Λατρεύουμε ως λαός τις κραυγές. Ο Ελληνας φωνάζει και όταν θυμώνει και όταν είναι στο τσακίρ κέφι. Φωνάζει επίσης και όταν αγανακτεί και αν βρει κι άλλους που κατανοούν την αγανάκτησή του φωνάζει ακόμα περισσότερο! Πολλές φορές στη φωνή και στην οργή αυτή μάς αρέσει να δίνουμε χαρακτηρισμούς υπέροχους – «η φωνή του λαού είναι η οργή του Θεού» κ.τ.λ. Μπορεί και να είναι. Το βέβαιο είναι πως σχεδόν πάντα οι φωνές είναι απολύτως αποπροσανατολιστικές. Συνήθως και η οργή. Αναφέρομαι στη δική μας οργή – ο Θεός μπορεί να κάνει ό,τι θέλει.
Η δίκη του πρωτόδικα καταδικασθέντος πλέον για βιασμούς σκηνοθέτη Δημήτρη Λιγνάδη ολοκληρώθηκε με μια απόφαση που προκάλεσε και φωνές και οργή. Αν σε αυτή τη θλιβερή ιστορία υπάρχει ένα πρόβλημα (ηθικής και όχι τόσο νομικής τάξης) αυτό είναι απλό. Εχει να κάνει με την απορία που προέκυψε για το πώς γίνεται κάποιος να είναι καταδικασμένος για πράξεις ειδεχθείς και την ίδια στιγμή να πηγαίνει σπίτι του μετά την καταδίκη του, περιμένοντας την απόφαση μετά την έφεση που έκανε. Προστίθεται σε αυτή και μια άλλη απορία: πώς γίνεται κάποιος να είναι φυλακισμένος προτού δικαστεί και ελεύθερος (έστω με περιορισμούς…) ενώ καταδικάστηκε. Για όλα αυτά, αντί για οργή, θα έπρεπε να υπάρξει προβληματισμός. Ο Λιγνάδης δεν είναι ο πρώτος που αποφυλακίζεται μετά από πρωτόδικη καταδίκη τον τελευταίο καιρό. Ακόμα και αν ο ίδιος έμενε στη φυλακή ή αν η οργή είχε ως αποτέλεσμα μια έφεση του γενικού εισαγγελέα που να τον οδηγούσε πάλι στη φυλακή, θα μπορούσε αύριο να υπάρχει μια άλλη ανάλογη απόφαση για κάποιον άλλον βιαστή γιατί την επιτρέπει ο Ποινικός Κώδικας. Αυτό είναι που σε αυτή την ιστορία μάθαμε. Και που τόσο ενόχλησε.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος