«Την σήμερον, ο αυθέντης πρε Ζουάντες Σιγάλας φοβώντας το άορον του θανάτου, μήπως και αιφνηδίως έλθη, και τον αρπάσει και μείνη
αδιόρθωτος, θέλωντας να διορίση των ψυχήν του, κάμνει την παρόν διαθήκην και ορδινίαν και πρώτον ζητά την τελείαν συγχώρεσιν από όλους, και αυτός συγχωρή ολονών, έπειτα αφίνει ρεάλια εκατόν…» κ.λπ. Οι τελευταίες επιθυμίες του Ζουάντες Σιγάλα περιλαμβάνονται στη μελέτη του Γιάννη Δ. Κηπουρού «Δεσμοί αίματος και εξ αγχιστείας συγγένειες στο Αιγαίο, 14oς-20ός αιώνας – Τα γενεαλογικά δέντρα από το Αρχείο της Καθολικής Επισκοπής της Σαντορίνης» (Αρχείο Θηραϊκών Μελετών, Συλλογή Δημήτρη Τσίτουρα). Αρχισα να την ξεφυλλίζω αναζητώντας (όπως σε όλη τη σχετική βιβλιογραφία) στοιχεία για τη δική μου, αναντάμ παπαντάμ, αιγαιοπελαγίτικη προέλευση. Η συμπλήρωση του γενεαλογικού μου δέντρου είναι χόμπι των τελευταίων χρόνων. Ενα «παιχνίδι» με σασπένς, καθώς προϋποθέτει ψάξιμο σε αρχεία όχι εύκολα προσβάσιμα. Διασκεδαστικό αλλά και συγκινητικό, όταν βρίσκεσαι μπροστά σε ιστορίες που δεν γνώριζες και διαπιστώνεις πόσο επηρέασαν την οικογένειά σου, ακόμα και τον πολύ στενό σου περίγυρο. Εχω πολλά κενά, κυρίως όσον αφορά τους προγόνους μου που έζησαν τον 19ο αιώνα. Φοβάμαι πως δεν θα καταφέρω να τα καλύψω. Ομως, βρήκα και εγώ διαθήκες σαν αυτή του Σιγάλα, βρήκα γράμματα και φωτογραφίες που δεν τις είχα ξαναδεί, ανακάλυψα συγγενικές σχέσεις για τις οποίες κανένας δεν μου είχε μιλήσει. Ποιο είναι το διά ταύτα από τη διαδικασία; Το διάβασα στον πρόλογο που έχει κάνει στο βιβλίο ο Αγαμέμνων Τσελίκας: «Ο κάθε άνθρωπος λοιπόν έχει τον κύκλο του. Από την άλλη μεριά, εκεί που κλείνει ο κύκλος με τον θάνατο, αρχίζει πάλι η ζωή, έτσι που το γύρισμα δεν τελειώνει ποτέ και ο ένας κύκλος συνεχίζει να σχηματίζει έναν άλλον και έναν άλλον σε μία ατελείωτη συνέχεια». Η συνειδητοποίηση της συνέχειας, της οποίας κάποια στιγμή υπήρξες και εσύ μέρος, είναι μια διαδικασία που μπορεί να οδηγήσει τον σκεπτόμενο άνθρωπο στα βάθη της ψυχής του, ακόμα και να τον κάνει να επαναπροσδιορίσει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται το πέρασμά του από τη ζωή. Προσθέτοντας στα κλαδιά του «γενεαλογικού δέντρου» που έχω φτιάξει στον υπολογιστή μου δεκάδες μικρά πορτρέτα με ημερομηνίες γεννήσεως και θανάτου και τοποθετώντας στα γειτονικά κλαδιά τους συζύγους, τα παιδιά τους, τα παιδιά των παιδιών τους και τα παιδιά των παιδιών των παιδιών τους, αφουγκράζομαι τις ιστορίες που ψιθυρίζουν οι πρόγονοί μου και ανακαλύπτω σε αυτές κομμάτια του εαυτού μου. Ξαναβρίσκοντας το νήμα που με συνδέει με εκείνους, αισθάνομαι μια μεταφυσική οικογενειακή θαλπωρή. Σκέφτομαι πως ο γεννημένος το 1810 προ-προπάππος μου δεν θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί πως σήμερα το τρισέγγονό του θα σκάλιζε τη ζωή του και θα επιχειρούσε να τον γνωρίσει καλύτερα. «Σκαλίζοντας» και το δικό μου όνομα σε ένα από τα (όχι πια τόσο φρέσκα) κλαδιά του δέντρου, αναρωτιέμαι αν κάποτε θα βρεθεί κάποιος που θα το διαβάσει και θα αναρωτηθεί με τη σειρά του: «Τι σόι άνθρωπος να ήταν αυτός ο τόσο μακρινός θείος;».
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος