Από την ημέρα που άνοιξε τις πύλες της και συστήθηκε για πρώτη φορά στο φιλότεχνο κοινό της πρωτεύουσας, η γκαλερί Allouche Benias έχει φιλοξενήσει ουκ ολίγους εικαστικούς από ολόκληρο τον κόσμο. Με μια προτίμηση στους νεότερους και πιο εναλλακτικούς δημιουργούς, η κάθε έκθεση που έχει μέχρι τώρα παρουσιαστεί στους χώρους της αποτελεί μια ιδιαίτερη πρόταση και ματιά σε θέματα που διαχρονικά απασχολούν την ανθρωπότητα, προσαρμοσμένη στο σήμερα και στις ανάγκες της σύγχρονης κοινωνίας. Αυτές τις ημέρες – και μέχρι τις 20 Μαΐου – η γκαλερί έχει επιλέξει να προβάλει τις δημιουργίες δύο καλλιτεχνών από εντελώς διαφορετικά μέρη του κόσμου, που όμως, με έναν τρόπο, έχουν πολλά κοινά.
Ο πρώτος είναι ο Γκόσα Λεβότσκιν, κυρίως γνωστός για τα μεγάλης κλίμακας ακρυλικά έργα του με την τεχνική της ligne claire (καθαρής γραμμής). Γεννημένος στη Ρωσία, μετά την πτώση της Σοβιετικής Ενωσης μετακόμισε από τη Μόσχα στο Χόλιγουντ με τη μητέρα του. Στη νέα του πατρίδα έμαθε πολύ νωρίς τη σημασία της προσαρμογής ως δεξιότητας πολιτισμικής επιβίωσης, η οποία και υπήρξε το κυρίαρχο θέμα στο σύνολο του έργου του. Ο 37χρονος ανερχόμενος καλλιτέχνης δηλώνει αφηγητής. Μέσα από τους πίνακές του αποκαλύπτει ανθρωπόμορφους χαρακτήρες, ενώ τους τοποθετεί δυναμικά σε σουρεαλιστικά και απόκοσμα backgrounds. Συνθέτει αυστηρές γεωμετρικές φόρμες που παραπέμπουν σε αντικείμενα καθημερινής χρήσης και τα βάζει σε χώρους που θυμίζουν φυσικά τοπία. Τα εικονιζόμενα αντικείμενα είναι κοινά οικιακά είδη, όπως ο φούρνος που χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον στη διάρκεια του lockdown ελέω πανδημίας. Ο Λεβότσκιν γοητεύτηκε από το τελετουργικό της εισαγωγής πρώτων υλών στον φούρνο, όπου κάθε φορά που ανοίγει η πόρτα λειτουργεί ως πύλη σε μια άλλη διάσταση, στην οποία νέα σχήματα αποκαλύπτονται σαν πράξεις μιας «όπερας». Αυτός είναι και ο λόγος που η έκθεσή του φέρει τον τίτλο «Opera Portal».
Ο σεβασμός στα αντικείμενα ευρείας χρήσης όπως ο φούρνος έγκειται στο γεγονός ότι συνδυάζει το στοιχείο της επιβίωσης με την αλχημεία. Πρόκειται για έναν φόρο τιμής στον πειραματισμό. Από την άλλη, το ασανσέρ – που τίθεται στο επίκεντρο της έκθεσης – αποτελεί την κινούμενη μηχανή που περικλείει τη δική μας ακινησία, λειτουργώντας έτσι ως πύλη σε ένα άλλο βασίλειο.
Παιγνιώδες ταξίδι στον κόσμο του παραλόγου
Η δεύτερη έκθεση που φιλοξενείται στους χώρους της Allouche Benias το ίδιο ακριβώς διάστημα έχει τίτλο «Virnana» και δημιουργός της είναι ο HIN, ο οποίος γεννήθηκε στο Χονγκ Κονγκ αλλά ζει και εργάζεται μεταξύ Λονδίνου και Αθήνας. Η δουλειά του περιλαμβάνει τοιχογραφίες, ζωγραφική, χαρακτική, γλυπτική, κινούμενα σχέδια και εικονογράφηση. Η πλούσια φαντασία του βασίζεται τόσο στην ανατολική όσο και στη δυτική κουλτούρα και ιδεολογία, χρησιμοποιώντας συχνά μια παιδική αισθητική για να σατιρίσει και να ασκήσει κριτική στη σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη κατάσταση ύπαρξης. Με μια στοχαστική και χιουμοριστική προσέγγιση στα έργα του, έχει δημιουργήσει οπαδούς σε όλον τον κόσμο και έχει εκθέσει τη δουλειά του σε ατομικές εκθέσεις στο Λονδίνο, στο Μαϊάμι, στο Βουκουρέστι, στις Βρυξέλλες και στη γενέτειρά του, το Χονγκ Κονγκ.
Tο μεγαλύτερο και πιο φιλόδοξο έργο του HIN μέχρι σήμερα εξελίσσει τη δύο δεκαετιών πρακτική του εμβαθύνοντας σε θέματα σύγχρονων συμπεριφορών, ψυχολογίας και πολιτικής με ψήγματα χιούμορ και ασέβειας.
Η συγκεκριμένη έκθεση είναι ένα παιχνιδιάρικο, πολύχρωμο και καυστικό ταξίδι που αποτελείται από τέσσερα μέρη και εξερευνά τα σύγχρονα αινίγματα και τις αδυναμίες μας, καθώς ζούμε σε έναν κόσμο γεμάτο πνευματικά παραπλανητικά στοιχεία και απόκρυφες ιστορίες χαράς, σε έναν υλικό κόσμο που κινείται από τις αντιφάσεις του καπιταλισμού.
Εμπνευσμένη από την εικονογράφηση της «Θείας Κωμωδίας» του Δάντη από τον Γκιστάβ Ντορέ, όπου απεικονίζονται σκηνές τής μετά θάνατον ζωής, η εγκατάσταση πολυμέσων του ΗΙΝ οδηγεί τον παρατηρητή σε μια ψευδοπνευματική περιπέτεια, μια αδέξια προσπάθεια να οδηγηθεί στη φώτιση. Απλωμένη στον ισόγειο χώρο της γκαλερί, αυτή η καλειδοσκοπική εγκατάσταση αποτελείται από μεγεθυσμένες και παραμορφωμένες εμβληματικές φιγούρες της ποπ κουλτούρας και καθημερινά αντικείμενα, σατιρίζοντας την καταναλωτική μας επιθυμία και την εμπορευματοποίηση της ευημερίας και της έκφρασης της πνευματικότητας. Χρωματιστά γλυπτά από papier-mâché φτιαγμένα εσκεμμένα από χαρτί υγείας (δημιουργώντας ανάλογους συνειρμούς), μαζί με βίντεο, καμβάδες, έργα από νέον και γλυπτά συνθέτουν μια σαγηνευτική, παραισθησιογόνα και παράλογη ουτοπία με μια απατηλή υπόσχεση ικανοποίησης.