Οποτε εμφανίζεται το όνομα του Πίτερ Ντόιγκ στον Τύπο, δίπλα του φιγουράρει ένα εντυπωσιακό ποσό, το αντίτιμο για κάποιον από τους υποβλητικούς πίνακές του. Τελευταία προσθήκη τα 2,5 εκατ. δολάρια, αλλά για έναν εξωφρενικό λόγο και όχι για το αναμενόμενο, δηλαδή την πώληση έργου του σε κάποια δημοπρασία. Απλώς ο Ντόιγκ κέρδισε τη δικαστική του διαμάχη με έναν πρώην σωφρονιστικό υπάλληλο ο οποίος ισχυριζόταν ότι είχε στην κατοχή του έναν πίνακά του από όταν ο σκωτσέζος ζωγράφος ήταν υποτίθεται φοιτητής στο Πανεπιστήμιο Lakehead του Οντάριο και είχε φιλοτεχνήσει το έργο όσο βρισκόταν στη φυλακή (!). Τελικά, όμως, όπως αποδείχθηκε, ο πίνακας ήταν δουλειά ενός καλλιτέχνη ονόματι Pete Doige, όπως ήταν ούτως ή άλλως η υπογραφή στην κάτω δεξιά άκρη του. Εξάλλου, ο Ντόιγκ δεν φοίτησε ποτέ στο συγκεκριμένο πανεπιστήμιο του Καναδά και ούτε είχε μπει στη φυλακή για κατοχή LSD, όπως δηλαδή υποστήριζε ο σωφρονιστικός υπάλληλος, ισχυριζόμενος ότι ο ζωγράφος αρνιόταν την πατρότητα του έργου επειδή είχε προσωπική έχθρα μαζί του εξαιτίας του κοινού τους παρελθόντος που ήθελε να ξεχάσει.

Φυλακή μπορεί να μην έκανε ο Ντόιγκ, όμως από το LSD μάλλον πήρε μια γεύση και ακόμα και αν δεν θα το παραδεχόταν ο ίδιος το μαρτυρούν ορισμένοι από τους υπέροχους πίνακές του έτσι όπως πολύ συχνά φέρουν μια παραισθησιακή φόρτιση: Εικόνες οικείες μεταμορφώνονται με την πράξη της ζωγραφικής σε ονειρικά τοπία που μοιάζουν να εικονογραφούν τα άδυτα του υποσυνείδητου.

Ο 64χρονος ζωγράφος Πίτερ Ντόιγκ με έργα που θα δείξει στην προσεχή έκθεσή του στο Λονδίνο.

Μακριά από τους YBAs

Η υπόθεση έκλεισε λοιπόν και ο Πίτερ Ντόιγκ ετοιμάζεται να δώσει το «παρών» στο Λονδίνο με μια έκθεση στην Courtauld Gallery (από τις 10/2), στο ιστορικό κτίριο του Somerset House. Στην τιτλοφορούμενη «The Morgan Stanley Exhibition: Peter Doig» θα παρουσιάσει νέα και πρόσφατη δουλειά του, από όταν επέστρεψε στη βρετανική πρωτεύουσα το 2021, πίνακες και έργα σε χαρτί που ξεκίνησε να δουλεύει στο Τρινιντάντ και τη Νέα Υόρκη αλλά ολοκλήρωσε στο Λονδίνο, μαζί με καμβάδες όπου τον πρώτο λόγο έχει η μητρόπολη όπου ζει πλέον.

Διότι ο «νομάς» Ντόιγκ αντλεί στοιχεία από τις χώρες όπου ζει – μέχρι σήμερα αυτές ήταν ο Καναδάς, η Δημοκρατία του Τρινιντάντ και Τομπάγκο και η Μεγάλη Βρετανία – και δημιουργεί μεγάλης κλίμακας καθηλωτικούς πίνακες, συνήθως τοπιογραφίες που αναπαριστούν μέρη που κατοικούν ανάμεσα σε πραγματικούς τόπους και τη φαντασία. Είναι στοιχεία τα οποία τον κατέστησαν έναν από τους πιο σημαντικούς καλλιτέχνες διεθνώς και τη ζωγραφική του μοναδική ακόμα και όταν το είδος θεωρούνταν ολίγον έως πολύ passé όταν μεσουρανούσαν οι YBAs (Young British Artists) και η εννοιολογική τέχνη που αγαπούσαν να δημιουργούν. Μάλιστα, όταν βρέθηκε υποψήφιος για το Barclays Young Artist Award στην γκαλερί Serpentine του Λονδίνου το 1991 συνειδητοποίησε πόσο εκτός κλίματος βρισκόταν: «Μερικοί από τους καλλιτέχνες δεν ήθελαν να δείξουν δουλειά τους δίπλα στη δική μου. Πίστευαν ότι η δική μου ήταν παρωχημένη, όχι αρκετά σοβαρή ή απολύτως κιτς».

Κι όμως, ο πίνακάς του με τίτλο «Λευκό κανό» θα πωλούνταν για 11,3 εκατ. δολάρια το 2007, ένα ποσό-ρεκόρ την εποχή εκείνη για έργο ευρωπαίου καλλιτέχνη εν ζωή. Παρεμπιπτόντως, αυτό ήταν και το έναυσμα για να διεκδικήσει ο προαναφερθείς πρώην σωφρονιστικός υπάλληλος μαζί με έναν έμπορο τέχνης με έδρα το Σικάγο την πώληση του πίνακα που είχε στην κατοχή του και του είχε κοστίσει μόλις 100 δολάρια. Ο Ντόιγκ είχε πουλήσει το «Λευκό κανό» για το ευτελές ποσό των 1.000 στερλινών 10 χρόνια πριν από την εντυπωσιακή δημοπράτησή του. Tα δε 2,5 εκατ. δολάρια που θα του αποδοθούν στοχεύει να τα δωρίσει σε οργανισμό που επιτρέπει σε κρατουμένους να κάνουν έργα τέχνης.

Ένας «Αλπινιστής» (2022) από την πρόσφατη δουλειά του Πίτερ Ντόιγκ.

Ντόιγκ και ιμπρεσιονισμός

Η Courtauld Gallery του Courtauld Institute of Art, από την άλλη, είναι επί της ουσίας μια πινακοθήκη όπου είναι συγκεντρωμένη μια πολύ αξιόλογη συλλογή με έργα ιμπρεσιονιστικής και μετα-ιμπρεσιονιστικής τέχνης, από καλλιτέχνες όπως ο Σεζάν, ο Γκογκέν, ο Μονέ, ο Μανέ, ο Πισαρό και ο Βαν Γκογκ. Σε αυτή την πρώτη έκθεση σύγχρονης τέχνης η οποία παρουσιάζεται εκεί από όταν άνοιξε τις πόρτες της τον Νοέμβριο του 2021 φρεσκαρισμένη, έπειτα από την ανάπλασή της, ο Ντόιγκ βρίσκεται στο στοιχείο του, καθώς εκθέτει κοντά σε έργα που μιλούν στην καρδιά τη δική του και του έργου του, αυτού του ιδιαίτερου ιδιώματος που φέρει εντός του στοιχεία από τη ζωγραφική εκείνης της εποχής όπως και από τον γερμανικό εξπρεσιονισμό της δεκαετίας του ’30. Στην έκθεση θα παρουσιάσει και τη δουλειά του ως χαράκτη, καθώς αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της πρακτικής του και έτσι οι επισκέπτες θα μπορούν να έρθουν σε επαφή με όλο το φάσμα της δημιουργικής του διαδικασίας. Πραγματοποιείται με τη χορηγία της πολυεθνικής επενδυτικής εταιρείας Morgan Stanley, την υποστήριξη του επενδυτή Κένεθ K. Γκρίφιν και του Huo Family Foundation, όπως και με τη συνδρομή του Art Mentor Foundation Lucerne.

Ο ζωγράφος-νομάς

Τα έργα στην έκθεση μεταφέρουν αυτή την ιδιαίτερη, δημιουργική εμπειρία γεωγραφικής μετάβασης αλλά και όχι μόνο, καθώς ο Ντόιγκ εξερευνά μια μεγάλη γκάμα από μέρη, ανθρώπους, αναμνήσεις και τρόπους ζωγραφικής. Και μολονότι τα έργα του περιγράφουν την «πορώδη ενδοχώρα ανάμεσα στο πραγματικό και το υψηλό, την οξεία παρατήρηση και τη βαθιά μεταμορφωτική φαντασία», όπως έγραφε ο επιμελητής Στεφάν Ακίν (πλέον διευθυντής του Montreal Museum of Fine Arts) στον κατάλογο της μεγάλης έκθεσης του Ντόιγκ στην Εθνική Πινακοθήκη της Σκωτίας το 2013, η αίσθηση του τόπου είναι ένα από τα πιο καθοριστικά στοιχεία της τέχνης του. Ο ίδιος γεννήθηκε στο Εδιμβούργο το 1959, αλλά η οικογένειά του έφυγε από το Ηνωμένο Βασίλειο όταν εκείνος ήταν μόλις δύο ετών. Οι επαγγελματικές υποχρεώσεις του πατέρα του, ο οποίος ήταν ναυτιλιακός υπάλληλος, επέβαλλαν τις συνεχείς αλλαγές στον τόπο κατοικίας τους, οπότε ο Ντόιγκ γαλουχήθηκε με μια «βαθιά ανάγκη μετακίνησης», όπως έλεγε σε παλαιότερη συνέντευξή του. «Ποτέ δεν ένιωθα ότι ανήκα κάπου όταν μεγάλωνα, καθώς δεν μέναμε σε σπίτι περισσότερο από τρεις μήνες. Μόνο αυτό ήξερα και για αυτό δεν ανήκω πουθενά» δήλωνε στην εφημερίδα «The Guardian». «Δεν θα με χαρακτήριζα σκωτσέζο ζωγράφο αλλά έναν ζωγράφο από οπουδήποτε. Η ζωγραφική είναι μια απόδραση για εμένα, οπότε με πηγαίνει πάντα κάπου αλλού».

Από τον Καναδά, όπου πέρασε τα εφηβικά του χρόνια, επέστρεψε στη Μεγάλη Βρετανία, και συγκεκριμένα στην Αγγλία, για να σπουδάσει στο St Martin’s και να κάνει μεταπτυχιακά στο Chelsea School of Art, από όπου αποφοίτησε το 1990. Το 2000 βρέθηκε στο Τρινιντάντ, σε ένα πρόγραμμα φιλοξενίας καλλιτεχνών μαζί με τον βρετανό εικαστικό και κάτοχο βραβείου Turner Κρις Οφίλι, και δύο χρόνια μετά επέστρεψε με την τότε σύζυγό του Μπερναντέτ και τα πέντε τους παιδιά για να δημιουργήσει εκεί το εργαστήριό του. Τότε ήταν που οι πίνακές του απέκτησαν μια πιο ιδιοσυγκρασιακή χροιά και άρχισαν να ανακαλούν πιο ζωντανά εικόνες μιας ανοίκειας, αχρονολόγητης μνήμης, γιατί «η ζωγραφική είναι ενδιαφέρουσα όταν γίνεται διαχρονική».

 

ΙΝFO

«The Morgan Stanley Exhibition: Peter Doig»: The Courtauld Gallery, Λονδίνο, από 10 Φεβρουαρίου έως 29 Μαΐου.