«Eφτασα στην Μπολόνια της Ιταλίας σήμερα και τώρα ξεκινάω για την Τοσκάνη. Ο καύσωνας είναι δραματικός εδώ. Αν τα πράγματα συνεχίσουν έτσι, αυτοί οι προορισμοί διακοπών δεν θα έχουν μέλλον μακροπρόθεσμα. Η κλιματική αλλαγή καταστρέφει τη Νότια Ευρώπη. Μια εποχή φτάνει στο τέλος της». Το εν λόγω tweet δημοσιεύθηκε στις αρχές του περασμένου Ιουλίου και ανήκει στον Καρλ Λάουτερμπαχ, πρώην υπουργό Υγείας της Γερμανίας και καθηγητή Οικονομικών της Υγείας και Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Κολωνίας.
Οι αντιδράσεις που προκάλεσε στην Ιταλία ήταν οι αναμενόμενες, με την ιταλίδα υπουργό Τουρισμού μάλιστα να απαντά με μάλλον πικρόχολη διάθεση ότι τον ευχαριστεί που επέλεξε την Ιταλία για τις διακοπές του, αλλά η ιταλική κυβέρνηση γνωρίζει πολύ καλά τι σημαίνει κλιματική αλλαγή και ότι η βιωσιμότητα αποτελεί ένα από τα κεντρικά στοιχεία της στρατηγικής της για τη διαχείριση του τουρισμού.
Σε κάθε περίπτωση, οι θερμοκρασίες-ρεκόρ που σημειώθηκαν το καλοκαίρι του 2023 ήταν ένα ακόμη ηχηρό καμπανάκι για όλους. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε η υπηρεσία Copernicus για την κλιματική αλλαγή (C3S), η μέση θερμοκρασία σε όλη την Ευρώπη το περασμένο καλοκαίρι ήταν 19,63°C, ήτοι 0,83°C επάνω από τον προηγούμενο μέσο όρο. Το 2023 είναι και επίσημα το θερμότερο έτος που έχει καταγραφεί ποτέ, με τη Νότια Ευρώπη να περνά μάλιστα ένα ασυνήθιστα ταραγμένο καλοκαίρι.
Ο ακραία ζεστός καιρός στην Ιταλία τον περασμένο Ιούλιο συνέβαλε στις πυρκαγιές που κατέστρεψαν τη Σικελία, με τη θερμοκρασία μάλιστα να σκαρφαλώνει κάποια στιγμή στους 47°C στην πρωτεύουσά της, το Παλέρμο. Πιο βόρεια, οι χαλαζοθύελλες στη Λομβαρδία στοίχισαν αρκετές ζωές. Οι καύσωνες «έκαψαν» την Ισπανία κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, η Τενερίφη έδωσε μάχη με τις πυρκαγιές, ενώ ισχυρές πλημμύρες κατέκλυσαν τη νότια Αυστρία, την Κροατία και τη Σλοβενία. Ας μην πάμε μακριά. Ποιος μπορεί να ξεχάσει τις καταστροφικές πυρκαγιές στη Ρόδο, στην Κέρκυρα, αλλά και στον Εβρο, που σημάδεψαν το ελληνικό καλοκαίρι του 2023, όπως και τις πρωτοφανείς πλημμύρες που ακολούθησαν στη Θεσσαλία;
Προς ένα νέο μοντέλο;
Το ερώτημα λοιπόν τα τελευταία χρόνια αναδύεται όλο και πιο έντονο: σε ποιον βαθμό η κλιματική αλλαγή θα επηρεάσει και τον χάρτη του τουρισμού; Ενδεικτική είναι η έρευνα που διεξήχθη πρόσφατα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ταξιδίων (ETC) με σκοπό την καταγραφή της τουριστικής συμπεριφοράς, ώστε οι εθνικές τουριστικές αρχές να μπορούν να ανταποκριθούν στις προτιμήσεις και στις τάσεις. Το 14% των ερωτηθέντων, ποσοστό αυξημένο κατά 7% σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα (διεξάγεται σε τριμηνιαία βάση), ανέφερε τα «ακραία καιρικά φαινόμενα» ως την κύρια ανησυχία του.
Η κλιματική αλλαγή αποτελεί πλέον σημαντική απειλή για τον τουρισμό, έναν από τους σημαντικότερους τομείς της ευρωπαϊκής οικονομίας. Υπενθυμίζεται ότι η τουριστική και ταξιδιωτική βιομηχανία της Γηραιάς Ηπείρου απασχολεί πάνω από 22 εκατομμύρια ανθρώπους και παράγει περίπου το 10% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) της.
Ενα θερμότερο, πιο ασταθές κλίμα επηρεάζει τα ίδια τα στοιχεία που καθιστούν έναν προορισμό ελκυστικό εξαρχής.
Μάλιστα η Ευρώπη αποτελεί την πιο επισκέψιμη περιοχή του πλανήτη – το 2022 υποδέχθηκε 585 εκατ. από τους συνολικά 900 εκατ. που ταξίδεψαν παγκοσμίως. Και οι επιπτώσεις στην οικονομία και στις επιχειρήσεις δεν είναι οι μόνοι κίνδυνοι. Ενα θερμότερο, πιο ασταθές κλίμα επηρεάζει τα ίδια τα στοιχεία που καθιστούν έναν προορισμό ελκυστικό εξαρχής, όπως η βιοποικιλότητα, τα πολιτιστικά αξιοθέατα και οι εμβληματικές τοποθεσίες.
Ετσι λοιπόν οι κλασικές, οργανωμένες, «all-inclusive» διακοπές στις παραλίες της Μεσογείου θα έχουν μια δύσκολη πορεία, όπως προβλέπει ο Χάραλντ Τσάις, εμπειρογνώμονας σε θέματα βιώσιμου τουρισμού στο Πανεπιστήμιο Εφαρμοσμένων Επιστημών Χαρτς στο Βέρνιγκεροντε. Υπολογίζει μάλιστα ότι οι καύσωνες θα αποτρέψουν ιδιαίτερα τους ηλικιωμένους και όσους έχουν παιδιά.
Την ίδια στιγμή, όμως, ο Τόρστεν Κίρστγκες, ειδικός στον τουρισμό από το Πανεπιστήμιο Εφαρμοσμένων Επιστημών Γιάντε στο Βίλχελμσχαφεν, πιστεύει ότι όσο οι πυρκαγιές παραμένουν σποραδικές, οι ταξιδιώτες θα συνεχίσουν να συρρέουν προς τον Νότο, ακόμη και τους καυτούς καλοκαιρινούς μήνες, τουλάχιστον για τα επόμενα πέντε χρόνια. Σύμφωνα με τον ίδιο, το δέλεαρ της Μεσογείου θα παραμείνει μεγάλο όσο οι εναλλακτικές λύσεις δεν φαίνονται τόσο ελκυστικές. Οι βόρειοι προορισμοί, ιδίως η Βαλτική Θάλασσα, η Γερμανία, η Ανατολική Ευρώπη και η Σκανδιναβία, μπορεί να δουν αύξηση της ζήτησης κατά την περίοδο αιχμής του καλοκαιριού, αλλά δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τα θέρετρα του Νότου, καθώς δεν διαθέτουν τις υποδομές για μαζικό τουρισμό (τον οποίο πολλοί δεν θέλουν ούτως ή άλλως).
Χειμερινός τουρισμός
Βέβαια και οι χειμερινοί προορισμοί έρχονται αντιμέτωποι με την κλιματική αλλαγή εξαιτίας της μειωμένης χιονόπτωσης και της αύξησης των θερμοκρασιών. Πολλοί ήδη πιστεύουν ότι το προφίλ του τουρισμού θα αλλάξει στις Αλπεις, που εξακολουθούν να είναι η περιοχή με τα περισσότερα χειμερινά θέρετρα παγκοσμίως.
Για παράδειγμα, η Χενριέτε Αντολφ της Διεθνούς Επιτροπής για την Προστασία των Αλπεων (CIPRA) πιστεύει ότι στο μέλλον οι άνθρωποι δεν θα μπορούν πλέον να απολαμβάνουν «ένα συνεχόμενο επταήμερο αλπικού σκι», αλλά θα πρέπει να είναι αρκετά ευέλικτοι ώστε να συμμετέχουν σε δραστηριότητες που ανταποκρίνονται περισσότερο στις «τοπικές συνθήκες» σε συγκεκριμένες χρονικές στιγμές. Η ίδια πιστεύει ότι το σκι ανώμαλου δρόμου, που απαιτεί λιγότερο χιόνι, θα μπορούσε να αποτελεί την εναλλακτική λύση του σκι σε διαμορφωμένες πίστες και θεωρεί ότι οι τουρίστες θα πρέπει να συνηθίσουν να κάνουν σκι χωρίς πολύ χιόνι τις περισσότερες φορές.
Την ίδια στιγμή, παρά την αυξανόμενη δημοτικότητα της πεζοπορίας και της ορειβασίας στις Αλπεις, ακόμη και αυτές οι δραστηριότητες γίνονται όλο και πιο επικίνδυνες. «Ειδικά για τους ορειβάτες μεγάλου υψομέτρου, οι συνέπειες της υπερθέρμανσης του πλανήτη και οι συναφείς αυξημένοι κίνδυνοι στους εναπομείναντες παγετώνες είναι δραματικοί» περιέγραφε πρόσφατα η Αυστριακή Αλπική Λέσχη σε ενημερωτικό δελτίο προς τα μέλη της. Η σταδιακή τήξη τμημάτων του μόνιμου πάγου σε υψόμετρο πάνω από τα 2.400 μέτρα αποτελεί μεγάλο πρόβλημα, καθώς αυτά τα σημεία λειτουργούν ουσιαστικά σαν συγκολλητική ουσία, συγκρατώντας ολόκληρους βραχώδεις σχηματισμούς. Η απόψυξή τους μπορεί να προκαλέσει επικίνδυνες κατολισθήσεις λάσπης, καταρρεύσεις βράχων ή ακόμη και ολόκληρων βουνών.
Tι μέλλει γενέσθαι;
Ο τουριστικός κλάδος οφείλει λοιπόν να ενταχθεί στις ευρύτερες υποσχέσεις των επιχειρήσεων να πετύχουν τους στόχους της Συμφωνίας του Παρισιού για το Κλίμα, με μηδενικές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα μέχρι το 2050. Ηδη η TUI, ο γερμανικός κολοσσός αναψυχής, ταξιδιών και τουρισμού, έχει θέσει ως στόχο να είναι κλιματικά ουδέτερος σε όλες τις δραστηριότητές του και στην αλυσίδα εφοδιασμού του μέχρι το 2050.
Ακόμη, σύμφωνα με τον Τόμας Ελερμπεκ, επικεφαλής υπεύθυνο βιωσιμότητας της ΤUI, μέτρα όπως «η αυστηρή διαχείριση των υδάτινων πόρων, όπου αυτοί γίνονται όλο και πιο σπάνιοι, συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης για ακραία καιρικά φαινόμενα και παράταση της ταξιδιωτικής περιόδου» είναι στο τραπέζι. Η εταιρεία του, για παράδειγμα, παρατείνει την περίοδο κρατήσεων για την Ελλάδα μέχρι τον Νοέμβριο.
Tην ίδια στιγμή, ο Τόρστεν Κίρστγκες από το Πανεπιστήμιο Εφαρμοσμένων Επιστημών στο Βίλχελμσχαφεν θεωρεί ότι πολύ περισσότερα ξενοδοχεία στη Μεσόγειο θα εγκαταστήσουν κλιματισμό (που θα τροφοδοτείται με ηλιακή ενέργεια), ψύκτες νερού και άλλο παρόμοιο εξοπλισμό. Οι τουρίστες μπορεί να προσαρμοστούν βγαίνοντας έξω περισσότερο τα πρωινά και τα βράδια για να αποφύγουν τη μεσημεριανή ζέστη.
Ο βιώσιμος τουρισμός εν γένει είναι συνεπώς ο μόνος τρόπος να προστατευθούν οι χώρες και οι οικονομίες τους που κινδυνεύουν από την κλιματική κρίση. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τουρισμού του ΟΗΕ τον ορίζει ως τον «τουρισμό που λαμβάνει πλήρως υπ’ όψιν τις τρέχουσες και μελλοντικές οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις, αντιμετωπίζοντας τις ανάγκες των επισκεπτών, της βιομηχανίας, του περιβάλλοντος και των κοινοτήτων υποδοχής». Αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει τον περιορισμό του αριθμού των τουριστών (όπως γίνεται στη Νότια Γαλλία για την προστασία των οικοσυστημάτων), την απαγόρευση των ρυπογόνων μορφών μεταφοράς (όπως κάνει το Αμστερνταμ με τα κρουαζιερόπλοια και η καταλανική πρωτεύουσα Βαρκελώνη).
Η αποφυγή των πτήσεων είναι μια άλλη επιλογή. Η βρετανική οικολογική φιλανθρωπική οργάνωση Possible το προωθεί μέσω της πρωτοβουλίας «Climate Perks». Οι επιχειρήσεις του Ηνωμένου Βασιλείου που συμμετέχουν συμφωνούν να δίνουν στο προσωπικό τους αυξημένη άδεια μετ’ αποδοχών για να καλύψουν τον χρόνο που απαιτείται για πιο αργά, αλλά σαφώς πιο οικολογικά μέσα μεταφοράς, όπως τρένα, πλεούμενα ή πούλμαν, όταν πηγαίνουν διακοπές.
Το κύριο διακύβευμα είναι, εν κατακλείδι, η «έξυπνη προσαρμογή», καθώς δυστυχώς η κλιματική αλλαγή πλέον επηρεάζει κάθε έκφανση του βίου μας.