Για να αντιληφθεί κανείς την πίστη που τρέφει η βιομηχανία του θεάματος στο ταλέντο και στη διάρκεια του Πολ Μέσκαλ, φτάνει να πληροφορηθεί ότι ο 28χρονος ιρλανδός ηθοποιός ήταν ο πρώτος που δεσμεύθηκε από τον σκηνοθέτη Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ, δημιουργό μεταξύ άλλων των φιλμ «Μεγαλώνοντας» (2014) και «Πριν τα μεσάνυχτα» (2013), για την ταινία «Merrily We Roll Along», ένα από κάθε άποψη φιλόδοξο project που θα κινηματογραφείται ούτε λίγο ούτε πολύ για τα επόμενα 20 χρόνια.

Για να καταλάβει, από την άλλη, κανείς το μέγεθος της διασημότητας που ήδη απολαμβάνει ο ηθοποιός, έχοντας μόλις τέσσερα χρόνια ενσήμων στο βιογραφικό του, αρκεί να μάθει πως ο Μέσκαλ παραμένει εντυπωσιακά άφαντος από την πολλή συνάφεια των κοινωνικών δικτύων.

Αλλά ποιος έχει ανάγκη τον μεγεθυντικό φακό των social media, την τριβή και ενδεχομένως την αποδόμηση που μοιραία αργά ή γρήγορα επέρχεται, όταν γυρίζει τη μία ταινία μετά την άλλη, απορρίπτει προτάσεις συνεργασίας με το καντάρι και ενσαρκώνει το ιδανικό πρόσωπο για καμπάνιες ιστορικών οίκων και brands, που επενδύουν σε εκείνον την έξωθεν καλή μαρτυρία τους, όπως ο Gucci και ο Cartier;

Θα ακουστεί ως τραγική ειρωνεία, όμως εάν ζούσαμε στα βαθιά 90s ο Μέσκαλ δεν θα είχε καμία ή τέλος πάντων θα διέθετε ελάχιστες πιθανότητες να αναπαυτεί στις δάφνες που απολαμβάνει σήμερα: εκείνες δηλαδή του απόλυτου και με οικουμενική ακτινοβολία «it boy».

Και μόνο τα δασύτριχα πόδια του, τα οποία ο ίδιος εμφανίζει σε κάθε ευκαιρία στην καθημερινότητά του αλλά και στις επαγγελματικές εμφανίσεις του, όπως συνέβη στην πρόσφατη φωτογράφιση για βρετανική έκδοση ανδρικού περιοδικού, θα ήταν αρκετά για να μη λάβει ποτέ το χρίσμα του τότε viral μετροσέξουαλ τύπου.

NORMAL PEOPLE

Ωστόσο οι καιροί αλλάζουν, τα πρότυπα αναθεωρούνται και ο πάλαι ποτέ αθλητής αξιώσεων του γαελικού ποδοσφαίρου – ένα δημοφιλές στην Ιρλανδία υβρίδιο του αθλήματος – θεωρείται ο πήχης του στυλ, της ανδροπρέπειας, της εικόνας του σύγχρονου άνδρα. Κι ας μην μπορεί κανείς με την πρώτη ματιά να εντοπίσει πάνω του κραυγαλέες ομοιότητες με αυτό που θα ονομάζαμε στερεότυπο ομορφιάς. Ο Μέσκαλ αρέσει χάρη και λόγω των ατελειών του. Και αυτό είναι μάλλον που τελικά τον κάνει ακαταμάχητο.

Δεν το υποστηρίζουν μόνο οι groupies του (αρσενικού και θηλυκού γένους), που αυξάνονται σε εκθετικό βαθμό, αλλά και οι σκηνοθέτες και οι παραγωγοί, που αναγνωρίζουν στο πρόσωπό του τον επόμενο πρωταγωνιστή τους και του εμπιστεύονται κομβικούς ρόλους και projects εκατομμυρίων δολαρίων σχεδόν με κλειστά μάτια.

Πάρτε για παράδειγμα τον Ρίντλεϊ Σκοτ, ο οποίος δεν χρειάστηκε παρά τριάντα λεπτά της ώρας για να αποφασίσει ότι ο Ιρλανδός ήταν ο ιδανικός για να υποδυθεί τον ρόλο του Λεύκιου στο sequel του «Μονομάχου» (Gladiator II), που θα δούμε στις κινηματογραφικές αίθουσες τις επόμενες ημέρες. Μάλιστα, στα 30 λεπτά της ώρας που πέρασαν σε μια κλήση Zoom, ο Μέσκαλ και ο 86χρονος βρετανός σκηνοθέτης και παραγωγός μίλησαν για οτιδήποτε άλλο εκτός από τον ρόλο του στο φιλμ. Δεν θα μπορούσε να υπάρξει πιο ανάγλυφη απόδειξη για το γεγονός ότι το κυνήγι και το άγχος των οντισιόν είναι πια για τον 28χρονο πρωταγωνιστή μια μακρινή ανάμνηση.

Σαρωτική τετραετία

Από το 2020 έως σήμερα ο Μέσκαλ κατέκτησε το πρώτο του BAFTA για το τηλεοπτικό ντεμπούτο του στη σειρά «Normal People», κέρδισε μία ακόμα υποψηφιότητα για το «All of Us Strangers» (2023), τιμήθηκε τo 2023 με το βραβείο Olivier για την ερμηνεία του ως Στάνλεϊ Κοβάλσκι στο «Λεωφορείον ο Πόθος» και μόλις πέρυσι πρόσθεσε στο παλμαρέ του και την πρώτη υποψηφιότητά του για Οσκαρ, για την ταινία «Aftersun» (2022).

Πρόσθεσε στο παλμαρέ του και την πρώτη υποψηφιότητά του για Οσκαρ, για την ταινία «Aftersun» (2022). Photo © AZ Celtic Films – BBC Film – PASTEL-AFP

Ακόμα πιο εντυπωσιακό από τα ανδραγαθήματα που πέτυχε σε μόλις τέσσερα χρόνια είναι το γεγονός πως τίποτα από όλα αυτά δεν θα είχε συμβεί εάν ένας σοβαρός τραυματισμός δεν τον είχε αναγκάσει να σβήσει μονοκοντυλιά από τον νου του το όνειρο μιας αθλητικής καριέρας και δεν τον είχε καθοδηγήσει, έστω και εμμέσως, να καταπιαστεί με την υποκριτική.

Γεννημένος τον Φεβρουάριο του 1996 στην κωμόπολη Μέινουθ, μισή ώρα δυτικά του Δουβλίνου, ο Μέσκαλ είναι ο μεγαλύτερος γιος μιας πενταμελούς οικογένειας. Υπήρξε ανέκαθεν αθλητικός, ρωμαλέος και, σύμφωνα με τους προπονητές του, με σωματική διάπλαση μεγαλύτερη και πιο δυνατή της βιολογικής ηλικίας του – γεγονός που του έδινε το προβάδισμα σε σχέση με τους συμπαίκτες του.

Τα πρώτα καλλιτεχνικά ερεθίσματα τα έλαβε από τον πατέρα του, που εργαζόταν ως δάσκαλος αλλά και ως ερασιτέχνης ηθοποιός. Στα 16 του συμμετείχε για πρώτη φορά σε θεατρική παράσταση. Η ερμηνεία του στο «Φάντασμα της Οπερας» ήταν αρκετά καθοριστική για να τον οδηγήσει δύο χρόνια αργότερα στο κατώφλι της Ακαδημίας Λιρ στο Δουβλίνο.

Ο Μέσκαλ αποδείχθηκε όχι μόνο ταλαντούχος αλλά και χαρισματικός. Προτού ακόμα αποφοιτήσει από τη σχολή είχε εξασφαλίσει αυτό που κάθε εκκολαπτόμενος ηθοποιός ποθεί. Εναν μάνατζερ. Το ένα έφερε το άλλο. Στα 22 του χρόνια και ενώ η τηλεόραση ήταν ακόμα μια terra incognita για εκείνον, έκλεισε μια ακρόαση που του άλλαξε τη ζωή.

«Μονομάχος». Photo Paramount Pictures

Μολονότι δεν είχε ούτε καν ξεφυλλίσει το viral μυθιστόρημα «Normal People» (2018) της Σάλι Ρούνεϊ, ο φέρελπις τότε ηθοποιός επιλέχθηκε ως ο ιδανικότερος για τον ρόλο. Η τύχη τού χαμογέλασε ξανά, αφού η τηλεοπτική μεταφορά του ούτως ή άλλως δημοφιλούς βιβλίου προβλήθηκε στην περίοδο της πανδημίας και της κοινωνικής αποστασιοποίησης.

Ναι, ο Μέσκαλ ήταν καλός, επαρκής, σχεδόν συναρπαστικός στον ρόλο του Κόνελ. Κυρίως έγινε ένας από αυτούς που κράτησαν συντροφιά και παρηγόρησαν τα καθημαγμένα από κάθε ενδιαφέρον ερέθισμα ελεύθερα-πολιορκημένα πλήθη.

Και ύστερα ήρθε η πρόταση από τη Μάγκι Τζίλενχαλ για τη γυρισμένη εξ ολοκλήρου στις Σπέτσες «Χαμένη Κόρη» (2021) και λίγο μετά μια ταινία που σφράγισε τόσο τον ίδιο συναισθηματικά όσο και την καριέρα του, το «All of Us Strangers».

Ωστόσο είναι στο άρμα της ταινίας του Ρίντλεϊ Σκοτ και με εξάρτυση την κοντή χλαμύδα του «Μονομάχου» που ο Μέσκαλ παίρνει πλέον το χολιγουντιανό του βάπτισμα – και πιθανότατα ανεβάζει σε δυσθεώρητο ύψος τις οικονομικές απολαβές του. Χώρια δηλαδή που εδραιώνει ακόμα πιο βαθιά τη θέση του ως άνδρα-αρχέτυπου.

Τιμήθηκε με το βραβείο Oliver για την παράσταση «Λεωφορείον ο πόθος». Photo May James-Reuters

Και μάλιστα με σώμα του κουτιού, αφού για τις ανάγκες της ταινίας του Σκοτ προπονήθηκε σκληρά, άλλαξε διατροφικές συνήθειες και κατάφερε να αποκτήσει οκτώ κιλά μυϊκής μάζας μέσα σε κάτι λιγότερο από ένα εξάμηνο – ναι, το πώς το πέτυχε παραμένει μια σταθερά δημοφιλής αναζήτηση στο Google.

Δεν είναι βέβαια η μοναδική απορία που τρέφει το ποίμνιό του για εκείνον. Η συναισθηματική αποκατάστασή του προβάλλει ως μια μόνιμη έγνοια των θαυμαστριών του. Για περίπου δύο χρόνια ο Μέσκαλ συνδέθηκε με την αμερικανίδα τραγουδοποιό Φίμπι Μπρίτζερς, όμως ο δεσμός τους δεν μακροημέρευσε.

Παρά το γεγονός πως ο ίδιος παραμένει σφίγγα σε ό,τι αφορά την ιδιωτική ζωή του, οι φήμες και κάποιες φωτογραφίες που κυκλοφόρησαν το περασμένο καλοκαίρι τον θέλουν να ιχνηλατεί ξανά το μονοπάτι του έρωτα, αυτή τη φορά με την επίσης τραγουδοποιό Γκρέισι Εϊμπραμς, κόρη του σκηνοθέτη και παραγωγού Τζ.Τζ. Εϊμπραμς.

Ισως γι’ αυτό ο ηθοποιός δηλώνει πως θα ήθελε επιτέλους να πετύχει μια καλύτερη ισορροπία μεταξύ προσωπικής και επαγγελματικής ζωής, αφού τα τελευταία χρόνια η πλάστιγγα γέρνει μονόμπαντα προς τη δεύτερη.

Ο Μέσκαλ λέει πως μπορεί να κέρδισε φήμη, αναγνώριση και ρόλους, όμως ομολογεί ότι έχασε λίγη από τη χαρά του. Το κοινό του δεν μπορεί να πει το ίδιο. Ευτυχώς για εκείνον.

INFO

Η ταινία «Μονομάχος ΙΙ» θα προβάλλεται στους ελληνικούς κινηματογράφους από τις 14 Νοεμβρίου.