Η βασίλισσα Αννα της Μεγάλης Βρετανίας έχει το μυαλό έφηβης, 17 κατοικίδια κουνέλια, τα οποία συμβολίζουν τα 17 παιδιά που έχει χάσει, και προχωρημένη ποδάγρα, σε σημείο που πλέον δεν μπορεί να περπατήσει. Η Σάρα Τσέρτσιλ, η σύμβουλος που βρίσκεται διαρκώς στο πλευρό της, είναι σταθερή και αποτελεσματική – μια αποφασιστική παρουσία ικανή να θυσιαστεί για την ηγεμόνα της. Η σχέση τους μοιάζει αδιατάρακτη, μέχρι να εμφανιστεί στο προσκήνιο η Αμπιγκέιλ Μάσαμ, έτοιμη να κάνει ό,τι χρειαστεί για να κερδίσει την εύνοια της βασίλισσας. Γυναίκες όλες τους, δυναμικές αλλά συγχρόνως αδύναμες, σκληρές αλλά και εύθραυστες, μελαγχολικές αλλά με χιούμορ. Αποτελούν το σύμπαν του Γιώργου Λάνθιμου στην «Ευνοούμενη», τη μεγαλύτερη μέχρι σήμερα επιτυχία του, η οποία τον οδήγησε στα Οσκαρ κερδίζοντας υποψηφιότητες σε 10 κατηγορίες.
Ενα από τα πράγματα που – κατά δήλωσή του – χαροποίησαν τον 45χρονο έλληνα σκηνοθέτη ήταν ότι αναγνωρίστηκαν η προσπάθεια και το ταλέντο και των τριών βασικών ηθοποιών του. Η Ολίβια Κόλμαν (βασίλισσα Αννα) είναι υποψήφια για Οσκαρ α’ γυναικείου ρόλου, ενώ οι Ρέιτσελ Βάις (Σάρα) και Εμα Στόουν (Αμπιγκέιλ) για το β’ γυναικείου ρόλου. Η Κόλμαν, την οποία θα δούμε σύντομα ως βασίλισσα Ελισάβετ Β’ στο τηλεοπτικό «The Crown», βρίσκεται για πρώτη φορά σε οσκαρική πεντάδα, ενώ η Βάις (που όπως και η Κόλμαν είχε συνεργαστεί με τον Λάνθιμο στον «Αστακό») έχει ήδη ένα χρυσό αγαλματίδιο στην κατοχή της – για τον «Επίμονο κηπουρό», το ίδιο και η Εμα Στόουν για το «La La Land». Χάρη στην ODEON, εταιρεία διανομής της «Ευνοούμενης» στην Ελλάδα, το BHMAgazino είχε την τύχη πριν από λίγο καιρό να συναντήσει τις τρεις «μούσες» του Λάνθιμου στο Λονδίνο για μια κοινή συνέντευξη. Οταν η συνάντηση αυτή πραγματοποιήθηκε, οι υποψηφιότητες των Οσκαρ δεν είχαν ακόμη ανακοινωθεί. Και οι τρεις γυναίκες ωστόσο έπιναν ήδη νερό στο όνομα του σκηνοθέτη τους.
Είναι τόσο σπάνιο, σχεδόν στενάχωρο θα έλεγε κανείς, να βρεις σήμερα ταινίες με έστω έναν πραγματικά ευφυώς γραμμένο γυναικείο χαρακτήρα – πόσο μάλλον με τρεις, όπως συμβαίνει στην «Ευνοούμενη». Τι σκεφτήκατε για το σενάριο όταν το διαβάσατε πρώτη φορά;
Ολίβια Κόλμαν: «Ω, ανακατεύω ακόμη τον καφέ μου. Συγγνώμη! Οταν το διάβασα, είπα «Θεέ μου, ναι! Μακάρι να είμαι κι εγώ εδώ μέσα!». Ο στόχος ήταν να φτιάξουμε μια καλή ομάδα οι τρεις μας. Ολες οι ηρωίδες αυτής της ταινίας κάνουν ένα απίστευτο ταξίδι. Και, ναι, είναι στενάχωρο που δεν βλέπουμε κάτι τέτοιο να γίνεται πιο συχνά στον κινηματογράφο. Ηταν ευτυχές το γεγονός ότι ο Γιώργος Λάνθιμος δούλεψε με τις ηθοποιούς που ήθελε. Γιατί βρήκε τρεις γυναίκες που λάτρευαν η μία την άλλη, οπότε περάσαμε θαυμάσια στα γυρίσματα».
Εμα Στόουν: «Δεν θα μπορούσα να συμφωνήσω περισσότερο. Οταν διάβασα για πρώτη φορά το σενάριο, στις περίπου 30 σελίδες είχα πάθει την πλάκα μου με τη βασίλισσα Αννα και τη Σάρα. Τι φανταστικές, σύνθετες ηρωίδες, πόσο περίπλοκες! Η Αμπιγκέιλ που υποδύομαι εγώ δεν μου είχε κάνει και τόση εντύπωση στην αρχή. Που να ‘ξερα όμως τι θα συνέβαινε στη συνέχεια! Οταν λοιπόν ο χαρακτήρας της Αμπιγκέιλ άρχισε να ξεδιπλώνεται, σχεδόν τον παρακάλεσα για να πάρω τον ρόλο. Η Ρέιτσελ Βάις το έχει θέσει πολύ όμορφα: Αυτές οι γυναίκες δεν είναι κατ’ ανάγκην δυνατές. Είναι αδύναμες και εύθραυστες και σέξι και αστείες και τόσο πολλά πράγματα. Είναι ανθρώπινες. Και είναι θαυμάσιο να διαβάζεις τέτοια σενάρια, είτε με ανδρικούς είτε με γυναικείους χαρακτήρες, έστω κι αν το δεύτερο, όπως επισημάνατε, είναι καταθλιπτικά σπάνιο».
Θα συμφωνούσατε ότι κατά μία έννοια αυτό το σενάριο είναι μια μορφή γυναικείας εκδίκησης προς τους άνδρες, καθώς στην ταινία οι άνδρες είναι εντελώς εξαφανισμένοι;
Ε.Σ.: «Δεν το βλέπω καθόλου έτσι! Κάποιος μάλιστα μας το ξανάπε αυτό αναφερόμενος στο ότι σε αυτή την ταινία οι γυναίκες δεν κοιμούνται με άνδρες. Και γιατί να είναι αυτό θέμα; Μπορώ να αναφέρω 60.000 ταινίες στις οποίες οι γυναίκες δεν κάνουν τίποτε και οι άνδρες είναι πρωταγωνιστές. Δεν θα το έλεγα εκδίκηση λοιπόν αλλά κάτι σαν ισοφάριση. Ισότητα. 50-50».
Ο.Κ.: «Χρειαζόμαστε αυτό το 50-50 παντού. Αυτή η συζήτηση περί της ισότητας ανδρών και γυναικών δεν θα σταματήσει ποτέ, παρά μόνον όταν πάψουμε να προσέχουμε τι τους χωρίζει. Οταν θα είναι όλα ίσα και ασφαλή. Είναι πάντως καλό που το συζητάμε».
Από την άλλη μεριά, αυτές οι τρεις γυναίκες στην «Ευνοούμενη» δεν τρέφουν ακριβώς αδελφικά συναισθήματα η μία για την άλλη, έτσι δεν είναι;
Ε.Σ.: «Με κάποιους τρόπους ίσως… Ναι, εντάξει, όλες ενδιαφέρονται για την εξουσία και όλες ζουν τη δική τους τραυματική εμπειρία ενώ φτιάχνουν τη δική τους ιστορία αλλά…».
Ο.Κ.: «Εγώ νομίζω ότι η Σάρα αγαπά τη βασίλισσα».
Τη στιγμή ακριβώς που η Κόλμαν αναφέρεται στη Σάρα, η Ρέιτσελ Βάις που την υποδύεται στην ταινία, εντελώς συμπτωματικά, μπαίνει καθυστερημένη στην αίθουσα, η οποία φυσικά τραντάζεται από τα γέλια λόγω της συγκυρίας.
Ε.Σ. (προς τη Βάις): «Αγαπούσες τη βασίλισσα;».
Ο.Κ.: (προς τη Βάις): «Λοιπόν; Με αγαπούσες;».
Ρέιτσελ Βάις (ξαφνιασμένη, δεν έχει καταλάβει): «Γεια σας…».
Η Κόλμαν εξηγεί στη Βάιζ την προηγούμενη ερώτηση και την απάντησή της.
Ρ.Β.: «Νομίζω, ναι, η Σάρα την αγαπά, προσπαθεί να την προστατέψει, να τη βοηθήσει».
Είναι αλήθεια ότι κατά τη διάρκεια του casting σάς ζητήθηκε να κάνετε παράξενα πράγματα, όπως για παράδειγμα να παραστήσετε πως γεννάτε;
Ε.Σ.: «Προσωπικά το πιο δύσκολο πράγμα που μου ζητήθηκε ήταν να μιλήσω με βρετανική προφορά. Βλέπετε ήμουν η μοναδική Αμερικανίδα στο καστ. Δούλεψα εντατικά με γλωσσολόγο. Το casting μου κράτησε περίπου μία ώρα και νομίζω ότι ο Γιώργος μού πετούσε διάφορες ατάκες απλώς και μόνο για να μπερδέψει τον ειρμό μου και να σιγουρευτεί ότι μπορώ να αντεπεξέλθω. Ηταν ένα είδος αυτοσχεδιασμού πάνω σε μια προφορά. Εσείς αντιμετωπίσατε παρόμοιες προκλήσεις;».
Ο.Κ.: «Οχι, εμείς δεν είχαμε πρόβλημα με την προφορά μας».
Ρ.Β.: «Για μένα πάντως η προφορά είναι ένα από τα πιο δύσκολα πράγματα γενικώς στο επάγγελμά μας. Η μεγαλύτερη δυσκολία βρίσκεται σε αυτά τα μικρά θεματάκια της γλώσσας που οφείλεις να γνωρίζεις, τα οποία ξέρεις πολύ καλά ότι μπορούν να σε προδώσουν».
Ε.Σ. (προς τη Βάιζ): «Μα η αμερικανική προφορά σου είναι τέλεια».
Ρ.Β.: «Δούλεψα πάρα πάρα πολύ σκληρά και για πάρα πάρα πολλά χρόνια για αυτή την προφορά».
Ε.Σ.: «Οι πρόβες μας πάντως ήταν πραγματικά αστείες και ευχάριστες. Κράτησαν τρεις εβδομάδες. Στην αρχή επικρατούσε σύγχυση, αλλά ήταν επίσης πολύ ψυχαγωγικές, διότι ο στόχος ήταν να βρεθούμε κοντά η μία στην άλλη και να κάνουμε κάθε τρελό πράγμα. Νιώσαμε σαν θεατρικός θίασος. Ανταλλάσσαμε ρόλους μεταξύ μας».
Ο.Κ.: «Ναι, ναι!».
Ρ.Β.: «Κάναμε τρέλες σίγουρα. Νομίζω – γιατί ο Γιώργος δεν μας το είπε ποτέ – ότι ο στόχος του ήταν να μην έχουμε κανέναν ενδοιασμό, να μη φοβόμαστε τίποτε, να μην ντρέπεται η μία την άλλη. Διότι κατά τη διάρκεια μιας πρόβας, φτάνεις στα όριά σου σε ό,τι έχει να κάνει με την ντροπή».
Ο.Κ.: «Αρχή του Γιώργου είναι να μη σκέφτεσαι τίποτε».
Ρ.Β.: «Χωρίς να μας το πει ποτέ. O Γιώργος σε κάνει να νιώθεις σαν τον Σέρλοκ Χολμς. «Γιατί μου είπε να κάνω αυτό; Γιατί να κάνω το άλλο;»».
Κυρία Κόλμαν, έχετε περιγράψει τη βασίλισσα Αννα σαν έναν «ώριμο άνθρωπο με συμπεριφορά τινέιτζερ». Θα θέλατε να επεκτείνετε κάπως τον συλλογισμό σας;
Ο.Κ.: «Κατ’ αρχάς να πω ότι στο σχολείο δεν θυμάμαι να είχα διαβάσει ποτέ κάτι για τη βασίλισσα Αννα. Θυμάσαι εσύ, Ρέιτσελ;».
Ρ.Β.: «Οχι».
Ο.Κ.: «Είναι μια ξεχασμένη ηγεμόνας, διότι για κάποιον λόγο δεν μαθαίναμε ποτέ για αυτήν. Και θα το θυμόμουν. Θέλω να πω, η Αννα είχε χάσει 17 παιδιά, ήταν η πρώτη μονάρχης της Μεγάλης Βρετανίας».
Ρ.Β.: «Αλήθεια; Εννοείς όταν ενώθηκε η Αγγλία με τη Σκωτία; Ηταν η πρώτη; Δεν το ήξερα».
Ο.Κ.: «Ναι, ήταν. Σε ό,τι αφορά το ερώτημά σας νομίζω πως στη βασίλισσα Αννα δεν επετράπη ποτέ να μεγαλώσει. Ολος ο περίγυρός της τής φερόταν σαν να είχε να κάνει με ένα παιδί. «Μην ανησυχείς, θα το κανονίσουμε εμείς». «Μην το σκέφτεσαι, εδώ είμαστε». Δεν παύει βεβαίως να είναι η βασίλισσα, όμως η συμπεριφορά της οφείλεται στο ότι ήταν πάντα παραχαϊδεμένη. Εχει συνηθίσει να παίρνει αυτό που θέλει. Καλά-καλά δεν ακούμπησε ποτέ τον ίδιο της τον πισινό…».
Κυρία Βάις, επειδή προηγουμένως λείπατε, τι ήταν που προκάλεσε σε εσάς την επιθυμία να συμμετάσχετε στην «Ευνοούμενη»;
Ρ.Β.: «Καθετί γύρω από την ταινία. Πρώτα απ’ όλα, ο σκηνοθέτης, ο Γιώργος, ήθελα πολύ να με σκηνοθετήσει ξανά. Αλλά και το σενάριο. Ο τρόπος γραφής είναι τόσο απίστευτα δυνατός, πρόκειται για τρεις πραγματικά θαυμάσια δομημένες ηρωίδες. Και, τρίτον, οι άλλες ηθοποιοί που θα έπαιζαν μαζί μου».
Κατά πόσο πιστεύετε ότι μπορούμε να κάνουμε έναν παραλληλισμό ανάμεσα σε εκείνη την τόσο διαφορετική, κοινωνικά και πολιτικά, περίοδο με το σήμερα; Μήπως αυτή η ταινία μάς βοηθά να μάθουμε κάτι;
Ο.Κ.: «Μα τελικά δεν μαθαίνουμε ποτέ, έτσι δεν είναι; Ο,τι και να γίνει. Με έναν πολύ άνετο τρόπο προτιμούμε να ξεχνάμε και να κάνουμε τις ίδιες μαλακίες ξανά και ξανά και ξανά. Δεν ξέρω αν μπορώ να κάνω πολιτικούς παραλληλισμούς, αλλά αυτό που μου άρεσε πολύ στην ταινία είναι το πώς ενσωματώνει τη σύγχρονη γλώσσα στο δράμα περιόδου, το οποίο δεν έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε με τον τρόπο που το βλέπουμε στην «Ευνοούμενη». Μου θύμισε επίσης ότι όλα τα θέματα παραμένουν ίδια, ανεξαρτήτως εποχής. Δεν ανακαλύψαμε τίποτε. Η απώλεια, η αγάπη, το σεξ, οι δολοπλοκίες, η κολακεία, όλα αυτά συνέβαιναν πάντα με τον ίδιο τρόπο που συμβαίνουν σήμερα και δυστυχώς θα συμβαίνουν πάντα».
Πιστεύετε δηλαδή ότι ο χαρακτήρας των ανθρώπων εκείνης της εποχής παραμένει βασικά ο ίδιος με των σημερινών ανθρώπων;
Ο.Κ.: «Ναι. Πάνω-κάτω».
Ρ.Β.: «Κι εγώ το πιστεύω».
Ο.Κ.: «Ισως να κρυβόμαστε λίγο καλύτερα σήμερα».
Ποιο θα λέγατε ότι είναι το πιο δύσκολο πράγμα για μια ηθοποιό που παίζει σε ταινία εποχής;
Ε.Σ.: «Οι κορσέδες».
Μα δεν γίνεται να είναι μόνο αυτό.
Ε.Σ.: «Ασφαλώς, αστειεύομαι. Το είπα απλώς επειδή ήταν η πρώτη φορά που φόρεσα κορσέ και είναι πραγματικά αφόρητος, σου κόβει την αναπνοή, καταπιέζει όχι μόνο το σώμα αλλά και το μυαλό σου, καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας. Αντιλαμβάνεσαι ότι οι γυναίκες εκείνης της εποχής ήταν παγιδευμένες στα φορέματά τους, ανάγκαζαν τον εαυτό τους να είναι διαρκώς στημένος. Σου έρχεται να λιποθυμήσεις με έναν τόσο σφιχτό κορσέ. Προσπαθείς να υιοθετήσεις με το ζόρι μια συγκεκριμένη στάση του σώματος, τακτοποιείς συνέχεια τα όργανά σου κι εκείνα δεν σε υπακούν. Η ιστορία είναι πανέμορφη, όπως και τα ρούχα, αλλά για μένα όλα αυτά ήταν πρωτόγνωρα. Εξουθενώθηκα σωματικά και συναισθηματικά. Και αν θέλετε τη γνώμη μου, πιστεύω ότι τα ρούχα εκείνων των γυναικών μάς πληροφορούν τι σήμαινε να είσαι γυναίκα εκείνη την εποχή».
Γνωρίζατε ότι το σενάριο διαστρεβλώνει κάπως τα ιστορικά γεγονότα;
Ρ.Β.: «Η Ιστορία έχει τόσο πολλές εκδοχές, δεν ξέρω. Δεν το συζητήσαμε ποτέ. Μόνον ο ίδιος ο Λάνθιμος το γνωρίζει».
Ο.Κ.: «Ναι, ρωτήστε εκείνον. Και μετά πείτε μας τι είπε».
Πώς εργάζεται ο Γιώργος Λάνθιμος;
Ο.Κ.: «Είναι συναρπαστικό το να δουλεύεις μαζί του»
Ρ.Β.: «Είναι πολύ συναρπαστικό. Νιώθεις ότι κάθε σκηνή είναι για σένα μια ανεξερεύνητη περιοχή».
Ο.Κ.: «Και συγχρόνως όλη αυτή η διαδικασία είναι τρομερά απελευθερωτική. Γιατί δεν δίνει απαντήσεις και μπορεί να σε τρελάνει. Τον ρωτάς κάτι και δεν σου λέει «ναι» ή «όχι». Και δεν σε κρίνει ποτέ. Δεν ξέρεις αν έχεις κάνει το σωστό ή το εντελώς λάθος».
Ε.Σ.: «Ειλικρινά λατρεύω που δεν θέλει να συζητά ένα σωρό πράγματα. Θα ήθελα όλοι οι σκηνοθέτες να ψιθυρίζουν στο αφτί σου όταν σε σκηνοθετούν – και δεν λέω ότι το κάνει ο Γιώργος. Ναι μεν οι πρόβες είναι απαραίτητες και σημαντικές, αλλά στη ζωή δεν ξέρουμε τα κίνητρα του καθενός. Εδώ μέσα, τώρα ας πούμε, δεν ξέρω πώς σκέφτεται ο καθένας. Ούτε γνωρίζω το παρελθόν όλων. Ως ηθοποιός νομίζω ότι είναι πολύ πιο ενδιαφέρον για μια σκηνή να μη γνωρίζεις τι στον διάβολο θα κάνει ο άλλος».
Ρ.Β.: «Είναι καλύτερο γιατί έτσι δεν φαίνεται ότι παριστάνεις κάτι».
Ε.Σ.: «Γυρίζεις μια σκηνή και ακούς τον σκηνοθέτη να φωνάζει: «ΚΑΝ’ ΤΟ ΠΙΟ ΔΥΝΑΤΑ ΚΑΙ ΠΙΟ ΘΛΙΜΜΕΝΑ!!!». Και ο κόσμος γύρω σου το ακούει, με μια έννοια είναι ντροπιαστικό. Είναι λοιπόν πολύ πιο όμορφο να εμβαθύνεις σε όλα αυτά που πρέπει να κάνεις, γνωρίζοντας ότι ο σκηνοθέτης, εν προκειμένω ο Λάνθιμος, θα κρατήσει το τιμόνι με σταθερότητα και δεν θα σου επιτρέψει να ξεφύγεις. Μπορεί να ξεφύγεις λίγο, αλλά εκείνος θα σε επαναφέρει εντός ορίων. Και αυτό είναι πολύ διασκεδαστικό».
Ο Γιώργος Λάνθιμος ψιθυρίζει ή απλώς δεν μιλάει;
Ε.Σ.: «Μιλάει αλλά σίγουρα δεν του αρέσουν οι φωνές. Ετσι δεν είναι; Θυμάμαι λάθος;».
Ρ.Β.: «Είναι κυριολεκτικά ένας άνθρωπος που ψιθυρίζει. Οπως ψιθυρίζεις στις γάτες ή στα μωρά».
Ε.Σ.: «Πολύ διακριτικά».
Ρ.Β.: «Εχει κάτι το μαγικό».
Ο.Κ.: «Ξέρει τι να πει στον καθένα, έτσι δεν είναι;».
Ε.Σ.: «Ναι. Η αίσθησή μου είναι ότι μιλούσε στην καθεμιά μας με διαφορετικό τρόπο. Ωσπου κατάλαβα τι έκανε. Εκείνος δεν το αντιλαμβανόταν, αλλά εγώ το κατάλαβα. Είχε κάτι μικρές φρασούλες που χρησιμοποιούσε και έκανε την καθεμιά μας να νιώθει ακριβώς όπως θα ήθελε. Σε ορισμένες περιπτώσεις με τρέλαινε! Οταν ύστερα από μια σκηνή μού έλεγε «είσαι ιδιοφυΐα» ή «είναι τρομερή σκηνή, φανταστική, τι να σου πω!», είχε έναν σιροπιαστό, σαρκαστικό τόνο και σκεφτόμουν «Fuck off»».
Ρ.Β.: «Μα το εννοούσε. Σοβαρά!».
Ε.Σ.: «Ω, όχι, δεν το εννοούσε! Ηξερε ότι αυτό θα με δαιμόνιζε. Γι’ αυτό και το έκανε».
Μια παραδοξότητα της ταινίας είναι ότι οι άνδρες είναι πιο έντονα βαμμένοι από τις γυναίκες. Υπάρχει κάποια εξήγηση για αυτό;
Ρ.Β.: «Είναι ένα στυλιστικό θέμα του Γιώργου. Το γυναικείο μακιγιάζ είναι κάτι που δεν του αρέσει, το είχα νιώσει και στον «Αστακό». Σε όλες τις ταινίες του οι γυναίκες δεν φορούν μακιγιάζ. Πολύ απλά δεν του αρέσουν οι γυναίκες που φορούν μέικ-απ. Τελεία και παύλα».
Ε.Σ.: «Ναι, ναι».
Ο.Κ.: «Βρήκε λοιπόν ότι ήταν πολύ πιο αστείο οι άνδρες να είναι παστωμένοι με μακιγιάζ».
Ρ.Β.: «Οπως και να φορούν ψηλά τακούνια».
Ε.Σ.: «Και περούκες».
Ρ.Β.: «Σαν σουπερμόντελς».
Ο.Κ.: «Εχεις την αίσθηση ότι τονίζει τη γελοιότητα του μακιγιάζ. Οταν το βλέπεις σε έναν άνδρα, βλέπεις πόσο αστείο και ανόητο είναι».
Εχει αναφερθεί ότι η «Ευνοούμενη» είναι μια νέα αφετηρία για τον Γιώργο Λάνθιμο. Είναι η πρώτη παραγωγή μεγάλου στούντιο που γυρίζει, είναι μια πιο αστεία ταινία σε σχέση με τις προηγούμενές του. Εσείς που έχετε ξαναδουλέψει μαζί του, νιώσατε κάποια διαφορά, μια εξέλιξή του ίσως;
Ο.Κ.: «Δεν είμαι βέβαιη. Ο Γιώργος είναι τόσο πολλά πράγματα. Δεν νομίζω ότι πρόκειται για εξέλιξη. Στην επόμενη ταινία του μπορεί κάλλιστα να επιστρέψει σε αυτά που έκανε πριν από την «Ευνοούμενη», χωρίς να το περιμένει κανένας».
Ε.Σ.: «Σας εγγυώμαι ότι αυτό θα κάνει».
Ρ.Β.: «Νομίζω ότι είναι ο ίδιος Γιώργος. Αυτό που άλλαξε είναι το είδος. Χωρίς να είμαι βέβαιη σε ποιο είδος ανήκει ο «Αστακός» ή ο «Κυνόδοντας», ή οι άλλες ταινίες του. Ο Γιώργος Λάνθιμος είναι από μόνος του ένα είδος. Εδώ είχε να κάνει με μια ιστορική περίοδο. Βρετανικό δράμα. Περιμένεις να έχει μια συγκεκριμένη μορφή. Κι αυτός τη διέλυσε».
ΙΝFO: Η ταινία «Η Ευνοούμενη» προβάλλεται ήδη στην Ελλάδα σε περιορισμένο κύκλωμα αιθουσών.