H Τζεν Μπέσερ και η Σάνα Φέστε γνωρίστηκαν όταν ήταν μόλις έντεκα χρόνων και έγιναν γρήγορα αχώριστες φίλες.
Το 2020, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αποφάσισαν να δημιουργήσουν ένα podcast, βασισμένες στους κλυδωνισμούς που είχε περάσει ο γάμος της Φέστε με τον κινηματογραφικό παραγωγό Μπράιαν Κάβανο-Τζόουνς.
Η Σάνα είναι η βραβευμένη σεναριογράφος και σκηνοθέτρια πολλών ταινιών μεγάλου μήκους, συμπεριλαμβανομένων των «The Greatest» (Τα σύνορα της καρδιάς, 2009) με τον Πιρς Μπρόσναν και τη Σούζαν Σαράντον και «Country Strong» (Εκεί που είναι η αγάπη, 2010) με πρωταγωνίστρια την Γκουίνεθ Πάλτροου. Η Τζεν είναι συντάκτρια και εκδότρια.
Το «Dirty Diana», με αφηγήτρια τη διάσημη σταρ του Χόλιγουντ Ντέμι Μουρ, σκαρφάλωσε στο #1 του σχετικού chart της Apple, ήταν υποψήφιο για podcast της χρονιάς και κέρδισε βραβείο στην κατηγορία «Καλύτερο σενάριο μυθοπλασίας» στα Awards for Excellence in Audio (Ambies).
Η επιτυχία τις ώθησε να προσαρμόσουν την ιστορία τους σε μορφή σειράς βιβλίων, το πρώτο από τα οποία κυκλοφόρησε πριν από λίγο καιρό και στα ελληνικά (εκδ. Μεταίχμιο). Οι δύο γυναίκες ζουν πλέον χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, η μία στη Δυτική και η άλλη στην Ανατολική Ακτή των ΗΠΑ, ωστόσο επικοινωνούν κάθε ημέρα. Το ΒΗΜΑgazino μίλησε μαζί τους μέσω Ζoom για την ειλικρίνεια ως βάλσαμο σε κάθε ερωτική σχέση και για τον γάμο ως θεσμό που υφίσταται μεγάλες αλλαγές.
Πείτε μας λίγα λόγια για το πώς πήρε μορφή η ιδέα για ένα podcast με αυτή τη θεματολογία.
Σάνα Φέστε: «Πηγή έμπνευσης ήταν ο δικός μου γάμος. Με τον σύζυγό μου ήμασταν οι τυπικοί, γεμάτοι πάθος νιόπαντροι, όμως κάποια στιγμή συνειδητοποιήσαμε ότι η σπίθα είχε σβήσει. Πέρασε ένας χρόνος χωρίς να κάνουμε σεξ. Ενιωθα μοναξιά και ντροπή και δεν ήξερα με ποιον να μοιραστώ ό,τι συνέβαινε, η μητέρα μου δεν μιλούσε ποτέ για τέτοια θέματα και η Τζεν ήταν η μόνη στην οποία μπορούσα να τα πω όλα. Με τον άνδρα μου χωρίσαμε για κάποιο διάστημα, κάναμε σχέσεις με άλλους ανθρώπους, όμως με ψυχοθεραπεία και ανοιχτή επικοινωνία βρήκαμε ξανά τον δρόμο μας. Το podcast ήταν ένας τρόπος να εξερευνήσω όλα αυτά τα συναισθήματα, την ντροπή για την επιθυμία μου και τον φόβο να μιλήσω ανοιχτά για το σεξ. Δημιουργώντας το καταλάβαμε ότι αυτό ήταν ένα ζήτημα που αφορούσε πολλές γυναίκες, εξ ου και ήταν σημαντικό να το προσεγγίσουμε από τη γυναικεία οπτική γωνία, η οποία συχνά απουσιάζει από συζητήσεις σχετικά με τη σωματική οικειότητα».
Παρ’ όλο που δεν αποτελεί πλέον ταμπού η γυναικεία σεξουαλικότητα, δεν έχει επιτευχθεί ακόμη κάποιου τύπου ισότητα με τους άνδρες σε αυτό το πεδίο. Ποιο πιστεύετε ότι είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο;
Σ. Φ.: «Το πρόβλημα είναι ότι η κοινωνία εκπαιδεύει τις γυναίκες να δίνουμε προτεραιότητα στους άλλους, στον σύντροφο ή στα παιδιά μας. Μεγαλώνουμε με μηνύματα και οδηγίες για το πώς θα ικανοποιήσουμε τους άνδρες και όχι για το πώς θα διεκδικήσουμε τη δική μας ευχαρίστηση. Η φράση «μου αξίζει να περάσω καλά, να νιώσω απόλαυση» μοιάζει αφύσικη σε πολλές γυναίκες».
Τζεν Μπέσερ: «Το βιβλίο δεν πραγματεύεται μόνο το σεξ, ωστόσο έχει να κάνει με τη σύνδεση, την τρυφερότητα και την οικειότητα. Υπάρχει επιδημία μοναξιάς στις ΗΠΑ και οι σχέσεις των ανθρώπων δεν έχουν το βάθος που είχαν κάποτε. Για τους ήρωες του βιβλίου είναι σημαντικό να έρθουν ξανά ο ένας κοντά στον άλλον».
Νομίζω ότι ένα συμπέρασμα που βγαίνει από το «Dirty Diana» είναι πως μόνο όταν υπάρχει ειλικρίνεια μεταξύ ερωτικών συντρόφων υπάρχει η πιθανότητα να ξεπεραστούν τα όποια εμπόδια.
Σ. Φ.: «Θεωρώ ότι επικρατεί μια παρανόηση, πολλοί πιστεύουν ότι όταν μιλάς ωμά για τα πράγματα που σε απασχολούν μέσα σε μια σχέση, τότε χάνεται ο ρομαντισμός. Νομίζω ότι συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Αν μπορούσα να γυρίσω τον χρόνο πίσω, θα έκανα πιο νωρίς μέσα στον γάμο μου όλες αυτές τις συζητήσεις που μου φαίνονταν τρομακτικές. Ετσι θα γλιτώναμε πολύ πόνο και θα βρίσκαμε μια λύση. Ισως να μη χρειαζόταν καν να βρεθούμε σε διάσταση».
Τα βιβλία θα μεταφερθούν στη μικρή οθόνη. Θα είναι πρωταγωνίστρια η Ντέμι Μουρ, όπως έχει ακουστεί;
Σ. Φ.: «Συνεργαστήκαμε στο podcast και θα θέλαμε πάρα πολύ να δουλέψουμε ξανά μαζί της. Υπάρχουν τόσο πολλοί λόγοι για τους οποίους ήταν η πρώτη μας επιλογή. Φυσικά ο βασικότερος – μια και μιλάμε για ένα ηχητικό μέσο – ήταν η φωνή της, αυτή η βαθιά, αισθησιακή, αναγνωρίσιμη φωνή. Κάθε γυναίκα θα ήθελε μια τέτοια φωνή. Εχει επίσης γράψει μια εκπληκτική αυτοβιογραφία που σου δίνει να καταλάβεις χωρίς ωραιοποιήσεις τι φοβερή ζωή έχει ζήσει. Οταν έχεις την ευκαιρία να τη γνωρίσεις από κοντά, διακρίνεις αμέσως πόσο ευφυής και ανοιχτόμυαλη είναι. Είχε ό,τι ακριβώς θα ήθελε ένας δημιουργός από μια ηθοποιό με την οποία συνεργάζεται».
Τζ. Μπ.: «Θα ήθελα να τονίσω επίσης ότι δεν είχε καθόλου δισταγμούς σε σχέση με το υλικό. Δεν υπήρχε τίποτα που δεν ήθελε να δοκιμάσει – δεν μας ζήτησε να απαλύνουμε καμία αιχμή, δεν φοβήθηκε καθόλου. Μπορούσε να καταλάβει ότι ένας πολυσύνθετος γυναικείος χαρακτήρας σαν την Νταϊάνα θα μπορούσε να φανεί σε κάποιους ενοχλητικός ή προβληματικός και αυτό δεν τη σταμάτησε. Φαίνεται και από την ερμηνεία της στην πρόσφατη ταινία «The Substance» το πόσο ατρόμητη είναι».
Υπάρχουν άλλα βιβλία αυτό το διάστημα που πραγματεύονται παρόμοια ζητήματα με το δικό σας και θα τα προτείνατε στο αναγνωστικό κοινό;
Σ. Φ.: «Το βιβλίο μας κυκλοφορεί πράγματι σε μια πολύ ωραία συγκυρία. Εχει προηγηθεί η έκδοση του βιβλίου της Τζίλιαν Αντερσον «Θέλω», το οποίο είναι απίστευτο. Υπάρχει όμως και το «All Fours» της Μιράντα Τζουλάι, ένα καταπληκτικό πόνημα φτιαγμένο από μια πολύ χαρισματική και θαρραλέα γυναίκα».
Παρ’ όλα αυτά, μετά το αποτέλεσμα των πρόσφατων προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ επικρατεί φόβος για τα αναπαραγωγικά δικαιώματα των γυναικών. Πώς μπορεί να δοθεί αυτή η μάχη χωρίς να υπάρξουν πισωγυρίσματα όσον αφορά τη σεξουαλική ελευθερία;
Σ. Φ.: «Νομίζω ότι πολλές γυναίκες ένιωσαν να ραγίζει η καρδιά τους εδώ στις Ηνωμένες Πολιτείες μετά τη νίκη του Τραμπ. Και, ξέρετε, ως μια πολίτις που αγαπά τη χώρα της, σκέφτηκα, εντάξει, τι, πώς μπορώ να διαμαρτυρηθώ πιο αποτελεσματικά για αυτό που συμβαίνει; Ποιος είναι ο ρόλος μου; Πώς μπορώ να βοηθήσω; Και νιώθω πολύ καλά που κυκλοφορεί αυτό το βιβλίο αυτή τη στιγμή. Παρ’ όλο που δεν υπάρχει τίποτα πολιτικό στο περιεχόμενό του, δείχνει μια γυναίκα ακλόνητη για ό,τι θέλει και απρόθυμη να συμβιβαστεί με λιγότερα. Βάζει πάνω από όλα την επιθυμία της. Αν οι γυναίκες που θα το διαβάσουν σκεφτούν ότι είναι ΟK να κάνουν κι εκείνες τις δικές τους διεκδικήσεις ή εμπνευστούν με οποιονδήποτε τρόπο από το ταξίδι της Νταϊάνα, τότε τέλεια. Θαυμάσια».
Τζ. Μπ.: «Μπορούμε ωστόσο να το δούμε και αλλιώς. Ισως το βιβλίο να αποτελέσει μια ευχάριστη διέξοδο από τη δύσκολη πραγματικότητα, που θα μας δώσει όμως την ευκαιρία να ανασυντάξουμε τις δυνάμεις μας για να δώσουμε τους απαραίτητους αγώνες στο μέλλον, υπερασπιζόμενες τα δικαιώματά μας».
Πιστεύετε ότι ο γάμος θα επιβιώσει ως θεσμός; Ή οδεύουμε προς μια εποχή όπου οι σχέσεις θα είναι πολύ διαφορετικές από αυτές που έχουμε συνηθίσει μέχρι τώρα;
Σ. Φ.: «Εμείς προσπαθήσαμε να περιγράψουμε ένα πλαίσιο όπου είναι αρκετά ασφαλές να πεις στον σύζυγό σου τι θέλεις χωρίς να υπάρχει καμία επίκριση. Και νομίζω ότι όταν βρεις αυτόν τον ξεχωριστό σύντροφο στον οποίο μπορείς να εξομολογηθείς τα πάντα, τότε υπάρχει περιθώριο να αλλάξει ο γάμος. Μπορεί όμως η συνθήκη που θα δημιουργηθεί να μη μοιάζει πια με συμβατικό γάμο. Και απλώς πιστεύω ότι εφόσον πρόκειται για ενηλίκους που συναινούν και είναι ειλικρινείς μεταξύ τους, μια σχέση μπορεί να έχει οποιαδήποτε μορφή, αρκεί να υπάρχει επικοινωνία και αγάπη».
Τζ. Μπ.: «Συμφωνώ, ο γάμος ως θεσμός πρόκειται να αλλάξει και να εξελιχθεί. Καθένας μας είναι ελεύθερος να δει ποια συνταγή τού ταιριάζει και αν θα την εφαρμόσει με ένα άτομο ή με περισσότερα άτομα, όμως αυτό που δεν θα αλλάξει ποτέ είναι η ανάγκη μας για σύνδεση, ακόμη και με την εξέλιξη της τεχνητής νοημοσύνης ή κάθε νέας τεχνολογίας, αυτή η θεμελιώδης ανθρώπινη ανάγκη δεν θα πάψει να υπάρχει».