Ο Πάμπλο και η Γκαμπριέλ. Η Γκαμπριέλ και ο Πάμπλο. Eκείνος γνώριζε ότι υπήρχε πάντα ένα δωμάτιο διαθέσιμο στο σπίτι της στη Rue du Faubourg Saint-Honoré 29 στο Παρίσι (πέραν του διαμερίσματος της Rue Cambon), κι εκείνη φρόντιζε πάντα να του το υπενθυμίζει. Η σχέση τους ωστόσο δεν ξεπέρασε μάλλον ποτέ το αδιαπραγμάτευτο όριο της φιλίας, απ’ όσο μπορούμε να γνωρίζουμε δηλαδή. Εξάλλου όταν γνωρίστηκαν εκείνος ήταν παντρεμένος με την πρώτη του σύζυγο, Ολγκα Κοκλόβα, και είχε αποκτήσει και το πρώτο του παιδί, τον Πάουλο. «Ηταν ο μόνος σε εκείνο το περιβάλλον που με ερέθιζε ερωτικά αλλά δεν ήταν ελεύθερος» εξομολογείτο η Σανέλ στον γάλλο συγγραφέα των απομνημονευμάτων της Πολ Μοράν (1888-1976), χρόνια μετά τη συναναστροφή της με τον Πικάσο. Βέβαια τόσο ο Ιγκορ Στραβίνσκι (1882-1971) όσο και ο Πιερ Ρεβερντί (1889-1960), οι μεγάλοι εραστές στη ζωή της Σανέλ (1883-1971), ήταν αμφότεροι νυμφευμένοι. O λόγος για τον οποίο δεν προέκυψε το ειδύλλιο σύμφωνα με τον βιογράφο του Πικάσο Τζον Ρίτσαρντσον, όπως τουλάχιστον γράφει στο βιβλίο του με τίτλο «A Life of Picasso, Volume III: The Τriumphant Υears, 1917-1932» (εκδ. Knopf), ήταν επειδή η Γκαμπριέλ παραήταν διάσημη αλλά και ανεξάρτητη, με άλλα λόγια «όχι αρκετά υποτακτική» για τις προτιμήσεις του Πικάσο.
Αυτό που συνέβη πέρα από κάθε αμφιβολία είναι ότι Πικάσο και Σανέλ διατήρησαν μια φιλική σχέση με τα αναμενόμενα σκαμπανεβάσματα. Αλλωστε εκείνη ήταν πολύ κοντά στη διανόηση της εποχής της, σε σημείο να δηλώνει ότι «οι καλλιτέχνες μού έδειξαν πως πρέπει να είμαι απαιτητική». Με τον Πικάσο (1881-1973) συνυπήρξαν και δημιουργικά χάρη στον κοινό τους φίλο Ζαν Κοκτό (1889-1963), μέσα από τις παραστάσεις του «Antigone» και «Le Train Bleu». Ο γάλλος ποιητής, μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας, ζωγράφος και σκηνοθέτης ήταν εκείνος που κατά πάσα πιθανότητα τούς γνώρισε στο Παρίσι, καθώς ήταν φίλος με τη Σανέλ και περιστασιακά επωφελούμενος από τη γενναιοδωρία της ως προς τη χρηματοδότηση των καλλιτεχνικών του σχεδίων. «Εκείνη υπήρξε για τη μόδα ό,τι κι εκείνος για τη ζωγραφική» συνήθιζε να λέει. Η σχέση τους άλλωστε αποτέλεσε την έμπνευση για την κολεξιόν Cruise 2022, σχεδιασμένη από την καλλιτεχνική διευθύντρια του οίκου Chanel Βιρζινί Βιάρ, που παρουσιάστηκε στην Carrières de Lumières, εκεί όπου γυρίστηκε και η «Διαθήκη του Ορφέα» (1960) του Κοκτό. Πιθανολογείται βέβαια ότι τη γνωριμία μεταξύ Πικάσο και Σανέλ την έκανε η πολωνή πιανίστα Μίσια Σερτ (1872-1950), η άσπονδη φίλη της, με την οποία συνδέθηκαν για μια ζωή χάρη και στην κοινή τους αγάπη για τη μορφίνη, πάντα σύμφωνα με τον Ρίτσαρντσον. Σε κάθε περίπτωση, διένυαν αμφότεροι την τέταρτη δεκαετία της ζωής τους και ήταν ήδη πολύ επιτυχημένοι, έκαστος στον τομέα του.
Κυβισμός και «Βallets Russes»
Η έκθεση «Picasso and Chanel» στο Museo Nacional Thyssen-Bornemisza στη Μαδρίτη (από τις 11/10) αποσκοπεί να αναδείξει ότι υπήρξε και μια δημιουργική αλληλεπίδραση ανάμεσα σε αυτές τις δύο ιδιοφυΐες του 20ού αιώνα. Για τον λόγο αυτόν έχει επιστρατευθεί μια σειρά από πίνακες (65 έργα του Πικάσο), σχέδια, 50 περίπου φορέματα της Σανέλ όλα από τη δεκαετία του ’20 και άλλα αντικείμενα που αντιπαρατίθενται και στοιχειοθετούν αυτή τη σχέση, τη φορμαλιστική συνάφεια μεταξύ ζωγραφικής και υψηλής ραπτικής, αν και η αλήθεια είναι ότι από την περιγραφή προκύπτει πως η Σανέλ είχε επηρεαστεί περισσότερο από τον Πικάσο από ό,τι εκείνος από τη δική της δουλειά. H έκθεση λαμβάνει χώρα με την υποστήριξη της Περιφέρειας της Μαδρίτης και του οίκου Chanel όπως και της Telefónica/ΑCE που είναι και σπόνσορες του μεγάλου διεθνούς εικαστικού event «Picasso Celebration 1973-2023», που αναμένεται να διοργανωθεί σε Ευρώπη και Αμερική με αφορμή τη συμπλήρωση πενήντα χρόνων από τον θάνατο του ζωγράφου. Τα δε εκθέματα προέρχονται από μουσεία της Ευρώπης και της Αμερικής, από ιδιωτικές συλλογές αλλά και από το Patrimoine de Chanel, Musée national Picasso-Paris και από τους Αλμίν και Μπερνάρ Ρουίζ-Πικάσο. Η επιμέλεια της έκθεσης ανήκει στην Πάουλα Λουένγκο, επικεφαλής του εκθεσιακού προγράμματος του Museo Nacional Thyssen-Bornemisza.
Η έκθεση διαρθρώνεται σε τέσσερις ενότητες που καλύπτουν χρονολογικά μία δεκαετία, την περίοδο μεταξύ 1915 και 1925. «Ηταν η περίοδος που βλέπονταν περισσότερο και δούλεψαν μαζί. Γνωρίστηκαν μεν το 1917 στην πρεμιέρα της πρεμιέρας του Parade του Κοκτό. Η χρονική περίοδος στην οποία εστιάζω είναι καθαρά συμβολική γιατί η επιρροή του Πικάσο σε όλες τις τέχνες της εποχής του είχε ξεκινήσει πολύ νωρίτερα» θα πει στο BHMAgazino η Λουένγκο. Στη θεματική «The Chanel style and Cubism» διερευνάται η επιρροή του κυβισμού στο σχεδιαστικό ιδίωμα της Κοκό Σανέλ τουλάχιστον στις πρώτες της δημιουργικές απόπειρες: εκεί όπου επικρατεί η γεωμετρική φορμαλιστική γλώσσα, η προτίμησή της για τη βασική τριχρωμία άσπρο-μαύρο-μπεζ (αν και αυτό το τελευταίο το χρησιμοποιούσε επειδή της θύμιζε τον ψαμμόλιθο στους τοίχους του μοναστηριού όπου μεγάλωσε, ενώ έλεγε επίσης ότι παρέπεμπε στην αίσθηση της βρωμιάς η οποία παραδόξως την ευχαριστούσε), αλλά και τα ρούχα με τις ξεκάθαρες γραμμές που απηχούσαν την κυβιστική αισθητική των κολάζ του Πικάσο.
Σε αυτή την ενότητα γίνεται αντιπαραβολή έργων του Πικάσο με δημιουργίες της Σανέλ. Για παράδειγμα, ο «Αρλεκίνος με καθρέφτη» (1923) με ένα πρωινό φόρεμα της σχεδιάστριας από τις αρχές της δεκαετίας του ’20. «Οπως και ο κυβισμός έτσι και η Σανέλ διερεύνησε πώς να αναπτύξει τις ευθείες γραμμές και τη σύνθεση μέσα από επίπεδα» σημειώνει η επιμελήτρια. «Είδε το φόρεμα ως ένα επίπεδο για να τακτοποιήσει τα αξεσουάρ, μακριά περιδέραια, βραχιόλια, εμπριμέ κασκόλ τα οποία πρόσθεσαν μεγάλες χρωματικές αντιθέσεις, ώστε η οπτική τους αξία να ενισχύεται, όπως ακριβώς στον συνθετικό κυβισμό». Αλλωστε, η επιρροή του κυβισμού είχε ήδη φανεί στη μόδα από το 1910, όταν το νέο ιδίωμα του Μπρακ και του Πικάσο αντικατοπτριζόταν στις δημιουργίες των τεσσάρων αδελφών Callot, του οίκου που μεσουρανούσε εκείνη τη δεκαετία, ή της Bρετανής Lucile (1863-1935).
Οπως έλεγε η Σανέλ: «Ο Πικάσο έκανε εξαιρετική δουλειά στο να ρουφάει την ενέργεια όσων βρίσκονταν στον δρόμο του, όμως δεν βρέθηκα ποτέ αντιμέτωπη με την «ηλεκτρική του σκούπα». Μου προκαλούσε ευχαρίστηση. Για την ακρίβεια, θαύμαζα τη ζωγραφική του αν και δεν την καταλάβαινα. Την έβρισκα πειστική και ήταν αυτό ακριβώς που μου άρεσε. Για εμένα ήταν ένας πίνακας λογαρίθμων».
Η δεύτερη ενότητα, «Olga Picasso», εστιάζει στα πολυάριθμα πορτρέτα της Ολγκα Κοκλόβα (1891-1955), της πρώτης συζύγου του Πικάσο, χορεύτριας και μέλους των «Ρωσικών Μπαλέτων» του Σεργκέι Ντιαγκίλεφ (1872-1929). Η Κοκλόβα ήταν μία από τις πιο αφοσιωμένες πελάτισσες της Σανέλ, το νυφικό της εξάλλου όταν παντρεύτηκε τον Πικάσο το 1918 ήταν σχεδιασμένο από εκείνη, σύμφωνα με τη μαρτυρία του κουμπάρου Κοκτό. Τα δε πολυάριθμα πορτρέτα της από τον σύζυγό της, «αποκαλύπτουν ξεκάθαρα το chic στυλ της Σανέλ με τις γραμμικές, απλές και πολύ κολακευτικές γραμμές». Είναι, υποτίθεται, εμφανές και μέσα από φωτογραφίες της Ολγκα αλλά και από ερασιτεχνικά βίντεο, ορισμένα από τα οποία παρουσιάζονται στην έκθεση. Ελάχιστα φορέματα της Ολγκα έχουν διασωθεί, γι’ αυτό και εκτίθενται παράλληλα στην έκθεση ορισμένες δημιουργίες της σχεδιάστριας από την πρώιμη περίοδό της. O πανταχού παρών Κοκτό ήταν υπό μία έννοια και η αφορμή για τη γνωριμία Κοκλόβα και Πικάσο, καθώς εκείνος είχε προσκαλέσει τον καλλιτέχνη να σχεδιάσει τα σκηνικά και τα κοστούμια του μπαλέτου του «Parade» για τον Ντιαγκίλεφ, την παράσταση του 1917 στην οποία και γνώρισε την Κοκλόβα. Η διαμεσολάβηση του Κοκτό για τη γνωριμία Πικάσο και Ντιαγκίλεφ ήταν και η απαρχή μιας σειράς από συνεργασίες μεταξύ του ισπανού ζωγράφου (χαράκτη, γλύπτη, κεραμίστα, σκηνογράφου, ποιητή και δραματουργού) και του ρώσου ιμπρεσάριου.
Από τον Σοφοκλή στην Κυανή Ακτή
Οι τίτλοι της τρίτης και τέταρτης ενότητας είναι «Antigone» και «Le Train Bleu» αντίστοιχα και αναφέρονται στη συνεργασία της Σανέλ και του Πικάσο για δύο παραστάσεις, με κείμενα του Ζαν Κοκτό.
Καλλιτέχνης και σχεδιάστρια ένωσαν λοιπόν δυνάμεις στην παράσταση «Αντιγόνη», τη διασκευή της αρχαίας τραγωδίας του Σοφοκλή. Η «Αntigone» είχε παρουσιαστεί πρώτη φορά στο Παρίσι, στο Théâtre de l’Atelier, το 1922, με σκηνικά και μάσκες που είχε σχεδιάσει ο Πάμπλο Πικάσο και κοστούμια της Σανέλ. «Δεν θα μπορούσα ποτέ να φανταστώ τις κόρες του Οιδίποδα κακοντυμένες» είχε πει σχετικά ο Κοκτό. Αμφότεροι είχαν επηρεαστεί από την Αρχαία Ελλάδα της κλασικής περιόδου στη σχεδιαστική τους προσέγγιση. Ο Πικάσο είχε σχεδιάσει έναν καταγάλανο ουρανό και δωρικού ρυθμού κολόνες ζωγραφισμένες σε ένα ύφασμα. Σχεδίασε επίσης τις μάσκες της χορωδίας και τις ασπίδες των φρουρών, οι οποίες ήταν εμπνευσμένες από αγγεία της κλασικής περιόδου, εξάλλου είχε μελετήσει επισταμένα τα εκθέματα του Βρετανικού Μουσείου όταν επισκέφθηκε το Λονδίνο το 1919. Η δε Σανέλ είχε ανατρέξει στην αρχαϊκή Ελλάδα για να δημιουργήσει κοστούμια από χοντρό, σκωτσέζικο μάλλινο ύφασμα σε τόνους του καφέ και του εκρού με κεραμιδί πινελιές που εναρμονίζονταν με τη χρωματική γκάμα στα σκηνικά του Πικάσο. Κανένα τους δεν διασώζεται, εξ ου και στην έκθεση παρουσιάζονται μοντέλα της Σανέλ με εμφανείς «κλασικές» αναφορές, ιδίως βραδινά φορέματα.
Η δεύτερη συνεργασία τους αφορούσε την παράσταση του μονόπρακτου μπαλέτου «Le Train Bleu», η οποία ανέβηκε από τα «Ρωσικά Μπαλέτα» του Σερζ Ντιαγκίλεφ στο Théâtre des Champs-Elysées το 1924. Το λιμπρέτο ήταν του Κοκτό και η Σανέλ είχε αναλάβει τα κοστούμια της παράστασης με τον τίτλο της εμπνευσμένο από το πολυτελές τρένο που συνέδεε το Καλαί με τη Νίκαια στη Νότιο Γαλλία (από το 1886 ως το 2003). Το έργο του Κοκτό έφερε επιρροές από τους Ολυμπιακούς Αγώνες εκείνης της χρονιάς στο Παρίσι, την τζαζ και τον βωβό κινηματογράφο και διαδραματιζόταν στη Γαλλική Ριβιέρα. Δεδομένου ότι η πλοκή περιλάμβανε αθλητικές δραστηριότητες όπως κολύμβηση και τένις, η Σανέλ είχε χρησιμοποιήσει κομμάτια από τη σπορ συλλογή της, εξάλλου ήταν από τις πρώτες αν όχι η πρώτη που δημιούργησε τις συλλογές cruise, για τους jetsetters που ήθελαν να ψωνίσουν εκτός σεζόν για τις διακοπές τους στη Μεσόγειο. Η συμμετοχή του Πικάσο από την άλλη, περιλάμβανε τo ύφασμα της αυλαίας στο οποίο είχε μεταφέρει μεγεθυσμένες τις δύο γυναίκες του μικρού πίνακα γκουάς «Two Women Running on the Beach (The Race)» του 1922 που είχε δει ο Ντιαγκίλεφ στο εργαστήριό του και τον είχε εντυπωσιάσει (τη μεταφορά ανέλαβε ρώσος συνεργάτης του Ντιαγκίλεφ). Επιπλέον, είχε εικονογραφήσει και το ετήσιο πρόγραμμα των «Ρωσικών Μπαλέτων» (1924). Οι υπόλοιποι συντελεστές της παράστασης ήταν η Μπρονισλάβα Νιζίνσκα (1891-1972), αδελφή του περίφημου Νιζίνσκι, στη χορογραφία, ο Νταριούς Μιγιό (1892-1974) στη μουσική, ενώ τα σκηνικά είχε σχεδιάσει ο γλύπτης Ανρί Λοράν (1885-1954), με εμφανείς κυβιστικές επιρροές. Σε αυτή την ενότητα παρουσιάζεται ο εμβληματικός πίνακας του Πικάσο αλλά και άλλα έργα με συναφή θεματική, όπως τα «Woman by the Sea» (1922), «Seated Woman in a Chemise» (1923) και «Bathers» (1918), ένα μικρό αριστούργημα που ο Πικάσο είχε στην κατοχή του σε όλη του τη ζωή. Απεικονίζει γυναίκες της εποχής με μαγιό, πολύ παρόμοια με εκείνα που χρόνια αργότερα θα χρησιμοποιούσε η Σανέλ για τις χορεύτριες της παράστασης. Τα κοστούμια που παρουσιάζονται στην έκθεση είναι αναπαραγωγές των πρωτοτύπων για την παραγωγή του «Le Train Bleu» που παρουσιάστηκε στην Οπερα του Παρισιού το 1992.
ΙΝFO
«Picasso and Chanel»: Museo Nacional Thysen-Bornemisza, από τις 11 Oκτωβρίου 2022 έως τις 15 Ιανουαρίου 2023.