Είναι αλήθεια πως αρκετοί μεγάλοι αρχιμουσικοί – μεγάλοι σε ταλέντο, σε προσφορά, αλλά και σε ηλικία – δεν αφήνουν εύκολα την μπαγκέτα από τα χέρια τους.
Συνεχίζουν τις εμφανίσεις τους επίμονα: Ο Ζούμπιν Μέτα (87 ετών), o Χέρμπερτ Μπλόμστεντ (96 ετών!), ο Ρικάρντο Μούτι (82 ετών), ο Κρίστοφ φον Ντονάνι (94 ετών!), ο Μάρεκ Γιανόφσκι (84 ετών) και ο Τζον Ελιοτ Γκάρντινερ (80 ετών) – ο οποίος, για να τα λέμε όλα, πρόσφατα κατηγορήθηκε για κακή συμπεριφορά προς συνεργάτη του – είναι μερικοί από αυτούς. Οσο για τον 80χρονο Ντάνιελ Μπάρενμποϊμ, ανακοίνωσε μεν ότι «δυστυχώς η υγεία μου έχει επιδεινωθεί σημαντικά τον τελευταίο χρόνο, ως εκ τούτου παραιτούμαι από τη θέση του Μουσικού Διευθυντή της Κρατικής Οπερας του Βερολίνου στις 31 Ιανουαρίου 2023», αλλά δήλωσε και πως «φυσικά και θα παραμείνω, όσο ζω, με τη μουσική και είμαι έτοιμος να εργαστώ ως μαέστρος και στο μέλλον, ειδικά με τη Staatskapelle του Βερολίνου».
Οπως και αν έχει, όσο επίμονοι και αν είναι οι παλιοί, η νέα εποχή θέλει τους δικούς της σταρ. Τους ικανούς μαέστρους που με τη γνώση τους και τα ταλέντα τους θα οδηγήσουν τις μεγάλες ορχήστρες στις νέες «περιπετειώδεις» διαδρομές τους και θα μάθουν τα σύγχρονα κοινά και τα κοινά που θα έρθουν να ακούν καλή μουσική.
Σήμερα γνωρίζουμε μερικούς από εκείνους, άνδρες και γυναίκες ηλικίας έως 50 χρόνων το πολύ, που την τελευταία δεκαετία έχουν αναδειχθεί σε πρωταγωνιστές του απαιτητικού μουσικού στίβου.
Γιανίκ Νεζέ-Σεγκέν
«Οι ανοικτά γκέι μαέστροι πρέπει με έναν τρόπο να γινόμαστε πηγές έμπνευσης και παραδείγματα για τους νέους συναδέλφους που φοβούνται πως ο σεξουαλικός προσανατολισμός τους μπορεί να παρεμποδίσει την επαγγελματική τους εξέλιξη».
«Οι μουσικοί της ορχήστρας μας τον λατρεύουν, η χορωδία μας τον λατρεύει, όλοι οι εργαζόμενοι σε αυτό το κτίριο τον λατρεύουν!». Με αυτά τα θερμά λόγια ο γενικός διευθυντής της Μητροπολιτικής Οπερας της Νέας Υόρκης, Πίτερ Γκελμπ, υποδέχθηκε το 2016 τον Καναδό Γιανίκ Νεζέ-Σεγκέν στο ιστορικό θέατρο.
Ο γεννημένος το 1975 καναδός μαέστρος αντικατέστησε τον Τζέιμς Λιβάιν στη θέση του μουσικού διευθυντή, μετά τις καταγγελίες κατά του παλαίμαχου μαέστρου για κατάχρηση εξουσίας και σεξουαλική παρενόχληση. Μάλιστα, προκειμένου να στηρίξει την επιλογή, το Ιδρυμα Neubauer Family, το οποίο χρηματοδοτεί τις «ζωντανές» τηλεοπτικές μεταδόσεις της ΜΕΤ, δώρισε το γενναιόδωρο ποσό των πέντε εκατομμυρίων δολαρίων! «Η Μητροπολιτική Οπερα έχει ομοφυλόφιλο αρχιμουσικό και αυτό έχει τη σημασία του!» έγραψαν λίγο αργότερα οι «New York Times».
Ο ίδιος μιλάει πάντα ανοικτά για τη ζωή του, για την ερωτική ζωή του με μια γυναίκα λίγο πριν από τη γνωριμία του με τον επί σειρά ετών σύντροφό του, τον βιολονίστα Πιερ Τουρβίγ, για την γκέι κουλτούρα και για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων. «Πριν από έναν χρόνο παντρευτήκαμε στο δημαρχείο του Μόντρεαλ, μπροστά στους αγαπημένους μας γονείς» έγραψε πέρυσι το καλοκαίρι στον λογαριασμό του στο Ιnstagram, ανεβάζοντας ένα τρυφερό στιγμιότυπο από την τελετή και προσθέτοντας: «Αυτή η ημέρα θα ζει για πάντα στις καρδιές μας. Σε αγαπώ απέραντα!».
***
Κλάους Μακέλα
«Ενας μαέστρος δεν σταματά ποτέ να μαθαίνει. Η μουσική είναι πάντα ένας διάλογος, μια διαρκής κίνηση».
Στα 27 του χρόνια είναι αρχιμουσικός της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Οσλο, μουσικός διευθυντής της Orchestre de Paris και καλλιτεχνικός συνεργάτης και επικεφαλής μαέστρος της Royal Concertgebouw Orchestra. Γεννημένος στο Ελσίνκι, σε οικογένεια μουσικών, ξεκίνησε τη δική του μουσική πορεία τραγουδώντας, σε ηλικία 12 ετών, στην παιδική χορωδία της Εθνικής Οπερας της Φινλανδίας. Εκείνη την εποχή αποφάσισε και πως θα γινόταν μαέστρος. Η άνοδός του ήταν ταχύτατη. Σήμερα έχει αποκλειστικό συμβόλαιο με τη δισκογραφική εταιρεία Decca. Στην πιο πρόσφατη ηχογράφησή του διευθύνει την Orchestre de Paris στην «Ιεροτελεστία της Ανοιξης» και στο «Πουλί της φωτιάς» του Στραβίνσκι. Αυτή την περίοδο περιοδεύει με τη Φιλαρμονική Ορχήστρα του Οσλο στην Ιαπωνία, στην Κορέα και στην Ταϊβάν.
***
Σπεράντζα Σκαπούτσι
«Το να δουλεύεις για χρόνια στο παρασκήνιο εκπαιδεύοντας τραγουδιστές δίπλα σε σπουδαίους μαέστρους μπορεί να είναι το καλύτερο σχολείο, αρκεί να υπάρχει ταλέντο».
Σύμφωνα με τα δικά της λόγια, «γεννήθηκα στην Ιταλία, στη Ρώμη, το 1973, και μεγάλωσα σε ένα πολύ ευτυχισμένο σπίτι. Οι γονείς μου αγαπούσαν τη μουσική, ως εκ τούτου όλα τα παιδιά τους δοκίμασαν κάποια στιγμή να μάθουν ένα όργανο». Εκείνη ξεκίνησε να παίζει πιάνο σε ηλικία πέντε ετών. Συνέχισε τις σπουδές της στη σχολή Julliard της Νέας Υόρκης, για να ξεκινήσει να εργάζεται ως κορεπετίτορας σε συγκροτήματα όπως η Λυρική Οπερα του Σικάγο, η New York City Opera και η Κρατική Οπερα της Βιέννης. Για αρκετά χρόνια εργάστηκε και ως βοηθός του Ρικάρντο Μούτι, «ενός γίγαντα της μουσικής, κοντά στον οποίο έμαθα τόσο πολλά πράγματα, ακόμα και όταν απλώς καθόμουν δίπλα του στο πιάνο και τον παρακολουθούσα να μελετά μια νέα όπερα ή ένα νέο έργο για μία συναυλία». Το 2012 ανέβηκε για πρώτη φορά στο πόντιουμ, για να διευθύνει την όπερα του Μότσαρτ «Ετσι κάνουν όλες» σε παραγωγή του Πανεπιστημίου Γέιλ. Εκτοτε η Σπεράντζα Σκαπούτσι έχει διευθύνει παραγωγές όπερας στα μεγαλύτερα θέατρα. Μεταξύ άλλων, πέρυσι έγινε η πρώτη ιταλίδα γυναίκα μαέστρος που διηύθυνε στη Σκάλα του Μιλάνου – για το ντεμπούτο της επιλέχθηκε το αριστούργημα του Μπελίνι «Καπουλέτοι και Μοντέγοι». Πριν από μερικούς μήνες ανακοινώθηκε πως για την περίοδο 2025-26 θα είναι η βασική προσκεκλημένη μαέστρος της Βασιλικής Οπερας του Λονδίνου. Και αυτή είναι μία ακόμη πρωτιά, καθώς ποτέ άλλοτε δεν έχει αναλάβει γυναίκα αυτή τη θέση.
***
Μικέλε Μαριότι
«Ολη η καριέρα μου είναι ένα μεγάλο όνειρο, το οποίο πασχίζω να ζήσω παραμένοντας ήρεμος αλλά και ευέλικτος».
Η επιτυχία που είχε όταν το 2007 διηύθυνε την όπερα του Βέρντι «Σιμόν Μποκανέγκρα» στο Teatro Comunale της Μπολόνια έφερε τον διορισμό του στη θέση του διευθυντή του θεάτρου. Και ουσιαστικά σηματοδότησε την έναρξη μιας αξιόλογης διεθνούς καριέρας. O γεννημένος το 1979 στο Ουρμπίνο της Ιταλίας μαέστρος συνεργάστηκε έκτοτε με τις μεγαλύτερες όπερες και τις μεγαλύτερες ορχήστρες. Αυτή την εποχή διευθύνει τον «Μωάμεθ Β΄» του Ροσίνι στη Νάπολι, ενώ θα ακολουθήσουν παραστάσεις με τον «Μεφιστοφελή» του Μπόιτο και με την «Τόσκα» του Πουτσίνι στη Ρώμη. Τον Μάρτιο του 2024 θα διευθύνει τον «Γουλιέλμο Τέλλο» του Ροσίνι στη Σκάλα του Μιλάνου. Υπήρξε παντρεμένος με τη διάσημη ρωσίδα υψίφωνο Ολγα Περετιάτκο, με την οποία χώρισε το 2018.
Λαχάβ Σάνι
«Οι διεθνείς εντάσεις αναζωπυρώνονται, κάτι που το βρίσκω ανησυχητικό. Πρέπει να παραμείνουμε σε εγρήγορση. Είναι σημαντικό να συνεχίσουμε να θυμόμαστε τι συνέβη και ταυτόχρονα να σκεφτόμαστε τι συμβαίνει σήμερα και τι μπορεί να μας φέρει το αύριο».
Τον Μάρτιο του 2022 διηύθυνε για πρώτη φορά τη Φιλαρμονική του Μονάχου σε συναυλία για την Ουκρανία. Εναν χρόνο μετά ανακοινώθηκε ο διορισμός του ως επικεφαλής μαέστρου της ορχήστρας από το 2026 και για πέντε χρόνια. «Συνεργάστηκα με την ορχήστρα για πρώτη φορά πέρυσι», δήλωσε ο ίδιος, «για να δημιουργήσω αμέσως μαζί της σχέση δυνατή και πολλά υποσχόμενη. Αδημονώ για τα χρόνια που θα έρθουν». Ο Ισραηλινός Λαχάβ Σάνι στα 34 χρόνια του συνεχίζει την ανοδική του πορεία διευθύνοντας, ακολουθώντας τα βήματα του μέντορά του, του κορυφαίου μαέστρου Ντάνιελ Μπάρενμποϊμ, αλλά και δίνοντας σόλο ρεσιτάλ ως πιανίστας (όπως και ο Μπάρενμποϊμ). Αλλος ένας μαέστρος που πίστεψε σε αυτόν και τον στήριξε στα πρώτα του βήματα είναι και ο σπουδαίος συμπατριώτης του Ζούμπιν Μέτα, ο οποίος το 2010 τον κάλεσε να συνεργαστεί με τη Φιλαρμονική Ορχήστρα του Ισραήλ με τη διπλή ιδιότητα του μαέστρου και του πιανίστα. Το 2018 η εν λόγω ορχήστρα διόρισε τον Σάνι διευθυντή της για την περίοδο 2020-2021. Την ίδια χρονιά ο καλλιτέχνης έγινε ο νεαρότερος αρχιμουσικός με τον οποίο συνεργάστηκε η Φιλαρμονική Ορχήστρα του Ρότερνταμ στην εκατονταετή ιστορία της.
***
Αλπές Τσαουχάν
«Εκεί που μεγάλωσα, η κλασική μουσική ήταν ιδιοτυπία».
Βασικός προσκεκλημένος μαέστρος στη Συμφωνική του Ντίσελντορφ, μουσικός διευθυντής της Birmingham Opera Company και συνεργάτης μαέστρος της BBC Scottish Symphony Orchestra, ο Αλπές Τσαουχάν γεννήθηκε στο Μπέρμιγχαμ το 1990 και ζει ακόμα εκεί. Οι γονείς του ήταν Ανατολικοαφρικανοί ινδικής καταγωγής. Η οικογένεια ψυχαγωγούνταν παρακολουθώντας τις μεγάλες παραγωγές του Μπόλιγουντ.
Ο μικρός Αλπές περισσότερο ενδιαφερόταν για το soundtrack παρά για την εξέλιξη της υπόθεσης. Σε ηλικία έξι ετών ξεκίνησε να ασχολείται με το βιολοντσέλο. Αρχισε να παίζει σε μια σχολική ορχήστρα και στη συνέχεια στη Συμφωνική Ορχήστρα Νέων του Μπέρμιγχαμ. Συνέχισε τις σπουδές του και από το 2014 ξεκίνησε να εργάζεται ως βοηθός μαέστρου.
Οταν το 2015 στην Πάρμα της Ιταλίας αντικατέστησε σε συναυλία έναν μαέστρο που ασθένησε, ξεκίνησε μια νέα καριέρα στις αίθουσες της Ιταλίας και της Γαλλίας. Αυτή την περίοδο ετοιμάζεται για τις εμφανίσεις του με τη Los Angeles Philharmonic στο Walt Disney Concert Hall. Ακολουθούν εμφανίσεις στην Οστράβα της Τσεχίας, στη Γλασκώβη, στο Λονδίνο, στο αγαπημένο του Μπέρμιγχαμ, στο Εδιμβούργο, στην Ουάσιγκτον (με τη Συμφωνική Ορχήστρα του Σιάτλ), στο Ντόρσετ, στο Οντάριο, στο Οσλο, στη Βενετία (με την ορχήστρα του θεάτρου La Fenice), στην Ατλάντα, στο Τορίνο (με την Orchestra Sinfonia Nazionale della RAI) και αλλού.
***
Γκουστάβο Ντουνταμέλ
«Δεν είναι ότι στους πολλούς δεν αρέσει η κλασική μουσική. Είναι ότι δεν έχουν την ευκαιρία να την καταλάβουν και να τη βιώσουν».
Γεννήθηκε στο Μπαρκισιμέντο της Βενεζουέλας το 1981. Ο πατέρας του ήταν μουσικός, βιολονίστας και δάσκαλος φωνητικής. Ο μικρός Γκουστάβο ξεκίνησε να παίζει βιολί στα δέκα του χρόνια. Ηταν ένα παιδί του Εl Sistema, του πρωτότυπου συστήματος μουσικής εκπαίδευσης που είχε εκπονήσει ο μαέστρος και συνθέτης Χοσέ Αντόνιο Αμπρέου σε μια προσπάθεια να καταπολεμήσει την παραβατικότητα, την εγκληματικότητα και τις ανισότητες οι οποίες μάστιζαν τη χώρα του.
Στα 18 του χρόνια ο Γκουστάβο Ντουνταμέλ έγινε ο μουσικός διευθυντής της νεανικής ορχήστρας «Σιμόν Μπολιβάρ», ενός συνόλου από παιδιά και εφήβους με καταγωγή από τις φτωχογειτονιές της Βενεζουέλας. Η φήμη της ορχήστρας και του μαέστρου της ξεπέρασε γρήγορα τα σύνορα της χώρας. Μεταξύ άλλων ο Ντουνταμέλ, το 2007, στα 26 του χρόνια, έγινε ο νεότερος διευθυντής στην ιστορία της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Λος Αντζελες.
Τη θέση θα εγκαταλείψει σε λίγο, το 2026, για να γίνει μουσικός διευθυντής της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Νέας Υόρκης. Ο μαέστρος που παράλληλα με τις εμφανίσεις του στις μεγάλες αίθουσες έχει κάνει δεκάδες ηχογραφήσεις, κυκλοφόρησε το τελευταίο CD του τον περασμένο Σεπτέμβριο: Τίτλος του «Fandango». Ο Ντουνταμέλ διευθύνει την αγαπημένη του Φιλαρμονική του Λος Αντζελες σε έργα Αλμπέρτο Χιναστέρα και Αρτούρο Μάρκες.
***
Γιάκουμπ Χρούσα
«Η διεύθυνση έργων τσέχων συνθετών είναι για εμένα μια τόσο φυσική διαδικασία όσο η αναπνοή».
Βασικός μαέστρος της Συμφωνικής Ορχήστρας της Βαμβέργης, βασικός προσκεκλημένος μαέστρος της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Τσεχίας και βασικός προσκεκλημένος μαέστρος της Ορχήστρας της Ακαδημίας της Αγίας Καικιλίας της Ρώμης. Αυτός είναι ο Γιάκουμπ Χρούσα, ο 42χρονος τσέχος μαέστρος που, μέσα σε όλα, από τον Σεπτέμβριο του 2025 θα είναι και ο μουσικός διευθυντής της Βασιλικής Οπερας του Λονδίνου, αντικαθιστώντας τον Αντόνιο Παπάνο.
Ο καλλιτέχνης συνεργάζεται αυτή την εποχή με τη Φιλαρμονική Ορχήστρα του Βερολίνου, ενώ τον προσεχή Νοέμβριο θα ταξιδέψει στο Σικάγο για να διευθύνει στην εκεί όπερα τη «Γενούφα» του (συμπατριώτη του) Λέος Γιάνατσεκ. Το περασμένο καλοκαίρι βραβεύθηκε ως «Μαέστρος της χρονιάς» στα Opus Klassik Awards για την ηχογράφησή του «Hans Rott: Symphony No. 1» (που περιλαμβάνει έργα Ροτ, Μάλερ και Μπρουκνερ με τη Συμφωνική Ορχήστρα της Βαμβέργης για την Deutsche Grammophon).