Μετά την κάτι παραπάνω από ενθουσιώδη και θερμή ανταπόκριση του ελληνικού κοινού στην εμφάνισή της στο Ballroom του ξενοδοχείου InterContinental τον περασμένο Νοέμβριο, αναμενόμενο ήταν ότι η Peggy Gou, μία από τις κορυφαίες DJs στον κόσμο, θα επέστρεφε σύντομα στη χώρα μας. Στις 30 Ιουλίου λοιπόν θα παίξει ένα από τα ιδιοσυγκρασιακά, άκρως ψυχαγωγικά sets της στην Πλατεία Νερού, δίπλα στη θάλασσα.
Η νεαρή σταρ της ηλεκτρονικής μουσικής γεννήθηκε ως Κιμ Μιν-τζι, στην πόλη Ιντσον της Νότιας Κορέας, σαν σήμερα, στις 3 Ιουλίου του 1991. Η μητέρα της είναι επιτυχημένη επιχειρηματίας και ο πατέρας της υπήρξε δημοσιογράφος, διδάσκει ΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο Inje και συμμετέχει στην Επιτροπή Επικοινωνιών της χώρας του. Η Gou είχε από παιδί επιδείξει έφεση στη μουσική και άρχισε να μαθαίνει πιάνο στα 8 της χρόνια – τότε δημιούργησε και την πρώτη της σύνθεση. Στα 14 της οι γονείς της την έστειλαν στο Λονδίνο προκειμένου να τελειοποιήσει τα αγγλικά της. Περπατούσε στους δρόμους της βρετανικής πρωτεύουσας ακούγοντας K-Pop προσπαθώντας να απαλύνει τη νοσταλγία της. Επέστρεψε στην πατρίδα της όταν ενηλικιώθηκε, όμως πάρα πολύ σύντομα μετακόμισε ξανά στην Αγγλία, αποφασίζοντας να σπουδάσει μόδα στο London College of Fashion. Μετά την αποφοίτησή της εργάστηκε για ένα διάστημα ως ανταποκρίτρια του κορεάτικου «Harper’s Bazaar» και κατόπιν μετοίκησε στο Βερολίνο, μια πολύ λογική και αναμενόμενη κίνηση, αφού η house και η techno είχαν ήδη κερδίσει το ενδιαφέρον της.
Στην πραγματικότητα, η όμορφη μουσικός έμαθε την τέχνη του DJing από φίλους της. Την πρώτη της εμφάνιση στα decks την έκανε στις αρχές των 2010s στο Cirque Le Soir στο Σόχο και στη συνέχεια άρχισε να παίζει σε εβδομαδιαία βάση στο The Book Club στο Ανατολικό Λονδίνο. Το ντεμπούτο της στο Boiler Room της Νέας Υόρκης το έκανε το 2017. Μέσα σε μόλις οκτώ χρόνια από την κυκλοφορία του πρώτου της single, «Hungboo», η Peggy Gou έχει καταφέρει να γίνει ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα ονόματα του κόσμου στο πεδίο δράσης της, με παρουσία στα κορυφαία dance clubs και festivals του κόσμου, από το Glastonbury έως το Dekmantel και από το Coachella έως το Primavera Sound. Οπως είναι φυσικό το κοινό της τη λατρεύει, κάποιοι μιλούν για «Goumania», και οι θαυμαστές της στα σόου τής πετούν στον αέρα τα παπούτσια τους σε ένδειξη θαυμασμού και της δωρίζουν λούτρινες καμηλοπαρδάλεις, που είναι το αγαπημένο της ζώο. Η μουσική της σαγηνεύει ακόμη και εκείνους που δεν τρελαίνονται για τη house. Από το πρώτο της EP, το «Seek for Maktoop» του 2016, ξεχώρισε το κομμάτι «Gou Talk», το οποίο ακούστηκε πολύ. Το αισθησιακό «It Makes You Forget (Itgehane)» βρήκε μια θέση σε άπειρες λίστες με τα καλύτερα tracks του 2018, ενώ η συνέχεια δόθηκε με το απόλυτο χιτ της, το «Starry Night» (με περισσότερα από 42 εκατομμύρια streams μόνο στο Spotify) και το υπέροχο «Jigoo».
Mουσική και µόδα
Αξίζει να σημειωθεί πως υπήρξε η πρώτη dj από την Κορέα που έπαιξε στο (για κάποιους περίφημο, κατ’ άλλους διαβόητο) βερολινέζικο κλαμπ Berghain. To 2019 το περιοδικό «Forbes» τη συμπεριέλαβε στη λίστα του με τους πιο πολλά υποσχόμενους pioneers της ασιατικής ηπείρου που δεν έχουν κλείσει ακόμη τα 30. Τα DJ sets της χαρακτηρίζονται από μια αίσθηση καλλιτεχνικής ελευθερίας, με το μοναδικά εκλεκτικό στυλ της να κινείται αβίαστα ανάμεσα σε πολλά μουσικά είδη. Παράλληλα με τη μουσική της πορεία έχει εξελιχθεί και σε style icon, με περισσότερους από 2,5 εκατομμύρια followers στο Ιnstagram, με εξώφυλλα σε κορυφαία περιοδικά με διαφημιστικές καμπάνιες για τεράστια brands, όπως η Louis Vuitton, η Porsche και η Hyundai και με τη δική της σειρά μόδας, τη high end ετικέτα KIRIN, υπό τις ευλογίες μάλιστα του πρόωρα χαμένου Βέρτζιλ Αμπλο. Οι, ενίοτε απάνθρωπες, απαιτήσεις της δουλειάς της τής έχουν προκαλέσει κατάθλιψη και αγχώδη διαταραχή, τις οποίες αντιμετωπίζει με διαλογισμό, ψυχοθεραπεία και αποχή από το αλκοόλ.
Πλέον έχει και τη δική της δισκογραφική εταιρεία, την Gudu Records (που σημαίνει στα κορεάτικα «Παπούτσια»), προκειμένου να δώσει σε νέους και ανερχόμενους καλλιτέχνες τις ευκαιρίες που δεν είχε η ίδια στο ξεκίνημα της καριέρας της. Σε συνέντευξή της έχει συνοψίσει τη φιλοσοφία της όσον αφορά τη μελλοντική εξέλιξή της ως εξής: «Εχω πολλούς ήρωες και ανθρώπους που θαυμάζω, αλλά δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιους του οποίου τη διαδρομή θα ήθελα να ακολουθήσω κατά γράμμα. Θέλω να χαράζω τη δική μου πορεία. Είναι σημαντικό να έχω στόχους, σκοπό και μέντορες και οι φιλοδοξίες μου είναι υψηλές: ακόμη και αν κάτι μοιάζει ανέφικτο προσπαθώ να μην το αντιμετωπίζω ως τέτοιο. Πάντα πιστεύω ότι μπορούμε να καταφέρουμε τα πάντα, εξαρτάται από τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζουμε τα πράγματα: να στοχεύεις ψηλά έχοντας αυτογνωσία. Ξέρω σε τι είμαι καλή, όμως, κυρίως ξέρω σε τι δεν είμαι καλή και τι χρειάζεται να βελτιώσω. Το γνώθι σαυτόν είναι το κλειδί για την πρόοδο».