Προ μηνών, στη σκηνή του Γυάλινου Μουσικού Θεάτρου, με τη μουσική παράσταση «Palladium in Athens», αναβίωσε στιγμές από τη γέννηση της salsa και του mambo. H Κουβανή Ροσάνα Μαϊλάν, μόνιμη κάτοικος, εδώ και αρκετά χρόνια, της Ελλάδας, είναι εξάλλου η πλέον κατάλληλη για να μας ταξιδέψει στους λάτιν ρυθμούς, καθώς μέσα σε αυτούς τους ρυθμούς γεννήθηκε και μεγάλωσε, σε αυτές τις μουσικές έχει αφιερώσει μεγάλο μέρος της καριέρας της. Οχι όμως μόνο σε αυτές.
Καλλιτέχνιδα ανήσυχη και διαρκώς εξελισσόμενη, η Ροσάνα χρόνο με τον χρόνο επεκτείνει το ρεπερτόριό της και σε άλλα είδη, δραστηριοποιείται στον χώρο της παραγωγής και ονειρεύεται να σκηνοθετήσει μιούζικαλ. Στο μεταξύ, επέστρεψε για άλλη μία φορά στη σκηνή για να μας παρασύρει στον μελωδικό και κεφάτο κόσμο της με μία νέα μουσική παράσταση, στις 29 Νοεμβρίου, στην Οδό Λυσίου (Λυσίου και Μνησικλέους 22 στην Πλάκα) – μαζί με τη δεκαμελή ορχήστρα της, στο σόου συμμετέχει και η χορεύτρια-χορογράφος Στέλλα Κουτσουλίδου.
Ενα σόου που, όπως η ίδια μας εξηγεί, «έχει διάρκεια δύο ώρες, με ένα μικρό διάλειμμα στη μέση, που παίζει DJ. Ερμηνεύω ισπανόφωνα και αγγλόφωνα hits, λέω μεταξύ άλλων και Τσάκα Καν και «Black Magic Woman» και χορευτικά κουβανέζικα τραγούδια που ο κόσμος τα ξέρει, αλλά και όταν δεν τα ξέρει τα υποδέχεται με ενθουσιασμό. Είναι τραγούδια με πολύ ωραίες μελωδίες, με ρυθμό έντονο και ξεσηκωτικό, που μόλις τον ακούς θέλεις να χορέψεις, να κουνήσεις το σώμα σου».
Αυτός ο ρυθµός για τον οποίο φηµίζεστε οι τραγουδιστές από την Κούβα είναι τελικά κάτι µε το οποίο γεννιέσαι ή κάτι που το µαθαίνεις;
«Τον είχα από παιδί, δεν πήγα ποτέ σε σχολή, χόρευα πάντα από ένστικτο. Οπως είχα πάντα μέσα μου το ένστικτο της μουσικής, είναι απίστευτο πώς λειτουργεί αυτό! Ο πατέρας μου μού είχε πει πως κατάλαβε ότι θα γινόμουν μουσικός όταν ήμουν μόλις δύο ετών, παρατηρώντας πώς ενώ ήμουν στην κούνια κρατούσα τον ρυθμό με τα ποδαράκια μου».
Ο οποίος πατέρας σας είναι επίσης µουσικός, αν δεν απατώµαι;
«Είναι μουσικός, αλλά είναι επίσης και εξαιρετικός ζωγράφος. Είχε σπουδάσει ζωγραφική και σε μεγαλύτερη ηλικία άρχισε να μαθαίνει φλάουτο και κιθάρα. Μετά, χάρη σε ένα συμβόλαιο για εμφανίσεις, έφυγε από την Κούβα και βρέθηκε στην Ελλάδα, όπου και παρέμεινε».
Και εσείς ήρθατε στην Ελλάδα ακολουθώντας τον πατέρα σας;
«Ναι, γιατί ένιωθα πως είχα μία ασφάλεια, είχα έναν δικό μου άνθρωπο. Ημουν πολύ μικρή, βλέπετε, 17, 18 χρόνων. Αν δεν ήταν εκείνος δεν θα έκανα ένα τόσο μεγάλο και αβέβαιο βήμα, να πάω μόνη σε μια ξένη χώρα, της οποίας επιπλέον δεν γνώριζα τη γλώσσα».
Μιλάτε όµως εντυπωσιακά καλά τα ελληνικά. Γνωρίζω ανθρώπους από άλλες χώρες που έχουν ζήσει πολλά χρόνια εδώ και δεν τα έχουν καταφέρει…
«Ευχαριστώ! Παίζει ρόλο και το ότι μιλάω ισπανικά. Υπάρχει κάτι οικείο στις δύο γλώσσες, φαντάζομαι ένας Κινέζος θα δυσκολευτεί πολύ περισσότερο να μάθει τη γλώσσα σας. Ημουν όμως και αποφασισμένη. Γιατί μου αρέσει πολύ να επικοινωνώ, να μιλώ με τους ανθρώπους, και όταν είμαι επάνω στη σκηνή (πάντα απευθύνομαι στο κοινό) και στην καθημερινή ζωή μου. Ηθελα να μπορώ να εκφράζομαι άνετα, ώστε να μπορώ να κάνω γνωριμίες και φιλίες. Εκείνη την εποχή παιζόταν, θυμάμαι, ένα κολομβιανό σίριαλ.
Φωτογράφιζα λοιπόν διάφορες σκηνές με τους ελληνικούς υπότιτλους από κάτω και μετά τους μελετούσα, για να μάθω πώς προφέρονται όλες αυτές οι λέξεις, πότε μπαίνει το όμικρον γιώτα και πότε το έψιλον γιώτα… (σ.σ.: γελάει). Το πρώτο πράγμα που φρόντισα ήταν να μάθω να γράφω ώστε να έχω καλή ορθογραφία. Εδωσα σχετικά πρόσφατα και εξετάσεις, πήρα την ελληνική ιθαγένεια και είμαι πολύ υπερήφανη γι’ αυτό! Επειδή μάλιστα εκείνη την περίοδο είχα πολλή δουλειά και πολλά ταξίδια σε Ελλάδα και εξωτερικό, είχα ηχογραφήσει με τη φωνή μου κεφάλαια του βιβλίου που έπρεπε να μελετήσω, και όταν ήμουν στον δρόμο και δεν μπορούσα να διαβάσω, το άκουγα ως audiobook. Τι άλλο να έκανα;».
Τόσο αποφασισµένη!
«Πάντα! Είμαι άνθρωπος που θέλει να τα κάνει όλα σωστά και που όταν αναλαμβάνει κάτι το ολοκληρώνει σε κάθε περίπτωση. Ηθελα, όπως σας είπα, από τη στιγμή που επέλεξα την Ελλάδα ως δεύτερη πατρίδα, να μπορώ να επικοινωνώ χωρίς προβλήματα, να μην είμαι μονίμως μία ξένη».
Αποκτήσατε πολύ νέα παιδί, στήσατε εδώ τη ζωή σας και κάνατε οικογένεια, παντρευτήκατε µε τον κιθαρίστα Χρήστο Ζαντιώτη… Η Κούβα σάς λείπει;
«Μου λείπει η οικογένεια που έχω εκεί. Στην Ελλάδα έχω τα πάντα, τον ήλιο και το ωραίο κλίμα, μια καλή ζωή, μια ωραία οικογένεια, φίλους και αξιόλογους συνεργάτες. Μου ταιριάζει ο τρόπος του Ελληνα, με κάνει να μη μου λείπουν οι τρόποι και οι συμπεριφορές των Κουβανών. Είστε άνθρωποι φιλόξενοι, με καλή διάθεση. Eχετε στοιχεία που μου θυμίζουν τους Κουβανούς.
Παρότι ως λαός ζείτε με αρκετό άγχος, με μια, ας πούμε, έξτρα πίεση, είστε εξωστρεφείς και καλοί άνθρωποι. Επιπλέον, υπάρχει εδώ κόσμος που του αρέσει αυτό που κάνω. Οπότε δεν χρειάστηκε να κάνω κάτι διαφορετικό από αυτό που αγαπάω για να ζήσω στην Ελλάδα. Ομως, πάντα υπάρχουν πίσω στην Κούβα άνθρωποι που τους νοιάζομαι, τους σκέφτομαι και που μου λείπουν».
Μπορείτε να επιστρέφετε; Πηγαίνετε συχνά;
«Μπορώ, αλλά έχω να πάω από τότε που τελείωσε το lockdown. Μετά το κλείσιμο που επέβαλε η καραντίνα έγινε ένα μπαμ στη διασκέδαση και άνοιξαν πολλές δουλειές, οπότε ρίχτηκα κι εγώ με τα μούτρα στη μουσική. Δεν σας κρύβω πως είχα αγχωθεί όταν όλα είχαν κλείσει, γιατί εγώ το μόνο που ξέρω να κάνω είναι μουσική. Μαγειρεύω κιόλας, κάνω πολύ καλό γιουβέτσι, που το έμαθα την περίοδο της καραντίνας (σ.σ.: γελάει)».
Εργάζεστε και ως παραγωγός, οργανώνετε και επιµελείστε τις εµφανίσεις άλλων καλλιτεχνών. Αυτό πώς προέκυψε;
«Επειδή μου αρέσει η επικοινωνία, μου αρέσει να βοηθώ και επιπλέον δεν είμαι από τις καλλιτέχνιδες που θέλουν να είναι αποκλειστικά και μόνο επάνω στη σκηνή. Με ενδιαφέρει όλος ο μηχανισμός γύρω από το στήσιμο μιας συναυλίας, θέλω να είμαι μέρος αυτής της διαδικασίας όποιος και αν είναι ο ρόλος μου. Οταν διαπίστωσα πως υπάρχουν καλλιτέχνες με ταλέντο που όμως δεν έχουν πρόσβαση σε αίθουσες, σε στούντιο κ.λπ. και επειδή εγώ ήδη γνώριζα καλά τον χώρο, είχα βρει τα πατήματά μου, αποφάσισα πως μπορούσα να βοηθήσω. Στην πορεία κατάλαβα πως μου αρέσει και μου ταιριάζει και αυτή η δραστηριότητα».
Για έναν άνθρωπο όπως εσείς, που έρχεται από µια άλλη χώρα, πόσο δύσκολα είναι τα πράγµατα επαγγελµατικά στην Ελλάδα; Είχατε προβλήµατα στα πρώτα βήµατά σας; Τώρα;
«Μεγάλα προβλήματα δεν είχα. Ευτυχώς υπήρχε ήδη το κοινό που ενδιαφερόταν για τη μουσική μου. Βγήκα λοιπόν και την τραγούδησα. Ομως δεν σταμάτησα ποτέ να εξελίσσομαι. Οσο ωραία και αν είναι η μουσική της Κούβας, αν ερμηνεύεις μόνο τέτοια τραγούδια περιορίζεσαι. Εμένα αυτό δεν μου αρέσει. Εμαθα λοιπόν να τραγουδώ και αγγλικά τραγούδια (δύσκολο και αυτό, γιατί εμείς στην Κούβα δεν τη μαθαίνουμε την αγγλική γλώσσα), έμαθα και ιταλικά και γαλλικά τραγούδια… Δούλεψα πολύ τις προφορές. Ευτυχώς σε αυτή την υπέροχη διαδρομή είχα στο πλευρό μου έναν… άγιο, τον Προκόπη Κοττάκη, τον δάσκαλό μου, που με βοήθησε τό-
σο πολύ να εξελιχθώ. Του χρωστώ πολλά».
Είναι πάντα εντυπωσιακό να ακούς έναν τραγουδιστή να ερµηνεύει τραγούδια σε πολλές γλώσσες. Εσείς τις µαθαίνετε εύκολα τις γλώσσες;
«Εχω μια ευκολία αλλά δεν σταματώ ποτέ να διαβάζω και μουσική και γλώσσες. Τα γαλλικά, για παράδειγμα, προέκυψαν όταν μου ζήτησαν να κάνω μια εμφάνιση στο Μονακό και να πω πέντε τραγούδια της Δαλιδά. Τι να έκανα; Να έλεγα όχι; Είχα μετά βίας έναν μήνα καιρό για να τα μάθω. Βρήκα λοιπόν έναν καθηγητή γαλλικών και ξεκίνησα τα μαθήματα. Φαίνεται πως δεν τα κατάφερα άσχημα, αφού μετά την εμφάνιση με πλησίασαν και άρχισαν να μου μιλούν στα γαλλικά. «Ως εδώ», τους είπα, «το μόνο που μπορώ είναι να σας τραγουδήσω ξανά αυτά τα πέντε τραγούδια, δεν μπορώ τίποτε περισσότερο»».
Τι ονειρεύεστε για το µέλλον;
«Να κάνω και άλλα ωραία projects για εμένα αλλά και για άλλους τραγουδιστές, να γίνομαι όλο και καλύτερη στη δουλειά μου, και να ασχοληθώ με τη σκηνοθεσία του μιούζικαλ. Θα ήθελα να σκηνοθετήσω κάποια στιγμή ένα μιούζικαλ στο «Παλλάς», που μου αρέσει πολύ ως σκηνή. Μου αρέσει να καταπιάνομαι με πολλά πράγματα, με ιντριγκάρουν τα δύσκολα. Δεν έχω ταβάνι, όταν κάνω εκείνο που θέλω τα δίνω όλα! Εχω πείσμα και δύναμη».
Τραγουδίστρια, παραγωγός, σύζυγος, µητέρα… Πού βρίσκετε χρόνο για όλα αυτά;
«Την ίδια ερώτηση έκανα τις προάλλες στον εαυτό μου. Hταν μια θεότρελη μέρα, γεμάτη υποχρεώσεις, άλλη μία έντονη μέρα μέσα σε μια πολύ πιεστική εβδομάδα. Βρισκόμουν στο αυτοκίνητο, με τα χέρια στο τιμόνι, και με άκουσα να λέω: «Πόσο ακόμα θα αντέξει η Ροσάνα; Ως πότε θα τα προφταίνει όλα αυτά;». Σχεδόν ταυτόχρονα σκέφτηκα: «Μήπως να γράψω και ένα βιβλίο;»(σ.σ.: γελάει). Τρόμαξα με τον εαυτό μου, του είπα αμέσως: «Σταμάτα να κάνεις τέτοιες σκέψεις!». Ομως νομίζω πως ποτέ δεν θα σταματήσω να κάνω τέτοιες σκέψεις. Εχω πολλή ενέργεια, έχω πολύ ενθουσιασμό, έχω ανάγκη για δράση, γιατί έτσι είμαι εγώ!».