Οι ολιγάρχες δεν μένουν πια εδώ

Εναν χρόνο μετά την εισβολή στην Ουκρανία και τις δυτικές κυρώσεις που ακολούθησαν, οι ρώσοι πλουτοκράτες αναζητούν τρόπους να τις παρακάμψουν και νέους παραδείσους για να παρκάρουν το χρήμα τους.

Το χριστουγεννιάτικο δώρο του Βλαντίμιρ Ποτάνιν θα μπορούσε να ήταν και καλύτερο. Στις 22 Δεκεμβρίου η αμερικανική κυβέρνηση αποφάσισε να συμπεριλάβει τον CEO της Norilsk Nickel, μιας από τις κορυφαίες παραγωγούς νικελίου στον κόσμο, στον τελευταίο γύρο κυρώσεων κατά των ολιγαρχών. Σχεδόν ένα έτος μετά την εισβολή στην Ουκρανία, ο προοδευτικός αποκλεισμός των μεγιστάνων της ρωσικής οικονομίας από τη Δύση συνεχίζεται και επεκτείνεται. Ηνωμένες Πολιτείες, Ευρωπαϊκή Ενωση, Ηνωμένο Βασίλειο και άλλες 30 χώρες έχουν εφαρμόσει μια σειρά ιδιαίτερα σκληρών μέτρων τα οποία τους στερούν όχι μόνο τη δυνατότητα επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, αλλά και την πρόσβαση και χρήση των κεφαλαίων τους. Για δεκάδες γνωστά πρόσωπα του διεθνούς τζετ σετ (και γιοτ σετ), όπως ο Ρoμάν Αμπράμοβιτς ή ο Ολεγκ Ντεριπάσκα, το 2022 σήμανε την απώλεια δισεκατομμυρίων δολαρίων, κυρίως όμως τα όσα αυτά αγοράζουν: τη χλιδή, τις απολαύσεις και την ποιότητα ζωής που το χρήμα μπορεί να εξασφαλίσει στην Ευρώπη και στην Αμερική. Οχι βέβαια ότι αυτή η πολιτική που σχεδιάστηκε με την προοπτική να τους απομακρύνει από τον πάτρωνά τους, Βλαντίμιρ Πούτιν, τους ανάγκασε να κλειδαμπαρωθούν στη Ρωσία. Αν πιστέψει κανείς τα όσα έγραφαν πρόσφατα οι Μικ Μπράουν και Ρόμπερτ Μέντικ στο περιοδικό της βρετανικής «Telegraph», οι ρώσοι ολιγάρχες επιδόθηκαν το 2022 σε μανιώδη αναζήτηση δυνητικών λύσεων και εναλλακτικών προορισμών.

Μιχαήλ Φρίντμαν και Πετρ Άβεν με τον λόρδο Μπράουν, τότε CEO της BP, κατά τις ευτυχείς ημέρες του παρελθόντος.

Από το «Λόντονγκραντ» στο «Ντουμπαΐσκ»

Η ερωτοτροπία Δύσης και ολιγαρχών, αρχικά διακανονισμός, έπειτα νόμιμη σχέση, έχει παρελθόν δύο δεκαετιών. Παρά το γεγονός ότι μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης τα κεφάλαια εξ ανατολών έρρεαν με διάφορους τρόπους προς το εξωτερικό, οι ωραίες εποχές άρχισαν το 2008. Το έτος που έμελλε να σηματοδοτήσει το τέλος μιας ευφορικής εικοσαετίας (αλλά δεν το γνωρίζαμε ακόμη) η βρετανική κυβέρνηση Γκόρντον Μπράουν, για παράδειγμα, εισήγαγε τον θεσμό της «χρυσής βίζας»: προορισμένη να προσελκύσει επενδυτές (ή απλώς χρήμα χωρίς να ελέγχεται η προέλευσή του), πρόβλεπε ότι όσοι προσκόμιζαν 2 εκατομμύρια λίρες σε επιχειρήσεις με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο θα αποκτούσαν άδεια προσωρινής παραμονής στη χώρα. Επειτα από πέντε χρόνια η άδεια αυτή γινόταν μόνιμη. Με επιπλέον 10 εκατομμύρια επενδύσεων οι βιαστικοί επιβραβεύονταν με τη μονιμότητα σε δύο χρόνια. Μεταξύ 2008 και 2015 υπολογίζεται, σύμφωνα με το άρθρο του «Telegraph Magazine», ότι της διάταξης αυτής επωφελήθηκαν 3.000 άτομα που έφεραν στη Βρετανία περισσότερα από 3 δισεκατομμύρια λίρες. Ποιος ενδιαφερόταν τότε για το γεγονός ότι το ένα τέταρτο από αυτούς ήταν ρώσοι πλουτοκράτες; Η ρύθμιση έμοιαζε με τον ορισμό του win-win και για τις δύο πλευρές.

Η πλατεία Ίτον της Μπελγκρέιβια στο κεντρικό Λονδίνο, γνωστή για ευνόητους λόγους και ως «Κόκκινη Πλατεία» μεταξύ των ρώσων ολιγαρχών.
EPA/JOSHUA BRATT

Στο χρονικό διάστημα που μεσολάβησε, ωστόσο, η σχέση αποδείχθηκε ετεροβαρής. Το Λονδίνο έγινε «Λόντονγκραντ» ή η «Μόσχα του Τάμεση» και το μόνο που έλαβε σε αντάλλαγμα ήταν τα δύο τρόπαια Champions League της Τσέλσι του Ρομάν Αμπράμοβιτς το 2012 και το 2021. Από την πλευρά τους οι ολιγάρχες εξαγόρασαν έναν εσμό ακίνητης περιουσίας πληρώνοντας αδρά. Ο Αντρέι Γκούριεφ, ιδρυτής της PhosAgro, μίας από τις μεγαλύτερες εταιρείες λιπασμάτων στον κόσμο, διατηρεί ένα πενταώροφο ρετιρέ στο Vauxhall Tower, το υψηλότερο κτίριο κατοικιών στη βρετανική πρωτεύουσα, το οποίο αγόρασε για 51 εκατομμύρια λίρες το 2014, ενώ είναι ιδιοκτήτης και του Γουίτανχερστ, της μεγαλύτερης ιδιωτικής κατοικίας μετά τα ανάκτορα του Μπάκιγχαμ, μιας έπαυλης με 25 κρεβατοκάμαρες που σήμερα θεωρείται το ακριβότερο ακίνητο του Λονδίνου, με αξία που εγγίζει τα 300 εκατομμύρια λίρες. Ο συνάδελφος και συμπατριώτης του, Αλισερ Ουσμάνοφ, κύριος μέτοχος της Metalloinvest και της εφημερίδας «Kommersant», κατέχει το Μπίτσγουντ Χάουζ το οποίο χρονολογείται τον 19o αιώνα και αξίζει 82 εκατομμύρια λίρες, όπως και το Σάτον Πλέις, μέγαρο του 16oυ αιώνα που ανήκε για πολλά χρόνια στον αμερικανό μεγιστάνα Τζ. Πολ Γκέτι. Ο Ολεγκ Ντεριπάσκα πλήρωσε 18 εκατομμύρια λίρες για ένα οίκημα art deco στο Γουέιμπριτζ και 50 εκατομμύρια για ένα άλλο στο κέντρο της πόλης, στην Μπελγκρέιβια. Το τελευταίο αυτό έγινε τον Μάρτιο του 2022 στόχος ακτιβιστών που αφού εισέβαλαν, κρέμασαν πανό που ενημέρωναν το κοινό ότι το κτίριο είχε απελευθερωθεί, συμβούλευαν τον Πούτιν να προβεί σε ακατoνόμαστες πράξεις και διακήρυτταν ότι ο χώρος θα μετατρεπόταν σε κέντρο υποδοχής προσφύγων.

Αστυνομικοί έξω από το μέγαρο του Όλεγκ Ντεριπάσκα στην Μπέλγκρεϊβ Σκουέρ, το οποίο κατελήφθη τον Μάρτο του 2022 από διαδηλωτές κατά της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.
EPA/JOSHUA BRATT

Σύμφωνα με υπολογισμούς του «Bloomberg», η παγωμένη ακίνητη περιουσία των ρώσων ολιγαρχών στο Λονδίνο υπολογίζεται σε περίπου 2,1 δισεκατομμύρια λίρες. Το ποσό αυτό όμως πιθανότατα θα πρέπει να αναθεωρηθεί προς τα πάνω. Η μη κυβερνητική οργάνωση «Διεθνής Διαύγεια» έχει εντοπίσει πολυτελείς κατοικίες που αντιστοιχούν σε τουλάχιστον 700 εκατομμύρια λίρες και δεν καλύπτονται από το τωρινό νομικό πλαίσιο παραμένοντας στην απόλυτη κυριότητα των ιδιοκτητών τους.

Το FBI στο προαύλιο της οικίας του Όλεγκ Ντεριπάσκα στην Ουάσιγκτον.
EPA/JIM LO SCALZO

Το διάσημο Annabel’s στο Λονδίνο, αγαπημένο στέκι ολιαρχών.

Το ίδιο ισχύει και για άλλα κεφάλαια που είτε μεταβιβάστηκαν σε συγγενικά πρόσωπα είτε σε καταπιστεύματα στο διάστημα μεταξύ εξαγγελίας και επιβολής των κυρώσεων. Πλήθος μετόχων έσπευσαν εκείνες τις ημέρες να πουλήσουν μετοχές ώστε να εμφανίζονται πλέον ως κάτοχοι μειοψηφικών πακέτων και να εξαιρεθούν από τις λίστες. Συνολικά, όπως έγραφε η Ελίζαμπεθ Μπρo τον Ιανουάριο στο περιοδικό «Foreign Policy», η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει δεσμεύσει 324 δισεκατομμύρια δολάρια ρωσικών επιχειρήσεων και ολιγαρχών, ενώ για όλες τις δυτικές χώρες το ποσό ανεβαίνει στο 1,1 τρισεκατομμύριο.

Ο «Μουσκετοφόρος με πίπα»« του Πάμπλο Πικάσο. Πίνακες του Πικάσο, του Αμεντέο Μοντιλιάνι και άλλων μεγάλων σύγχρονων κορυφαίων εικαστικών πουλήθηκαν εσπευσμένα από τους ρώσους ιδιοκτήτες τους στον απόηχο των κυρώσεων,.
Photo by Niklas HALLE’N / AFP

Για να δει κανείς με άλλο μάτι αυτούς τους φανταστικούς αριθμούς θα πρέπει να λάβει υπόψη του και τα αόρατα ψηφία που πλέον αναπαύονται σε άλλα θησαυροφυλάκια. Πριν ακόμη από την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, στις αρχές Φεβρουαρίου του 2022, κεφάλαια άρχισαν να τρέπονται σε άτακτη φυγή. Ο «Guardian» σημείωνε πρόσφατα ότι 10 καταπιστεύματα του Ρoμάν Αμπράμοβιτς σε εξωχώριους λογαριασμούς αναδιοργανώθηκαν ακριβώς εκείνες τις ημέρες κατονομάζοντας τα παιδιά του ως νέους δικαιούχους. Εργα τέχνης κορυφαίων καλλιτεχνών (Πικάσο, Γουόρχολ, Μοντιλιάνι, Καντίνσκι, Τζεφ Κουνς, Ντέμιαν Χιρστ) προσφέρθηκαν διακριτικά προς πώληση υπό τον φόβο της κατάσχεσης. Στόλοι ολόκληροι από σούπερ γιοτ απέπλευσαν εσπευσμένα αναζητώντας καταφύγιο σε φιλικότερα λιμάνια, τα οποία βρήκαν στην Τουρκία και στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Προετοιμασίες έπρεπε να γίνουν εν όψει των θερινών διακοπών: η «El País» παρατηρούσε ότι ευνοούμενοι τόποι παραθερισμού όπως η Ελλάδα, η Ιταλία, η Καραϊβική και οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν πλέον απρόσιτοι.

Το Σατό ντε λα Κροέ του Ρομάν Αμπράμοβιτς στο Καπ ντ’ Αντίμπ της Γαλλικής Ριβιέρας.

Οσο για τη Γαλλική Ριβιέρα, η εκεί πρωτεύουσα της ρωσικής πλουτοκρατίας έχασε το στάτους της όταν η κυβέρνηση Μακρόν δέσμευσε οικίες αξίας 500 εκατομμυρίων ευρώ, μεταξύ των οποίων 30 μέγαρα στο περίφημο Καπ ντ’ Αντίμπ: το Σατό ντε λα Κροέ του Αμπράμοβιτς, η Βίλα Ιέρ του πετρελαιά Σουλεϊμάν Κερίμοφ, η Βίλα Αλταΐρ του βασιλιά των λιπασμάτων Αντρέι Μελνιτσένκο, η Βίλα Νελκότ του μεγιστάνα της χαλυβουργίας Βίκτορ Ράσνικοφ μετατράπηκαν από θερινούς παραδείσους σε όνειρο θερινής νυκτός. Ως εκ τούτου, το Ντουμπάι και το Αμπου Ντάμπι έγιναν από την περασμένη άνοιξη αποδέκτες ενός νέου μεταναστευτικού ρεύματος ρώσων κροίσων. Στο Ντουμπάι η αγορά ακινήτων εκτοξεύθηκε σε ποσοστό 67% σε σχέση με το αμέσως προηγούμενο έτος – μεταξύ των πολλών εξόριστων το όνομα της πόλης έχει ήδη εκρωσιστεί σε «Ντουμπαΐσκ». Ο προνομιακός προορισμός του ολιγαρχικού χρήματος είναι πλέον η Μέση Ανατολή.

Το υπερπολυτελές ξενοδοχείο Aman που άνοιξε το 2021 στη Νέα Υόρκη ο ρώσος επιχειρηματίας Βλαντισλάβ Ντορονίν, ο οποίος έχει αποκηρύξει την εισβολή στην Ουκρανία.
© AMAN NEW YORK

Υπεράνω κυρώσεων

Δεν είναι όμως όλοι εξίσου «παγωμένοι» ή εξίσου πρόθυμοι να εγκαταλείψουν τη Δύση. Για ανθρώπους που η κόμισσα Αλεξάνδρα Τολστόι, πρώην σύζυγος του δισεκατομμυριούχου Σεργκέι Πουγκάτσεφ, περιγράφει ως «παιδιά του νηπιαγωγείου» τα οποία ανταγωνίζονται μεταξύ τους για ρούχα, οικίες και σκάφη, η απώλεια του στάτους δεν είναι εύκολα αποδεκτή. Υπάρχουν πρώτα-πρώτα εκείνοι που, όπως ο Ρομάν Αμπράμοβιτς, επιχειρούν να αποκαθάρουν την εικόνα τους στην παγκόσμια κοινή γνώμη.

Ο Ρομάν Αμπράμοβιτς φωτογραφημένος στο αεροδρόμιο Μπεν Γκουριόν του Ισραήλ περιμένοντας την πτήση του για Κωνσταντινούπολη τον Μάρτιο του 2022.
REUTERS/Stringer

Στα τέλη του καλοκαιριού εθελοντές Βρετανοί που πολεμούσαν υπέρ της Ουκρανίας και είχαν συλληφθεί από τους Ρώσους στην κατάληψη του Ντονέτσκ επαναπατρίστηκαν στο Ηνωμένο Βασίλειο. Παρών στην πτήση της επιστροφής ήταν ο Αμπράμοβιτς, ο οποίος δώρισε σε όλους συσκευές iPhone προκειμένου να επικοινωνήσουν με τις οικογένειές τους – και έδρεψε τους ανάλογους καρπούς της δημοσιότητας για την πρωτοβουλία του. Επονται οι εκπατρισμένοι από τη Μεγάλη Βρετανία, όπως ο Πετρ Αβεν, πρώην επικεφαλής της ρωσικής Alfa Bank, ο οποίος ζει πλέον στη Λιθουανία με το ταπεινό ποσό των 60.000 λιρών τον μήνα που του ξεπάγωσε η βρετανική κυβέρνηση. Για την ακρίβεια, το σύνολο των κεφαλαίων που του εκχωρήθηκε έχει ύψος 1 εκατομμυρίου λιρών και προορίζεται ως επί το πλείστον για την κάλυψη των δαπανών συντήρησης των τριών ιδιοκτησιών του στο Λονδίνο και των τροφείων του ιδιωτικού σχολείου ενός από τα παιδιά του.

Το διάσημο Annabel’s στο Λονδίνο, αγαπημένο στέκι ολιαρχών.

Σε μια τρίτη κατηγορία ανήκουν περιπτώσεις σαν αυτή του ιδρυτή της Alfa Bank, Μιχαήλ Φρίντμαν, την καθημερινότητα των οποίων δεν φαίνεται να έχουν επηρεάσει οι κυρώσεις. Παρά το γεγονός ότι οι νομικές διατάξεις ορίζουν πως θα πρέπει να έχει εγκαταλείψει το βρετανικό έδαφος, ο Φρίντμαν εξακολουθεί να ζει στο μέγαρό του στο Χάιγκεϊτ και να δειπνεί στο Annabel’s χωρίς εμφανή σημάδια άγχους. Οι Μικ Μπράουν και Ρόμπερτ Μέντικ επικαλούνται στο άρθρο τους στο «Telegraph Magazine» έναν αυτόπτη μάρτυρα ο οποίος είδε έναν άλλο ολιγάρχη να χαλαρώνει καπνίζοντας τον ναργιλέ του σε δημοφιλές εστιατόριο μεσανατολικής κουζίνας στο κέντρο του Λονδίνου: «Oταν έρθει ο λογαριασμός, εμφανίζεται ένας άλλος τύπος και πληρώνει με πιστωτική κάρτα. Κανονίζουν πληρωμές και με άλλους τρόπους, με έμβασμα, κρυπτονόμισμα ή ρούβλια και κάποιος έρχεται στην πόρτα με τα μετρητά».

Ο Όλεγκ Ντεριπάσκα με τον Βλαντίμιρ Πούτιν στη σύνοδο της Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας – Ειρηνικού στο Βιετνάμ το 2017.
EPA/MICHAEL KLIMENTYEV / SPUTNIK / KREMLIN POOL

Και τι γίνεται με τους ελάσσονες ολιγάρχες; Οι Μπράουν και Μέντικ μίλησαν για το άρθρο τους με τον σαραντάρη Ντμίτρι Τσβέτκοφ, ο οποίος παρά τη συλλογή των σπορ αυτοκινήτων, τη θωρακισμένη Μercedes (υπήρξε τρεις φορές στόχος δολοφονικής απόπειρας της μαφίας στη Ρωσία, αλλά ήταν «καθαρά επαγγελματικό ζήτημα»), το απαραίτητο μίνι ανάκτορο στα προάστια του Λονδίνου και τις γενικά «επιχειρηματικές» του δραστηριότητες, δεν βρίσκεται στο οικονομικό επίπεδο των κορυφαίων παικτών. Θεωρεί «απογοητευτικό» το γεγονός ότι πολλοί συν-ολιγάρχες του νοιάζονται περισσότερο για τα λεφτά τους παρά για την αιματοχυσία στην Ουκρανία, δεν παραλείπει όμως να κατηγορήσει για υποκρισία τις δυτικές αρχές που όλα τα προηγούμενα χρόνια διευκόλυναν τον κύκλο εργασιών τους. Εχοντας κλείσει σχεδόν 20 χρόνια στο Ηνωμένο Βασίλειο, βρετανός πολίτης από το 2009 και χωρίς να έχει επισκεφθεί τη Ρωσία από το 2017, ο ίδιος δεν αγγίζεται από τις κυρώσεις. Εν τούτοις, είναι επιφυλακτικός ως προς την αποτελεσματικότητά τους. Αφενός, θεωρεί ότι απλώς περιπλέκουν τη ζωή εκείνου που τις υφίσταται, αλλά τίποτα περισσότερο. Αφετέρου, πιστεύει πως «το μόνο που κάνουν είναι να δένουν πιο πολύ τους τύπους αυτούς με το ρωσικό κράτος, να τους φέρνουν πιο κοντά στον Πούτιν, όχι να τους απομακρύνουν. (…) Εξαρτώνται από τον Πούτιν, αυτός είναι η ασφάλειά τους».

Ο Άλισερ Ουσμάνοφ, στον οποίο ανήκει πλέον το Σάτον Πλέις στο Σάρεϊ έξω από το Λονδίνο, πρώην οικία του Τζ. Πολ Γκέτι.
REUTERS/Sergei Karpukhin

Εκείνο που υποδεικνύει οπωσδήποτε η στρατηγική των κυρώσεων είναι η μεταβολή του πεδίου του οικονομικού πολέμου. Οι διακρατικές διενέξεις της νεωτερικότητας συχνά συμπεριλάμβαναν το στοιχείο του αποκλεισμού – την παρεμπόδιση του εμπορίου που έπληττε απευθείας τις κρατικές οικονομίες. Η τωρινή ατομική στόχευση, εκτός από το να αποφεύγει την κλιμάκωση της αντιπαράθεσης Δύσης και Ρωσίας, υποδηλώνει και την πρωτεύουσα σημασία των ιδιωτικών επιχειρήσεων στην εποχή της παγκοσμιοποίησης.

Αεροφωτογραφία του sailing yacht «Α» του Αντρέι Μελνιτσένκο στα ανοιχτά της Κέρκυρας.

Ως αποτέλεσμα, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Bloomberg, το 2022 έκλεισε με μεγάλες ζημιές για όλους τους ρώσους πλουτοκράτες: η γνωστή περιουσία του Αµπράµοβιτς µειώθηκε κατά 57%, στα 7,8 δισεκατομμύρια δολάρια, του Βίκτορ Ράσνικοφ κατά 40%, στα 8,5 δισεκατομμύρια δολάρια, του Σουλεϊμάν Κερίμοφ κατά 41%, στα 9 δισεκατομμύρια δολάρια. Το ερώτημα είναι αν αυτές οι απώλειες είναι ικανές να τους στρέψουν κατά του κυρίου τους ή οι άδηλοι πόροι τους θα τους επιτρέπουν να περνούν ζωή χαρισάμενη επ’ άπειρον σε άλλες γειτονιές του κόσμου.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.