αν η γυναίκα αυτή έκανε ή όχι τον φόνο, αλλά για το πώς το «σύστημα» – μα και ο κόσμος – χειρίζεται την έννοια της αλήθειας. Ωστόσο η ίδια ηθοποιός είχε διπλή παρουσία στις Κάννες, καθώς η «Ζώνη ενδιαφέροντος» του Τζόναθαν Γκλέιζερ, όπου η Χίλερ υποδύεται τη σύζυγο του διοικητή του στρατοπέδου συγκέντρωσης στο Αουσβιτς Ρούντολφ Ες, επίσης διαγωνίστηκε και επίσης κέρδισε – το μεγάλο βραβείο της Επιτροπής καθώς και το βραβείο FIPRESCI των κριτικών.
Θαυμάσια χρονιά το 2023 για την ταπεινή αλλά και αυστηρή αυτή καλλιτέχνιδα που έγινε για πρώτη φορά γνωστή πέρα από τα γερμανικά σύνορα όταν, και πάλι στις Κάννες, προβλήθηκε η ταινία «Τόνι Ερντμαν» (2016) της Μάρεν Αντε. Μέσω της εταιρείας Σπέντζος Φιλμ, διανομέα και των δύο εφετινών ταινιών της Χίλερ, τη συναντήσαμε στις Κάννες για περίπου 40 λεπτά, ένα ζεστό μεσημέρι πριν από την απονομή των βραβείων.
Αυτή είναι αναµφισβήτητα η χρονιά σας. Εχετε παίξει σε δύο πολύ καλές ταινίες, την «Ανατοµία µιας πτώσης» και τη «Ζώνη ενδιαφέροντος», που µάλιστα συναγωνίστηκαν η µία την άλλη στο Φεστιβάλ Καννών. Ποια ήταν για εσάς η δυσκολότερη εµπειρία;
«Το έχω ξαναπεί. Το να παίζεις στον κινηματογράφο δεν είναι κάτι δύσκολο· είναι προτέρημα. Μπορώ να πω ότι η υποκριτική στο σινεμά είναι πολυτέλεια, διότι όλοι σε προσέχουν, όλοι βρίσκονται εκεί για να σου παρέχουν τα πάντα, να σε φροντίζουν. Αυτό που θεωρώ δύσκολο είναι όταν κάποιοι άνθρωποι δεν ξέρουν πώς να συμπεριφερθούν στη διάρκεια των γυρισμάτων ή όταν κάποιοι πιέζονται να κάνουν πράγματα που δεν θέλουν. Ευτυχώς, δεν συνέβη κάτι τέτοιο στις δύο αυτές ταινίες».
Μιλήστε µας λίγο για την προετοιµασία σας για τον ρόλο της Σάντρα Βόιτερ στην «Ανατοµία µιας πτώσης».
«Η προετοιμασία μου είχε να κάνει κυρίως με τη γλώσσα. Επρεπε να φρεσκάρω τα γαλλικά μου και ευτυχώς δέχθηκα πολύ καλή βοήθεια από μια εκπαιδευτικό που διδάσκει γαλλικά στο Παρίσι».
Πέρα από την εξάσκηση στα γαλλικά, χρειάστηκε να κάνετε κάποια έρευνα για να µπείτε βαθύτερα στην ψυχολογία της ηρωίδας σας;
«Μου κάνουν συχνά αυτή την ερώτηση και ειλικρινά δεν μπορώ να καταλάβω τον λόγο. Χρειάζεται, αλήθεια, τόση φαντασία για να μπει κανείς στη θέση αυτής της γυναίκας; Τι σας κάνει να με ρωτάτε;».
«Το ζήτημα που θελήσαμε να εξερευνήσουμε στην «Ανατομία μιας Πτώσης» ήταν το πώς γίνεται να καταλήξουμε σε ένα συμπέρασμα για κάποιον άνθρωπο κρίνοντας μόνο από τη συμπεριφορά ή τον χαρακτήρα του»
Η Σάντρα Βόιτερ είναι ένας αρκετά σύνθετος χαρακτήρας, µε διαφορετικά επίπεδα. Δεν µπορείς να καταλάβεις εύκολα την αλήθεια της ή αν είναι µόνο µία αυτή η αλήθεια. Υποθέτει κανείς ότι σας προβληµάτισε αρκετά διαβάζοντας το σενάριο.
«Καταλαβαίνω τι λέτε και φυσικά έπρεπε να καταλάβω τι γίνεται διαβάζοντας το σενάριο. Ωστόσο, δεν αποφασίσαμε ποτέ το αν η Σάντρα Βόιτερ είναι ή όχι δολοφόνος· η Ζιστίν Τριέ αρνήθηκε να μπει σε αυτή τη διαδικασία. Το ζήτημα που θελήσαμε να εξερευνήσουμε ήταν πολύ πιο σημαντικό: πώς γίνεται να καταλήξουμε σε ένα συμπέρασμα για κάποιον άνθρωπο κρίνοντας μόνο από τη συμπεριφορά ή τον χαρακτήρα του; Μπορεί να είναι κάποιος ένοχος για φόνο επειδή το θύμα δεν φερόταν με σεβασμό προς το παιδί του; Μπορεί να θεωρηθεί ένοχος επειδή είναι… επιτυχημένος ή επειδή έχει μια ελεύθερη σεξουαλικότητα; Μπορείς στ’ αλήθεια να αποφασίσεις αν είναι κάποιος ένοχος για δολοφονία εξαιτίας όλων αυτών των θεμάτων στην προσωπική του ζωή; Γιατί όλα αυτά μάς διευκολύνουν να κρίνουμε – πόσο μάλλον να καταδικάσουμε – τη Σάντρα Βόιτερ; Αυτό ήταν που μας ενδιέφερε να εξιχνιάσουμε, όχι το αν η Σάντρα Βόιτερ σκότωσε ή όχι τον σύζυγό της».
Η Σάντρα Βόιτερ είναι συγγραφέας και ακόμα και το έργο της ως συγγραφέα χρησιμοποιείται εναντίον της. Πιστεύετε ότι έχει βάση αυτή η ιδέα, βασίζεται δηλαδή σε θέματα της πραγματικότητας;
«Μα το βλέπουμε καθημερινά, όχι; Πολλές φορές το έργο ενός δημιουργού χρησιμοποιείται εναντίον του, θεωρείται ότι το έργο του αντανακλά πλευρές του μυαλού του. Είναι πολύ συχνό φαινόμενο στις μέρες μας. Θέλω να πω, την εποχή του Γκαίτε – και, κατά τη γνώμη μου, δυστυχώς – κανένας δεν ενοχλούνταν που στην πραγματικότητα ο Γκαίτε ήταν καθίκι. Αλλά αυτά τα πράγματα έχουν αλλάξει πλέον και τώρα, ενώ προσπαθούμε να κοιτάξουμε το δάσος και όχι το δέντρο, συχνά φτάνουμε στο άλλο άκρο».
Αναφέρεστε στην cancel culture;
«Δεν θα το αποκαλούσα έτσι· είναι περισσότερο επίγνωση των πραγμάτων της ζωής. Το πώς ζούμε μεταξύ μας, το πώς συμπεριφερόμαστε ο ένας στον άλλον, το πώς φερόμαστε σε εκείνους που δεν έχουν εύκολη πρόσβαση σε διάφορα πράγματα, ή δεν εκπροσωπούνται επαρκώς στην κοινωνία. Ο όρος είναι από μόνος του ακυρωτικός και δεν συμφωνώ ιδιαίτερα μαζί του».
Γιατί αναφερθήκατε στον Γκαίτε χρησιµοποιώντας τη λέξη «δυστυχώς»;
«Είναι κάπως προσωπικό, διότι είμαι θαυμάστρια του Κλάιστ, τον αγαπώ πάρα πολύ, και ο Γκαίτε τον μισούσε. Τον πολέμησε και κατέστρεψε την «Πενθεσίλεια», ένα από τα σπουδαιότερα γραπτά που έχουν γραφτεί ποτέ (σ.σ.: ο Χάινριχ φον Κλάιστ εμπνεύστηκε την «Πενθεσίλεια», μια ερωτική ιστορία που εκτυλίσσεται κατά τη διάρκεια του Τρωικού Πολέμου, από ένα άγνωστο σε πολλούς τρωικό επεισόδιο). Ο Γκαίτε το πολέμησε γιατί κατάλαβε την αξία του (η Χίλερ κάνει έναν μορφασμό απέχθειας)».
«Χρειάζεται μεγάλη δόση αυτοσυγκράτησης ώστε να μην παρασυρθείς από τους εξωτερικούς παράγοντες όταν έχεις μπροστά σου ένα ζήτημα που απασχολεί ολόκληρο τον κόσμο»
Για να επιστρέψουμε στον πυρήνα του θέματος της «Ανατοµίας µιας σχέσης», δεν βρίσκετε επικίνδυνο ότι στους καιρούς µας πολύς κόσμος δεν περιμένει να µάθει την αλήθεια µέσω της διαδικασίας της Δικαιοσύνης αλλά έχει την τάση να διαμορφώνει τη δική του αλήθεια, και µάλιστα πάνω σε σοβαρά ζητήματα, όπως, για παράδειγμα, ένας φόνος;
«Χρειάζεται μεγάλη δόση αυτοσυγκράτησης ώστε να μην παρασυρθείς από τους εξωτερικούς παράγοντες όταν έχεις μπροστά σου ένα ζήτημα που απασχολεί ολόκληρο τον κόσμο. Είναι δύσκολο να μην καταλήξεις εκ των προτέρων σε συμπεράσματα. Είναι μέρος της ανθρώπινης φύσης να υποψιάζεσαι, να λες τη γνώμη σου, προσπαθώντας να γεμίσεις τα κενά για πράγματα που δεν γνωρίζεις. Προφανώς είναι ένα από τα θέματα που προσπαθεί να θίξει η ταινία και, ναι, το βρίσκω απεχθές και τρομακτικό ως φαινόμενο, όμως την ίδια στιγμή δεν μπορώ να μην παραδεχθώ ότι είναι μέρος της σύγχρονης πραγματικότητας και ότι συμβαίνει καθημερινά. Προσωπικά, επειδή ανατράφηκα έτσι, προσπαθώ πραγματικά να περιμένω μέχρι να φτάσω σε ένα στέρεο συμπέρασμα, θέλω να έχω ακούσει όλες τις πλευρές, γιατί πάντα υπάρχει μια άλλη πλευρά, είναι αδύνατον η πλευρά να είναι μόνο μία. Εκτός αν μιλάμε για ζητήματα επιστήμης».
Σε µια σκηνή της «Ανατοµίας µιας πτώσης», η ηρωίδα σας αναρωτιέται πώς είναι δυνατόν να χρησιμοποιούνται τα δέκα λεπτά ενός καβγά που είχε κάποτε µε τον σύζυγό της ως αποδεικτικό στοιχείο ότι τον σκότωσε. Πιστεύετε ότι αυτό το παράδειγµα αντανακλά την ευκολία µε την οποία συχνά ο κόσµος οδηγείται σε λανθασµένα συµπεράσµατα;
«Απολύτως. Και η Σάντρα έχει δίκιο. Μιλάμε για δέκα μόνο λεπτά σε μια ολόκληρη ζωή ενός παντρεμένου ζευγαριού, που έχει κάνει ένα παιδί, που έχει ζήσει σε διαφορετικές χώρες του κόσμου, που έχει ζήσει από κοινού χιλιάδες καταστάσεις. Και όλα αυτά ξεχνιούνται γιατί κάποιος ισχυρίστηκε ή άφησε να εννοηθεί ότι «η αλήθεια του ζευγαριού βρίσκεται σε αυτά τα 10 λεπτά καβγά». Ισως ο καβγάς να ήταν όντως σοβαρός, αλλά δεν μπορεί να αποτελέσει στοιχείο για να κατηγορήσεις κάποιον για φόνο επειδή δεν έχεις άλλα στοιχεία. Αλλά έτσι συμβαίνει. Αν κάποιος αποκτήσει κάτι στα χέρια του, ένα στοιχείο, για παράδειγμα, θα το κρατήσει σαν φυλαχτό, κανένας δεν θα του το πάρει και θα το χρησιμοποιήσει με όποιον τρόπο μπορεί».
«Η γλώσσα ήταν κυρίαρχο θέμα καθ’ όλη τη διάρκεια δημιουργίας της «Ανατομίας μιας πτώσης»»
Για να ξεφύγουμε λιγάκι από την «Ανατοµία µιας πτώσης» και να πάµε στη «Ζώνη ενδιαφέροντος», πόσο βαθιά προσπαθήσατε να προσεγγίσετε τη Χέντβιχ Ες, σύζυγο του διοικητή του στρατοπέδου συγκέντρωσης του Αουσβιτς Ρούντολφ Ες, που υποδύεστε στην ταινία;
«Καθόλου βαθιά, γιατί αυτή η γυναίκα ήταν ένα πρόσωπο που δεν με ενδιέφερε καθόλου· για την ακρίβεια, αρνήθηκα να επικοινωνήσω μαζί της, δεν με απασχολούσε καθόλου η ψυχική της κατάσταση ή οτιδήποτε τέτοιο. Η προσέγγισή μου είχε να κάνει κυρίως με τη γλώσσα του σώματος. Ενδιαφέρθηκα να μάθω πώς μια γυναίκα με τόσα παιδιά θα περπατούσε, αν θα δυσκολευόταν να κάνει τις σωματικές εργασίες που έκανε, κ.ο.κ. Ηταν σωματική και όχι συναισθηματική η δουλειά μου πάνω σε αυτόν τον ρόλο. Η δική μου ψυχική κατάσταση με ενδιέφερε περισσότερο και το ίδιο μπορώ να πω για τον Κρίστιαν Φρίντελ που υποδύεται τον Ες. Ως ηθοποιοί έπρεπε – και αυτό ήταν πραγματικά δύσκολο – να βρούμε τρόπους ώστε να αποστασιοποιηθούμε από το σημείο στο οποίο έγιναν όλες αυτές οι θηριωδίες. Ηταν πολύ δύσκολο για εμάς να δείχνουμε ότι υποδυόμαστε πως δεν συμβαίνει τίποτα στον χώρο όπου γυρίζαμε, που ήταν ο πραγματικός».
Στην αρχή της κουβέντας µας αναφερθήκατε στο φρεσκάρισµα των γαλλικών σας προκειµένου να υποδυθείτε καλά τη Σάντρα Βόιτερ στην «Ανατοµία µιας πτώσης». Με την εµπειρία σας ως ηθοποιού του γερµανικού θεάτρου και του σινεµά, πιστεύετε ότι όταν δεν παίζετε χρησιµοποιώντας τη µητρική σας γλώσσα αυτό µπορεί να επηρεάσει την υποκριτική σας, να τη διαφοροποιήσει κατά κάποιον τρόπο; Νιώθετε το ίδιο άνετα όταν παίζετε µιλώντας, π.χ., αγγλικά ή γαλλικά;
«Με τα αγγλικά νιώθω άνετα. Με τα γαλλικά… Ελπίζω να μπορέσω κάποια στιγμή να βελτιωθώ, γιατί πραγματικά λατρεύω να μιλώ αυτή τη γλώσσα. Θαυμάζω πάρα πολύ τους γάλλους ηθοποιούς και τους παρακολουθώ συνέχεια. Για να απαντήσω στην ερώτησή σας, αναπόφευκτα αυτή η διαδικασία προσθέτει μια έξτρα προετοιμασία που δεν θα την είχα αν ο ρόλος μου ήταν γερμανόφωνος. Γιατί όταν χρησιμοποιείς μια γλώσσα που δεν είναι η δική σου, πρέπει πρώτα να καταλάβεις τι ακριβώς λέει ο χαρακτήρας, ύστερα το πώς ακριβώς το λέει και τέλος πώς ακριβώς θα το πεις εσύ. Η διαδικασία προετοιμασίας για έναν μη γερμανόφωνο ρόλο είναι εντελώς διαφορετική από εκείνη για έναν γερμανόφωνο ρόλο. Φυσικά, όλη αυτή η κατάσταση με τους μη γερμανόφωνους ρόλους αυξάνει το ενδιαφέρον και αυτό προκύπτει κυρίως από τις κουβέντες με τους δημιουργούς, όπως εν προκειμένω με τη Ζιστίν Τριέ, με την οποία προσπαθούσα να επικοινωνήσω μιλώντας γαλλικά και όχι αγγλικά. Η γλώσσα ήταν κυρίαρχο θέμα καθ’ όλη τη διάρκεια δημιουργίας της «Ανατομίας μιας πτώσης»».
Πριν από αρκετά χρόνια προβλήθηκε εδώ στις Κάννες η ταινία «Τόνι Ερντµαν», όπου πρωταγωνιστούσατε, για την οποία γράφτηκαν ύµνοι, αλλά τελικά δεν κέρδισε κανένα βραβείο…
«Και εδώ τελειώνει η συζήτηση για αυτή την ταινία. Δεν χρειάζεται να γίνει κάποια ερώτηση γιατί δεν μπορεί να ειπωθεί τίποτ’ άλλο».
Θα ρωτούσα αν από αυτή την εµπειρία έχετε σταµατήσει να ενδιαφέρεστε για τα βραβεία.
«Οχι, δεν με ενδιαφέρουν τα βραβεία».
Επιστρέφοντας στην «Ανατοµία µιας πτώσης», και στη «Ζώνη ενδιαφέροντος», θα θέλατε κλείνοντας να µας πείτε τι ήταν αυτό που ως ηθοποιός αλλά και ως γυναίκα αποκοµίσατε παίζοντας σε αυτές τις δύο ταινίες;
«Οχι. Είναι πολύ προσωπικό και δεν θα το ήθελα».