Στην «Αυτοκρατορία του φωτός», τελευταία ταινία του Σαμ Μέντες, βρετανού σκηνοθέτη εμβληματικών φιλμ όπως τα «American Βeauty» (1999), «Ο δρόμος της απώλειας» (2002) και το μοναδικό κινηματογραφικό επίτευγμα «1917» (2019), η Ολίβια Κόλμαν υποδύεται τη Χίλαρι, μια γυναίκα που ταλαιπωρείται από σοβαρά ζητήματα ψυχικής υγείας, κάτι που την έχει αποξενώσει από τον περίγυρό της. Εργαζόμενη σε έναν παλιό κινηματογράφο με φόντο τη θάλασσα μιας μικρής αγγλικής πόλης στις αρχές της δεκαετίας του 1980, η Χίλαρι βλέπει μια ηλιαχτίδα στη σκοτεινή καθημερινότητά της στο πρόσωπο του νεαρού μαύρου συναδέλφου της (Μάικλ Γουόρντ) ο οποίος φαίνεται έτοιμος να τη στηρίξει. Οι δύο ήρωες μοιράζονται την ίδια ανάγκη για ανθρώπινη επαφή και μέσα από την παράξενη και τρυφερή τους σχέση θα βιώσουν τη θεραπευτική δύναμη της μουσικής, του κινηματογράφου και της αίσθησης του ανήκειν. Και όλα αυτά σε μια εξαιρετικά ευαίσθητη και πολύ προσωπική για τον σκηνοθέτη της ταινία (προβάλλεται ήδη στις ελληνικές αίθουσες σε διανομή Feelgood Entertainment), για την οποία η Κόλμαν μοιράστηκε τις σκέψεις της με το BHMAgazino.

«Νομίζω ότι είναι σημαντικό ο κίσμος να γνωρίζει πως ό,τι βλέπει στην οθόνη προέρχεται από τα γραπτά ενός ανθρώπου, ο οποίος έχει απόλυτη γνώση για το τι λέει», ανέφερε η Ολίβια Κόλμαν για την ηρωίδα με σοβαρά προβλήματα ψυχικής υγείας που υποδύεται στην «Αυτοκρατορία του φωτός», μια ταινία βασισμένη σε έναν βαθμό στις δοκιμασίες της μητέρας του σκηνοθέτη, Σαμ Μέντες.

Πώς προσεγγίζει ένας ηθοποιός έναν ήρωα µε σοβαρά ζητήµατα ψυχικής υγείας όπως συµβαίνει µε τη Χίλαρι, τη γυναίκα που υποδύεστε στην «Αυτοκρατορία του φωτός»;

«Στη συγκεκριμένη περίπτωση, αν και πριν προβούμε σε δηλώσεις χρειάστηκε να το συζητήσουμε με τον Σαμ (σ.σ.: Μέντες – σκηνοθέτης και σεναριογράφος της ταινίας), η ηρωίδα που υποδύομαι είναι βασισμένη στη μανούλα του. Ο Σαμ μεγάλωσε με μια μητέρα που αντιμετώπιζε σοβαρά ζητήματα ψυχικής υγείας. Και νομίζω ότι είναι σημαντικό ο κόσμος να γνωρίζει πως ό,τι βλέπει στην οθόνη προέρχεται από τα γραπτά ενός ανθρώπου ο οποίος έχει απόλυτη γνώση τού τι λέει. Σε ό,τι αφορά λοιπόν την ερμηνεία μου στην ταινία, τι άλλο χρειαζόμουν; Είχα τον Σαμ δίπλα μου συνέχεια».

Τι θυµάστε περισσότερο από τις συζητήσεις που είχατε µε τον Σαµ Μέντες σχετικά µε τη µητέρα του;

«Οτι όποτε αναφερόταν σε αυτήν, στις περισσότερες περιπτώσεις τουλάχιστον, την αποκαλούσε ηρωική. Δεν το έλεγε απλώς για να το πει ή επειδή ήταν η μητέρα του. Το έλεγε γιατί το ένιωθε μέσα του. Εγινε ο Σαμ Μέντες χάρη σε αυτή τη γυναίκα. Ο Σαμ έχει μια τρομερή εσωτερική δύναμη αλλά και μια γαλήνη. Ο,τι είναι το οφείλει στο ότι παρακολουθούσε από κοντά αυτή τη γυναίκα και βίωνε την πάλη της με αυτή την ψυχική κατάσταση. Αυτή την τρομακτική ασθένεια».

Θα µπορούσαµε να πούµε ότι τελικά η «Αυτοκρατορία του φωτός» είναι ένας φόρος τιµής του Σαµ Μέντες προς τη µητέρα του;

«Απολύτως. Ενα απίστευτο homage! Και ήμουν τυχερή γιατί τον είχα εκεί, από κοντά, να μου κρατά το χέρι και να μου λέει πώς να κινηθώ. Ηταν τόσο εξομολογητικός. Μοιραζόταν μαζί μου τις αναμνήσεις του, τις εμπειρίες του. Αρκεί να πω ότι τα πιο σοκαριστικά επεισόδια που βλέπουμε στην ταινία είναι τα επεισόδια που ο ίδιος είδε πλάι στη μητέρα του. Και το ακόμα πιο συγκινητικό είναι ότι ενώ μπορούσε να την αφήσει στη μοίρα της σε κάποιο ίδρυμα, δεν το έκανε. Της στάθηκε. Στάθηκε στο πλευρό της και την πρόσεχε. Μετά από όλα αυτά, τι περισσότερο θα μπορούσα, ως ηθοποιός, να ζητήσω;».

Σας επηρέασε το γεγονός ότι ο Σαµ Μέντες έγραψε τον ρόλο της Χίλαρι µε εσάς στο µυαλό του; Νιώσατε δέσµευση;

«Δεν σκέφτομαι τίποτα βαθιά και επισταμένα. Επομένως, όταν ο Σαμ, χωρίς να μπει σε λεπτομέρειες, μου είπε «έχω στο μυαλό μου έναν ρόλο για εσένα», του είπα αμέσως: «Υπέροχα. Είμαι μέσα!» (γελάει). Δεν ήξερα καν τι θα έγραφε. Αλλά ήμουν από την αρχή ενθουσιασμένη. Και μετά το διάβασα και είπα «ωχ… Διάολε, εδώ πέρα έχει πολλά πράγματα που χρειάζονται προσοχή μην πάνε λάθος…». Ομως, όπως είπα πρωτύτερα, ο Σαμ ήταν εκεί συνέχεια και κρατούσε το χέρι μου. Σε σημείο που τελικά ξέχασα ότι ο ρόλος είχε γραφεί για… εμένα. Ομολογώ πάντως ότι ήμουν ενθουσιασμένη. Εχει πάντα ενδιαφέρον, νομίζω, να παίζεις κάτι κάπως δύσκολο. Είναι μέρος της χαράς που μας δίνει το επάγγελμα που κάνουμε».

 

Στιγμιότυπο από την ταινία. Αριστερά διακρίνεται ο ηθοποιός Μάικλ Γουόρντ και τέταρτη από δεξιά (καθιστή) η Ολίβια Κόλμαν.

Εσείς, στη δική σας οικογένεια, βιώσατε ποτέ κάτι αντίστοιχο µε τις ιστορίες της ηρωίδας σας στην ταινία;

«Οχι, αλλά έχω έναν οικογενειακό φίλο που πάσχει από ένα είδος σχιζοφρένειας· μάλιστα, όταν ήμασταν παιδιά, παίζαμε μαζί. Αργότερα η κατάστασή του επιδεινώθηκε και η επαφή μας χάθηκε. Είναι δύσκολο να τον ξαναδώ γιατί δεν ξέρω σε ποιο στάδιο βρίσκεται η κατάστασή του· ίσως να μη σημαίνει τίποτα για αυτόν αν του πω ότι τον σκέφτομαι. Νομίζω ότι η ενασχόλησή μου με την ταινία του Σαμ με βοήθησε να κοιτάξω με μεγαλύτερη κατανόηση αυτούς τους ανθρώπους. Οταν γυρίζαμε την ταινία ο Σαμ έλεγε πως είναι σημαντικό να δείξουμε ότι κάποιος που πάσχει π.χ. από σχιζοφρένεια μπορεί να είναι ένας καλός άνθρωπος, ο οποίος μάλιστα να ντρέπεται για την κατάστασή του όταν βρίσκεται στα συγκαλά του. Χρειάζεται στήριξη. Γιατί παλεύει με κάτι που δεν μπορεί να ελέγξει. Είναι πάντα σημαντικό να δείχνεις κάτι που βλέπεται με δυσκολία».

H δουλειά που κάνετε µε τον Μάικλ Γουόρντ, ο οποίος υποδύεται τον συνάδελφο και σύντροφό σας στην ταινία, είναι πραγµατικά εξαιρετική. Προηγήθηκαν πρόβες;

«Ασφαλώς. Και οι πρόβες ήταν πολλές. Ομως πάνω απ’ όλα έπαιξε ρόλο που ο Μάικλ και εγώ δεν διαφέραμε στην προσέγγισή μας στο θέμα. Εχει σημασία το αν οι ηθοποιοί έχουν παρόμοια αντίληψη για το θέμα που καλούνται να διαχειριστούν. Ο Μάικλ κι εγώ ήμαστε και οι δύο χαρούμενοι άνθρωποι που θέλουμε να προχωράμε στη δουλειά μας, να εξελισσόμαστε με όσο το δυνατόν καλύτερο τρόπο. Θέλαμε να κοιτάζουμε ο ένας τον άλλον με ευθύτητα και εντιμότητα ενώ εργαζόμασταν. Και να το νιώθουμε. Και να περνάμε καλά, να διασκεδάζουμε ενώ δουλεύουμε. Γιατί πολλές φορές το ξεχνάμε αυτό. Οταν διασκεδάζεις δουλεύοντας, το αποτέλεσμα είναι αγάπη».

Σκηνή με φόντο την παραθαλάσσια πόλη όπου διαδραματίζεται η ιστορία της «Αυτοκρατορίας του φωτός» και που δεν κατονομάζεται.
Photo Courtesy of Searchlight Pictures. © 2022 20th Century Studios All Rights Reserved.

Πέρα από τη σχέση της ηρωίδα σας και τα ψυχολογικά προβλήµατά της, η ταινία µιλάει επίσης για την κινηµατογραφική αίθουσα, για τη µαγεία των εικόνων µέσα σε έναν κλειστό χώρο όπως αυτός του σινεµά στο οποίο η Χίλαρι εργάζεται. Εσείς τι αναµνήσεις έχετε από την αίθουσα του κινηµατογράφου; Τι σας ώθησε και καταφέρατε να είστε κοµµάτι αυτής της µαγείας;

«Προφανώς ο Σαμ κι εγώ ενώ φτιάχναμε την ταινία μιλήσαμε πολύ γι’ αυτό το ζήτημα. Περιέργως η πρώτη μου εμπειρία στην αίθουσα κινηματογράφου ήταν μάλλον τραυματική. Με είχε πάει η γιαγιά μου· νομίζω στο «Μπάμπι το ελαφάκι» (σ.σ.: ταινία κινουμένων σχεδίων) και είχα τρομάξει· αυτό μπορεί να συμβεί στα παιδιά ακόμα και όταν βλέπουν ζώα σε κινούμενα σχέδια. Οι παιδικές ταινίες μπορούν να γίνουν πολύ σκληρές. Ομως η ίδια η εμπειρία ήταν πραγματικά μαγική. Και εξακολουθεί να είναι. Θυμάμαι αργότερα τις συζητήσεις που είχα με τη γιαγιά μου, αυτές τις υπέροχες σκηνές που μοιραζόμασταν. Ανέκαθεν αγαπούσα πολύ να χάνομαι μέσα στις σελίδες της λογοτεχνίας ή στις κινηματογραφικές εικόνες. Kαι χρόνια μετά, ως μητέρα εγώ η ίδια, απολάμβανα να παρακολουθώ το «Toy Story 2» και «Toy Story 3″ μαζί με τα παιδιά μου και να τα βλέπω να σηκώνονται από τα καθίσματα και να ξεφωνίζουν από ενθουσιασμό ζώντας στο πετσί τους την εμπειρία! Δεν είναι το ίδιο με το να παρακολουθείς μια ταινία με τις πιζάμες σπίτι σου, αυτό μπορώ να το πω με βεβαιότητα. Οσο και αν το σινεμά φαίνεται να πηγαίνει προς τη λάθος κατεύθυνση – κακά τα ψέματα, οι αίθουσες υποφέρουν στις μέρες μας – η εμπειρία του δεν θα σταματήσει ποτέ να είναι όμορφη και μοναδική. Δεν θα ήθελα τα παιδιά μου να μην είχαν ζήσει αυτή την εμπειρία».

Εχετε ένα στιγµιότυπο από κάποια ταινία που θα σας µείνει αξέχαστο;

«Με ρωτούν πολλές φορές ποιες σκηνές έχουν αποτυπωθεί στο μυαλό μου από ταινίες που έχω δει ή ποιες είναι οι αγαπημένες μου ταινίες και δεν μπορώ να απαντήσω. Είναι τόσες πολλές που δυσκολεύεσαι να τις θυμηθείς. Υποθέτω ότι είναι πολλές οι στιγμές της χαράς μου μπροστά στη μεγάλη οθόνη και διαμορφώνουν ίσως την προσωπικότητά μου. Μπορώ να πω, όμως, ότι την εποχή που ήμουν φοιτήτρια στη Δραματική Σχολή και είδα την ταινία «Δαμάζοντας τα κύματα» του Λαρς fον Τρίερ είπα μέσα μου ότι αυτή τη δουλειά θα ήθελα κάποια στιγμή να κάνω. Και ευτυχώς μπόρεσα να το πετύχω έχοντας τόσους καλούς σκηνοθέτες πλάι μου».