Η αλήθεια είναι πως είχα άλλα όνειρα για το µπαλκόνι µου, όµως παραµένω άνθρωπος που προσαρµόζεται στις καταστάσεις, οπότε µπορεί να το ονειρευόµουν µοβ από τις ανθισµένες λεβάντες, µε µια κατακίτρινη πιτσιλιά από την εξίσου ανθισµένη γαζία, και αυτή τη λεµονάτη-ντελικάτη µυρωδιά της λουίζας, όµως µια χαρά είναι και η (σαν) φραγκοσυκιά που τελικά ευδοκιµεί σε έναν χώρο όπου τα προαναφερθέντα φυτά δεν προσαρµόστηκαν ποτέ. Κάτι ο βορινός προσανατολισµός του σπιτιού, κάτι οι γύρω πολυκατοικίες που το πλακώνουν και περιορίζουν τον χρόνο ηλιοφάνειας, κάτι το δικό µου ατσούµπαλο χέρι που ό,τι πιάνει το ξεραίνει, ενώ ξεκίνησα να φτιάξω τους κρεµαστούς κήπους της Βαβυλώνας, τελικά το γύρισα σε Κοιλάδα του Θανάτου – ξέρετε, προς Καλιφόρνια και Νεβάδα µεριά. Ο,τι παχύφυτο και κακτοειδές αντέχει στις κακουχίες (και δεν θέλει πολύ φως) το αγόρασα. Πήρα και κάτι σαν φραγκοσυκιά, ένα πλακέ φύλλο µε αγκάθια, από το πάνω µέρος του οποίου ξεφυτρώνουν δύο ακόµα πλακέ φύλλα µε αγκάθια, και το βάφτισα Μίκι, λόγω της µεγάλης οµοιότητάς του µε τον Μίκι Μάους.
Είναι πράγματι τόσο… Μίκι που άρχισα να του μιλάω, εγώ που κορόιδευα όσους κουβεντιάζουν με τα φυτά τους: «Καλημέρα, Μίκι», «Καλησπέρα, Μίκι», «Αχ, βρε Μίκι, τι ανάγκη έχεις εσύ…». Στην πορεία, επειδή σκέφτηκα πως αν πράγματι τα φυτά ακούνε και αισθάνονται είναι διάκριση να μιλάω μόνο στον Μίκι, άρχισα να βαφτίζω και τα άλλα παχύφυτα και να ανοίγω διάλογο μαζί τους. Σκέφτεστε να μου στείλετε τον γιατρό με τη μοδάτη λευκή καμπαρντίνα που δένει πίσω στην πλάτη; Εχω όμως λόγο που αποφάσισα να σας αποκαλύψω τη σχέση μου με τον Μίκι τον κάκτο: Ενώ η καρδιά μου στη θέα του μαλακώνει και αν δεν ήταν αγκαθωτός μπορεί να του έδινα και κανένα φιλάκι, παρατηρώ όλες αυτές τις ξεραμένες γλάστρες στα μπαλκόνια και στις εισόδους των πολυκατοικιών και καταθλίβομαι. Πόσο σκληρά φέρεται ο άνθρωπος στα καλλωπιστικά φυτά του!
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.