Ο Παναγιώτης Γκιώνης δεν είναι ένας αθλητής που συγκινείται εύκολα. Και όμως, τον περασμένο Μάιο ήρθε η δική του στιγμή να «σπάσει» και τυλιγμένος με την ελληνική σημαία να δακρύσει στην αγκαλιά του προπονητή του, Κώστα Βατσακλή.
Ηταν μόλις λίγα λεπτά μετά την έβδομη νίκη του στο Προολυμπιακό Τουρνουά Πινγκ Πονγκ που διεξήχθη στο Σαράγεβο, μία νίκη που του έδωσε το εισιτήριο για τους έκτους Ολυμπιακούς Αγώνες της καριέρας του, στα 44 του χρόνια. Δεν πρόκειται για ένα απλό επίτευγμα. Συνολικά μόλις 154 αθλητές το έχουν καταφέρει αυτό στην ιστορία των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων.
Ο Παναγιώτης Γκιώνης δεν αποκαλείται τυχαία ο θρύλος της επιτραπέζιας αντισφαίρισης.
Το ταξίδι της πρόκρισης
Τον συναντώ στο ΣΕΦ, όπου προπονείται. «Η αλήθεια είναι ότι από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο και έπειτα, επειδή αντιλαμβανόμουν ότι πλέον μεγάλωνα – αντιμετώπισα και έναν σοβαρό τραυματισμό στον αχίλλειο τένοντα, γεγονός που μου έβαλε φρένο στις προπονήσεις –, για να είμαι ειλικρινής, δεν περίμενα ότι θα ερχόταν αυτή η πρόκριση.
Μου φαινόταν πολύ δύσκολο να συμβεί. Το κυνήγησα όμως και δικαιώθηκα. Ημουν αρχικά εκτός κατάταξης και οι πιθανότητές μου να βρίσκομαι με αυτό το κριτήριο στους Ολυμπιακούς Αγώνες ήταν πολύ λίγες.
Προσπάθησα με τα τουρνουά να πάρω πόντους, αλλά δεν μπόρεσα να προλάβω. Η τελευταία μου ελπίδα να δώσω το «παρών» στο Παρίσι ήταν το Προολυμπιακό Τουρνουά, όπου 50 αθλητές θα διεκδικούσαν μόλις πέντε εισιτήρια για τους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Παρίσι».
Η πρόκριση φάνταζε πολύ δύσκολη. «Χρειάζονταν συνεχόμενες νίκες» εξηγεί. «Ουσιαστικά ήταν σαν να έπρεπε να κερδίσεις ένα mini τουρνουά. Για εμένα το παιχνίδι με τον Ουκρανό Γιάροσλαβ Ζμουντένκο ήταν το πιο δύσκολο.
Ημουν πολύ κουρασμένος, πονούσα παντού και νομίζω ότι αυτό το παιχνίδι μού επανάφερε την επομένη ένα θέμα που είχα ξανά στον αχίλλειο τένοντα. Κατάφερα όμως να πάρω τη νίκη. Την επόμενη ημέρα, στον αγώνα με τον Σλοβάκο Βανγκ Γιανγκ, κρινόταν η πρόκριση.
Ενώ σε όλο το τουρνουά ήμουν πολύ χαλαρός, εξαιτίας της εμπειρίας μου, αλλά και της απελευθερωτικής σκέψης ότι αφού ήδη είχα συμμετάσχει σε πέντε Ολυμπιακούς Αγώνες δεν θα πείραζε αν δεν περνούσα και την έκτη φορά, εκείνο το βράδυ πριν από τον αγώνα της πρόκρισης δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Ηθελα, αφού έφτασα ως εδώ, να προκριθώ. Μπήκα λοιπόν στον αγώνα και στο δεύτερο σετ άρχισα να νιώθω ενοχλήσεις στον αχίλλειο.
Επειδή ήμουν ζεστός, αυτό δεν με επηρέαζε εκείνη τη στιγμή αγωνιστικά, αλλά κυρίως νοητικά. Σκεφτόμουν ότι θα μπορούσα να κερδίσω το παιχνίδι και την επόμενη ημέρα να κάνω μία μαγνητική και να δείξει ότι τελικά δεν θα μπορέσω να βρεθώ στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Με ηρέμησε ευτυχώς ο προπονητής μου. «Αφού δεν σε ενοχλεί πολύ το πόδι σου, παίξε στο φουλ», μου είπε».
Και αυτό έκανε ο Παναγιώτης Γκιώνης, παίρνοντας τη νίκη, αλλά και την πρόκριση. «Είναι η πρώτη φορά που συγκινήθηκα τόσο πολύ» ομολογεί. «Πέρασα πολύ δύσκολα αυτά τα δύο χρόνια. Είχα τον τραυματισμό, όπως σας είπα, είχα σταματήσει για πέντε μήνες, ο γιατρός και ο φυσικοθεραπευτής μου έλεγαν ότι θα ήταν πολύ δύσκολο να επανέλθω και την ίδια στιγμή τους ευχαριστώ γιατί έκαναν ό,τι μπορούσαν για να είμαι εδώ σήμερα.
Ενώ συνήθως τις νίκες τις αφιερώνω στην οικογένειά μου, για πρώτη φορά αυτή την πρόκριση την αφιέρωσα στον προπονητή μου, Κώστα Βατσακλή. Eκείνος ήταν που όταν εγώ είχα σκέψεις να σταματήσω, επέμεινε. «Oχι, θα πάμε στο Παρίσι. Θα το προσπαθήσεις» μου έλεγε».
Οι στόχοι
Ποιοι είναι λοιπόν οι στόχοι του για τους Ολυμπιακούς Αγώνες; «Αυτή τη φορά, στην έκτη μου συμμετοχή, θέλω να κάνω ένα βήμα παραπάνω και να καταφέρω να μπω στους 16. Είναι μεγάλη επιτυχία να είσαι ανάμεσα στους καλύτερους 16 του κόσμου. Από εκεί και πέρα, εάν φτάσεις σε αυτό το σημείο, πολλά μπορούν να συμβούν» αναφέρει.
«Αλήθεια, γιατί βλέπουμε την κυριαρχία των Ασιατών στο πινγκ πονγκ;» τον ρωτώ. «Κοιτάξτε, ειδικά για τους Κινέζους το πινγκ πονγκ αποτελεί το εθνικό τους άθλημα. Ξεκινούν από πολύ μικροί.
Ως χώρα, λοιπόν, μπορούν να διαλέξουν ανάμεσα σε χιλιάδες αθλητές, να προωθούν τα καλύτερα ταλέντα τους, την ίδια στιγμή που έχουν τρομερές υποδομές, καταπληκτικούς προπονητές και μία ασύγκριτη παιδεία γενικότερα επάνω σε αυτό το άθλημα. Πέρα πάντως από τους Κινέζους, οι οποίοι είναι πραγματικά παντοδύναμοι, υπάρχουν και οι Κορεάτες, αλλά και οι Ιάπωνες. Είναι ένα κορυφαίο άθλημα για αυτές τις χώρες».
Η αρχή
Επιασε για πρώτη φορά ρακέτα στα χέρια του σε ηλικία εννέα ετών: «Ξεκίνησα σε έναν σύλλογο κοντά στο σπίτι μου. Σκέφτηκα να δοκιμάσω και τελικά το πινγκ πονγκ με κέρδισε ολοκληρωτικά.
Ο προπονητής μου κατάλαβε ότι είχα αυτό που θα ονόμαζε κανείς ταλέντο. Μου έδειχνε, για παράδειγμα, μία κίνηση και αυτομάτως την καταλάβαινα. Κάπως έτσι, λοιπόν, ξεκίνησα. Ημουν γενικά πολύ αθλητικό παιδί. Μου άρεσε το μπάσκετ, το ποδόσφαιρο».
Η πορεία του στο πινγκ πονγκ ήταν ανοδική. Σε ηλικία 12 ετών αναδείχθηκε χρυσός βαλκανιονίκης U15. Ξεχωρίζει ακόμη το χρυσό μετάλλιο που είχε στους Μεσογειακούς Αγώνες της Πεσκάρα το 2009, αλλά και το ασημένιο μετάλλιο στο Πανευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 2013 στο ομαδικό και το χάλκινο μετάλλιο στην ίδια διοργάνωση στο ατομικό.
Ο ίδιος από 21 ετών έπαιξε επαγγελματικά σε ομάδες στη Γαλλία και στη Γερμανία. Παράλληλα με τις σκληρές προπονήσεις και τα ταξίδια στο εξωτερικό, κατάφερε να ολοκληρώσει τις σπουδές του στην Οδοντιατρική, ένα επάγγελμα που τελικά δεν τον γοήτευσε.
Τι αγαπά λοιπόν στο πινγκ πονγκ; «Κατ’ αρχάς, το ότι αγωνίζομαι μόνος μου. Το γεγονός ότι δεν είμαι εξαρτώμενος από κάποιον άλλον, όπως συμβαίνει, για παράδειγμα, σε ένα ομαδικό άθλημα. Εάν είσαι καλός, κερδίζεις, εάν είσαι κακός, χάνεις.
Επίσης, μου αρέσει γιατί είναι ένα άθλημα πολύ γρήγορο, πολύ συναρπαστικό, πολύ έξυπνο. Περιλαμβάνει και το κομμάτι της τακτικής, γεγονός που με γοητεύει πολύ. Θα έλεγα ότι τα συνδυάζει όλα: πρέπει να είσαι γρήγορος, δυνατός, γυμνασμένος.
Για εμένα, το κομμάτι της φυσικής κατάστασης, μάλιστα, είναι πολύ σημαντικό. Εάν δεν είσαι γρήγορος ή δυνατός, όσο καλός και να είσαι επάνω στο παιχνίδι, όσο ταλέντο και να έχεις, δεν θα μπορέσεις να αντεπεξέλθεις».
Οι δυσκολίες
Ποια είναι όμως η στήριξη που έχει δεχθεί αυτά τα χρόνια από την Πολιτεία; «Κοιτάξτε, δεν δεχόμαστε την απαραίτητη στήριξη» ξεκαθαρίζει. «Ειδικά οι επιχορηγήσεις που δέχεται η Ελληνική Φίλαθλη Ομοσπονδία Επιτραπέζιας Αντισφαίρισης είναι πολύ μικρές.
Υπάρχει, βέβαια, μία στήριξη από την Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή που είναι αρκετά καλή. Τώρα, στα τουρνουά που κατεβαίνω βάζω τα χρήματα από την τσέπη μου και περιμένω εάν η ομοσπονδία βρει ένα μέρος των χρήματων να μου αποδώσει – δεν μιλάω φυσικά για όλο το σύνολο του ποσού που έχω διαθέσει.
Την ίδια στιγμή, κάποιος χορηγός, πέρα από την Butterfly που μου παρέχει τα ρούχα και τον εξοπλισμό μου, δυστυχώς δεν έχει υπάρξει όλα αυτά τα χρόνια. Αυτό το γεγονός είναι κάπως λυπηρό, γιατί αισθάνεσαι ότι είσαι μόνος σου.
Δεν θέλω όμως να παραπονιέμαι, έτσι πορεύομαι από την αρχή και το έχω συνηθίσει. Ούτως ή άλλως αγωνίζεσαι για την εθνική ομάδα. Παίζεις για τη χώρα σου. Είναι μία ιδιαίτερη στιγμή όταν αγωνίζεσαι για το ενθόσημο. Εκείνα τα λεπτά δεν σκέφτεσαι τόσο το οικονομικό κομμάτι, ακόμα και αν διαθέτεις τα χρήματα από την τσέπη σου».
Θεωρεί πάντως ότι ο πρωταθλητισμός δεν του έχει στερήσει πράγματα: «Το μόνο ίσως που μου στέρησε είναι ότι βρίσκομαι σε αυτή την ηλικία και δεν έχω καταφέρει ακόμη να δημιουργήσω οικογένεια. Από 21 ετών είμαι με μια βαλίτσα στο χέρι. Είναι λοιπόν δύσκολο ακόμη και σχέση να μπορέσεις να διατηρήσεις, γιατί ο άλλος πρέπει να ακολουθήσει το πρόγραμμά σου».
H επόμενη ημέρα
Οπως δήλωσε πριν από μερικούς μήνες, στο Παρίσι σκοπεύει να γράψει τον επίλογο της καριέρας του με τα χρώματα της εθνικής ομάδας. Οταν το επισημαίνω, χαμογελά. «Αυτά δηλώνω και ύστερα οι υπόλοιποι γύρω μου μού λένε «όχι, δεν θα το κάνεις».
Τι να σας πω; Δεν ξέρω τι θα γίνει. Τώρα, για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λος Αντζελες το 2028, θέλω να είμαι ρεαλιστής: το να καταφέρω να δώσω το «παρών» εκεί το θεωρώ σχεδόν αδύνατον. Εάν συμβεί, θα είναι πράγματι θαύμα».
Καθώς απομακρύνομαι, πάντως, σκέπτομαι ότι είναι πολύ πιθανό σε τέσσερα χρόνια από τώρα να τον συναντώ ξανά και αυτή τη φορά να μιλάμε για την έβδομη πρόκριση της καριέρας του σε Ολυμπιακούς Αγώνες.
Ο ίδιος, άλλωστε, πριν από τρία χρόνια, μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο, δήλωνε ότι μάλλον δεν θα συνέχιζε μέχρι το Παρίσι. Και να πού βρίσκεται σήμερα. Με έναν αθλητή τη δικής του επιμονής και κλάσης είναι αδύνατον να προδικάσεις το μέλλον. Αγνωστες οι βουλές του Παναγιώτη Γκιώνη.
INFO
Η φωτογράφιση πραγματοποιήθηκε στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας (ΣΕΦ), στο Νέο Φάληρο.