Ηταν το 1978, μόλις δύο χρόνια μετά το πραξικόπημα στην Αργεντινή, το οποίο ανέτρεψε την κυβέρνηση της Ιζαμπέλ Περόν, όταν ο Ραφαέλ Βινιόλι (1944-2023) αποφάσισε – στην αρχή προσωρινά – να φύγει από το Μπουένος Αϊρες μαζί με την οικογένειά του και να εγκατασταθεί στη Νέα Υόρκη. Ο γεννημένος στο Μοντεβιδέο της Ουρουγουάης αρχιτέκτονας ήταν συνέταιρος και συνιδρυτής ενός απολύτως επιτυχημένου αρχιτεκτονικού στούντιο, του M/SG/S/S/S, ενός από τα μεγαλύτερα της Νότιας Αμερικής, αλλά αναγκάστηκε να τα αφήσει όλα πίσω του όταν η χούντα άρχισε να κάνει εφόδους στο γραφείο του εξαιτίας ενός project που είχε αναλάβει, της κατασκευής τού Estadio Ciudad de Mendoza χωρητικότητας 42.000 ατόμων (σήμερα ονομάζεται Estadio Malvinas Argentinas).
Το ολοκαίνουργιο στάδιο επρόκειτο να φιλοξενήσει αγώνες του Παγκοσμίου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου του 1978, ένα διεθνές αθλητικό γεγονός που το νέο καθεστώς ήθελε να χρησιμοποιήσει προς όφελός του, ως αντιπερισπασμό για τις φρικαλεότητες που διέπραξε πριν και μετά τη βίαιη άνοδό του στην εξουσία. Ο Βινιόλι δεν αισθανόταν πλέον ασφαλής ως υπόλογος στη συγκεκριμένη εξουσία για την ολοκλήρωση του έργου και ανέλαβε προσωρινά μια θέση ως επισκέπτης λέκτορας στο Harvard Graduate School of Design. Το 1979 εγκαταστάθηκε πλέον μόνιμα στη Νέα Υόρκη.
Αυτό ήταν το ξεκίνημα μιας δεύτερης επαγγελματικής ζωής για τον διακεκριμένο αρχιτέκτονα, ο οποίος κατόρθωσε να καθιερωθεί και στη νέα του πατρίδα, υπογράφοντας σχεδιαστικά πολλά από τα σύγχρονα mega-buildings του Μανχάταν, ανάμεσά τους και το αμφιλεγόμενο «pencil tower» του 2015 στη διεύθυνση 432 Park Avenue – πολλοί από τους ενοίκους βρίσκονται σε διαμάχη με την ιδιοκτησία του ψηλόλιγνου ουρανοξύστη, λόγω τεχνικών προβλημάτων.
Επίσης, ο ίδιος ανέλαβε τον σχεδιασμό του Tokyo International Forum του 1996, αλλά και του εμβληματικού τοποσήμου του Λονδίνου που οι ντόπιοι αποκαλούν «Walkie-Talkie» εξαιτίας του σχήματός του και βρίσκεται από το 2014 στη διεύθυνση 20 Fenchurch. Ενός project το οποίο επίσης συγκέντρωσε έντονες κριτικές, καθώς η γυάλινη πρόσοψή του, σε σχήμα κοίλου κατόπτρου, είχε την ιδιότητα σε συγκεκριμένες ώρες της ημέρας να συγκεντρώνει και να αντανακλά τις ηλιακές ακτίνες στον δρόμο, με αποτέλεσμα να παρατηρηθούν αλλοιώσεις σε τμήματα παρακείμενων οχημάτων καθώς αναπτύσσονταν τοπικά θερμοκρασίες άνω των 100°C – αργότερα τοποθετήθηκαν ειδικά σκίαστρα για την επίλυση του προβλήματος.
Αυτά αποτελούν ωστόσο εξαίρεση στο τεράστιο έργο του λατινοαμερικανού αρχιτέκτονα, ο οποίος αποτέλεσε πρότυπο και πηγή έμπνευσης σε δύσκολους καιρούς για τους ομοεθνείς του χάρη στη διεθνή του αναγνώριση.
Εκπρόσωπος της μοντέρνας αρχιτεκτονικής, με μια προτίμηση στη δημιουργία ανοιχτών χώρων και μεγάλων αιθουσών, όπου οι ένοικοι θα είχαν τη δυνατότητα της συναναστροφής και της αλληλεπίδρασης – έχει δηλώσει ότι η στάση του αποτελούσε αντίδραση στην επιβεβλημένη από το καθεστώς Βιντέλα απομόνωση στην Αργεντινή –, ο Βινιόλι δεν έφτιαχνε κτίρια μόνο για να εντυπωσιάσει, αλλά και για να ζουν ευχάριστα μέσα τους οι άνθρωποι.
Πρακτικότητα και λειτουργικότητα αποτελούσαν το ζητούμενο για τον ίδιο, ο οποίος μάλιστα ήταν από τους αρχιτέκτονες – ως μέλος της ομάδας THINK – που κατέθεσαν πρόταση για την ανέγερση ενός κτιρίου στον χώρο πέριξ των κατεστραμμένων Δίδυμων Πύργων του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου μετά το τρομοκρατικό χτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου – τελικά επικράτησε το σχέδιο για τον αποκαλούμενο Freedom Tower του Ντέιβιντ Τσάιλντς από το γραφείο Skidmore, Owings & Merrill.
Σχεδόν δύο δεκαετίες αργότερα, ένα από τα τελευταία mega-projects του Ραφαέλ Βινιόλι, αποκαλούμενο The Greenwich (επίσης γνωστό και ως 125 Greenwich Street ή 22 Thames Street), έρχεται σε άμεσο διάλογο με τον επιβλητικό Freedom Tower, το υψηλότερο κτίριο στο δυτικό ημισφαίριο, καθώς οι δύο mega-κατασκευές γειτνιάζουν.
Ο Βινιόλι ωστόσο δεν κατόρθωσε τελικά να καμαρώσει την τελική του προσωπική πινελιά στο νέο skyline της Νέας Υόρκης, μια και έφυγε από τη ζωή τον περασμένο Μάρτιο από ανεύρυσμα, σε ηλικία 78 ετών, πριν από την ολοκλήρωση του ύψους 278 (παρά κάτι) μέτρων ουρανοξύστη του στο Financial District, ακριβώς δύο στενά από τον Freedom Tower και το Oculus του Σαντιάγο Καλατράβα, το εμπορικό κέντρο-σταθμό υπόγειου σιδηροδρόμου που έχει σχήμα λευκού περιστεριού και συμβολίζει την ειρήνη στην καρδιά του Ground Zero.
«Παράθυρο» στο Lower Manhattan
Κάθε απόγευμα, στη δύση του ηλίου, η πρόσοψη του Greenwich παίρνει τα χρώματα του ηλιοβασιλέματος καθώς αυτά αντικατοπτρίζονται επάνω του, όπως και το «περίγραμμα» της πόλης. Αυτό είναι ένα μόνο από τα εντυπωσιακά χαρακτηριστικά του εν λόγω κτιρίου που, αν και ψηλό και αρκετά λεπτό, σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί κλασικό παράδειγμα pencil tower, με τον σχεδιασμό των οποίων συνδέθηκε αρκετά το όνομα του Βινιόλι.
Εδώ, οι αρχιτέκτονες του στούντιο σχεδίασαν έναν σχετικά πιο κοντό ουρανοξύστη – κόντρα στην κυρίαρχη τάση της εποχής –, αλλά με αρκετή επιφάνεια, που δίνει τη δυνατότητα για δημιουργία μεγαλύτερων διαμερισμάτων (συνολικά 272, ανάμεσά τους στούντιο, κατοικίες με δύο έως τρία υπνοδωμάτια και μια αποκλειστική σουίτα-penthouse), αλλά κάνει και την όλη κατασκευή πιο ανθεκτική στις επιδράσεις του ανέμου (ένα από τα βασικά προβλήματα των pencil towers είναι η ταλάντωση που διαπιστώνεται στους τελευταίους ορόφους, καθώς και ο έντονος θόρυβος από τις ριπές του ανέμου).
Επίσης, χάρη στον συγκεκριμένο δομικό σχεδιασμό μειώνεται η ανάγκη για πολλές κολόνες στήριξης, γεγονός που κάνει ακόμη πιο ευρύχωρο το εσωτερικό του πύργου. Το βασικό εξωτερικό χαρακτηριστικό του ουρανοξύστη είναι οι στήλες από εκτεθειμένο σκυρόδεμα που διατρέχουν καθ’ ύψος ολόκληρο το κτίριο, το οποίο συμπληρώνεται από στρογγυλεμένες γυάλινες γωνίες. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ο κάθε όροφος, το κάθε διαμέρισμα και το κάθε δωμάτιο να απολαμβάνει το προνόμιο της πανοραμικής, ανεμπόδιστης θέας στον ποταμό Χάντσον, το Αγαλμα της Ελευθερίας και ολόκληρο το Downtown.
Οπως πάντα, ο Ραφαέλ Βινιόλι σχεδίασε τον πύργο Greenwich με έμφαση στη μέγιστη αξιοποίηση της ηλιοφάνειας και στη δημιουργία ανοιχτών, ευάερων χώρων. Οι ευμεγέθεις γυάλινες επιφάνειες επιτρέπουν στις ακτίνες του ήλιου να διαπερνούν όλους τους ορόφους του κτιρίου, δημιουργώντας έναν ζεστό και φιλόξενο εσωτερικό χώρο. Αυτή η εστίαση στη διαφάνεια και το φως υπήρξε ανέκαθεν σήμα κατατεθέν της αρχιτεκτονικής προσέγγισής του, δημιουργώντας μια αίσθηση συνέχειας ανάμεσα στον εσωτερικό και τον εξωτερικό χώρο.
Ενα ακόμη ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του συγκεκριμένου κτιρίου είναι ότι, σε αντίθεση με τους περισσότερους υπερπολυτελείς ουρανοξύστες που έχουν όλους τους κοινόχρηστους χώρους τους στους κάτω ορόφους, αφήνοντας τους τελευταίους για τα πιο ακριβά διαμερίσματα, εδώ οι χώροι κοινής διαβίωσης βρίσκονται στην κορυφή. Ετσι, η 15μετρη πισίνα, το spa, το γυμναστήριο, το στούντιο γιόγκα, η αίθουσα πολυμέσων, συνεδριάσεων και η τραπεζαρία έχουν καταλάβει τους ορόφους 86 έως 88. Τους χώρους συμπληρώνουν κάποια στούντιο που και αυτά δεν συνηθίζεται να βρίσκονται τόσο ψηλά.
Οι εσωτερικοί χώροι
Η κομψότητα που χαρακτηρίζει το εξωτερικό του κτιρίου διαχέεται και στο εσωτερικό, καθώς όλοι οι χώροι είναι εξίσου εντυπωσιακοί, με πολυτελή φινιρίσματα και υψηλής ποιότητας υλικά. Τα διαμερίσματα είναι σχεδιασμένα για να προσφέρουν άνεση και λειτουργικότητα, ενώ οι κοινόχρηστοι χώροι, όπως το γυμναστήριο, η πισίνα και οι αίθουσες αναψυχής, έχουν εξοπλιστεί με τις τελευταίες τεχνολογικές και αισθητικές λύσεις.
Υπεύθυνη για το interior design είναι η εταιρεία MAWD, που ανήκει στους Ελιοτ Μαρτς και Τζέιμς Γουάιτ, οι οποίοι εμπνεύστηκαν από την ιταλική σχεδιαστική παράδοση για το project. Μάρμαρα, μπρούντζος και ρωμαϊκές κολόνες απαντώνται στα διάφορα διαμερίσματα, ενώ εμφανής είναι και η επιρροή από τα προηγούμενα έργα των δύο σχεδιαστών σε members-only clubs και superyachts. Από χρώματα επελέγησαν το «terra», με ζεστούς και πλούσιους τόνους του καφέ, το «aqua», που θυμίζει τα μπλε και τα γκρι που αντανακλώνται από τον ποταμό Χάντσον και το «stratus», από τα σύννεφα που διακρίνονται στην κορυφή του κτιρίου, σε αποχρώσεις του λευκού, του μπλε και του γκρι.
Οπως δήλωνε και ο ίδιος ο Ραφαέλ Βινιόλι, «δεν πρόκειται για ένα τυπικό δείγμα κτιρίου στη Νέα Υόρκη», τονίζοντας την προνομιακή του τοποθεσία, τόσο όσον αφορά τη θέα, αλλά και τη γειτνίαση με εμβληματικά κτίρια, μνημεία και χώρους ψυχαγωγίας και πολιτισμού στο Μανχάταν. Σε τελική ανάλυση, για τον ίδιο, η επικοινωνία και η αλληλεπίδραση με τους άλλους ανθρώπους ήταν ανέκαθεν το ζητούμενο για να θεωρείται ένα κτίριο ξεχωριστό. Κάτι που ο πύργος Greenwich μάλλον το έχει καταφέρει και με το παραπάνω. Πλέον στο τιμόνι του project βρίσκεται ο γιος του, Ρομάν, συνεχιστής της οικογενειακής παράδοσης.