Ενας Ελληνας που έχει πραγματικά διακριθεί στο εξωτερικό είναι ο Platon. Γεννημένος στη χώρα μας, πέρασε τα πρώτα χρόνια της ζωής του στην Πάρο και σε πολύ νεαρή ηλικία μετακόμισε με τους γονείς του στην Αγγλία. Αφού δούλεψε για κάποια χρόνια στη βρετανική «Vogue», τον κάλεσε στη Νέα Υόρκη ο πρόωρα χαμένος Τζον Κένεντι Τζούνιορ για να συνεργαστούν στο βραχύβιο περιοδικό «George».
Μετρ του φωτογραφικού πορτρέτου, έχει δει τις εικόνες του να κοσμούν τα πιο έγκριτα έντυπα του κόσμου: από το «Rolling Stone» και το «New York Times Magazine» μέχρι το «Vanity Fair» και τον «New Yorker». Ειδική σχέση είχε με το «Time», υπογράφοντας 20 εξώφυλλά του, μεταξύ των οποίων και εκείνο με τον Πούτιν το 2007, όταν η δημοφιλής έκδοση τον είχε αναδείξει Person Of The Year.
Η φωτογραφία πήρε το πρώτο βραβείο στον διαγωνισμό World Press Photo. Σχεδόν όλοι οι ισχυροί ηγέτες του κόσμου έχουν ποζάρει για τον φακό του και έγιναν μέρος του λευκώματος «Power: Portraits of World Leaders». Τα τελευταία χρόνια έχει ιδρύσει τη μη κερδοσκοπική οργάνωση The People’s Portfolio και δίνει φωνή σε όσους παλεύουν υπερασπιζόμενοι τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Αυτές τις ημέρες βρέθηκε στην Ελλάδα για να συμμετάσχει σε δύο εκδηλώσεις που διοργανώθηκαν από την πρεσβεία των ΗΠΑ στην Αθήνα και το Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών: στο Συμπόσιο με τίτλο «Partners in Democracy» (το οποίο φιλοξενήθηκε στην Εθνική Πινακοθήκη και είχε ως θέμα τις τρέχουσες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι δημοκρατίες, συμπεριλαμβανομένης της αύξησης του αυταρχισμού, των κοινωνικών ανισοτήτων και της παραπληροφόρησης), αλλά και στην περιοδεύουσα έκθεση με τίτλο «A More Perfect Union: American Artists and the Currents of Our Time» με έργα γνωστών καλλιτεχνών όπως ο Μπρους Νάουμαν και η Γιόκο Ονο (στο Μουσείο Ακρόπολης έως τις 30 Μαΐου).
Ποιο είναι, αλήθεια, το πρώτο πράγµα που κάνετε όταν επιστρέφετε στην Ελλάδα;
«Αγγίζω το έδαφος. Δεν το κάνω σε κανένα άλλο μέρος του κόσμου. Ξέρετε, μου πήρε 30 χρόνια για να καταλάβω με τι έχει να κάνει η δουλειά μου. Εχει να κάνει με την ανθρώπινη σύνδεση και με το πώς αντιμετωπίζεις έναν ξένο. Το έμαθα στα παιδικά μου χρόνια στις Λεύκες της Πάρου αυτό: αν υπάρχει κάποιος που δεν γνωρίζεις, έχεις την ευκαιρία να είσαι ανοιχτός και φιλόξενος. Βλέπω δυστυχώς σήμερα στις κοινωνίες μας ότι αυτή η αντιμετώπιση τείνει να ξεχαστεί – τώρα, όταν βλέπουμε έναν άγνωστο, του γυρνάμε την πλάτη. Ως φωτογράφος δεν μπορώ να κάνω τη δουλειά μου αν αντιμετωπίσω τους άλλους ως ξένους. Τα τελευταία χρόνια έχω εστιάσει σε εκείνους που φεύγουν από την πατρίδα τους επειδή δεν έχουν άλλη επιλογή. Αν μείνουν θα πεθάνουν από τη φτώχεια, τον πόλεμο, τη βία, την πείνα – φοβούνται για τη ζωή τους. Πάντα θυμάμαι τις Λεύκες, αυτό το μείγμα συμπόνιας, περιέργειας και φιλοξενίας».
Αυτό σάς έκανε καλό φωτογράφο;
«Είμαι μισός Αγγλος και αυτή μου η πλευρά μού έμαθε τη διπλωματία, το πώς να πλοηγούμαι στους διαδρόμους της πολιτικής και της εξουσίας, τη διαπραγμάτευση, τους τρόπους να καταφέρω να μπω μέσα στο γραφείο τού πιο ισχυρού. Μόλις όμως βρεθώ εκεί θυμάμαι αυτό που έμαθα από τους παππούδες και τις γιαγιάδες της Πάρου, ότι πρέπει να έχω το κουράγιο να τείνω πρώτος το χέρι της φιλίας. Δεν είναι ποτέ φιλικό αυτό το περιβάλλον, η εξουσία σε κάνει να αισθάνεσαι πιο λίγος σε σχέση με αυτόν που την κατέχει. Αυτό είναι μια κατασκευασμένη ψευδαίσθηση. Το γνωρίζω πια καλά και οι άνθρωποι καταλαβαίνουν ότι το γνωρίζω, εξ ου και έχω το θάρρος να μιλήσω μαζί τους για τις αλήθειες της ζωής. Για τα πράγματα που δεν τους ρωτάει κανείς».
Αυτό είναι που βοηθά τους φωτογραφιζοµένους να χαλαρώνουν µπροστά στον φακό της µηχανής σας;
«Είμαι στ’ αλήθεια κακός στα περισσότερα πράγματα. Το αναγνωρίζω. Είμαι δυσλεκτικός, δεν μπορώ να γράψω καλά. Είμαι όμως καταπληκτικός στο να βλέπω τις καρδιές των ανθρώπων. Οι φωτογραφίες δεν βασίζονται τόσο στην τεχνική όσο στο γεγονός ότι «διαβάζω» τους ανθρώπους καλά: μπορώ να καταλάβω αν κάποιος λέει ψέματα, αν ζορίζεται ή αν είναι χαρούμενος. Δεν πρόκειται για κάποια διανοητική δεξιότητα, είναι κάτι ενστικτώδες που με διέκρινε από τότε που γεννήθηκα και επέλεξα μια καριέρα στην οποία είναι χρήσιμο. Με το που σηκώσω την κάμερα και στοχεύσω με τον φακό μου δημιουργώ έναν χώρο που θα τον παρομοίαζα με ναό της αλήθειας. Το ξέρουν οι πλούσιοι, ισχυροί και διάσημοι αυτό και τους αρέσει. Ανακουφίζονται. Οταν υψώνεις γύρω σου ένα τείχος επιτυχίας και δύναμης, τελικά σε προστατεύει ή γίνεται φυλακή; Δεν μπορείς να ζεις κρυμμένος. Οταν αποκτάς εξουσία πρέπει να τη μοιράζεσαι με τους άλλους, να υπερασπίζεσαι τους πιο αδύναμους. Τη στιγμή που παίρνεις την απόφαση να γίνει προτεραιότητα η υπεράσπιση των προνομίων σου, όταν σε νοιάζει μόνο ό,τι χρειάζεται να κάνεις για να παραμείνεις στον θώκο σου, μόλις ξεπεραστεί αυτό το όριο τότε αρχίζει η παρακμή. Πολλοί από τους ηγέτες που έχω φωτογραφίσει βρίσκονται είτε στη φυλακή είτε σε κάποιον τάφο. Οδηγήθηκαν εκεί από διαφθορά, λάθη και κατάχρηση εξουσίας».
Μπορώ να κάθοµαι να σας ακούω µε τις ώρες γιατί έχετε πραγµατικά φωτογραφίσει σχεδόν όλους όσοι καθορίζουν τις τύχες µας…
«Θυμάμαι τη φορά που φωτογράφισα τον Μαρκ Ζάκερμπεργκ. Είχε στο γραφείο του μια αφίσα που έλεγε «Τι θα έκανες αν δεν φοβόσουν;». Είναι μια δυνατή ερώτηση που όλοι κάνουμε στον εαυτό μας: πώς θα ήταν η ζωή, η καριέρα και οι σχέσεις μας αν δεν φοβόμασταν; Αν το φιλοσοφήσεις, όμως, είναι τόσο κακό να φοβάται κανείς; Ισως πρέπει να φοβόμαστε. Μια πρόσφυγας την οποία φωτογράφισα πρόσφατα, μια ακτιβίστρια που έφυγε από τη Ρωσία από την ανησυχία ότι θα έκαναν κακό στην έφηβη κόρη της, μου είπε όταν τη ρώτησα τι συμβουλή θα έδινε σε όσους παλεύουν για κάποιον σκοπό πως θα τους παρότρυνε να είναι πάρα πολύ προσεκτικοί. Δεν χρειάζεται να είμαστε ατρόμητοι όπως υπονοούσε το πόστερ. Αυτό που έχει αξία είναι να υπερβαίνουμε τελικά τον φόβο μας όταν πιστεύουμε τόσο πολύ σε κάτι».
Συµµετέχετε σε ένα συνέδριο µε θέµα τη δηµοκρατία. Τι σηµαίνει για εσάς αυτή η λέξη;
«Πρέπει να υπάρχει κάτι στον τόπο αυτό που να συνέβαλε στο να γεννηθεί εδώ η δημοκρατία. Θα αναφερθώ πάλι στις Λεύκες, στις αξίες που μου μεταδόθηκαν εκεί, στη φιλοπεριέργεια και την ενσυναίσθηση. Ενα χωριό 800 ετών δεν γίνεται να επιβιώσει χωρίς αλληλοσεβασμό μεταξύ των κατοίκων του. Στο παλιό μπακάλικο γίνονταν όταν ήμουν παιδί άτυπα ντιμπέιτ με όλα τα θέματα της κοινότητας. Το παντοπωλείο το αποκαλούσαν «Κοινοβούλιο» με αυτό το πολύ αστείο ελληνικό χιούμορ και κάθονταν εκεί κυρίως ηλικιωμένοι άνδρες – λόγω της εποχής -, αλλά και κάποιες γυναίκες. Καθόμουν και τους άκουγα και ζωγράφιζα τα πρόσωπά τους. Ηταν ακόμη ενεργοί, δεν τους έκλειναν σε γηροκομεία, ήξεραν ότι η σοφία τους μπορούσε να μας καθοδηγήσει. Ακόμη και ως παιδί έβλεπες τι προκαλεί το γήρας, χάνεις τη σωματική ρώμη αλλά αποκτά βάθος η σκέψη σου. Υπήρχε επίσης μια φοβερή αίσθηση ασφάλειας. Δεν μπορείς να είσαι ελεύθερος αν δεν είσαι ασφαλής. Στις ΗΠΑ αυτοαποκαλούνται «land of the free». Ομως με εκατοντάδες περιστατικά μαζικών πυροβολισμών και τόση βία, με φτώχεια, ρατσισμό, με την κρίση των οπιοειδών, αναρωτιέμαι πόσο ελεύθεροι είναι οι Αμερικανοί».
Μου κάνει εντύπωση η νοσταλγία µε την οποία αναφέρεστε στα παιδικά σας χρόνια. Μόνο όταν έχει κανείς δυνατές ρίζες µπορεί να ονειρεύεται το αύριο;
«Δεν υπάρχει μέλλον χωρίς παρελθόν. Ο Μάικ Τάισον μού είχε πει κάποια στιγμή ότι όλοι έχουν ένα σχέδιο μέχρι να φάνε μια δυνατή μπουνιά στο πρόσωπο. Αισθάνομαι ότι αυτή την περίοδο είναι σαν να έχουμε φάει όλοι μια δυνατή γροθιά και είμαστε τόσο ζαλισμένοι που και το παρελθόν έχουμε ξεχάσει και το μέλλον μας φοβόμαστε και δεν γνωρίζουμε πού πάμε. Ξεχνάμε τις παραδόσεις, τις ρίζες, ακόμη και την ανθρωπιά μας. Δεν σημαίνει ότι έχουν χαθεί, αλλά πρέπει να πάρουμε μια βαθιά ανάσα και να ξαναβρούμε τον βηματισμό μας. Οι πρόγονοί μας που πέρασαν από τεράστιες δυσκολίες ήταν ανθεκτικοί. Μπορούμε κι εμείς να τα καταφέρουμε. Η τεχνολογία αυτή τη στιγμή έχει σχεδιαστεί για να μας αποσπά συνεχώς την προσοχή, να μας κλέβει χρόνο από τις σημαντικές σκέψεις. Φοβάμαι πως, ειδικά με την εξέλιξη της τεχνητής νοημοσύνης, το κλίμα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης θα γίνει ακόμη πιο τοξικό και τα απολυταρχικά καθεστώτα θα σπεύσουν να το εκμεταλλευτούν αυτό. Ομως είμαι αισιόδοξος, και δεν ντρέπομαι να το πω, γιατί έχω γνωρίσει ανθρώπους που έχουν αντιμετωπίσει απίστευτες δυσκολίες και παραμένουν καλοσυνάτοι και υπομονετικοί, δεν σταμάτησαν να νοιάζονται για τους άλλους. Βλέπω ότι εκείνοι που είναι μονίμως τσαντισμένοι, ανικανοποίητοι και επικριτικοί δεν έχουν υποφέρει και τόσο. Μου φαίνεται πολύ ενδιαφέρον αυτό».
Εχετε φωτογραφίσει χαρισµατικούς καλλιτέχνες και χαρισµατικούς πολιτικούς. Τι τους διακρίνει;
«Νομίζω ότι οι καλλιτέχνες συντονίζονται με μια μαγική συχνότητα την ώρα που δημιουργούν, την ώρα της έμπνευσης, κι αυτό δεν μπορεί να εξηγηθεί. Κάποιοι πολιτικοί ίσως χαρακτηρίζονται από κάτι αντίστοιχο όταν ρητορεύουν. Ο Τσόρτσιλ μπορούσε να το κάνει αυτό, ο Μπιλ Κλίντον το ίδιο, ακόμη και ο Μπαράκ Ομπάμα όταν ήταν αναγκαίο. Ο Κλίντον ήταν χαρισματικός εκ φύσεως. Ο Ομπάμα στο παρασκήνιο ήταν πολύ προσεκτικός, σαν ένας καλός μαθητής που έπρεπε συνεχώς να μαθαίνει και να προετοιμάζεται. Οταν άναβαν τα φώτα, όμως, μπορούσε να μαγέψει. Θυμάμαι ότι ήμουν σε ένα συνέδριο των Δημοκρατικών πριν από πολλά χρόνια και καθόμουν δίπλα σε έναν δημοσιογράφο του BBC, έναν ωραίο τύπο, αρκετά μεγαλύτερό μου, πολύ έμπειρο και εντελώς κυνικό. Βγήκε ο Ομπάμα να μιλήσει, μπορεί να μην είχε εκλεγεί καν γερουσιαστής τότε. Και έκανε την πιο εντυπωσιακή ομιλία, με θέμα την αυθάδεια της ελπίδας. Και γυρίζει ο βρετανός δημοσιογράφος και μου λέει: «Να ένας μελλοντικός POTUS»».
Την τελευταία τετραετία πρωθυπουργός στην Ελλάδα ήταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Τον έχετε φωτογραφίσει;
«Εχω γνωρίσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη στο Νταβός. Μιλά με ευφράδεια και εκπροσωπεί την Ελλάδα με πάθος στην παγκόσμια σκηνή. Δεν τον έχω φωτογραφίσει ακόμη. Δεν μπορώ να μιλήσω για την πολιτική του, δεν παρακολουθώ τόσο πιστά τις εξελίξεις, όμως μιλώντας με απλούς πολίτες βλέπω ότι αρκετοί έχουν χάσει την πίστη ότι μπορούν να ελέγξουν με κάποιον τρόπο τη ζωή τους, και αυτό με λυπεί και είναι ανησυχητικό. Σε μια δημοκρατία δεν θα έπρεπε να υπάρχουν απελπισμένοι άνθρωποι».
Ευθύνεστε για ένα από τα πιο διάσηµα πορτρέτα του Βλαντίµιρ Πούτιν. Τι θα του λέγατε αν τον φωτογραφίζατε σήµερα;
«Δεν ξέρω, γιατί πάντα αυτοσχεδιάζω. Δεν νομίζω ωστόσο ότι θα τον φωτογραφίσω ποτέ ξανά, διότι έχω περάσει πολύ χρόνο με ανθρώπους που έχουν συντριβεί εξαιτίας του, έχω και καλή σχέση με τις Pussy Riot. Ξέρετε, όταν προετοιμάστηκα να τον συναντήσω είδα όλες αυτές τις φωτογραφίες όπου είναι σαν τον Ράμπο, όμως μου έκανε εντύπωση μια εικόνα από τη συναυλία που είχε δώσει ο Πολ Μακ Κάρτνεϊ στην Κόκκινη Πλατεία και εκεί χαμογελάει με ενθουσιασμό. Κράτησα αυτή τη σκέψη. Είμαι φανατικός θαυμαστής των Beatles. Τον γιο μου τον λένε Jude και το σκυλί μας Sgt Pepper. Οταν λοιπόν τον γνώρισα, τον ρώτησα αν είναι φαν των «Σκαθαριών». Του μετέφρασαν την ερώτηση. Εκείνος έδιωξε όλους τους συμβούλους και βοηθούς του από το δωμάτιο και σε άπταιστα αγγλικά μού απάντησε «I love the Beatles». Μετά κάναμε μια συζήτηση για την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης χρησιμοποιώντας στίχους των Beatles. Πρόκειται για έναν δαιμόνιο άνθρωπο, άσο στη στρατηγική και δεν πρέπει να τον υποτιμούμε».