Στον βροχερό, σκοτεινό καμβά της Αθήνας, ένα έργο της Χρύσας μπορεί να μεταμορφώσει με μαγικό τρόπο ένα τοπίο σε ένα ζωντανό παιχνίδι φωτός και σκιάς. Βρισκόμαστε στον δεύτερο όροφο του Ιδρύματος Β. & Μ. Θεοχαράκη επί της Βασιλίσσης Σοφίας, όμως οι αντανακλάσεις του νέον, όπως τις είδε η ελληνίδα δημιουργός στις επιφάνειες του αστικού τοπίου της Νέας Υόρκης, εκπέμπουν το παγερό φως τους μέσα στην αίθουσα φέρνοντας στον κλειστό χώρο την ενέργεια και τη ρυθμικότητα της αμερικανικής μητρόπολης.
Τα «New York Stock Exchange» (1973-79) και «Cityscape Times Square#10» (1987) είναι ήδη αναρτημένα και φωτεινά, εκπέμποντας τη διαχρονικότητα της εικαστικής γλώσσας του νέον ως ένα μέσο επικοινωνίας και αλληλεπίδρασης με το κοινό.
Το δε «The Gates of Times Square, New York» (1965), ένα από τα πιο σηµαντικά έργα της, βρίσκεται στα χέρια τεσσάρων ανδρών που ανιχνεύουν τη θέση του στον χώρο όπου θα λάμψει και εκείνο με τη σειρά του.
Η έκθεση «Αδειάζει, γεμίζει, το φως», με τίτλο εμπνευσμένο από το ποίημα «Η εύθραυστη μνήμη» της καλλιτέχνιδας Αθηνάς Ιωάννου, δεν έχει ακόμη στηθεί: η εγκατάσταση «Remembrance» (1987-89) του Στίβεν Αντωνάκος έχει αφιχθεί από το ΕΜΣΤ αλλά βρίσκεται μέσα σε τέσσερα ξύλινα κιβώτια μέχρι να διαμορφωθεί ο χώρος που θα τη φιλοξενήσει στον τέταρτο όροφο του κτιρίου, ένα μόλις «Σινιάλο» του Takis περιμένει τα υπόλοιπα τέσσερα για να δημιουργηθεί μια μικρή συστάδα, ακριβώς όπως ο πορφυρός «Ακροβάτης» (2008) του Γιώργου Λάππα αναμένει τον περίφημο «Φάκελο» (1999) να αφιχθεί από την προσωπική συλλογή της Αφροδίτης Λίτη.
Ο τοίχος που θα φιλοξενήσει τα έργα του Γιάννη Μπουτέα παραμένει κενός. Ο δημιουργός «μελετάει πώς θα ενσωματώσει και θα προσαρμόσει τις γωνίες των έργων του από τη σειρά «Μεταπλάσεις», γιατί το θέμα του είναι η αρμονία του γλυπτού μέσα στον χώρο», όπως θα εξηγήσει ο Τάκης Μαυρωτάς, διευθυντής του εικαστικού προγράμματος του Ιδρύματος Β. & Μ. Θεοχαράκη και επιμελητής των εκθέσεών του.
Σε αυτή την περίπτωση όμως ο Μαυρωτάς, ο οποίος γνωρίζει σε βάθος το έργο αυτών των πέντε καλλιτεχνών, δεν είναι μόνος, όπως και οι σπουδαίοι αυτοί καλλιτέχνες του ελληνικού μοντερνισμού βρίσκονται με εκλεκτή παρέα.
Και αυτό γιατί ο Πάνος Γιαννικόπουλος, επιμελητής της ελληνικής συμμετοχής στην εφετινή Μπιενάλε Βενετίας, φέρνει δώδεκα εικαστικούς της σύγχρονης σκηνής να συνδιαλλαγούν μαζί τους μέσα από τα έργα τους (στο σύνολό τους θα ανέρχονται περίπου στα πενήντα). Πρόκειται μάλιστα για την πρώτη συνύπαρξη αυτού του είδους που πραγματοποιείται στο Ιδρυμα, χάρη στην προτροπή και την εμπλοκή της Μαρίνας Μήλιου Θεοχαράκη, επιμελήτριας σύγχρονης τέχνης και σύμβουλου του ΔΣ.
Ενας δημιουργικός διάλογος
Κάπως έτσι, λοιπόν, η Μαρία Χασάπη θα βρεθεί δίπλα στη Χρύσα με το αποτύπωμα της χορογραφικής δημιουργίας «Head and Leg» σε δύο μινιμαλιστικά γλυπτά-χρυσούς καθρέπτες σε ξύλο, από όπου αναδύονται με χρώμα τα δύο αυτά μέρη του σώματος.
Ο Δημήτρης Εφέογλου θα συνυπάρξει με τον Λάππα και τον Μπουτέα με το άτιτλο έργο του που αναδεικνύει την αλληλεπίδραση του φωτός με μια διάτρητη επιφάνεια από χαρτί και αλουμίνιο, όπως θα το πράξει και η Νικομάχη Καρακωστάνογλου με τους μεγεθυμένους ιριδισμούς του φωτός πάνω σε χαρτί («Soul Refractions», 2018).
Ο Ευτύχης Πατσουράκης και το «βιτρώ» του από χαρτάκια Post It («Light Notes», 2024), όπως και η Αννα Λάσκαρη με την εγκατάσταση «Barrier» (2013) από νέον και πλέξιγκλας, που θίγει θέματα αποκλεισμού και απομόνωσης, θα έρθουν και εκείνοι σε διάλογο με το έργο της Χρύσας.
Καλλιτέχνες από διαφορετικές εποχές που εκφράζονται μέσα από διαφορετικά εικαστικά είδη, συνυπάρχουν σε «ένα ενδιαφέρον, ακόμα και θρασύ μπλέξιμο», όπως θα το χαρακτηρίσει ο Πάνος Γιαννικόπουλος «το οποίο προσεγγίζει αναζητήσεις γύρω από το φως και τη σκιά, τη γεωμετρική φόρμα και τη διάχυση των ορίων, τη δημιουργία πολλαπλών επιπέδων, το παιχνίδι με το χρώμα και τις αντανακλάσεις».
«Αυτό που τους συνδέει είναι ότι εμπνεύστηκαν από το φως ή το έχουν ως εκφραστικό τους μέσο. Αυτό μας απασχολούσε. Το φως είναι μια διαχρονική πηγή έμπνευσης για την τέχνη. Οι καλλιτέχνες το χρησιμοποιούν για να κάνουν ορατά όσα δεν φαίνονται, αποκαλύπτοντας το όραμά τους.
«Οταν αδειάζει και γεμίζει το φως» είναι η φράση που συχνά επαναλάμβανε ο Πάνος Γιαννικόπουλος κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας, και εδώ αναδεικνύεται ως το βασικό στοιχείο η εκφραστική δύναμή του, είτε είναι φυσικό είτε τεχνητό μάς οδηγεί σε ένα αισθητικό ταξίδι που μας προκαλεί να δούμε πέρα από τα συνηθισμένα» θα πει ο Τάκης Μαυρωτάς.
Και θα συμπληρώσει: «Δεν έχουμε διάθεση να κάνουμε μια συγκριτική αντιπαράθεση ανάμεσα στους μεγάλους και τους νεότερους, αλλά έναν διάλογο. Η σύγκριση, αναμφίβολα, θα προκαλούσε τον μεγαλύτερο κίνδυνο, καθώς οι σημερινές συνθήκες είναι τελείως διαφορετικές και οι νέοι καλλιτέχνες δεν κουβαλούν τα τραγικά βιώματα και τις αθεράπευτες πληγές του πολέμου, της Κατοχής, του Εμφυλίου και της σκοτεινής επτάχρονης δικτατορίας στην Ελλάδα».
Να πούμε ότι τα έργα είναι όλα δανεισμοί από μουσεία, ιδιωτικές συλλογές ή και από τους ίδιους τους καλλιτέχνες. Εκτός από τις συλλογές του ΕΜΣΤ, προέρχονται από τους συλλέκτες Αναστάση Φουφούνη Μαμιδάκη, Ειρήνη Παναγοπούλου, Θέμη Αλεξόπουλο, από τους δημιουργούς ή από τις γκαλερί που τους εκπροσωπούν (Zoumboulakis, The Breeder, Sylvia Kouvali).
Χώρος για νέους δημιουργούς
Υπάρχει μια «λεπτομέρεια» που κάνει τη διαφορά στη δημιουργία αυτής της έκθεσης. Αναφέρθηκε εν τάχει πιο πριν, όμως πρέπει να τονιστεί: η ιδέα για τη συνεργασία μεταξύ του έμπειρου και καταξιωμένου Τάκη Μαυρωτά με τη φρέσκια ματιά του Πάνου Γιαννικόπουλου ανήκει στη Μαρίνα Μήλιου Θεοχαράκη, εγγονή του Βασίλη και της Μαρίνας Θεοχαράκη και υπεύθυνη των εικαστικών δράσεων THF Raw, μέσω των οποίων προσπαθεί να φέρει τη σύγχρονη τέχνη στο Ιδρυμα, συγκεκριμένα σε χώρους του που δεν χρησιμοποιούνται συνήθως στο πλαίσιο του επίσημου εκθεσιακού προγράμματος.
Στην περίπτωση αυτής της έκθεσης έχει αναλάβει τη διεύθυνση παραγωγής. «Σέβομαι απεριόριστα τη δουλειά του κ. Μαυρωτά που είναι σπουδαία. Σκέφτηκα όμως: «Πώς μπορεί να συνδυαστεί η μεγάλη γνώση που κατέχει με τη δουλειά ενός νέου επιμελητή ο οποίος είναι και αυτός καταπληκτικός με τον δικό του τρόπο;».
Ιδίως από τη στιγμή που ο επιμελητικός τρόπος σκέψης τους είναι αντιθετικός: Ο μεν Πάνος Γιαννικόπουλος έχει μια αφαιρετική προσέγγιση στη δουλειά του, ο δε Τάκης Μαυρωτάς αγαπάει την πληθωρικότητα και την αναπαράσταση. Είμαστε πολύ περίεργοι να δούμε το τελικό αποτέλεσμα» θα εξηγήσει η Μαρίνα Μήλιου Θεοχαράκη το σκεπτικό της.
«Μου άρεσε πολύ η ιδέα της Μαρίνας και επειδή τον Πάνο τον εκτιμώ δέχτηκα αμέσως να συνεργαστούμε» θα πει από την πλευρά του ο Τάκης Μαυρωτάς. «Σκέφτηκα ότι θα βγει κάτι καινούργιο, κάτι φρέσκο.
Βρίσκομαι σε επαφή με δύο νέους ανθρώπους που μου μαθαίνουν τόσα πολλά. Οχι ότι δεν ήξερα αυτούς τους σύγχρονους καλλιτέχνες που έχουμε στην έκθεση, όμως η Μαρίνα και ο Πάνος με βοήθησαν να τους «διαβάζω» καλύτερα.
Για παράδειγμα, λατρεύω τη δουλειά του Εφέογλου. Η Μαρίνα μού λέει όμως: «Δώσε λίγη περισσότερη προσοχή και στη Χασάπη». Μου αρέσει που η γυναικεία ματιά της μου δείχνει έναν τρόπο να δω αλλιώς τα πράγματα».
Με τον Πάνο Γιαννικόπουλο η Μαρίνα Μήλιου Θεοχαράκη διατηρεί μια φιλική σχέση εδώ και πολλά χρόνια. Εκείνος στάθηκε η αφορμή για να ενεργοποιηθεί η ταράτσα του Ιδρύματος, το βασικό venue όπου εκτυλίσσεται το THF Raw, καθώς επιμελήθηκε πρώτος εκεί μια impromptu εγκατάσταση της Βαλίνιας Σβορώνου το 2020. «Μου αρέσει πολύ η δουλειά του, ο τρόπος που σκέφτεται.
Μου αρέσει ο τρόπος με τον οποίο επικοινωνεί και συνεργάζεται με τους καλλιτέχνες: με σεβασμό, με συντροφικότητα, θα έλεγα. Τους κατευθύνει ακούγοντάς τους, δεν τους πιέζει να δημιουργήσουν κάτι που ο ίδιος θέλει να δει στον εκθεσιακό χώρο. Αυτή τη «γεύση» είχε η συνεργασία μας και σε αυτή την έκθεση, γιατί και ο Τάκης έχει αυτή τη γλύκα, αυτή τη λεπτότητα» θα πει η Μαρίνα Μήλιου Θεοχαράκη.
Ο δε δραστήριος Πάνος Γιαννικόπουλος, ο οποίος πηγαινοέρχεται ακόμα στη Βενετία, εργάζεται στην Artworks μαζί με τη Μαρίλη Κωνσταντινοπούλου και έχει στα σκαριά και μια άλλη έκθεση, συνεργάζεται πρώτη φορά με ένα ίδρυμα αυτού του βεληνεκούς: «Εχω ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την αφαίρεση και τον μοντερνισμό, κυρίως της δεκαετίας του ’60, ειδικά όταν τους επανεξετάζουμε με το βλέμμα τού σήμερα.
Γι’ αυτό επέλεξα έργα που «κλείνουν το μάτι» στον μοντερνισμό με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Συνειδητοποίησα πως στοιχεία που δεν περίμενα να συνυπάρξουν αρμονικά κατάφεραν να συνδεθούν, οδηγώντας σε εννοιολογικές μετατοπίσεις εκατέρωθεν. Μέσα από αυτή τη δημιουργική αναταραχή δημιουργείται κάτι νέο που δεν θα μπορούσα να πετύχω αν έκανα μόνος μου την επιμέλεια.
Είναι συναρπαστικό να βλέπει κανείς πώς διαβάζονται οι νεότεροι καλλιτέχνες όταν συνυπάρχουν με ιστορικά ονόματα στον ίδιο χώρο, αλλά και πώς τα ιστορικά έργα επανανοηματοδοτούνται μέσα από την οπτική τού σήμερα».
Το ερώτημα που προκύπτει είναι τι μέλλει γενέσθαι για το Ιδρυμα της Βασιλίσσης Σοφίας. Οπως θα πει η Μαρίνα Μήλιου Θεοχαράκη: «Αυτή είναι μόνο η αρχή. Αυτό που θα ήθελα θα ήταν να κάνουμε τις ιστορικές εκθέσεις, όπως συμβαίνει από την αρχή της δημιουργίας του Ιδρύματος – ο κύριος Μαυρωτάς έχει δώσει ένα καταπληκτικό δείγμα γραφής –, αλλά να δίνουμε και χώρο στους σύγχρονους δημιουργούς ώστε να προκύπτουν νέοι, γόνιμοι διάλογοι.
Νομίζω ότι ήρθε ο καιρός να αρχίσουμε νέες συνεργασίες με επιμελητές/τριες, είτε πρόκειται για τα εικαστικά είτε για τα δημόσια και εκπαιδευτικά προγράμματα, ώστε να έρχεται η οπτική τους στον χώρο μας, πάντα σε συνεργασία με τον Τάκη Μαυρωτά».
INFO
«Αδειάζει, γεµίζει, το φως»: Iδρυµα Β. & Μ. Θεοχαράκη (Βασιλίσσης Σοφίας 9 και Μέρλιν 1), από τις 20 Νοεµβρίου 2024 έως τις 16 Φεβρουαρίου 2025.